1. Η παρ. 2 του άρθρου 23 του νόμου 3689/2008 τροποποιείται ως εξής:
«2. Η σειρά επιτυχίας στους πίνακες επιτυχόντων καθορίζεται με βάση το συνυπολογισμό των βαθμών, που κάθε εκπαιδευόμενος έλαβε: (α) Κατά τις εισαγωγικές εξετάσεις στη Σχολή, με συντελεστή βαρύτητας ένα, (β) Κατά το πρώτο στάδιο της κατάρτισης με συντελεστή βαρύτητας πέντε δέκατα και (γ) κατά το δεύτερο στάδιο της κατάρτισης, ο μέσος όρος των βαθμών προόδου και εξετάσεων αποφοίτησης, με συντελεστή βαρύτητας ένα και πέντε δέκατα. Κάθε βαθμός πολλαπλασιάζεται με τον αντίστοιχο συντελεστή βαρύτητας και το άθροισμα των βαθμών διαιρείται δια του τρία».
2. Στο εδάφιο α΄ της παρ. 1 του άρθρου 25 του νόμου 3689/2008, η λέξη «Φεβρουαρίου» αντικαθίσταται από τη λέξη «Ιανουαρίου».
3. Η παρ. 3 του άρθρου 25 του νόμου 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Κατά τη διάρκεια της πρακτικής άσκησης, οι εκπαιδευόμενοι παρακολουθούν επιπλέον 5 εκπαιδευτικά σεμινάρια – ένα κάθε μήνα – διάρκειας τουλάχιστον 24 ωρών το καθένα, σε εξειδικευμένα αντικείμενα της κατεύθυνσης που έχουν επιλέξει. Το περιεχόμενο, ο χρόνος και οι εισηγητές ορίζονται στο πρόγραμμα σπουδών που καταρτίζει το Συμβούλιο Σπουδών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8 παρ. 1 του παρόντος. Σε τακτά χρονικά διαστήματα πραγματοποιούνται επίσης ενημερωτικές και εκπαιδευτικές συναντήσεις, στις οποίες είναι υποχρεωτική η συμμετοχή των υπευθύνων της πρακτικής άσκησης. Η συχνότητα, ο τόπος και ο χρόνος των συναντήσεων αυτών καθορίζονται κάθε φορά από τον εποπτεύοντα».
- Το άρθρο 28 του νόμου 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο τελικός βαθμός, τον οποίο λαμβάνει κάθε εκπαιδευόμενος και με βάση τον οποίο καθορίζεται η σειρά του στον αντίστοιχο πίνακα αρχαιότητας, εξευρίσκεται με το συνυπολογισμό των βαθμών που έλαβε: (α) Κατά τις εισαγωγικές εξετάσεις στη Σχολή, με συντελεστή βαρύτητας ένα. (β) Κατά το πρώτο στάδιο κατάρτισης, με συντελεστή βαρύτητας πέντε δέκατα. (γ) Κατά το δεύτερο στάδιο της κατάρτισης, ο μέσος όρος των βαθμών προόδου και εξετάσεων αποφοίτησης, με συντελεστή βαρύτητας ένα και πέντε δέκατα και (δ) Κατά την πρακτική άσκηση, με συντελεστή βαρύτητας ένα και πέντε δέκατα. Κάθε βαθμός πολλαπλασιάζεται με τον αντίστοιχο συντελεστή βαρύτητας και το άθροισμα διαιρείται με τον αριθμό τέσσερα. Η γραμματεία της Σχολής, στη συνέχεια, συντάσσει για κάθε τμήμα πίνακα, στον οποίο εγγράφονται οι εκπαιδευόμενοι με βάση τον τελικό βαθμό, ο οποίος αναρτάται στο κατάστημα της Σχολής. Μεταξύ εκπαιδευομένων με τον ίδιο τελικό βαθμό, προηγείται εκείνος που έλαβε υψηλότερο βαθμό κατά το δεύτερο στάδιο κατάρτισης».
