1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 43 του Κώδικα Ποινικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής :
«1. Ο εισαγγελέας, όταν λάβει τη μήνυση ή την αναφορά, κινεί την ποινική δίωξη, παραγγέλλοντας προανάκριση ή ανάκριση ή εισάγοντας την υπόθεση με απευθείας κλήση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, όπου αυτό προβλέπεται. Σε κακουργήματα όμως ή πλημμελήματα τιμωρούμενα με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών κινεί την ποινική δίωξη μόνο εφόσον έχουν ενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση ή προανακριτικές πράξεις κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 243 και προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για να κινηθεί η ποινική δίωξη. Επίσης, μπορεί να μην ενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση, εφόσον έχει προηγηθεί ένορκη διοικητική εξέταση ή υπάρχει πόρισμα ή έκθεση ελέγχου του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης ή Σώματος ή Υπηρεσίας Επιθεώρησης και Ελέγχου των φορέων της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 3074/2002 και προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για να κινηθεί η ποινική δίωξη».
2. Στο άρθρο 43 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:
«3. Ο αρµόδιος εισαγγελέας ανασύρει τη δικογραφία από το αρχείο μόνο όταν γίνεται επίκληση νέων πραγματικών περιστατικών ή στοιχείων. Στην περίπτωση αυτή καλεί τον μηνυόμενο ή αυτόν σε βάρος του οποίου διενεργήθηκε η προκαταρκτική εξέταση να παράσχει εξηγήσεις» .
3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 47 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής :
«3. Όσα αναφέρονται στα άρθρα 43 παρ. 1 και παρ. 3 , 44 και 45 εφαρμόζονται και ως προς την έγκληση».