1. Στην παρ. 1 του άρθρου 12 του νόμου. 3689/2008, η φράση «το μήνα Ιούνιο» αντικαθίσταται από τη φράση «το πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου».
2. Η περ. δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 12 του νόμου 3689/2008 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ. Τα μέλη της Επιτροπής κατανέμουν μεταξύ τους την εξέταση των μαθημάτων, έτσι ώστε σε κάθε μάθημα να αντιστοιχούν δύο εξεταστές. Οι εξεταστές οφείλουν να προετοιμάσουν ο καθένας από ένα θέμα για το προς εξέταση μάθημα. Την ημέρα των εξετάσεων συνέρχεται η εξεταστική επιτροπή και αποφασίζει με απλή πλειοψηφία το θέμα που θα τεθεί στις εξετάσεις».
3. Στην παρ. 2 του άρθρου 12 του νόμου 3689/2008 προστίθεται περ. ε΄, που έχει ως εξής:
«ε. Οι υποψήφιοι και των δύο κατευθύνσεων εξετάζονται υποχρεωτικώς σε μία από τις ακόλουθες τέσσερις ξένες γλώσσες: αγγλική, γαλλική, γερμανική και ιταλική. Η εξέταση στην υποχρεωτική ξένη γλώσσα είναι γραπτή, διενεργείται από τους διορισθέντες για το σκοπό αυτό, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 11 παρ. 5 του παρόντος, και συνίσταται σε μετάφραση νομικού κειμένου από την ξένη στην ελληνική γλώσσα και αντιστρόφως».
4. Στην παρ. 3 περ. α΄ του άρθρου 12 του νόμου 3689/2008, η φράση «θέματα ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου» αντικαθίσταται από τη φράση «θέματα ευρωπαϊκού δικαίου».
Σε περίπτωση που ήθελε καθιερωθεί μία υποχρεωτική ξένη γλώσσα αυτή θα πρέπει να είναι για μεν την κατεύθυνση της πολιτικής – ποινικής δικαιοσύνης η γερμανική γα δε τη κατεύθυνση της διοικητικής δικαιοσύνης η γαλλική.
Και αυτό γιατί η συντριπτική πλειοψηφία της νομικής επιστημονικής αρθρογραφίας, μονογραφίας και βιβλιογραφίας είναι γραμμένη στις ως άνω γλώσσες.
Αυτό είναι φυσικό γιατί το νομικό μας σύστημα έχει επηρεαστεί από τα δίκαια της Γερμανίας και της Γαλλίας.
Γι’ αυτό και το ποινικό και αστικό δίκαιο ακολουθεί κατεξοχήν τις εξελίξεις της γερμανικής νομολογίας.
Πολλά δε ελληνικά νομικά περιοδικά (ποινικά χρονικά, χρονικά ιδιωτικού δικαίου) έχουν μόνιμη ανταπόκριση με γερμανικά περιοδικά της αντίστοιχης θεματικής ύλης.
Σημασία λοιπόν δεν έχει ποια γλώσσα κατανοούν οι περισσότεροι, αλλά ποια γλώσσα έχει τη μεγαλύτερη πρακτική χρησιμότητα στη νομική επιστήμη.
Επαναλαμβάνω όμως , όπως και σε προηγούμενο σχόλιό μου, ότι η καθιέρωση μιας υποχρεωτικής ξένης γλώσσας θα ήταν μια άστοχη κίνηση.
Το επιχείρημα ότι η βαθμολόγηση διαφέρει ανάλογα με τη γλώσσα στην οποία εξετάζεται ο υποψήφιος είναι τελείως αναπόδεικτο.
Άποψή μου είναι ότι θε πρέπει ο βαθμός της ξένης γλώσσας την οποία επιλέγει ο υποψήφιος να προσαυξάνεται σε κάποιο ποσοστό στη τελική βαθμολογία πχ 3/10 της μονάδας και όχι να βαθμολογείται αυτοτελώς.
Δεδομένου ότι (κακώς κατά την άποψη μου) ο βαθμός της ξένης γλώσσας συμμετέχει ισότιμα στην διαμόρφωση του τελικού μέσου όρου των γραπτών, η πρόταση για την καθιέρωση της εξέτασης μίας υποχρεωτικής ξένης γλώσσας αποσκοπεί στο να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο αποκλίσεων στη βαθμολογία ανάλογα με το κριτήριο του κάθε βαθμολογητή και να εξασφαλίσει ισότιμη μεταχείριση των υποψηφίων. Μόνο αν διασφαλιστεί ότι οι ίδιοι 2 βαθμολογητές θα έχουν εικόνα του συνόλου των γραπτών στην ξένη γλώσσα, όπως και στα άλλα μαθήματα, μπορούμε να μιλήσουμε για ισότιμη μεταχείριση.
