1. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ΚΔΔ), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α΄ 97), προστίθεται περίπτωση γ΄ ως εξής:
«γ) των διαφορών που προκύπτουν από την εφαρμογή των άρθρων 13 και 14 του ν. 2523/1997, του άρθρου 153 του ν. 2960/2001 και των περιπτώσεων γ΄, δ΄ και ε΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του ν. 1406/1983, η οποία προστέθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 51 του ν. 3659/2008, ανήκει στον πρόεδρο πρωτοδικών του διοικητικού πρωτοδικείου, ο οποίος αποφαίνεται ανεκκλήτως. Οι διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 13 του ν. 2523/1997, όπως ισχύουν, εφαρμόζονται για την εκδίκαση των προσφυγών αυτών».
2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 του ΚΔΔ καταργείται και η παράγραφος 5 αναριθμείται σε 4.
3. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 6, η οποία αναριθμείται σε 5, προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Κατ’ εξαίρεση, στις περιπτώσεις που η πρωτόδικη απόφαση εκδίδεται από το μονομελές πρωτοδικείο, η εκδίκαση της διαφοράς σε δεύτερο βαθμό ανήκει στο μονομελές εφετείο».
4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 καταλαμβάνουν και τις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος υποθέσεις. Η διάταξη της παραγράφου 3 ισχύει για εφέσεις κατά αποφάσεων που θα δημοσιευθούν ένα έτος μετά τη δημοσίευση του παρόντος.
Κάποιες σκέψεις – προτάσεις για την επιτάχυνση των δικών στις φορολογικές διαφορές, υπό το πρίσμα και διάφορων δημοσιευμάτων που ομιλούν για κατάρτηση του δεύτερου βαθμού στις φορολογικές διαφορές κλπ.
1. Θεωρώ την όποια σκέψη είτε για καθιέρωση ανέκκλητου είτε για εκδίκαση των φορολογικών υποθέσεων μεγάλου αντικειμένου από το ΔιοικΕφ σε πρώτο και τελευταίο βαθμό ως απαράδεκτη και μη συνάδουσα με το νομικό μας πολιτισμό. Η επιτάχυνση της διοικητικής δίκης δεν πρέπει να περνά μέσα από τη φαλκίδευση θεμελιωδών δικαιωμάτων των διοικουμένων, ειδικότερα σε περιπτώσεις μεγάλου οικονομικού αντικειμένου.
2. Θα μπορούσε να καθιερωθεί νέος δικαστικός σχηματισμός (π.χ. Πενταμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο) ή ειδικό Τμήμα (Τριμελές) στο οποίο θα εισάγονται φορολογικές διαφορές μεγάλου οικονομικού αντικειμένου (π.χ. άνω των 500.000 ευρώ), προκειμένου να δικάζονται πιο σύντομα από τις υπόλοιπες.
3. Προτείνεται η καθιέρωση κλιμακωτού ή αναλογικού παραβόλου για φορολογικές υποθέσεις (αλλά ενδεχομένως και υποθέσεις οφειλής ασφαλιστικών εισφορών από εργοδότες).
4. Τέλος, ως προς το ζήτημα της αναστολής εκτέλεσης του τμήματος της οφειλής που δεν αναστέλλεται με την άσκηση της προσφυγής (σήμερα 25% για τις φορολογικές διαφορές), η λύση δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι η άκρατη αυστηροποίηση των κριτηρίων. Αντ΄ αυτού προτείνεται:
α. Η αύξηση και σε αυτή την περίπτωση του παραβόλου και η καθιέρωση αναλογικού ή κλιμακωτού παραβόλου συνδεομένου είτε με το ύψος της οφειλής είτε με βασικά οικονομικά μεγέθη της αιτο΄συας επιχείρησης (π.χ. ίδια κεφάλαια, κύκλος εργασιών κ.ο.κ.)
β. Κυρίως όμως θα μπορούσε να εξεταστεί η θέσπιση διάταξης ανάλογης με αυτή που ισχύει για τη χορήγηση προσωρινής διαταγής σε υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων. Προτείνεται λοιπόν να προβλεφθεί ότι, σε περίπτωση που γίνει δεκτή η αίτηση αναστολής, η εκδίκαση της προσφυγής θα προσδιορίζεται υποχρεωτικά εντός ενός έτους από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης αναστολής (αντί π.χ. τεσσάρων με πέντε ετών που απαιτούνται σήμερα για το ΔιοικΠρΑθ).
Ο σύντομος προσδιορισμός της προσφυγής α) θα λειτουργήσει ως αντικίνητρο σε πολλούς «επιτηδείους» διοικουμένους που επιλέγουν την προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια αποκλεστικά και μόνον ως μέσο παρέλκυσης της διαδικασίας είσπραξης των ποσών που έχουν καταλογιστεί εις βάρος τους, και β) θα εξυπηρετεί και τα συμφέροντα του Δημοσίου, δεδομένου ότι είτε θα εισπράττει το μη αναστελλόμενο ποσό (25%) είτε δε θα εισπράττει τίποτε άμεσα, αλλά η διαδικασία θα επιταχύνεται σημαντικά.