1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 243 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής :
«4. Το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την παραγγελία για διενέργεια προανάκρισης μέχρι την περάτωσή της κατά το άρθρο 245 αυτού του Κώδικα δεν μπορεί να υπερβεί τους τρεις μήνες . Σε εξαιρετικές περιπτώσεις , ο χρόνος αυτός μπορεί να παραταθεί έως τρεις το πολύ μήνες με έγκριση του εισαγγελέα εφετών».
2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 248 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής :
«4. Ο ανακριτής οφείλει να περατώσει την κύρια ανάκριση μέσα σε τέσσερις μήνες και τη διατασσόμενη από το συμβούλιο συμπληρωματική ανάκριση μέσα σε ένα μήνα αφότου η δικογραφία περιέλθει σε αυτόν . Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οι προθεσμίες αυτές μπορούν να παραταθούν εφάπαξ μέχρι δύο μήνες και ένα μήνα αντίστοιχα, με αιτιολογημένο σε κάθε περίπτωση βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου, στο οποίο ο ανακριτής απευθύνεται πριν από τη συμπλήρωση των πιο πάνω προθεσμιών. Για τα Πρωτοδικεία Αθηνών, Πειραιά και Θεσσαλονίκης, η παράταση μπορεί να δοθεί με τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, για τρεις μήνες και δύο μήνες, αντίστοιχα».
Οι προβλεπόμενες στο ως άνω άρθρο προθεσμίες για την περάτωση της κύριας ανάκρισης είναι απλώς εντελώς ανεδαφικές και εκτός πραγματικότητας τουλάχιστον όσον αφορά σε ένα σημαντικό αριθμό υποθέσεων.Αρκεί να σκεφθεί κάποιος ορισμένες από τις ανακριτικές υποθέσεις της επικαιρότητας όπως των ομολόγων,της SIEMENS,του Βατοπεδίου για να καταλήξει αβίαστα στο ανωτέρω συμπέρασμα.Μία δε ακόμη νομοθετική πρόβλεψη καθορισμού ασφυκτικού χρονικού ορίου για τη διενέργεια ορισμένης δικαστικής ενέργειας,το οποίο εκ των πραγμάτων δεν θα τηρείται (βλ.για παράδειγμα την πρόβλεψη του άρθρου 672Α ΚΠολΔ),ασφαλώς δεν προάγει το νομικό μας πολιτισμό και το κύρος της Δικαιοσύνης.Για την επιτάχυνση δε και την αναβάθμιση του έργου της ανάκρισης,που αποτελεί το κρισιμότερο στάδιο για την ανεύρεσητης αλήθειας(κατά κανόνα στο ακροατήριο είτε παραμένουν τα ίδια τα στοιχεία της προδικασίας είτε επιδιώκεται και αυτά ακόμη να συσκοτισθούν),θα έπρεπε να ληφθούν ορισμένα ουσιαστικά μέτρα.Τέτοια θα μπορούσαν να είναι 1)η θεσμοθέτηση μόνιμου σώματος ανακριτών κατά τα πρότυπα άλλων ευρωπαϊκών χωρών έτσι ώστε με τη μόνιμη και αποκλειστική τους απασχόληση με την ανάκριση να αποκτήσουν τις αναγκαίες γνώσεις,την εμπειρεία και το σθένος για την αντιμετώπιση των ανακριτικών υποθέσεων,που συνεχώς γίνονται πιο σύνθετες,β)η δημιουργία επιτέλους της δικαστικής αστυνομίας,γ)η ουσιαστική εποπτεία και υποβοήθηση του ανακριτικού έργου από ανώτερο έμπειρο και ικανό ως προς την ανάκριση δικαστικό λειτουργό,δ)ημηχανοργάνωση της όλης λειτουργίας όλων των ανακριτικών γραφείων και η διασύνδεση ορισμένων αρχείων τους(φυσικά αυτό πρέπει να επιδιωχθεί να γίνει και για το σύνολο της δικαστικής λειτουργίας).