Το θεωρητικά ορθό της σκέψης επιβεβαιώνεται από την εμπειρία των εξετάσεων του Ιουνίου του 2009 όπου παρότι τα ελληνικά κείμενα ήταν κοινά, οι αποκλίσεις στη βαθμολογία ανάλογα με τη γλώσσα ήταν εμφανείς. Και είναι ανθρώπινο αυτό, διότι διαφορετικά κρίνει ο κάθε βαθμολογητής, αφού δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να υπάρξει απόλυτα αντικειμενική βαθμολόγηση. Ας ισχύει όμως για όλους το ίδιο κριτήριο.
Θεωρώ δε ότι η υποχρεωτική γλώσσα δεν μπορεί να είναι άλλη από τα αγγλικά, διότι είναι η γλώσσα που γνωρίζουν όλοι και διότι δεν νοείται να υπάρχει δικαστής που να μην κατέχει τουλάχιστον την συγκεκριμένη γλώσσα. Από εκεί και πέρα οι γλωσσομαθείς, και δεν είναι λίγοι αυτοί, μπορούν να εξεταστούν προαιρετικά σε 2 ακόμα γλώσσες.
Σχόλιο στην πρόταση του GS 10 Ιουλίου 2010, 22:56
H πρόταση κατά την άποψή μου για καθορισμό μιας υποχρεωτικής ξένης γλώσσας είναι εσφαλμένη.
Η καθιέρωση μίας ξένης γλώσσας θα επέφερε κατάφωρες αδικίες δεδομένου ότι πουθενά δεν θεσπίζεται η υποχρέωση γνώσης μίας συγκεκριμένης γλώσσας.
Το θέμα μπορεί εύκολα να αντιμετωπισθεί με την επιλογή ενός κοινού ελληνόγλωσου κειμένου με μετάφρασή του στην αντίστοιχη ξένη γλώσσα που επιλέγει ο υποψήφιος.
Κατά το άρθρο 10 παρ.1 β) ισχύοντος νόμου περί της εισαγωγής στην Εθνική Σχολή Δικαστών ορίζεται ότι «τα απαιτούμενα προσόντα εκτός από το όριο ηλικίας πρέπει να συντρέχουν κατά το χρόνο έναρξης του διαγωνισμού..τα κωλύματα πρέπει να μην συντρέχουν κατά το χρόνο έναρξης του διαγωνισμού ..όσο και κατά το χρόνο εγγραφής στη Σχολή.» Ένα από τα κωλύματα αυτά είναι κατά τον Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ η μη εκπήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων.Η πρόβλεψη αυτή που διατηρείται σε ισχύ, σε συνδυασμό με την νεοπαγή διάταξη του 12 παρ.1 οπότε και προβλέπεται η διενέργεια του διαγωνισμού το πρώτο δεκαήμερο του Μαίου εκάστου έτους ΣΤΕΡΕΙ ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΑ το δικαίωμα συμμετοχής στον Διαγωνισμό στους άρρενες υποψηφίους που κατατάσσονται προς εκπλήρωση της στρατιωτικής τους θητείας τονΑύγουστο του προηγούμενου έτους.Έτσι παρουσιάζεται μια ακατανόητη αντινομία που εμφανίζεται ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ -για μερικές ημέρες να αφαιρείται το δικαίωμα συμμετοχής στο διαγωνισμό στην συγκεκριμένη κατηγορία πολιτών.Όσοι λοιπον κατατάσσονται τον Αύγουστο δεν τους δίδεται η δυνατότητα την επόμενη χρονιά να λάβουν μέρος στο διαγωνισμό καθώς κατά το χρόνο προκήρυξης του διαγωνισμού τυπικά είναι ακόμη στρατιώτες άσχετα αν μέσα σε μερικές ημέρες ολοκληρώνεται ο χρόνος της 9μηνης θητείας.Θεωρώ ότι στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπάρξει μια νομοθετική πρόβλεψη διότι ενόψει της αρχής της ισότητας οι αρρενες υποψήφιοι έναντι των θήλεων που δεν υπέχουν υποχρεώσεις τέτοιας φύσεως αναγκάζονται να περιμένουν για ακόμη έναν χρόνο για να λάβουν μέρος στον εισαγωγικό διαγωνισμό..
