1. Η σύμβαση μεταξύ εμμίσθου δικηγόρου και εντολέα είναι πάντοτε αορίστου χρόνου και λύεται μόνο: α) με το θάνατο ή τη θέση σε πλήρη ή και μερική δικαστική συμπαράσταση του εντολοδόχου ή του εντολέα, β) τη λύση καθ’ οιονδήποτε τρόπο του οποιασδήποτε μορφής νομικού πρόσωπου εντολέως του δικηγόρου, γ) την πτώχευση του εντολέα και δ) με καταγγελία της σύμβασης από τον εντολέα ή εντολοδόχο. Αν για το προσωπικό του εντολέα ισχύει κανονισμός εργασίας που προβλέπει μονιμότητα στην υπηρεσία, η καταγγελία της σύμβασης από τον εντολέα γίνεται μόνο για σπουδαίο λόγο. Η καταγγελία γίνεται πάντοτε με έγγραφο, στο οποίο αναφέρεται ο λόγος της απόλυσης και επιδίδεται στον εντολέα με δικαστικό επιμελητή.
2. Οι διατάξεις για τη χορήγηση ετήσιας άδειας και επιδόματος αδείας που ισχύουν για τους υπαλλήλους στον ιδιωτικό τομέα, ισχύουν και για τους έμμισθους δικηγόρους. Σε περίπτωση ύπαρξης Κανονισμού εργασίας για τους εργαζόμενους, στον εντολέα εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κανονισμού, εφόσον είναι ευνοϊκότερες. Εφαρμόζονται επίσης στους έμμισθους δικηγόρους όλες οι κείμενες διατάξεις για χορήγηση αδείας λόγω ασθενείας, αναρρωτικής άδειας και προστασίας της κύησης και της λοχείας.
3. Αν η έμμισθη εντολή του δικηγόρου λυθεί για οποιονδήποτε λόγο που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο, ο έμμισθος δικηγόρος δικαιούται να εισπράξει από τον εντολέα του αποζημίωση που ισούται: α) με μια πάγια μηνιαία παροχή αν έχει συμπληρώσει ένα έτος υπηρεσίας στον εντολέα, β) με τρεις μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει διετή υπηρεσία, γ) με έξι μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει τριετή υπηρεσία, δ) με δέκα μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει πενταετή υπηρεσία, ε) με δώδεκα μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει οκταετή υπηρεσία και στ) με δώδεκα μηνιαίες παροχές συν δύο για κάθε έτος πέρα από την οκταετή υπηρεσία με ανώτατο όριο τις 30 μηνιαίες παροχές. Για τον υπολογισμό του ύψους της μηνιαίας παροχής λαμβάνεται υπόψη το ποσό που καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα και δεν υπολείπεται από τις νόμιμες μηνιαίες παροχές.
4. Μέχρι την πλήρη εξόφληση της πιο πάνω αποζημίωσης, ο έμμισθος δικηγόρος δικαιούται να λαμβάνει τις μηνιαίες αποδοχές που ελάμβανε κατά την ημέρα της επίδοσης του εγγράφου της καταγγελίας
5. Σε περίπτωση θανάτου, την αποζημίωση, όπως αυτή καθορίζεται πιο πάνω, δικαιούνται να την λάβουν ο/η σύζυγος και τα ανήλικα τέκνα του/της.
6. Καταγγελία συμβάσεων εμμίσθων δικηγόρων για όσο χρόνο αυτοί είναι μέλη διοικητικών συμβουλίων δικηγορικών συλλόγων δεν επιτρέπεται και αν γίνει είναι άκυρη, εκτός αν συντρέχουν άλλοι λόγοι για την απώλεια της δικηγορικής άδειας ή χορηγηθεί πριν την επίδοση του εγγράφου της καταγγελίας ειδική και ονομαστική άδεια για την καταγγελία αυτή από το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο του δικηγορικού συλλόγου που υπηρετεί ο έμμισθος.