Αγαπητοί κύριοι του Υπουργείου προτείνω να καταργήσετε εντελώς την προκαταρκτική εξέταση, την προανάκριση και την κύρια ανάκριση ώστε να επιτύχετε ακόμη μεγαλύτερη επιτάχυνση της διαδικασίας, που διακαώς τόσο εσείς όσο και οι προηγούμενες ηγεσίες του ταλαιπωρημένου αυτού Υπουργείου επιθυμείτε. Μην συντέμνετε, λοιπόν, απλώς τις προθεσμίες διεξαγωγής τους, αλλά καταργήστε όλα τα ανακριτικά στάδια, ώστε οι υποθέσεις να φθάνουν με μιας στο ακροατήριο για να δικάζονται πιο γρήγορα! Διαφορετικά, αν τα διατηρήσετε, προτείνω να θεσπίσετε ρύθμιση, με βάση την οποία οι ανακριτές θα εργάζονται 24 ώρες το 24ώρο μήπως και προλάβουν να ολοκληρώσουν την ανάκριση εντός των χρονικών πλαισίων που επιθυμείτε! Και μάλιστα, για καλό και για κακό, βάλτε κι έναν αστυφύλακα από πάνω τους για να τους επιτηρεί μήπως κατά το χρόνο εργασίας τους ξεχαστούν καμιά φορά και μιλήσουν στο τηλέφωνο ή πιουν καφέ κ.λ.π. Μόνο έτσι θα πετύχετε την πολυπόθητη επιτάχυνση….
Κάποτε όμως θα καταλάβετε ότι η επιτυχημένη θητεία ενός Υπουργού Δικαιοσύνης δεν κρίνεται με βάση το πόσο γρήγορη κάνει την απονομή της δικαιοσύνης με νομοθετικά μέσα και ψήφιση εμβαλωματικών και αποσπασματικών νομοθετικών τροποποιήσεων που έχουν μέχρι σήμερα εξουδετερώσει την ποινική διαδικασία, αλλά όταν επιχειρεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα βελτιώνοντας τις υλικοτεχνικές συνθήκες απονομής της δικαιοσύνης.
Προσπαθείτε να δημιουργήσετε δικαιοσύνη δύο ταχυτήτων, όπου οι δικαστές του α΄ βαθμού θα εργάζονται αυθημερόν και ακατάπαυστα, ενώ οι δικαστές του β΄ βαθμού (βλ. λ.χ. την κατάργηση του συμβουλίου εφετών και την υπαγωγή όλων σχεδόν των πλημμελημάτων στο Μονομελές Πλημ/κείο) και οι αρεοπαγίτες (βλ. την κατάργηση της αναίρεσης κατά βουλεύματος) θα … ξεκουράζονται. Παραγνωρίζετε, όμως, ότι οι νεώτεροι δικαστές είναι στην πλειοψηφία τους γυναίκες με μικρά παιδιά, οι οποίες αδυνατούν να ανταπεξέλθουν σε τόσο βεβαρυμένες υποχρεώσεις με αποτέλεσμα σύντομα να αντιμετωπίσετε μαζικές παραιτήσεις.
Αγνοείτε το γεγονός ότι μια υπόθεση, στην οποία δεν λαμβάνει χώρα ενδελεχής και εξαντλητική ανάκριση, φθάνει στο δικαστήριο ανώριμη, με αποτέλεσμα να ανακύπτει ανάγκη αναβολής της για κρείσσονες αποδείξεις ή να οδηγεί σε αθώωση του κατηγορουμένου λόγω αμφιβολιών.
Το ζητούμενο, λοιπόν, δεν είναι μόνο πόσο γρήγορη θα γίνει η απονομή της δικαιοσύνης, ιδίως μάλιστα όταν αυτό επιχειρείται με ανορθόδοξα μέσα, αλλά πόσο ποιοτική θα είναι ώστε να είναι αρκούντως αποτελεσματική.
