1. Συστήνεται ειδικό σώμα δικαστικών πραγματογνωμόνων – ειδικών επιστημόνων, συγκροτούμενο αποκλειστικά από πρόσωπα που κατέχουν ειδικές γνώσεις ορισμένης επιστήμης ή τέχνης, με τα κατά την παράγραφο 2 του παρόντος οριζόμενα καθήκοντα, το οποίο θα τελεί υπό την εποπτεία του Εισαγγελέα Εφετών. Ο αριθμός των προσώπων που θα συγκροτήσουν το ειδικό αυτό σώμα, ορίζεται σε διακόσιους πενήντα (250), για όλες τις εφετειακές περιφέρειες της χώρας, στις οποίες και θα καταλάβουν αντίστοιχες οργανικές θέσεις, που για τον σκοπό αυτό θα δημιουργηθούν.
Με Π.Δ θα οριστούν τα γνωστικά αντικείμενα των ειδικών αυτών πραγματογνωμόνων – επιστημόνων, ο κατά ειδικότητα, τομέα και κλάδο απαιτούμενος αριθμός τους, η κατά εφετειακή περιφέρεια κατανομή των οργανικών θέσεων αυτών, ο τρόπος πρόσληψής τους και η εν γένει υπηρεσιακή τους κατάσταση και εξέλιξη.
2. Το κατά την παράγραφο 1 σώμα – ως εκ των ειδικών γνώσεων , εμπειρίας και εν γένει κατάρτισης των προσώπων που το συγκροτούν – σε υποθέσεις στις οποίες η επίτευξη ακριβούς διάγνωσης και ασφαλούς κρίσης γεγονότων, ιδιοτήτων, χαρακτηριστικών και στοιχείων εν γένει που συγκροτούν και συνθέτουν αυτά, απαιτεί ειδικές γνώσεις επιστήμης και τέχνης : α) θα διενεργεί προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση, μετά από σχετική γραπτή παραγγελία του εισαγγελέα (άρθρα 31, 240, 241, 243 του ΚΠΔ) ή ανακριτικών πράξεων που θα του αναθέτει ο ανακριτής, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 249 του ΚΠΔ β) θα διενεργεί πραγματογνωμοσύνη, μετά από σχετική γραπτή παραγγελία του ανακριτή, εισαγγελέα ή των γενικών ή ειδικών ανακριτικών υπαλλήλων των άρθρων 33 και 34 του ΚΠΔ γ) θα συνεπικουρεί, με κάθε πρόσφορο και δυνατό κατά περίπτωση τρόπο κατά την προκαταρκτική εξέταση και την προανάκριση, το έργο του εισαγγελέα, των γενικών και ειδικών ανακριτικών υπαλλήλων, καθώς και του ανακριτή κατά την κυρία ανάκριση, για την πληρέστερη και ασφαλέστερη διάγνωση και κρίση από αυτούς ζημάτων της ερευνόμενης υπόθεσης, για τα οποία απαιτούνται ειδικές γνώσεις επιστήμης και τέχνης και δ) θα μπορούν τα μέλη του, ως πρόσωπα που διαθέτουν ειδικές γνώσεις να εξετάζονται, σύμφωνα με το άρθρο 203 ΚΠΔ, ως μάρτυρες με ειδικές γνώσεις.
3. Οι κατά τα ανωτέρω ειδικοί επιστήμονες και πραγματογνώμονες, που διενήργησαν προκαταρκτική εξέταση ή άσκησαν προανακριτικά καθήκοντα σε ορισμένη υπόθεση, δεν μπορούν στην ίδια υπόθεση να διενεργήσουν πραγματογνωμοσύνη ή να εξεταστούν, κατ’ άρθρο 203 ΚΠΔ, ως μάρτυρες με ειδικές γνώσεις.
4. Εκείνος που διατάσσει την πραγματογνωμοσύνη σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, γνωστοποιεί συγχρόνως αυτό στον κατηγορούμενο, πολιτικώς ενάγοντα και αστικώς υπεύθυνο, προκειμένου αυτοί να διορίσουν, αν το επιθυμούν, τεχνικό σύμβουλο.
5. Οι περί πραγματογνωμοσύνης και τεχνικών συμβούλων διατάξεις του ΚΠΔ δεν θίγονται.
6. Το κατά την παράγραφο 1 ειδικό σώμα, με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του παρόντος, μπορεί και κατά το στάδιο της κυρίας διαδικασίας να διενεργεί πραγματογνωμοσύνες, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183 επόμ. ΚΠΔ και τα μέλη του δύνανται να εξετάζονται στο ακροατήριο κατ’ άρθρο 203 ΚΠΔ, ως μάρτυρες με ειδικές γνώσεις
7. Ο ανακριτής ο εισαγγελέας και οι προανακριτικοί υπάλληλοι άλλης εφετειακής περιφέρειας, εφόσον παρίσταται ανάγκη, ιδίως δε αν υφίσταται το κώλυμα της παρ. 3 του παρόντος, μπορούν να ζητήσουν τη διενέργεια των πράξεων της παραγράφου 2 στοιχεία β’ και γ’ του παρόντος, από το σώμα των πραγματογνωμόνων ειδικών επιστημόνων άλλης εφετειακής περιφέρειας, ειδοποιώντας προς τούτο σχετικώς τον εισαγγελέα εφετών της τελευταίας περιφέρειας”.