1 Οι τριμελείς Ανεξάρτητες Διοικητικές Επιτροπές, συγκροτούνται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
2. Οι Επιτροπές της παρ. 1 απαρτίζονται από:
α) Τον πρόεδρο, ο οποίος είναι συνταξιούχος, ανώτατος ή ανώτερος δικαστικός λειτουργός, οποιουδήποτε κλάδου της Διοικητικής Δικαιοσύνης. Σε περίπτωση έλλειψης ή αδυναμίας ορισμού προέδρου με την ιδιότητα αυτή, πρόεδρος μπορεί να είναι συνταξιούχος ανώτατος ή ανώτερος δικαστικός λειτουργός των Πολιτικών Δικαστηρίων ή συνταξιούχος λειτουργός του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, τουλάχιστον πάρεδρος επί τιμή, ή συνταξιούχος καθηγητής, ελληνικού πανεπιστημίου, σε γνωστικό αντικείμενο του δημοσίου δικαίου.
β) Έναν μόνιμο υπάλληλο του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ., απόφοιτο της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.Α.), με 5ετή, τουλάχιστον, πραγματική δημόσια υπηρεσία ή έναν μόνιμο υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομικών, των κλάδων ΠΕ Εφοριακών ή ΠΕ Τελωνειακών, με 5ετή, τουλάχιστον πραγματική δημόσια υπηρεσία ή έναν μόνιμο υπάλληλο ή υπάλληλο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή φορέα του δημόσιου τομέα (όπως αυτός οριοθετείται με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982 – Α΄ 65 – και τις μεταγενέστερες συμπληρώσεις του, πριν την τροποποίησή του με το άρθρο 51 του ν. 1892/1990 – Α΄ 101 –) των κλάδων ΠΕ Διοικητικού ή ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΠΕ Οικονομικού, με 5ετή, τουλάχιστον πραγματική υπηρεσία, ως μέλος. Ο αριθμός των μελών από τους υπαλλήλους της πρώτης κατηγορίας (αποφοίτους της Ε.Σ.Δ.Δ.Α.), δεν μπορεί να υπολείπεται του 50% του συνολικού αριθμού των εξ υπαλλήλων μελών των Επιτροπών, κάθε Περιφερειακού Γραφείου Ενδικοφανών Προσφυγών. Σε περίπτωση αδυναμίας καλύψεως του ποσοστού αυτού, εν όλω ή εν μέρει, από υπαλλήλους της κατηγορίας αυτής, αυτό καλύπτεται από υπαλλήλους των λοιπών κατηγοριών, κατά τη σειρά τους στον αντίστοιχο πίνακα κατάταξης, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του παρόντος νόμου.
Για το μέλος της περιπτώσεως αυτής (β), ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ο συναρμόδιος Υπουργός ή ο Υπουργός που εποπτεύει το φορέα, εκδίδουν πράξη απόσπασης του υπαλλήλου από την οργανική του θέση, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών γενικών διατάξεων, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 18 παρ. 10 του ν. 2190/1994 (Α΄ 28) καθώς και άλλων ειδικών διατάξεων, με τις οποίες ορίζεται ελάχιστος χρόνος υποχρεωτικής παραμονής στην Υπηρεσία, όπου έχει διορισθεί ή έχει μεταταγεί ο υπάλληλος. Η απόσπαση διαρκεί για χρονικό διάστημα τριών ετών και μπορεί να ανανεώνεται για μία ακόμη τριετία˙ είναι δε υποχρεωτική για την Υπηρεσία του υπαλλήλου.
γ) Έναν δικηγόρο στο Εφετείο ή στον Άρειο Πάγο, με 5ετή τουλάχιστον εμπειρία ή εξειδίκευση σε θέματα δημοσίου δικαίου ή με μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο σπουδών στο αντίστοιχο γνωστικό αντικείμενο, ή έναν κάτοχο βασικού, τουλάχιστον, πτυχίου οικονομικών σπουδών πανεπιστημίου, μέλος, επί πενταετία τουλάχιστον Οικονομικού Επιμελητηρίου, ή με μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο σπουδών στο γνωστικό αντικείμενο του Ελεγκτικού, Λογιστικού ή Χρηματοοικονομικού τομέα, ως τρίτο μέλος.
3. Πρόεδροι και μέλη των Ανεξάρτητων Διοικητικών Επιτροπών δεν μπορεί να ορίζονται ούτε να υπηρετούν πρόσωπα που έχουν συμπληρώσει το 75ο ή το 55ο αντίστοιχα, έτος της ηλικίας τους. Σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι υποψήφιος πρόεδρος ή υποψήφιο μέλος, εκείνος για τον οποίο ο χρόνος που υπολείπεται για τη συμπλήρωση του 75ου ή του 55ου έτους της ηλικίας του αντίστοιχα, είναι μικρότερος των τριών ετών.
4. Η αρχαιότητα μεταξύ των προέδρων των Ανεξάρτητων Διοικητικών Επιτροπών, καθορίζεται με βάση τη χρονολογία ορισμού τους, σύμφωνα με το άρθρο 5 του παρόντος νόμου. Μεταξύ των οριζομένων με την ίδια πράξη, η σειρά αρχαιότητας καθορίζεται με βάση τη σειρά με την οποία οι πρόεδροι αναφέρονται στην πράξη αυτή.