Τα χρονικά όρια που τίθενται (λ.χ 4 μήνες!) είναι πολύ μικρά και δεν ανταποκρίνονται στην πράξη. Πολλές φορές η δικογραφία λείπει από το γραφείο (λόγω προσφυγών , πραγματογνωμοσύνης, ζητημάτων για τα οποία πρέπει να εκδοθούν παρεμπίπτοντα βουλεύματα με σχετική εισαγγελική πρόταση κ.α) και ο ανακριτής δεν μπορεί να την κινήσει. Πρέπει συνεπώς να δει και το ζήτημα αυτό η επιτροπή , να απλοποιήσει τις διαδικασίες (λ.χ στην καταστροφή ναρκωτικών, στην άρση απορρήτων) , ώστε να έχει στα χέρια του ο ανακριτής τη δικογραφία μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Σωστά, πάρτε για παράδειγμα πόσο καιρό κάνει να έρθει μια πραγματογνωμοσύνη περί τοξοκομανίας από τον πραγματογνώμονα. Πόσες και πόσες αναβολές δεν δίνονται, γιατί είτε η απόφαση διορισμού πτραγματογνώμονα δεν του επιδόθηκε, είτε γιατί δεν πρόλαβε λόγω φόρτου εργασίας να κάνει την εξέταση, είτε γιατί τέλος δεν επέστρεψε η πραγματογνωμοσύνη στη δικογραφία. Συνακόλουθα, ας κάνετε τις προθεσμίες όσο μικρές θλελετε. Εκ του αποτελέσματος των προηγουμένων προσπαθειών, όλοι γνωρίζουμε ότι είναι ανθρωπίνως αδύνατο να τηρούνται. Αν θέλετε ταχύτερη λειτουργία η λύση είναι μία: ακολουθήστε για την αρχειοθέτηση των εγγράφων όπως στο ΤΕΕ την ηλεκτρονική αρχειοθέτηση. Φτιάξτε ηλεκτρονικούς φακέλους υποθέσεων για την προδικασία, ώστε η διακίνηση μέσω αρχείων ή κεντρικού σέρβερ να είναι αυτόματη. Να μη χρειάζεται πχ μια μήνυση να φτάσει στην Εισαγγελία Αθηνών από ένα αστυνομικό Τμήμα 4 με 5 μήνες. Να φτάνει ηλεκτρονικά άμεσα. Να ανοίγει φάκελος και σε αυτόν να αρχειοθετούνται ηλεκτρονικά τα έγγραφα που αφορούν την υπόθεση (ηλεκτρονική δικογραφία). Μόλις ολοκληρωθεί, τότε μπορεί να εκτυπωθεί και να γίνει χρήση της ή να γίνει ανάληψη αντιγράφων άμεσα με μια απλή εκτύπωση και επικύρωση. Έτσι, τέρμα τα έξοδα αυτοκινήτων για μεταφορές από Εισαγγελία σε Γραμματείες Δικαστηρίων Πταισματοδικεία κλπ τέρμα ο όγκος εγγράφων και τα έξοδα για την αγορά τους, τέρμα οι καθυστερήσεις. Αυτό όμως γίνεται μόνο αν υπάρχει πραγματική θέληση για αλλαγή και όχι με περικοπές των προθεσμιών όμως ή αύξηση της δουλειάς των συμβουλίων πλημμελειοδικών.