<!– @page { size: 21cm 29.7cm; margin: 2cm } P { margin-bottom: 0.21cm } –>
Από τη στιγμή που οι εισαγωγικές εξετάσεις για την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών (εφεξής Ε.Σ.ΔΙ.) έχουν αυτό το χαρακτήρα, δεν γίνεται να συνυπολογίζονται για την εξαγωγή της τελικής βαθμολογίας (άρθ. 16 § 1 του προσχεδίου νόμου, εφεξής ΠρσχΝ) και της κατάταξης στον πίνακα αρχαιότητας (άρθ. 16 § 4 ΠρσχΝ). Αυτό ορθώς ο νομοθέτης έκρινε ότι δεν πρέπει να συμβαίνει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, οι απόφοιτοι της οποίας αποκτούν τίτλο σπουδών, συνεπώς δεν μπορεί να συμβαίνει στην Ε.Σ.ΔΙ. η οποία δεν χορηγεί τίτλο σπουδών αλλά, στην ουσία, πιστοποίηση επαγγελματικής επάρκειας. Σκοπός των εισαγωγικών εξετάσεων είναι η διαπίστωση της ελάχιστης απαιτούμενης επάρκειας για υποβολή στη δέουσα επαγγελματική εκπαίδευση, όχι η διαπίστωση της τελευταίας. Ο συνυπολογισμός της βαθμολογίας των εισαγωγικών εξετάσεων θα σήμαινε επιπλέον πιστοποίηση προσόντων δικαστικού λειτουργού, κάτι που θα ερχόταν σε αντίθεση με το σκοπό της σχολής, της διδασκαλίας και των εξετάσεων σ’ αυτήν. Ως εκ τούτου θα πρέπει να αφαιρεθεί ο συνυπολογισμός της βαθμολογίας των εισαγωγικών εξετάσεων.
ΣΙΜΟΣ Ι. ΣΑΜΑΡΑΣ – Δικηγόρος
Υπ. Διδάκτορας Νομικής Πανεπιστημίου Αθηνών
http://www.nomologio.wordpress.com
Να προστεθεί ειδική διάταξη στο άρθρο 31 του ν.3689/2008 (περί δοκιμαστικής υπηρεσίας μετά το τέλος της πρακτικής) η οποία να ρυθμίζει τα ζητήματα των αδειών κατά το διάστημα της παρεδρίας.
Με βάση το υφιστάμενο καθεστώς εάν για κάποιο λόγο (π.χ. εγκυμοσύνη) ο δόκιμος δικαστικός λειτουργός αναγκαστεί να απουσιάσει, είναι υποχρεωμένος να επαναλάβει εξ αρχής το σύνολο της παρεδρίας, δηλαδή 18 μήνες δοκιμαστικής υπηρεσίας!
Αυτό είναι τουλάχιστον ανεπιεικές, δεδομένου ότι – προκειμένου για το ζήτημα της εγκυμοσύνης- σχεδόν το σύνολο των γυναικών παρέδρων βρίσκεται σε ηλικία δημιουργίας οικογένειας.
Σημειώνεται ότι ο περιορισμός αυτός θεσπίσθηκε όταν, βάσει του νόμου, η παρεδρία διαρκούσε 6 μήνες – και επομένως ήταν εύλογος ο χρόνος κατά τον οποίο καποιος όφειλε να έχει διαρκή και αδιάλειπτη παρουσία. Όμως όταν ο χρόνος της παρεδρίας τριπλασιάστηκε δεν τροποποιήθηκε αντιστοίχως και το ζήτημα των δικαιολογημένων απουσιών.
Επίσης το άρθρο 31 αναφέρει ότι ο χρόνος δοκιμαστικής υπηρεσίας θεωρείται «χρόνος πραγματικής υπηρεσίας ως προς όλα τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης» – επομένως γιατί όχι και για το θέμα των δικαιολογημένων απουσιών;
Τέλος, ως προς την κάλυψη των υπηρεσιακών αναγκών, είναι προφανώς προτιμότερο να απουσιάσει λόγω εγκυμοσύνης μία πάρεδρος παρά αργότερα μία δικαστική λειτουργός, η οποία ασφαλώς έχει περισσότερα καθήκοντα.
Μία πρόταση θα ήταν το διάστημα της απουσίας να προστίθεται στο τέλος της παρεδρίας ώστε ο συνολικά απαιτούμενος χρόνος πραγματικής δοκιμαστικής υπηρεσίας να παραμένει 18 μήνες.