Κατά τη γνώμη μου, η εξέταση στην ξένη γλώσσα θα πρέπει να καταργηθεί δεδομένου ότι στην αντίθετη περίπτωση δίνεται προβάδισμα στους γνώστες ξένων γλωσσών (συνήθως πτυχιούχους αλλοδαπών πανεπιστημίων) και όχι στους έχοντες νομική παιδεία που θα πρέπει να είναι το ζητούμενο σε έναν τόσο σημαντικό διαγωνισμό. Καλός δικαστής είναι αυτός που γνωρίζει το νόμο και τη νομολογία και όχι αυτός που είναι καλός μεταφραστής. Άλλωστε, η μετάφραση της ξένης νομολογίας είναι εφικτή και με τη χρήση λεξικών…
Αν και το ανορθόγραφα γραμμένο ψευδώνυμο δεν φανερώνει την γλωσσική επάρκεια που κατέχω σε τρεις ξένες γλώσσες, εντούτοις οφείλω να προτάξω το ωφέλιμο του εφοδιασμού των πρωτοδικείων και εισαγγελιών με τα απαραίτητα συγγράμματα της ελληνικής νομολογίας και επικαιροποίησης της νομοθεσίας που προς το παρόν είναι ανύπαρκτα. Όπου δε τούτα υπάρχουν ανήκουν στην φιλοτιμία (και δαπάνη) των υπηρετούντων λειτουργών. Πόσω μάλλον τα ευρωπαϊκού δικαστηρίου ή ξένης νομολογίας. Η γνώση δε της ξένης γλώσσας ως υποχρεωτικού μαθήματος όταν τα δικαστήρια της χώρας δεν έχουν τις υποδομές υποστήριξης θεσμών που έχουν νομοθετηθεί είναι τουλάχιστον ειρωνική. Ναι και μάλιστα διαθέτω άδεια διδασκαλίας τριών ξένων γλωσσών όταν όμως αλλοδαπός λειτουργός αναζήτησε το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της υπηρεσίας ώστε να αποστείλει αυθημερόν τα αποδεικτικά κλήσης πληροφορήθηκε μετ’ εκπλήξεως οτι δεν διαθέτουμε τέτοιο ως χώρα.
Συνεπώς πιστεύω οτι το προϊσχύσαν καθεστώς της συμπληρωματικού χαρακτήρα εξέτασης ήταν επαρκές, η δε βασικές γνώσεις της αγγλικής σε άτομα 40- είναι λιγο πολύ τόσο διαδεδομένες στη χώρα μας που είναι ανώφελο. Το μόνο που προξενείται είναι ένταση του ανταγωνιστικού σκέλους του διαγωνισμού με την «πανελληνιοποίηση» τύπου δεσμών ήδη εξαιρετικά ανταγωνιστικών εξετάσεων.
Η διάρκεια της φοίτησης στην σχολή δικαστών είναι σχετιά μικρή συγκριτικά με το αντικείμενο που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν ως μελλοντικοί δικαστές και εισαγγελείς. Είναι αδιανόητο να εισάγονται στη σχολή δικαστών και να μην έχουν χειριστεί προσωπικάένα σεβαστό αριθμό κάποιων ποινικών η αστικών υποθέσεων στην περ’ιτπωση που καυεθύνονται στα πολιτικά δικαστήρια και αντιστοίχως για την διοικητική κατεύθυνση.Πιστεύω οτι οι υποψήφιι πρέπει να καταθέτουν τους φακέλους των υποθέσεων που έχουν υπογράψει και προσωπικά χειριστεί και να κρίνεται η επιμέλεια τους η νομική τους επάρκεια,ώστε να διαγωνισθούν για την εισαγωγή του στην Ε.Σ.ΔΙ.