5. Η αρχαιότητα μεταξύ των μελών των Ανεξάρτητων Διοικητικών Επιτροπών εκ των δικηγόρων ή οικονομολόγων, καθορίζεται με βάση τη σειρά προτεραιότητας στους οικείους πίνακες κατάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου.
Το ηλικιακό όριο των 75 ετών που εμφανίζεται στο άρθρο 4 § 3 του νομοσχεδίου για τους Προέδρους των επιτροπών φαίνεται με βάση την κοινή πείρα εύλογο, όχι όμως και αυτό των 55 ετών για τα μέλη αυτών , σύμφωνα τουλάχιστον με την οδηγία 2000/78 για την απαγόρευση των διακρίσεων λόγω ηλικίας (η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με τον Ν. 3304/2005).
Το δεύτερο μέλος θα πρέπει να κατέχει τουλάχιστον πτυχίο Νομικής. Η φύση των διαφορών και οι συνήθως προτεινόμενοι λόγοι, οι οποίοι θίγουν ζητήματα νομιμότητας των προσβαλλομένων διοικητικών πράξεων μπορούν να αντιμετωπιστούν καλύτερα από μέλος που διαθέτει και γνώσεις Νομικής, συμπεριλαμβανομένων και των μεθοδολογικών ερμηνευτικών εργαλείων που απαιτεί η ερμηνεία νομικών διατάξεων. Δεν πρέπει να παραγνωρίζεται, επίσης, πως τα μέλη είναι και εισηγητές των υποθέσεων. Ως εκ τούτου, η ποιότητα της εισήγησης αλλά και του σχεδίου της απόφασης είναι σημαντική, αφού όσο καλύτερα αιτιολογημένη είναι μία απόφαση, τόσο λιγότερες πιθανότητες προσβολής θα έχει.
Προτείνεται τα υποψήφια μέλη να διαθέτουν πτυχίο Νομικής. Τούτο, διότι απαιτούνται γνώσεις διοικητικής δικονομίας, διοικητικού δικαίου αλλά και τα απαραίτητα μεθοδολογικά ερμηνευτικά εργαλεία. Οι εισηγήσεις αλλά και οι αποφάσεις θα πρέπει να είναι πλήρεις, επαρκείς και εμπεριστατωμένες και οι οποίες θα δέχονται ή θα απορρίπτουν ισχυρισμούς, κυρίως νομικούς. Όσο καλύτερες είναι οι εισηγήσεις και οι αποφάσεις από απόψεως ποιότητας (αιτιολογίας, επάρκειας), τόσο θα αποθαρρύνονται τα ενδιαφερόμενα μέρη να ασκήσουν προσφυγές, συνεκτιμώντας και την πιθανότητα απόρριψης και την καταβολή πολλαπλάσιας δικαστικής δαπάνης, και τόσο δυσκολότερα θα γίνουν δεκτές οποιεσδήποτε προσφυγές ενώ το έργο της διοικητικής δικαιοσύνης θα είναι ευκολότερο. Συνεπώς, η ποιότητα της εισήγησης και της απόφασης είναι σημαντικά και για αυτό θα πρέπει τα μέλη να διαθέτουν τουλάχιστον πτυχίο Νομικής.
Οι τριμελείς Ανεξάρτητες Διοικητικές Επιτροπές, συγκροτούνται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Από έναν δικαστικό υπάλληλο των ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ, με πτυχίο ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ – ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ και συναφές με το αντικείμενο μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών, ως έχοντα εμπειρία συναφή με το αντικείμενο των ενδικοφανων προσφυγών, η σε κάθε άλλη περίπτωση με πτυχιούχο μόνιμο υπάλληλο του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ., απόφοιτο της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.Α.), με 5ετή, τουλάχιστον, πραγματική δημόσια υπηρεσία ή έναν μόνιμο υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομικών, των κλάδων ΠΕ Εφοριακών ή ΠΕ Τελωνειακών, με 5ετή, τουλάχιστον πραγματική δημόσια υπηρεσία ή έναν μόνιμο υπάλληλο ή υπάλληλο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή φορέα του δημόσιου τομέα (όπως αυτός οριοθετείται με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982 – Α΄ 65 – και τις μεταγενέστερες συμπληρώσεις του, πριν την τροποποίησή του με το άρθρο 51 του ν. 1892/1990 – Α΄ 101 –) των κλάδων ΠΕ Διοικητικού ή ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΠΕ Οικονομικού, με 5ετή, τουλάχιστον πραγματική υπηρεσία, ως μέλος. Ο αριθμός των μελών από τους υπαλλήλους της πρώτης κατηγορίας (αποφοίτους της Ε.Σ.Δ.Δ.Α.), δεν μπορεί να υπολείπεται του 50% του συνολικού αριθμού των εξ υπαλλήλων μελών των Επιτροπών, κάθε Περιφερειακού Γραφείου Ενδικοφανών Προσφυγών. Σε περίπτωση αδυναμίας καλύψεως του ποσοστού αυτού, εν όλω ή εν μέρει, από υπαλλήλους της κατηγορίας αυτής, αυτό καλύπτεται από υπαλλήλους των λοιπών κατηγοριών, κατά τη σειρά τους στον αντίστοιχο πίνακα κατάταξης, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του παρόντος νόμου.