Τα περισσότερα σχόλια είναι σωστά και καταδεικνύουν το ανεφάρμοστο των ρυθμίσεων, αφού αυτές δεν συνοδεύονται με την αναγκαία πια αποποινικοποίηση των ήσσονος σημασίας αξιόποινων πράξεων (υγειονομικά, αγορανομικά, ΚΟΚ κλπ.), αλλά και τη θέσπιση δικαστικών εξόδων πραγματικα δυσβάσταχτα για τους ασκόπως καταγγέλλοντες. Οι προθεσμίες αυτές, για όσους έχουν διατελέσει ανακριτές, ακόμα και σε ανακριτικά γραφεία με ελάχιστο φόρτο εργασας, είναι ανθρωπίνως αδύνατο να τηρηθούν και θα παρατηρηθεί το φαινόμενο της τυπικής περαίωσης δικογραφιών σε βάρος της διερεύνησης της αλήθειας. Εξάλλου η ενδεχόμενη κωλυσιεργία ανακριτών δεν αντιμετωπίζεται με τη σύντμηση των σχετικών προθεσμιών, αλλά με την αναμόρφωση και ενίσχυση του θεσμού της επιθεώρησης. Μήπως θα πρέπει μάλιστα να αποφορτίσουμε τους εισαγγελικούς λειτουργούς από παρπαπλευρα καθήκοντα και να ανατεθεί σε αυτούς η πολύ σοβαρή εργασία της διενέργειας κάθε μορφής ανάκρισης?
Κάνουν λάθος όσοι πιστεύουν ότι για την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης αρκεί να μειώνονται οι προθεσμίες. Αναφορικά με τη διάρκεια των προθεσμιών για την κύρια ανάκριση, η προθεσμία των 4 μηνών είναι σχεδόν απίθανο να εφαρμοστεί. Όπως ήδη έχει αναφερθεί, η περάτωση μιας ανακριτικής δικογραφίας δεν εξαρτάται μόνο από τον ανακριτή αλλά και από άλλους παράγοντες (Ιατροδικαστικές υπηρεσίες, εργαστήρια ΕΛ.ΑΣ., Γενικό Χημείο για τις υποθέσεις ναρκωτικών, εταιρείες κινητής τηλεφωνίας, πραγματογνώμονες κ.α.). Οι εξωγενείς αυτοί παράγοντες, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας (π.χ. έλλειψη προσωπικού, έλλειψη υλικοτεχνικής υποδομής, φόρτος εργασίας), δεν είναι δυνατό να συμμορφωθούν με τις προθεσμίες αυτές, με αποτέλεσμα να είναι πάντα εκτεθειμένος ο εκάστοτε ανακριτής. Υπάρχουν όμως κι άλλες δυσκολίες που καθιστούν ανέφικτη την προθεσμία των 4 μηνών. Τι γίνεται για παράδειγμα όταν ο ανακριτής χρέωνεται μία σοβαρή δικογραφία στην οποία πρέπει να εξετάσει πληθώρα μαρτύρων και να συλλέξει πληθώρα εγγράφων για να συντάξει κατηγορητήριο και να λάβει απολογίες των κατηγορουμένων; Κι αν υποθέσουμε ότι ασχολείται εντατικά με τη δικογραφία αυτή, τι γίνεται με τις υπόλοιπες δικογραφίες που εκκρεμούν στο γραφείο του; Και τι γίνεται με τα βουλεύματα που έχει χρεωθεί αφού οι ανακριτές συμμετέχουν και στα Συμβούλια Πλημ/κών; Για να μη μιλήσουμε και για τη συμμετοχή τους στις συνθέσεις των Ποινικών Δικαστηρίων.