Παίρνοντας αφορμή από τις πολύ σημαντικές και άρτια τεκμηριωμένες παρατηρήσεις της Τερψιχόρης (10 Ιουλίου 2010, 16:16) επί του ζητήματος της ξένης γλώσσας, θα ήθελα και εγώ να προσθέσω τις απόψεις μου επ’ αυτού:
α) Ο σπουδαιότερος λόγος που κατά τη γνώμη μου καθιστά αναγκαία την γλωσσομάθεια, δεδομένης της νομικής μας παράδοσης είναι η δυνατότητα μελέτης της αλλοδαπής (ιδίως Γερμανικής για τα πολιτικά και ποινικά και Γαλλικής αντίστοιχα για τα διοικητικά δικαστήρια) νομολογίας και θεωρίας. Δεν νοείται κατ’ εμέ εισηγητής στο ΣτΕ που να μην μπορεί να μελετήσει αποφάσεις του Conseil d’Etat λόγω μη γνώσης της Γαλλικής. Επίσης, είναι δυνατόν ο πολιτικός/ποινικός δικαστής να μην μπορεί να διαβάσει απόφαση του BGH; Ο διάλογος με την Γερμανική αστική και ποινική και τη Γαλλική διοικητική δικαιοσύνη, είναι απαραίτητος, καθώς καλώς ή κακώς αποτελούμε «δορυφόρους» τους. Επίσης, τη σήμερον ημέρα, μη γνώση της Αγγλικής είναι τεράστιο εμπόδιο, όχι μόνο για δικαστή, αλλά και θέσεις με λιγότερες απαιτήσεις. Σίγουρα δεν είναι αυτό το #1 πρόβλημα της Ελληνικής δικαιοσύνης και σίγουρα συζητητέο το ορθότερο ποσοστό συμμετοχής στον υπολογισμό της τελικής βαθμολογίας, αλλά θεωρώ πως Αγγλικά-Γερμανικά και Αγγλικά-Γαλλικά αντίστοιχα (δευτερεύουσα κατά τη γνώμη μου η σημασία γνώσης της Ιταλικής) είναι must.
β) Όχι στην προσκόμιση απλά πτυχίων. Δεν λέει τίποτα να έχεις ένα Lower ή ένα Grundstufe ή ένα DELF για τους σκοπούς που ζητείται εδώ η γνώση της ξένης γλώσσας. Έχω δει υποψήφιες για τη Διπλωματική Ακαδημία, πτυχιούχους Γαλλικής Φιλολογίας παρακαλώ, να μην μπορούν να αρθρώσουν λέξη στη συζήτηση με τον εξεταστή στα προφορικά. Θα μπορούσε, για να μην εκφυλιστεί η εξέταση σε σχολικού τύπου ασκήσεις, να υπάρχει ένα «legal text comprehension». Δηλ. να δίδεται ένα απόσπασμα μιας απόφασης του BGH ή του Conseil d’Etat ή του Supreme Court, και να τίθενται κάτωθι αυτού 4-5 ερωτήσεις κατανόησης. Σημασία έχει η νομική ορολογία όχι αν ένας κάνει 1-2 λάθη στα prepositions ή δεν τα πάει καλά με την Konjuktiv.
γ) Όσον αφορά την μοριοδότηση, θα πρότεινα, για να πάρει κανείς το πλήρες 100% του «5ου μαθήματος» να μετρούν αθροιστικά και οι τρείς γλώσσες, ως εξής:
– Τακτική δικαιοσύνη: Αγγλικά 40%, Γερμανικά 40% (βασικές γλώσσες), Γαλλικά (ή Ιταλικά) 20% (δευτερεύουσα γλώσσα)
– Διοικητική δικαιοσύνη: Αγγλικά 40%, Γαλλικά 40% (βασικές γλώσσες), Γερμανικά (ή Ιταλικά) 20% (δευτερεύουσα γλώσσα)
Θεωρώ ότι θα πρέπει να περιοριστεί η σημασία που αποδίδεται στην ξένη γλώσσα. Δεν είναι δυνατόν να δίδεται στην ξένη γλώσσα η ίδια βαρύτητα με τα νομικά μαθήματα.
Οι δικαστές είναι ερμηνευτές και εφαρμοστές του δικαίου και όχι μεταφραστές.
Όσον δε αφορά τη διάρκεια της γραπτής δοκιμασίας, θεωρώ ότι δεν πρέπει να είναι μικρότερη των 4 ημερών, όπως συνέβη τις 2 τελευταίες φορές, διότι τα μαθήματα είναι πλέον 5 και σκοπός της εξέτασης είναι η επιλογή των καλύτερων υποψηφίων.
Οι ώρες δε της εξέτασης θα πρέπει να είναι πρωινές. Θα μπορούσε κατά τις ημέρες του διαγωνισμού να προβλέπεται η διεξαγωγή κάποιου σεμιναρίου για τους σπουδαστές της Σχολής, ώστε να διατίθενται οι αίθουσες για τις εξετάσεις τις πρωινές ώρες ή εκείνες τις ημέρες τα μαθήματα να γίνονται κατ εξαίρεση το απόγευμα
Δεδομένου ότι ο πρόεδρος της επιτροπής δεν θέτει κάποιο θέμα και ότι (και με το ισχύον καθεστώς) προβλέπονται 2 μέλη της επιτροπής για κάθε μάθημα(τακτικό-αναπληρωματικό) δεν προκύπτει κάποιος ρόλος για τον δεύτερο καθηγητή.
