1. Δικηγόροι μπορούν να απασχολούνται από άλλους δικηγόρους ή από δικηγορικές εταιρίες για ορισμένη ή ορισμένες υποθέσεις ή αποκλειστικά. Η σχετική συμφωνία δεν θίγει την επιστημονική ανεξαρτησία τους κατά την άσκηση του λειτουργήματός τους ακόμη κι όταν ενεργούν συντονισμένα με άλλους δικηγόρους ή στην περίπτωση συνεργασίας με δικηγορική εταιρεία με τους εταίρους και λοιπούς συνεργάτες της εταιρείας.
2. Όταν η συνεργασία του δικηγόρου με άλλο δικηγόρο ή με δικηγορική εταιρεία είναι αποκλειστική, η σχετική συμφωνία είναι έγγραφη και πρέπει να κατατεθεί μέσα σε τρεις μήνες από την υπογραφή της στο Δικηγορικό Σύλλογο του απασχολούντος δικηγόρου ή στο Δικηγορικό Σύλλογο της έδρας της εταιρείας. Διαφορετικά η ρύθμιση της σχέσης δεν υπάγεται στο παρόν άρθρο.
3. Η έγγραφη συμφωνία πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον :
α) τη διάρκεια της συνεργασίας,
β) την συμφωνούμενη αμοιβή που πρέπει να είναι τουλάχιστον ίση με την αμοιβή δικηγόρου, ο οποίος με αντίστοιχο χρόνο δικηγορίας προσφέρει τις υπηρεσίες του στο Δημόσιο και ευρύτερο Δημόσιο Τομέα, όπως αυτός έχει προσδιορισθεί από το άρθρο 1 παρ. 6 του Ν. 1256/1982 και ισχύει σήμερα.
γ) τον τρόπο καταβολής της αμοιβής,
δ) τον τρόπο λύσης της συνεργασίας και την οφειλόμενη αποζημίωση, όπως αυτή ορίζεται από το άρθρο 47 παρ. 3,4 και 5.
4. Η εντολή χειρισμού υπόθεσης στο πλαίσιο της ρύθμισης της παραγράφου 1 λογίζεται ότι έχει δοθεί στον εντολέα δικηγόρο ή στην εντολίδα δικηγορική εταιρεία.
5. Κάθε άλλη διάταξη ουσιαστικού ή τυπικού νόμου, αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, καταργείται.