Μείωση του χρόνου περάτωσης της ανάκρισης είχε γίνει και πριν μερικά χρόνια χωρίς αποτέλεσμα στην ταχύτητα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης. Είμαι βέβαιος πως και αυτή τη φορά δεν θα έχει αποτέλεσμα. Ο ανακριτής πρέπει να έχει τον απαραίτητο χρόνο να διερευνήσει σωστά την κάθε υπόθεση και όχι να είναι ένας απλός διεκπεραιωτής όπως τον θέλει το σημερινό σύστημα. Οι ποινικές υποθέσεις αυξάνονται, το έγκλημα είναι χρόνια μπροστά και η απονομή της δικαιοσύνης γίνεται με τον ίδιο αριθμό ανθρώπων, τα ίδια μέσα που υπήρχαν πριν από πολλά χρόνια. Η μείωση των προθεσμιών είναι η πιο ανώδυνη και εύκολη λύση (χωρίς όμως αποτέλεσμα) για τον καθένα που επιχειρεί να δώσει λύση στην καθυστέρηση της απονομής δικαιοσύνης. Για να μειωθούν οι προθεσμίες θα πρέπει, προηγουμένως, να συνεργαστούν, να συγχρονιστούν και να εκσυγχρονιστούν πολλές υπηρεσίες, να αλλάξουν ριζικά πολλά πράγματα, όχι μόνο στο χώρο της δικαιοσύνης. Διαφορετικά η μείωση της συγκεκριμένης προθεσμίας θα είναι δυστυχώς μόνο για τα μάτια του κόσμου και δεν θα προσφέρει τίποτα στην ταχύτητα αλλά και στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης.
Η πρόβλεψη 4μήνου για την περάτωση της κύριας ανάκρισης και 1-3 μηνών για τη διενέργεια συμπληρωματικής ανάκρισης είναι καθ’ολοκληρίαν πρακτικά ανεφάρμοστη και ανεδαφική, δοθέντος του είδους και του όγκου των κακουργηματικού χαρακτήρα υποθέσεων, που σωρεύονται στα ανακριτικά γραφεία, ιδίως των πρωτοβαθμίων Δικαστηρίων των μεγάλων πόλεων, όπως της Αθήνας. Επιπλέον, η περαιτέρω εμπλοκή του δικαστικού συμβουλίου, που με αιτιολογημένο βούλευμα θα καλείται να αποφανθεί για το δικαιολογημένο ή μη της αίτησης για παράταση της 4μηνης προθεσμίας, δημιουργεί ένα ακόμη διαδικαστικό στάδιο που κάθε άλλο παρά συμβάλλει στην επιτάχυνση της καθόλου ποινικής διαδικασίας, ενώ συνεπάγεται πρόσθετο φόρτο για τα δικαστικά συμβούλια του πρώτου βαθμού, που ήδη επιβαρύνονται υπέρμετρα με τη μετακύληση σε αυτά όλων σχεδόν των υποθέσεων κακουργημάτων, που με ειδικούς νόμους η ανάκρισή τους περατωνόταν από το Συμβούλιο Εφετών (βλ. άρθρο 10 του σχεδίου νόμου).
Η τήρηση των προθεσμιών είναι εντελώς ανέφικτη και απλά δεν θα εφαρμοστεί, όπως άλλωστε ήδη συμβαίνει και σήμερα. Είναι πράγματι απαραίτητη η θέσπιση υψηλών παραβόλων για την αποφυγή ψευδών και παρελκυστικών μηνύσεων. Η διενέργεια προανάκρισης και προκαταρκτικής εξέτασης δεν είναι δυνατόν να γίνεται από εισαγγελείς (όπως προτείνεται από τον κ. Κτιστάκι) ενόψει του υπερβολικού φόρτου εργασίας και του ότι ήδη απασχολούνται υπερβολικά με ακροάσεις πολιτών κλπ.
Το πρόβλημα με τις προθεσμίες είναι υπαρκτό: μια πραγματογνωμοσύνη μπορεί να στείλει τη δικογραφία πίσω για αρκετό χρόνο και ας υπολογίσουμε τις ενδεχόμενες αρνήσεις των ορισθέντων πραγματογνωμόνων. Ίσως η λύση είναι αυτή που από χρόνια υποστηρίζεται: η ανάκριση (προανάκριση και προκαταρκτική) να ενεργείται από τους εισαγγελείς.