Σημειωτέον ότι η αύξηση των μελών της επιτροπής θα καταστήσει αναποτελεσματική την εξέταση, αφού είτε θα έχει υπερβολική διάρκεια είτε θα εξαντλείται στην υποβολή 1-2 ερωτήσεων από κάθε εξεταστή.
Δεδομένου ότι ο πρόεδρος της επιτροπής δεν θέτει κάποιο θέμα και ότι (και με το ισχύον καθεστώς) προβλέπονται 2 μέλη της επιτροπής για κάθε μάθημα(τακτικό-αναπληρωματικό) δεν προκύπτει κάποιος ρόλος για τον δεύτερο καθηγητή.
Σημειωτέον ότι η αύξηση των ΜΕΛΏΝ
Θεωρώ ότι πρέπει να θεσπιστεί ένα ποσοστό συμμετοχής των βαθμών της υποχρεωτικής ξένης γλώσσας και του θέματος γενικής παιδείας στον μέσο όρο της γραπτής εξέτασης (πχ να συμψηφίζονται), διότι δεν είναι ορθό να έχουν την ίδια βαρύτητα με τα αμιγώς νομικά μαθήματα.
Ευκταίο θα ήταν δε να καθοριστεί μία υποχρεωτική ξένη γλώσσα, ώστε όλοι οι υποψήφιοι να εξετάζονται στα ίδια θέματα και να μπορούν οι βαθμολογηθούν με τα ίδια κριτήρια και να μην παρατηρούνται αποκλίσεις ανάλογα με την εξεταζόμενη γλώσσα.
Πρέπει οπωσδήποτε να εισαχθεί μια επιπλέον ρύθμιση στις απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη συμμετοχή στις εισαγωγικές εξετάσεις της Σχολής Δικαστών.
Παρά την κατοχή πτυχίου τμήματος Νομικής, υπάρχουν επαγγέλματα του δημοσίου τομέα, τα οποία εξαιτίας της άμεσης συνάφειάς τους με το νομικό επάγγελμα, δεν επιτρέπουν όχι απλά την άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος, αλλά ούτε καν τη διενέργεια πρακτικής άσκησης, η οποία αποτελεί προαπαιτούμενο για τη λήψη άδειας ασκήσεως επαγγέλματος.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να παραβιάζεται προδήλως η αρχή της ισότητας και της ισονομίας, αφού ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων αποκλείονται ουσιαστικά από τη συμμετοχη τους στις συγκεκριμένες εξετάσεις.
Για το λόγο αυτό θα πρέπει να υπάρξει μια πρόσθετη ρύθμιση που να αφορά τους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα και δη αυτούς οι οποίοι ασκούν επαγγέλματα τα οποία σχετίζονται με απόλυτη συνάφεια με αυτό του δικηγόρου, ούτως ώστε να δοθεί και σε αυτήν την κατηγορία πολιτών η δυνατότητα συμμετοχής.
Αν ρωτήσουμε δικηγόρους με εμπειρία και στους δύο βαθμούς αρμοδιότητας και στα Αναιρετικά και δικαστές οι οποίοι επιθεωρούν πρωτοδίκες στην πολιτική-ποινική δικαιοσύνη και στη διοικητική δικαιοσύνη ή συνεπικουρούνται από νέους δικαστές (Συμβούλιο της Επικρατείας και Ελεγκτικό Συνέδριο), ποιές είναι οι πρώτες (ιεραρχικά) πέντε ελλέιψεις των νέων δικαστών τις οποίες πρέπει οπωσδήποτε να εξαλέιψουμε ,φοβούμαι ότι κανείς δεν θα βάλει στην πρώτη πεντάδα την έλλειψη γνώσης μιας ξένης γλώσσας, προτάσσοντας άλλες ελλέιψεις ουσιαστικότερες.