Συμφωνώ με την κυρία μόνο στην διαπίστωση του ανεφίκτου τήρησης των προθεσμιών που τίθενται σε ένα απαραχιωμένο σύστημα απονομής της Ελληνικής δικαιοσύνης. Δικαστηρια χωρίς μηχανοργάνωση, Γραμματείς χωρίς επιμόρφωση και ελλείψεις στις οργανικές θέσεις, ΠοινικόΜητρώο και άλλα αρχεία τηρούμενα χειρόγραφα (!!!). Σε αυτήν την δικαιοσύνη ότι προθεσμίες και να βάλετε στην πράξη ποτέ δεν θα ισχύσουν και η φόρμουλα θα βρεθεί. διαφωνώ όμως με την προσπάθεια να καταστεί ακριβή η δικαιοσύνη για τον περιορισμό της δήθεν δικομανίας των Ελλήνων. Η προσφυγή στον φυσικό δικαστή είναι συνταγματική επιταγή και δεν επιτρέπεται κανένας περιορισμός στην δυνατότητα αυτή. Υπάρχει δυνατότητα άλλων κυρώσεων για προφανείς αβάσιμες μηνύσεις (π.χ. καταλογισμός εξόδων σε περίπτωση απόρριψης έγκλησης).
Η εφαρμογή των προτεινομένων διατάξεων αναφορικά με τη διάρκεια τόσο της προκαταρκτικής εξετάσεως και της προανακρίσεως όσο και της κυρίας ανακρίσεως είναι πρακτικά εντέλώς ανέφικτη και εξωπραγματική με δεδομένο τον όγκο των υποθέσεων που ανατίθενται σε κάθε προανακριτικό υπάλληλο, τα υπηρεσιακά κενά και τις ελλείψεις που υπάρχουν σε όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες (κατάργηση περιφερειακών ειρηνοδικείων, κενές θέσεις ειρηνοδικών, εισαγγελικών λειτουργών, γραμματέων και δικαστικών επιμελητών, ελλείψεις αστυνομικού προσωπικού κλπ). Σημειωτέον ότι η ολοκήρωση των ανακριτικών ενεργειών δεν εξαρτάται μόνο από τις ανακριτικές αρχές αλλά και από εξωγενείς παράγοντες. Πώς θα ολοκληρωθεί η δικαστική έρευνα αν δεν συγκεντρωθούν τα απαιτούμενα έγγραφα (που πολλές φορές αποστέλλονται με καθυστέρηση μηνών από τις αρμόδιες υπηρεσίες), αν δεν περιέλθουν στον ανακριτικό υπάλληλο τα αποτελέσματα εργαστηριακών ελέγχων (τα εργαστήρια της αστυνομίας κάνουν μήνες έως και χρόνια για να στείλουν αποτελέσματα δακτυλοσκοπικών ελέγχων, εκθέσης γραφολογικής εξέτασης, το ίδιο και πολλές ιατροδικαστικές υπηρεσίες, για να μην αναφερθούμε στους πραγματογνώμονες που διορίζονται από τους οικείους πίνακες) και αν αυτά δεν αξιολογηθούν προκειμένου να γίνουν οι επόμενες ενέργειες;
Η επιτάχυνση στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης δεν θα επιτευχθεί με τη συρρίκνωση των προθεσμιών, καταφανώς σε βάρος της αποκάλυψης της αλήθειας, αλλά με την εκκαθάριση του ποινικού δικαίου από απαρχαιωμένες διατάξεις και από ήσσονος απαξίας ποινικά αδικήματα καθώς και με τον περιορισμό της υποβολής ασκόπων και συνχά επαναλαμβανόμενων και άνευ αντικειμένου αναφορών και καταγγελιών (επώνυμων και ανώνυμων) με τις οποίες επιχειρείται η ποινικοποίηση των πάντων προς ικανοποιήση προσωπικών σκοπιμοτήτων άσχετων με το ποινικό δίκαιο, χωρίς κανένα κόστος και συνέπεια για τους καταγγελόντες, επιβαρύνεται αφάνταστα όλο το σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης και απασχολούνται άσκοπα Εισαγγελίες και Δικαστήρια από το κυρίως έργο τους (που είναι η δίωξη και τιμώρηση των σοβαρών εγκλημάτων).