Αν θεωρήσουμε, ότι ο παραπάνω προβληματισμός είναι άστοχος, διότι τα άλλα φλεγοντα ζητήματα τα οποία αφορούν στους υποψηφίους νέους δικαστές (όπως η νομική επιστημονική επάρκεια, η επαφή με την κοινωνική πραγματικότητα, το ήθος, η σεμνότητα, η μισαλλοδοξία και οι διακρίσεις όλων των μορφών) είναι λυμένα, είτε διότι η ελληνική δικαιοσύνη πρέπει να αναβαθμιστεί ενόψει και της επιρροής της νομολογίας των ευρωπαϊκών δικαστηρίων στη διαμόρφωση της δικαστικής κρίσης, έστω, άν τον προσπεράσουμε, τότε παραθέτω τις ως κάτωθι απόψεις :
1) στα ανώτατα δικαστήρια τα οποία στελεχώνονται από νέους δικαστές (Συμβούλιο της Επικρατείας και Ελεγκτικό Συνέδριο) είναι απαραίτητη η γνώση μιάς ξένης γλώσσας και ειδικότερα της σχετικής νομικής ορολογίας.
2) πρέπει να επανεξετασθεί το δόκιμο της ισότιμης με τα υπόλοιπα μαθήματα εξέτασης της ξένης γλώσσας ως πέμπτου μαθήματος.
3) σε κάθε περίπτωση πρέπει να μιλάμε για εξέταση της γνώσης της ξένης γλώσσας και όχι για προαπαιτούμενο τυπικό προσόν με την προσκόμιση πτυχίων ξένων γλωσσών ή »μοριοδότηση», καθώς τέτοιες πρακτικές δεν αρμόζουν σε εξετάσεις υποψηφίων δικαστικών λειτουργών(εξέταση-κατάθεση γνώσεων-υπεροχή του πραγματικά ικανότερου-αρχή της αξιοκρατίας).Το ζήτημα της »μοριοδότησης» των μεταπτυχιακών τίτλων θα σχολιαστεί στο σχετικό άρθρο.
4) η μετάφραση κειμένου από την ελληνική στην ξένη γλώσσα θυμίζει μεθόδους ιδιωτικών φροντιστηρίων ξένων γλωσσών οι οποίες αρμόζουν στην παιδική και εφηβική ηλικία και σε καμία περίπτωση δεν συνάδουν με τις εξετάσεις υποψηφίων δικαστικών λειτουργών.
Η βαθμολογια των υποψηφιων διαμορφωνεται απο τα 4 εξεταζομενα μαθηματα.Οι ξενες γλωσσες απλα προσθετουν ενα βαθμολογικο bonus 0,2(αν πιασεις τη βαση 10/15 σε αντιθεση με τα μαθηματα που η βαση ειναι 6/15) στην τελικη βαθμολογια του υποψηφιου.Για αυτο το λογο αναρωτιεμαι αν υπαρχει λογος εξετασης των ξενων γλωσσων η μηπως πρεπει να συμπεριληφθει κι η γνωση μιας ξενης γλωσσας ως προαπαιτουμενο για τη συμμετοχη καποιου στις εξετασεις.
θα πρέπει να σκεφτείτε σοβαρά εάν επιθυμείτε επαρκείς δικαστές ή καλούς μεταφραστές. αυτό κατά τη γνώμη μου συνεπάγεται τις εξής δύο τροποποιήσεις:
1. θα έπρεπε η υποχρεωτική γλώσσα να μην έχει την ίδια βαρύτητα με τα υπόλοιπα μαθήματα στα οποία εξετάζονται υποχρεωτικώς οι υποψήφιοι δεν είναι δυνατόν να αξιολογούνται τελικώς το ίδιο ένας εξεταζόμενος με βαθμολογία π.χ. 13 στο αστικο και 8 στα αγγλικά με έναν άλλον ο οποιος έχει βαθμολογηθεί με 8 στο αστικό και 13 στα αγγλικά. η αδικία νομίζω και η αναξιοκρατία σε αυτή την περίπτωση είναι πασιφανής
2. Θα έπρεπε να αυξήσετε τον απαιτουμενο χρόνο υποχρεωτικής δικηγορίας σε συνδυασμό όμως και με έναν αριθμό παραστάσεων σε δικαστήρια.
και αυτό διότι παρατηρείται το φαινόμενο, άτομα τα οποια έχουν καλη γνώση ξένης γλώσσας και καλές θεωρητικές γνώσεις, μηδαμινή όμως εμπειρία να καταφέρνουν να παραμερίσουν άλλους με εμπειρία καλη γνώση νομικών, ενδεχομένως όμως με όχι τόσο καλή γνώση μίας ξένης γλώσσας.
ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΓΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΧΟΛΗ ΚΑΙ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΩΝ