Πέμπτο Βιβλίο: Ασφαλιστικά Μέτρα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α`
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 682
1. Κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 683 έως 703 τα δικαστήρια, σε επείγουσες περιπτώσεις ή για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος, μπορούν να διατάζουν ασφαλιστικά μέτρα για την εξασφάλιση ή διατήρηση ενός δικαιώματος ή τη ρύθμιση μιας κατάστασης και να τα μεταρρυθμίζουν ή να τα ανακαλούν. Το δικαίωμα είναι δυνατό να εξαρτάται από αίρεση ή προθεσμία ή να αφορά μέλλουσα απαίτηση.
2. Τα ασφαλιστικά μέτρα μπορούν να διαταχθούν και κατά τη διάρκεια της δίκης που αφορά την κύρια υπόθεση.

Άρθρο 683
1. Τα ασφαλιστικά μέτρα διατάσσονται από τα μονομελή πρωτοδικεία.
2. Αν η κύρια υπόθεση υπάγεται στην καθ` ύλην αρμοδιότητα των ειρηνοδικείων, τα ασφαλιστικά μέτρα διατάσσονται από αυτά.
3. Τα ειρηνοδικεία είναι αποκλειστικά αρμόδια και για τη συναινετική εγγραφή ή άρση προσημείωσης υποθήκης.
4 . Τα ασφαλιστικά μέτρα διατάσσονται και από το καθ` ύλην αρμόδιο δικαστήριο που βρίσκεται πλησιέστερα προς τον τόπο όπου πρόκειται να εκτελεστούν.

Άρθρο 684
Αν η κύρια υπόθεση είναι εκκρεμής σε πολυμελές δικαστήριο, τα ασφαλιστικά μέτρα διατάσσονται και από το δικαστήριο αυτό.

Άρθρο 685.
Δεν ισχύει συμφωνία διαιτησίας σε υποθέσεις που αφορούν
ασφαλιστικά μέτρα.

Άρθρο 686
1. Η αίτηση πρέπει να κατατεθεί στη γραμματεία του δικαστηρίου.
2. Η γραμματεία του δικαστηρίου υποβάλλει αμέσως την αίτηση στο δικαστή του μονομελούς πρωτοδικείου ή τον ειρηνοδίκη, ο οποίος ορίζει τόπο, ημέρα και ώρα για τη συζήτησή της, διατάζει την κλήση εκείνων κατά των οποίων απευθύνεται η αίτηση, ορίζει τον τρόπο κατά τον οποίο θα γνωστοποιηθεί σ’ αυτούς η κλήση, καθώς και το χρονικό διάστημα που πρέπει να μεσολαβήσει κατά την κρίση του μεταξύ της επίδοσης της κλήσης και της συζήτησης.
3. Ως τόπος συζήτησης μπορεί να οριστεί και η κατοικία του δικαστή που δικάζει την υπόθεση ή άλλος κατά την κρίση του κατάλληλος για την ταχύτερη εκδίκαση της υπόθεσης. Η συζήτηση μπορεί να οριστεί και Κυριακή ή εορτή.
4. Η γνωστοποίηση γίνεται με επίδοση εγγράφου που εκδίδεται από τη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο αναγράφεται ο τόπος, η ημέρα και η ώρα της συζήτησης ή με τηλεγραφική ή με τηλεφωνική πρόσκληση της γραμματείας του δικαστηρίου ή με ηλεκτρονικά μέσα με δαπάνες του αιτούντος. Ο δικαστής του μονομελούς πρωτοδικείου ή ο ειρηνοδίκης μπορεί συγχρόνως με την επίδοση της κλήσης να διατάξει και την επίδοση αντιγράφου της αίτησης.
5. Κατά τη συζήτηση της κύριας υπόθεσης η αίτηση μπορεί να υποβληθεί και με τις προτάσεις. Το πολυμελές πρωτοδικείο δικάζει αίτηση ασφαλιστικών μέτρων μόνον κατά τη συζήτηση της κύριας υπόθεσης.
6. Στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων στο μονομελές πρωτοδικείο ή στο ειρηνοδικείο η πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να ασκηθεί και προφορικά.

Άρθρο 687
1. Σε εξαιρετικά κατεπείγουσες περιπτώσεις ή όταν επίκειται άμεσος κίνδυνος, το δικαστήριο μπορεί να συζητήσει την αίτηση χωρίς να κλητεύσει εκείνον κατά του οποίου απευθύνεται.
2. Αν ο αιτών και εκείνοι κατά των οποίων απευθύνεται η αίτηση εμφανιστούν εκούσια ενώπιον του δικαστή του μονομελούς πρωτοδικείου ή του ειρηνοδίκη, η αίτηση συζητείται αμέσως.

Άρθρο 688
1. Στην αίτηση με την οποία ζητείται να διαταχθούν ασφαλιστικά μέτρα πρέπει να ορίζεται το μέτρο το οποίο ζητείται και να αναφέρονται συνοπτικά τα πραγματικά περιστατικά που πιθανολογούν το δικαίωμα για την εξασφάλιση ή διατήρηση του οποίου ζητείται η λήψη του μέτρου ή για την κατάσταση της οποίας ζητείται η ρύθμιση με το μέτρο αυτό, καθώς και τον επικείμενο κίνδυνο ή την επείγουσα περίπτωση. Σε χρηματικές απαιτήσεις πρέπει να αναφέρεται το οφειλόμενο χρηματικό ποσό ή η χρηματική αξία του αντικειμένου που οφείλεται.
2. Στην αίτηση για μεταρρύθμιση ή ανάκληση ασφαλιστικού μέτρου πρέπει να αναφέρονται οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η μεταρρύθμιση ή η ανάκλησή του.

Άρθρο 689
Η απόφαση ασφαλιστικών μέτρων κατά αλλοδαπού δημοσίου δεν εκτελείται χωρίς προηγούμενη άδεια του Υπουργού Δικαιοσύνης, διαφορετικά η εκτέλεση είναι άκυρη.

Άρθρο 690
1. Σε υποθέσεις που αφορούν ασφαλιστικά μέτρα αρκεί η πιθανολόγηση των ισχυρισμών.
2. Ο δικαστής του μονομελούς πρωτοδικείου ή ο ειρηνοδίκης δικάζει την αίτηση χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα, εκτός αν κρίνει αναγκαία την τήρηση πρακτικών. Αν δεν συμπράττει γραμματέας, ο δικάζων μπορεί να
επιτρέψει τη μαγνητοφώνηση της διαδικασίας, μετά το πέρας της οποίας η μαγνητοταινία παραλαμβάνεται από αυτόν και, αφού εκδοθεί η απόφαση, φυλάσσεται στο αρχείο του δικαστηρίου.

Άρθρο 691
1. Το δικαστήριο μπορεί και αυτεπαγγέλτως να συγκεντρώσει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για το σχηματισμό της κρίσης του.
2. Η απόφαση που διατάζει ασφαλιστικά μέτρα πρέπει να ορίζει το ασφαλιστικό μέτρο, καθώς και το δικαίωμα, στην εξασφάλιση ή διατήρηση του οποίου αποβλέπει ή την κατάσταση την οποία ρυθμίζει.
3. Η απόφαση του δικαστηρίου περιέχει συνοπτική αιτιολογία ως προς την ύπαρξη ή ανυπαρξία του επικαλούμενου δικαιώματος και τη συνδρομή ή μη επικείμενου κινδύνου ή επείγουσας περίπτωσης και δημοσιεύεται σε δημόσια συνεδρίαση μετά την περάτωση της ακροαματικής διαδικασίας και το αργότερο μέχρι και σαράντα οκτώ (48) ώρες μετά τη συζήτηση, καταχωριζομένου του διατακτικού της κάτω από την αίτηση ή στα πρακτικά. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αν για ειδικούς λόγους επιβάλλεται να επιφυλαχθεί το δικαστήριο να εκδώσει την απόφαση του σε μεταγενέστερο χρόνο, αυτός που διευθύνει τη συζήτηση έχει την υποχρέωση να γνωστοποιεί την ημέρα και ώρα που θα δημοσιευθεί η απόφαση, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη συζήτηση της αίτησης. Μέσα στην ίδια προθεσμία ο δικαστής που εκδίδει την απόφαση οφείλει να συντάξει, χρονολογήσει και υπογράψει το σύνολο των αποφάσεων επί των υποθέσεων. που συ ζητήθηκαν.
Άρθρο 691 Α
1. Αν το δικαστήριο κρίνει ότι υπάρχει ανάγκη, έχει το δικαίωμα, μόλις κατατεθεί η αίτηση και ώσπου να εκδοθεί η απόφασή του, να εκδώσει και αυτεπαγγέλτως προσωρινή διαταγή, που καταχωρίζεται κάτω από την αίτηση ή στα πρακτικά, σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν έως την έκδοση της απόφασής του για την εξασφάλιση ή τη διατήρηση του δικαιώματος ή τη ρύθμιση της κατάστασης.
2. Για την έκδοση προσωρινής διαταγής καλείται με οποιονδήποτε τρόπο ο καθού η αίτηση, αν ο δικαστής κρίνει αναγκαία την εμφάνισή του. Αν γίνει δεκτό το αίτημα για έκδοση προσωρινής διαταγής η σχετική αίτηση ασφαλιστικών μέτρων προσδιορίζεται για συζήτηση μέσα σε τριάντα ημέρες. Αναβολή της συζήτησης δεν επιτρέπεται, άλλως παύει αυτοδικαίως η ισχύς της προσωρινής διαταγής, εκτός αν αυτή παραταθεί από το δικαστήριο που δικάζει την αίτηση. Σε κάθε περίπτωση ο καθού η αίτηση διατηρεί το δικαίωμα να ζητήσει την ανάκληση της προσωρινής διαταγής.
3. Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων επί της οποίας εκδόθηκε προσωρινή διαταγή που έχει ως αντικείμενο την απαγόρευση μεταβολής της πραγματικής ή νομικής κατάστασης ακινήτου ή πλοίου ή αεροσκάφους επιδίδεται, στην αρμόδια αρχή και εγγράφεται στο αντίστοιχο βιβλίο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 713 και 714, οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως.

Άρθρο 692
1. Το δικαστήριο διατάζει τα ασφαλιστικά μέτρα που κατά την κρίση του αρμόζουν σε κάθε περίπτωση, και δεν έχει την υποχρέωση να διατάξει το μέτρο που ζητείται.
2. Για την εξασφάλιση ή τη διατήρηση του ίδιου δικαιώματος μπορούν να διαταχθούν περισσότερα ασφαλιστικά μέτρα, αν είναι αναγκαίο.
3. Περισσότερα ασφαλιστικά μέτρα από όσα είναι αναγκαία για να
αποφευχθεί επικείμενος κίνδυνος ή για να ρυθμιστεί επείγουσα περίπτωση δεν πρέπει να διατάσσονται και ανάμεσα σε περισσότερα πρέπει να προτιμάται εκείνο που είναι το λιγότερο πιεστικό.
4. Τα ασφαλιστικά μέτρα δεν πρέπει να συνίστανται στην ικανοποίηση
του δικαιώματος του οποίου ζητείται η εξασφάλιση ή η διατήρηση.
5. Τα ασφαλιστικά μέτρα δεν πρέπει να προσβάλλουν δικαιώματα τρίτων, ιδίως αν το ασφαλιζόμενο δικαίωμα εξαρτάται από αίρεση ή προθεσμία.

Άρθρο 693
1. Αν το ασφαλιστικό μέτρο έχει διαταχθεί πριν από την άσκηση της αγωγής για την κύρια υπόθεση, ο δικαστής που το διατάσσει μπορεί να ορίσει, κατά την κρίση του, προθεσμία για την άσκηση της, όχι όμως μικρότερη από τριάντα (30) ημέρες.
2. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της παραγράφου 1 αίρεται αυτοδικαίως το ασφαλιστικό μέτρο, εκτός αν ο αιτών μέσα στην προθεσμία αυτή επιδώσει διαταγή πληρωμής.

Άρθρο 694
1. Το δικαστήριο διατάζοντας ασφαλιστικά μέτρα έχει το δικαίωμα και αυτεπαγγέλτως να υποχρεώσει τον αιτούντα σε εγγυοδοσία.
2. Αν δεν χορηγηθεί η κατά την παρ. 1 εγγυοδοσία μέσα στην προθεσμία 2 που όρισε το δικαστήριο, αίρεται αυτοδικαίως το ασφαλιστικό μέτρο.

Άρθρο 695
Η απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων ισχύει προσωρινά και δεν επηρεάζει την κύρια υπόθεση.

Άρθρο 696
1. Αν κάποιος δεν έλαβε μέρος ή δεν κλήθηκε κατά τη συζήτηση αίτησης στην οποία εκδόθηκε απόφαση που διέταξε ασφαλιστικά μέτρα ή μεταρρύθμισε ή ανακάλεσε απόφαση ασφαλιστικών μέτρων και έχει έννομο συμφέρον, δικαιούται να ζητήσει την ανάκληση ή την μεταρρύθμιση της απόφασης από το δικαστήριο που την εξέδωσε.
2. Το δικαστήριο που διέταξε ασφαλιστικά μέτρα, έως τη συζήτηση της αγωγής που αφορά την κύρια υπόθεση, έχει δικαίωμα, με αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον, να μεταρρυθμίσει ή να ανακαλέσει ολικά ή εν μέρει την απόφαση του εφόσον επήλθε μεταβολή των πραγμάτων που δικαιολογεί την ανάκληση ή τη μεταρρύθμισή της.

Άρθρο 697
Το αρμόδιο για την κύρια υπόθεση δικαστήριο όσο διαρκεί η εκκρεμοδικία μπορεί, με αίτηση του διαδίκου που έχει έννομο συμφέρον, η οποία υποβάλλεται και αυτοτελώς να μεταρρυθμίσει ή να ανακαλέσει ολικά ή εν μέρει την απόφαση που δέχεται ή απορρίπτει αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Ο δικαστής, και στο πολυμελές πρωτοδικείο, ο πρόεδρος, ορίζουν την δικάσιμο και την προθεσμία κλήτευσης.

Άρθρο 698
1. Η απόφαση που διέταξε ασφαλιστικό μέτρο ανακαλείται ολικά ή εν μέρει α) αν εκδοθεί οριστική απόφαση στη δίκη για την κύρια υπόθεση κατά εκείνου ο οποίος είχε ζητήσει το ασφαλιστικό μέτρο και γίνει τελεσίδικη, β) αν εκδοθεί οριστική απόφαση που τον ωφελεί, και εκτελεστεί, γ) αν συμφωνηθεί συμβιβασμός για την κύρια υπόθεση, δ) αν περάσουν τριάντα ημέρες από την κατάργηση ή περάτωση της δίκης με άλλο τρόπο.
2. Η ανάκληση που αναφέρεται στην παρ. 1 γίνεται με αίτηση εκείνου που έχει έννομο συμφέρον, αν η κύρια υπόθεση είναι εκκρεμής, από το δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί, και σε κάθε άλλη περίπτωση από το δικαστήριο που διέταξε το ασφαλιστικό μέτρο.

Άρθρο 699
Αποφάσεις που δέχονται ή απορρίπτουν αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων ή αιτήσεις για ανάκληση ή για μεταρρύθμιση των μέτρων αυτών, δεν προσβάλλονται με κανένα ένδικο μέσο, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά.

Άρθρο 700
1. Η απόφαση που διατάζει ασφαλιστικό μέτρο εκτελείται κατά τις διατάξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης.
2. Η εκτέλεση του μέτρου που έχει διαταχθεί γίνεται χωρίς να εκδοθεί απόγραφο, με βάση αντίγραφο ή απόσπασμα της απόφασης που το διατάζει, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη κοινοποίηση αντιγράφου της. Στις περιπτώσεις όμως των άρθρων 728 και 731 έως 735 απαιτείται η επίδοση επιταγής, και άλλη πράξη εκτέλεσης δεν μπορεί να γίνει πριν περάσουν είκοσι τέσσερις ώρες από την επίδοσή της.
3. Οι προσωρινές διαταγές που αναφέρονται στο άρθρο 691 παρ. 2 εκτελούνται μόλις καταχωριστούν, κάτω από την αίτηση ή στα πρακτικά, με βάση σημείωση του δικαστή που τις εξέδωσε και, αν πρόκειται για πολυμελές δικαστήριο, του προέδρου του.
4. Η εκτέλεση των διατάξεων των αποφάσεων για ασφαλιστικά μέτρα, που αφορούν τα δικαστικά έξοδα, γίνεται με βάση αντίγραφό τους και ύστερα από κοινοποίηση αντιγράφου της απόφασης σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση, είκοσι τέσσερις ώρες πριν από την εκτέλεση.

Άρθρο 701
Αν έχουν διαταχθεί ασφαλιστικά μέτρα με τον όρο της εγγυοδοσίας, δεν είναι δυνατό να εκτελεστεί η απόφαση που τα διατάζει πριν από την εγγυοδοσία.

Άρθρο 702
1. Διαφορές που αφορούν την εκτέλεση απόφασης που διατάζει ασφαλιστικά μέτρα ή ανακαλεί ολικά ή εν μέρει απόφαση γι’ αυτά δικάζονται από το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση και εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 686 επ.
2. Σε πολύ επείγουσες περιπτώσεις τις διαφορές που αναφέρονται στην
παρ. 1 τις δικάζει το μονομελές πρωτοδικείο του τόπου όπου γίνεται η
εκτέλεση της απόφασης και, όπου δεν υπάρχει μονομελές πρωτοδικείο, το ειρηνοδικείο, εφαρμόζοντας τις διατάξεις των άρθρων 686 έως 688, 690 έως 692, 695 και 699. Ανάκληση της απόφασης του μονομελούς πρωτοδικείου ή του ειρηνοδικείου μπορεί να ζητηθεί για οποιοδήποτε λόγο από το αρμόδιο κατά την παρ. 1 δικαστήριο.
3. Η εκτέλεση των αποφάσεων που διατάζουν Ασφαλιστικά μέτρα, μπορεί, με αίτηση εκείνου που έχει έννομο συμφέρον, να περιοριστεί σε ορισμένα περιουσιακά στοιχεία, αν το δικαστήριο πιθανολογεί ότι τα στοιχεία αυτά είναι αρκετά για την εξασφάλιση ή τη διατήρηση του δικαιώματος.

Άρθρο 703
Αν απορριφθεί τελεσίδικα ως αβάσιμη η αγωγή για την κύρια υπόθεση, όποιος ζήτησε να διαταχθούν ασφαλιστικά μέτρα είναι υποχρεωμένος να καταβάλει αποζημίωση για τη ζημία που προξένησε από την εκτέλεση της απόφασης που τα διέταξε ή από την εγγύηση που δόθηκε, μόνο αν γνώριζε ή από βαριά αμέλεια αγνοούσε ότι δεν υπήρχε το δικαίωμα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β`
ΕΓΓΥΟΔΟΣΙΑ

Άρθρο 704
Το δικαστήριο δικαιούται να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο εγγυοδοσία του οφειλέτη υπέρ του αιτούντος για την εξασφάλιση χρηματικής απαίτησης ή απαίτησης που μπορεί να μετατραπεί σε χρήματα ή άλλου δικαιώματος.

Άρθρο 705
1. Αν διατάχθηκαν ασφαλιστικά μέτρα για να εξασφαλιστεί χρηματική απαίτηση ή απαίτηση που μπορεί να μετατραπεί σε χρήματα το δικαστήριο που τα διέταξε ή το δικαστήριο που δικάζει την κύρια υπόθεση έχει υποχρέωση, με αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον, να αντικαταστήσει τα Ασφαλιστικά μέτρα που είχαν διαταχθεί με εγγυοδοσία υπέρ εκείνου που τα ζήτησε.
2. Αν διατάχθηκαν ασφαλιστικά μέτρα για να εξασφαλιστεί άλλο δικαίωμα, το δικαστήριο που τα διέταξε ή το δικαστήριο που δικάζει την κύρια υπόθεση, έχει το δικαίωμα, με αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον, μεταρρυθμίζοντας τη σχετική απόφαση, να διατάξει εγγυοδοσία υπέρ εκείνου που τα ζήτησε μόνο αν κατά τις περιστάσεις εξασφαλίζεται πλήρως το δικαίωμα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ`
ΕΓΓΡΑΦΗ ΠΡΟΣΗΜΕΙΩΣΗΣ ΥΠΟΘΗΚΗΣ

Άρθρο 706
1. Το δικαστήριο δικαιούται να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης.
2. Η απόφαση που διατάζει να εγγραφεί η προσημείωση υποθήκης, πρέπει να ορίζει και το ποσό που ασφαλίζεται με την προσημείωση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ`
ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ

Άρθρο 707
Το δικαστήριο δικαιούται να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο τη συντηρητική κατάσχεση κινητών, ακινήτων, εμπράγματων δικαιωμάτων επάνω σ’ αυτά, απαιτήσεων και γενικά όλων των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, είτε βρίσκονται στα χέρια του είτε στα χέρια τρίτου.

Άρθρο 708
Η απόφαση που διατάζει συντηρητική κατάσχεση πρέπει να καθορίζει το ποσό για το οποίο διατάσσεται.

Άρθρο 709
Συντηρητική κατάσχεση πλοίου ή αεροσκάφους μπορεί να γίνει μόνο αν στην απόφαση αναφέρεται ειδικά το πλοίο ή το αεροσκάφος στο οποίο πρόκειται να επιβληθεί.

Άρθρο 710.
Δεν επιτρέπεται συντηρητική κατάσχεση πραγμάτων τα οποία είναι Ακατάσχετα κατά τις διατάξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης, καθώς και εκείνων που μπορούν να υποστούν άμεση φθορά.

Άρθρο 711
1. Η συντηρητική κατάσχεση κινητών ή εμπράγματων δικαιωμάτων επάνω σ’ αυτά στα χέρια του οφειλέτη γίνεται κατά τις διατάξεις της αναγκαστικής κατάσχεσης, χωρίς να επιδοθεί προηγουμένως η απόφαση που διατάζει την κατάσχεση. Αντίγραφο ή περίληψη της έκθεσης της κατάσχεσης επιδίδεται σε εκείνον σε βάρος του οποίου επιβάλλεται η κατάσχεση, αν δεν ήταν παρών κατά την επιβολή της, το αργότερο την επόμενη ημέρα εφόσον έχει την κατοικία του στον τόπο της κατάσχεσης, διαφορετικά μέσα σε οκτώ ημέρες από αυτήν.
2. Αντίγραφο της έκθεσης κατάσχεσης επιδίδεται από το δικαστικό επιμελητή στον ειρηνοδίκη του τόπου της κατάσχεσης ο οποίος είναι υποχρεωμένος να καταχωρίσει περίληψή της σε ειδικό βιβλίο με αλφαβητικό ευρετήριο εκείνων κατά των οποίων έχει επιβληθεί κατάσχεση.

Άρθρο 712
1. Η συντηρητική κατάσχεση απαιτήσεων ή κινητών στα χέρια τρίτου γίνεται με επίδοση στον τρίτο αντιγράφου της απόφασης που τη διατάζει με επιταγή να μην εξοφλήσει την απαίτηση ή να μην παραδώσει τα κινητά, καθώς και με επίδοση μέσα σε οκτώ ημέρες σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η κατάσχεση εγγράφου στο οποίο αναφέρεται η κατάσχεση που έχει επιβληθεί στα χέρια του τρίτου. Αλλιώς η κατάσχεση είναι άκυρη. Στην κατάσχεση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις της αναγκαστικής κατάσχεσης απαιτήσεων ή κινητών σε χέρια τρίτου.
2. Ο τρίτος, εκείνος που επέβαλε την κατάσχεση και ο οφειλέτης έχουν όλες τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που προβλέπουν οι διατάξεις της αναγκαστικής κατάσχεσης απαιτήσεων ή κινητών στα χέρια τρίτου, και εφαρμόζεται η διαδικασία για την άσκηση ή τη διαφύλαξή τους που ορίζεται στις διατάξεις αυτές.

Άρθρο 713
1. Η συντηρητική κατάσχεση πλοίου, αεροσκάφους ή εμπράγματου δικαιώματος επάνω σ’ αυτά, στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου, γίνεται με επίδοση στον οφειλέτη αντιγράφου της απόφασης που διατάζει την κατάσχεση. Αν πρόκειται για κατάσχεση πλοίων νηολογημένων στην Ελλάδα ή αεροσκαφών που είναι γραμμένα σε μητρώο, το οποίο τηρείται στην Ελλάδα, αντίγραφο της απόφασης επιδίδεται και στην αρχή που τηρεί το νηολόγιο ή το μητρώο. Αν η συντηρητική κατάσχεση γίνεται στα χέρια τρίτου, αντίγραφο της απόφασης που τη διατάζει επιδίδεται και στον τρίτο.
2. Η παραγγελία για την επίδοση αντιγράφου της απόφασης που διατάζει τη συντηρητική κατάσχεση πρέπει να προσδιορίζει το πλοίο, το αεροσκάφος ή το εμπράγματο δικαίωμα, το οποίο κατάσχεται και το ποσό για το οποίο γίνεται η συντηρητική κατάσχεση.
3. Η αρχή που τηρεί το νηολόγιο ή το μητρώο αεροσκαφών εγγράφει τη
συντηρητική κατάσχεση στο νηολόγιο ή στο μητρώο των αεροσκαφών. Για την εγγραφή, την εξάλειψη και τη σειρά των εγγραφών εφαρμόζονται οι διατάξεις της αναγκαστικής κατάσχεσης.

Άρθρο 714
1. Η συντηρητική κατάσχεση ακινήτου ή εμπράγματου δικαιώματος επάνω σ’ αυτό στα χέρια του οφειλέτη γίνεται με κοινοποίηση αντιγράφου της απόφασης που διατάζει την κατάσχεση στον οφειλέτη και στην αρχή που είναι αρμόδια να τηρεί το βιβλίο κατασχέσεων της περιφέρειας του τόπου όπου βρίσκεται το ακίνητο.

2. Η παραγγελία για την επίδοση αντιγράφου της απόφασης που διατάζει τη συντηρητική κατάσχεση πρέπει να προσδιορίζει το ακίνητο ή το εμπράγματο δικαίωμα που κατάσχεται και το ποσό για το οποίο γίνεται η συντηρητική κατάσχεση.

3. Η αρχή που τηρεί το βιβλίο κατασχέσεων εγγράφει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τη συντηρητική κατάσχεση στο βιβλίο κατασχέσεων. Για την εγγραφή, την εξάλειψη και τη σειρά των εγγραφών, εφαρμόζονται οι
διατάξεις της αναγκαστικής κατάσχεσης.

Άρθρο 715
1. Απαγορεύεται και είναι άκυρη υπέρ εκείνου που επέβαλε την κατάσχεση η διάθεση των πραγμάτων που κατασχέθηκαν από εκείνον σε βάρος του οποίου έγινε η κατάσχεση. Σε χρηματικές απαιτήσεις η απαγόρευση ισχύει μόνον έως το ποσό για το οποίο έγινε η κατάσχεση. 2. Τα αποτελέσματα της κατάσχεσης που αναφέρονται στην παρ. 1 αρχίζουν α) σε κατάσχεση κινητών ή εμπράγματων δικαιωμάτων επάνω σε κινητά στα χέρια του οφειλέτη, από την κατάσχεση, αν ήταν παρών κατά την επιβολή της, διαφορετικά από την επίδοση από το δικαστικό επιμελητή, σύμφωνα με το άρθρο 711, β) σε κατάσχεση στα χέρια τρίτου απαιτήσεων ή κινητών, από την επίδοση του εγγράφου που ανακοινώνει την κατάσχεση σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται, σύμφωνα με το άρθρο 712, γ) σε κατάσχεση ακινήτου, πλοίου ή αεροσκάφους ή εμπράγματου δικαιώματος επάνω σ` αυτά, από την κοινοποίηση στον οφειλέτη της απόφασης που διατάζει την κατάσχεση.
3. Στη συντηρητική κατάσχεση ακινήτου, πλοίου, αεροσκάφους ή εμπράγματου δικαιώματος επάνω σ` αυτά, η ακυρότητα που αναφέρεται στην παρ. 1 ισχύει ως προς τους τρίτους, μόνον αν κατά το χρόνο της διάθεσης είχε γίνει η εγγραφή της κατάσχεσης στο βιβλίο κατασχέσεων, στο νηολόγιο ή στο μητρώο αεροσκαφών.
4. Αν έγινε κατάσχεση απαίτησης στα χέρια τρίτου, απαγορεύεται και είναι άκυρη υπέρ εκείνου που επέβαλε την κατάσχεση η εξόφληση από τον τρίτο της απαίτησης που έχει κατασχεθεί ή ο συμψηφισμός της με μεταγενέστερη απαίτηση. Αν έγινε κατάσχεση κινητών στα χέρια τρίτου,
απαγορεύεται και είναι άκυρη υπέρ εκείνου που επέβαλε την κατάσχεση η απόδοση ή η διάθεση των κατασχεμένων.
5. Μέσα σε τριάντα ημέρες από την επίδοση στον οφειλέτη του εγγράφου για την κατάσχεση, ο δανειστής οφείλει να ασκήσει εναντίον του αγωγή για την κύρια απαίτηση, που να απευθύνεται στο καθ` ύλην αρμόδιο δικαστήριο. Αν περάσει άπρακτη η προθεσμία αυτή, αίρεται αυτοδικαίως το ασφαλιστικό μέτρο. Δεν απαιτείται να ασκηθεί αγωγή, αν έχει ήδη ασκηθεί η αγωγή για την κύρια απαίτηση ή η συντηρητική κατάσχεση έγινε με βάση διαταγή πληρωμής ή αν επιδοθεί διαταγή πληρωμής μέσα στην παραπάνω προθεσμία.

Άρθρο 716
1. Σε κατάσχεση κινητών στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου τα κινητά μένουν στα χέρια εκείνου που τα κατέχει κατά το χρόνο της κατάσχεσης, ο οποίος γίνεται μεσεγγυούχος.
2. Σε κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη χρημάτων ή άλλων πραγμάτων,
που κατά το νόμο επιδέχονται κατάθεση, ο δικαστικός επιμελητής τα αφαιρεί και χωρίς καθυστέρηση τα καταθέτει δημοσίως.
3. Σε Κατάσχεση στα χέρια τρίτου χρημάτων ή άλλων πραγμάτων, που κατά το νόμο επιδέχονται κατάθεση, ο τρίτος εφόσον είναι οφειλέτης έχει την υποχρέωση να τα καταθέσει δημοσίως αμέσως μετά την κατάσχεση αν η εναντίον του απαίτηση είναι ληξιπρόθεσμη, διαφορετικά μόλις λήξει η προθεσμία.
4. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 δεν εφαρμόζονται, αν ο οφειλέτης ή τρίτος είναι το δημόσιο, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή τράπεζα.

Άρθρο 717
1. Το δικαστήριο με την απόφαση που διατάζει τη συντηρητική κατάσχεση ή και με μεταγενέστερη απόφασή του ή το δικαστήριο που δικάζει την κύρια υπόθεση και σε επείγουσες περιπτώσεις και ο ειρηνοδίκης του τόπου όπου βρίσκονται τα κατασχεμένα ή σε απαιτήσεις η κατοικία του τρίτου, έχει το δικαίωμα, με αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον, να διορίσει μεσεγγυούχο άλλο πρόσωπο, εκτός από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 716 και να διατάξει να παραδοθούν τα πράγματα ή να κατατεθεί σ` αυτόν το οφειλόμενο.
2. Το δικαστήριο που είναι αρμόδιο κατά την παρ. 1 με αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον έχει δικαίωμα να διατάξει και οποιοδήποτε μέτρο
είναι κατά τις περιστάσεις πρόσφορο για τη Μεσεγγύηση.
3. Οι αιτήσεις που αναφέρονται στις παρ. 1 και 2 δικάζονται κατά τις διατάξεις του άρθρ. 702 και οι αποφάσεις εκτελούνται αμέσως, χωρίς προηγούμενη επίδοσή τους.
4. Δεν είναι δυνατό να διοριστεί μεσεγγυούχος εκείνος που ζήτησε να διαταχθεί η συντηρητική κατάσχεση ή πρόσωπο που συνδέεται με αυτόν με σύμβαση εργασίας, εκτός αν συναινεί ο οφειλέτης.

Άρθρο 718
Οι διατάξεις για το μεσεγγυούχο στην περίπτωση της αναγκαστικής κατάσχεσης εφαρμόζονται και στους κατά τα άρθρα 716 και 717 μεσεγγυούχους.

Άρθρο 719
Αν τα κινητά πράγματα που έχουν κατασχεθεί στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου μπορούν να υποστούν φθορά ή η φύλαξή τους είναι σε σχέση με την αξία τους δαπανηρή, το δικαστήριο που είναι αρμόδιο κατά το άρθρο 717 διατάζει την εκποίησή τους. Το τίμημα από την εκποίηση είναι κατασχεμένο και κατατίθεται δημοσίως.

Άρθρο 720
1. Πλοίο το οποίο έχει κατασχεθεί συντηρητικώς απαγορεύεται να αποπλεύσει και αεροσκάφος να απογειωθεί.
2. Ο λιμενάρχης ή ο αερολιμενάρχης είναι υπεύθυνος για την αναχώρηση του πλοίου ή την απογείωση.
3. Το δικαστήριο το οποίο είναι αρμόδιο κατά το άρθρο 702, με αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, μπορεί να επιτρέψει ένα ή περισσότερα ταξίδια του πλοίου που έχει κατασχεθεί συντηρητικώς ή μία ή περισσότερες πτήσεις του αεροσκάφους που έχει κατασχεθεί συντηρητικώς, με όποιους όρους θα έκρινε εύλογους και οπωσδήποτε με ασφάλιση του σκάφους για ανάλογο ποσό.

Άρθρο 721
Συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση μπορεί να επιβληθεί και σε αντικείμενα τα οποία έχουν ήδη κατασχεθεί συντηρητικώς.

Άρθρο 722
1. Όποιος έχει κατασχέσει συντηρητικώς κινητά ή ακίνητα ή εμπράγματα δικαιώματα επάνω σ` αυτά, αν η αγωγή για την κύρια υπόθεση γίνει δεκτή και η σχετική απόφαση είναι εκτελεστή, έχει δικαίωμα, με βάση απόγραφο της απόφασης, να επιχειρήσει αναγκαστική εκτέλεση, χωρίς αναγκαστική κατάσχεσή τους.
2. Όποιος έχει κατασχέσει συντηρητικώς απαίτηση στα χέρια τρίτου γίνεται, από την τελεσιδικία της απόφασης που δέχεται την αγωγή για την κύρια υπόθεση, δικαιούχος ολόκληρης της απαίτησης ή μέρους της, ανάλογα με το περιεχόμενο της απόφασης.
3. Οι διαφορές που αναφέρονται στις παρ. 1 και 2 δικάζονται κατά τις διατάξεις του άρθρου 702 από το αρμόδιο, σύμφωνα με το άρθρο αυτό, δικαστήριο.

Άρθρο 723
Αν όσο ισχύει η συντηρητική κατάσχεση γίνει αναγκαστική εκτέλεση επάνω στα κατασχεμένα, εκείνος που έχει επιβάλει τη συντηρητική κατάσχεση μετέχει προσωρινά στη διανομή και κατατάσσεται τυχαίως, σύμφωνα με τις διατάξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης.

Άρθρο 724
1. Ο δανειστής μπορεί με βάση οριστική απόφαση, καθώς και με διαταγή πληρωμής χρηματικών απαιτήσεων να ζητήσει εγγραφή προσημείωσης υποθήκης και να επιβάλει συντηρητική κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου για το ποσό που επιδικάζεται με την απόφαση ή ορίζεται ότι πρέπει να καταβληθεί με τη διαταγή πληρωμής.
2. Το δικαστήριο που εξέδωσε την οριστική απόφαση ή τη διαταγή πληρωμής μπορεί με αίτηση εκείνου κατά του οποίου στρέφονται και κατά τη διαδικασία του άρθρου 702 παρ. 1 να αναστείλει ολικά ή εν μέρει την εκτέλεση των ασφαλιστικών μέτρων που αναφέρονται στην παρ. 1, αν πιθανολογείται η εξόφληση ή η ανυπαρξία, ολική ή εν μέρει, της απαίτησης για την οποία έχει εκδοθεί η οριστική απόφαση ή η διαταγή πληρωμής ή να περιορίσει την εκτέλεση σε ορισμένα περιουσιακά στοιχεία, αν πιθανολογείται ότι τα στοιχεία αυτά είναι επαρκή για την εξασφάλιση της απαίτησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε`
ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΜΕΣΕΓΓΥΗΣΗ

Άρθρο 725
1. Το δικαστήριο δικαιούται να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο τη δικαστική μεσεγγύηση κινητών ή ακινήτων ή ομάδας πραγμάτων ή επιχείρησης, αν υπάρχει διαφορά σχετική με την κυριότητα, τη νομή ή την κατοχή ή οποιαδήποτε άλλη διαφορά σχετική με αυτά ή αν κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου μπορεί να ζητηθεί η μεσεγγύηση.
2. Το δικαστήριο δικαιούται να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο τη δικαστική μεσεγγύηση εμπορικών ή επαγγελματικών βιβλίων, εγγράφων, δειγμάτων και κάθε άλλου πράγματος, αν ο αιτών έχει δικαίωμα να ζητήσει την επίδειξή τους κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου.

Άρθρο 726
1. Η απόφαση που διατάζει τη δικαστική μεσεγγύηση πρέπει να καθορίζει τα αντικείμενα τα οποία θέτει υπό μεσεγγύηση, να διορίζει μεσεγγυούχο και να διατάζει την παράδοσή τους σ` αυτόν. Αν τα πράγματα επιδέχονται κατά το νόμο κατάθεση, διατάζει τη δημόσια κατάθεσή τους.
2. Το δικαστήριο που διέταξε τη δικαστική μεσεγγύηση ή το δικαστήριο
που δικάζει την κύρια υπόθεση μπορεί να διατάξει την αντικατάσταση του μεσεγγυούχου, καθώς και κάθε κατά την κρίση του πρόσφορο μέτρο για τη μεσεγγύηση εφαρμόζοντας τις διατάξεις του άρθρ. 702.
3. Μεσεγγυούχος μπορεί να διοριστεί και εκείνος που νέμεται ή κατέχει τα πράγματα και εκείνος που ζήτησε τη δικαστική Μεσεγγύηση. Σε δικαστική μεσεγγύηση επιχείρησης, μεσεγγυούχος διορίζεται ο οφειλέτης. Αν συντρέχουν σπουδαίοι λόγοι, το δικαστήριο διορίζει άλλον
μεσεγγυούχο.
4. Οι αποφάσεις που εκδίδονται κατά τις διατάξεις των παρ. 1 και 2 εκτελούνται αμέσως, χωρίς προηγούμενη επίδοσή τους.
5. Οι σχετικές με το μεσεγγυούχο διατάξεις στην περίπτωση αναγκαστικής κατάσχεσης εφαρμόζονται και στη δικαστική μεσεγγύηση.

Άρθρο 727
Τα άρθρα 709, 711,713,714 715, 720, 721 και 722 παρ. 1 εφαρμόζονται και στη δικαστική μεσεγγύηση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ`
ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΕΠΙΔΙΚΑΣΗ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ

Άρθρο 728
1. Το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει προσωρινά, ως ασφαλιστικό μέτρο, εν όλω ή εν μέρει, απαιτήσεις:
α) συνεισφοράς για τις ανάγκες της οικογένειας ή διατροφής οφειλόμενης από το νόμο, από σύμβαση ή από διάταξη τελευταίας βούλησης,
β) καθυστερούμενων συντάξεων,
γ) καθυστερούμενων τακτικών ή εκτάκτων αποδοχών, οποιασδήποτε μορφής ή αμοιβών ή αποζημιώσεων που οφείλονται από την παροχή εργασίας ή εξόδων που έγιναν με αφορμή την εργασία,
δ) μισθών υπερημερίας ή αποζημίωσης για παράνομη καταγγελία της σύμβασης εργασίας ή για εργατικό ατύχημα ή που οφείλεται από τη σύμβαση εργασίας ή λόγω παραβάσεώς της.
ε) αποζημίωσης για τη μείωση ή την απώλεια της ικανότητας εργασίας λόγω τραυματισμού ή προσβολής με οποιοδήποτε τρόπο της υγείας ενός
προσώπου από οποιαδήποτε αρρώστια, καθώς και των εξόδων θεραπείας και ανάρρωσης,
στ) αποζημίωσης, σε περίπτωση που ένα πρόσωπο θανατώνεται, υπέρ εκείνων που το πρόσωπο αυτό κατά το χρόνο του θανάτου του είχε από το νόμο υποχρέωση να διατρέφει,
ζ) σε κάθε άλλη περίπτωση που η προσωρινή επιδίκαση ορίζεται από τις
διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου.
2. Αν συντρέχει περίπτωση να μεταρρυθμιστεί τελεσίδικη ή ανέκκλητη απόφαση που καταδικάζει σε καταβολή περιοδικών παροχών, το δικαστήριο μπορεί να διατάζει προσωρινά να διακοπεί η καταβολή, να αυξηθεί ή να μειωθεί το ποσό κάθε παροχής.

Άρθρο 729

1. Η προσωρινή επιδίκαση απαίτησης περιοδικών παροχών γίνεται σε παροχές που πρέπει να πληρώνονται κατά μήνα.
2. Το ποσό που επιδικάζεται προσωρινά δεν μπορεί να υπερβεί συνολικά το μισό της πιθανολογούμενης απαίτησης, εκτός αν πρόκειται για διατροφή που πηγάζει από το νόμο, από σύμβαση ή από διάταξη τελευταίας βούλησης ή για συνεισφορά για τις ανάγκες της οικογένειας ή για έξοδα θεραπείας ή ανάρρωσης ή για Αποζημίωση λόγω στέρησης διατροφής ή για μισθούς υπερημερίας ή καθυστερούμενους μισθούς. 3. Απαγορεύεται η συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση, ο συμψηφισμός και η εκχώρηση του ποσού που επιδικάζεται προσωρινά.
4. Τα άρθρα 694 και 705 δεν εφαρμόζονται σε προσωρινή επιδίκαση απαίτησης.
5. Μέσα σε εξήντα ημέρες από τη επίδοση της απόφασης που επιδικάζει προσωρινά απαίτηση ή μεταρρυθμίζει προσωρινά απόφαση κατά το άρθρο 728 παρ. 2, εκείνος υπέρ του οποίου έγινε η προσωρινή επιδίκαση ή μεταρρύθμιση οφείλει να ασκήσει αγωγή για την απαίτηση που επιδικάστηκε ή για τη μεταρρύθμιση της απόφασης. Η απόφαση παύει αυτοδικαίως να ισχύει, αν περάσει άπρακτη η προθεσμία αυτή. Δεν απαιτείται να ασκηθεί αγωγή, αν αυτή έχει ασκηθεί.

Άρθρο 729Α
Το άρθρο 729 Α καταργείται

Άρθρο 730
1. Η απόφαση που επιδικάζει προσωρινά την απαίτηση, παύει αυτοδικαίως να ισχύει αν δημοσιευθεί οριστική απόφαση για την ουσία της κύριας υπόθεσης.
2. Αν απορριφθεί με τελεσίδικη απόφαση κατ’ ουσίαν η αγωγή για την κύρια υπόθεση, το δικαστήριο που δικάζει την κύρια υπόθεση ή το δικαστήριο που διέταξε την προσωρινή επιδίκαση απαίτησης διατάζει, ύστερα από αίτηση, την απόδοση όσων έχουν καταβληθεί.
3. Το δικαστήριο που αναφέρεται στην παρ. 2 μπορεί να επιτρέψει για την απόδοση και την κατάσχεση ακατάσχετων πραγμάτων και απαιτήσεων στο μέτρο που επιτρέπεται για απαιτήσεις διατροφής συζύγου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ`
ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ

Άρθρο 731
Το δικαστήριο δικαιούται να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο την ενέργεια, παράλειψη ή ανοχή ορισμένης πράξης από εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση.

Άρθρο 732
Το δικαστήριο δικαιούται να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο και κάθε μέτρο, που κατά τις περιστάσεις είναι κατά την κρίση του πρόσφορο για την εξασφάλιση ή διατήρηση του δικαιώματος ή τη ρύθμιση κατάστασης.

Άρθρο 733
Ασφαλιστικά μέτρα σε κάθε είδους υποθέσεις νομής ή κατοχής διατάσσονται από το ειρηνοδικείο.

Άρθρο 734
1. Στην περίπτωση του προηγούμενου άρθρου επιδίδεται πάντοτε αντίγραφο της αίτησης με επισημείωση της πράξης που ορίζει τόπο και χρόνο για τη συζήτηση σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση.
2. Το ειρηνοδικείο για την προσωρινή ρύθμιση της νομής ή της κατοχής δικαιούται να διατάξει οποιοδήποτε ασφαλιστικό μέτρο κρίνει πρόσφορο και ιδίως να επιτρέψει ή να απαγορεύσει πράξεις νομής ή κατοχής ή να επιδικάσει τη νομή ή την κατοχή σε κάποιον από τους διαδίκους, είτε με παροχή είτε χωρίς παροχή εγγύησης.
3. Κατά της απόφασης του ειρηνοδικείου επιτρέπεται έφεση μέσα σε δέκα ημέρες από την επίδοσή της. Η έφεση δικάζεται κατά την ίδια διαδικασία, εφαρμόζεται όμως και το άρθρο 226.
4. Η προθεσμία της έφεσης και η άσκησή της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης του ειρηνοδικείου, εκτός αν η αναστολή διαταχθεί κατά το άρθρο 912.
5. Στα ασφαλιστικά μέτρα νομής ή κατοχής δεν εφαρμόζονται τα άρθρα 696 παρ. 2 και 697 και ο ειρηνοδίκης δικάζει με τη σύμπραξη γραμματέα που τηρεί πρακτικά.

Άρθρο 735
Το δικαστήριο έχει το δικαίωμα να διατάξει κάθε πρόσφορο ασφαλιστικό μέτρο που υπαγορεύεται από τις περιστάσεις, για τη ρύθμιση των σχέσεων των συζύγων από το γάμο και των σχέσεων γονέων και τέκνων. Ιδίως να διατάξει τη μετοίκηση ενός από τους συζύγους, να ορίσει ποια πράγματα δικαιούται αυτός να παραλάβει για τη χωριστή του εγκατάσταση, να καθορίσει τον τρόπο με τον οποίο ο κάθε σύζυγος θα χρησιμοποιεί το ακίνητο όπου διαμένουν ή τα έπιπλα και σκεύη που χρησιμοποιούν από κοινού, να ορίσει το γονέα στον οποίο ανήκει προσωρινά η άσκηση της γονικής μέριμνας, να αφαιρέσει από τους γονείς τη γονική μέριμνα εν όλω ή εν μέρει και να ρυθμίσει τα σχετικά με την επικοινωνία με το τέκνο. Σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας μπορεί να διατάσσεται ιδίως η απομάκρυνση του καθ` ου από την οικογενειακή κατοικία, η μετοίκησή του, η απαγόρευση να προσεγγίζει τους χώρους κατοικίας ή και εργασίας του αιτούντος, κατοικίες στενών συγγενών του, τα εκπαιδευτήρια των παιδιών και ξενώνες φιλοξενίας.

Άρθρο 736
[Καταργείται]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η`
ΣΦΡΑΓΙΣΗ, ΑΠΟΣΦΡΑΓΙΣΗ, ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΑΤΑΘΕΣΗ

Άρθρο 737
Το δικαστήριο δικαιούται να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο τη σφράγιση, την αποσφράγιση, την απογραφή ή τη δημόσια κατάθεση.

Άρθρο 738
1. Κάθε διαφορά σχετική με τη σφράγιση, την αποσφράγιση, την απογραφή ή τη δημόσια κατάθεση, εφόσον διατάχθηκαν ως ασφαλιστικά μέτρα, δικάζεται από το δικαστήριο που τις διέταξε και, αν είναι πολυμελές, από το μονομελές πρωτοδικείο του τόπου όπου αυτές γίνονται.
2. Όποιος ενεργεί τη σφράγιση, την αποσφράγιση ή την απογραφή που
έχει διαταχθεί, αποφαίνεται αμέσως προσωρινά για τις διαφορές ή τις διενέξεις που ανακύπτουν κατά τη διάρκεια της ενέργειάς τους και η απόφασή του εκτελείται αμέσως. Όποιος έχει έννομο συμφέρον δικαιούται να ζητήσει την ανάκληση της απόφασης και των πράξεων που διενεργήθηκαν για την εκτέλεση κατά την παράγραφο 1.

  • 27 Μαρτίου 2014, 19:40 | Ν.Λ.

    Απευθυνόμενος στον Κο Κατρά («Όταν αρνήθηκα να αποσύρω την αίτηση και τον κάλεσα, αν νομίζει, να την απορρίψει εγγράφως, αναγκάσθηκε να εξετάσει σε βάθος την υπόθεση και έτσι εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής») δυστυχώς οφείλω να σας ενημερώσω ότι υπάρχουν δικαστές οι οποίοι προκειμένου να αποφύγουν να γράψουν κάποιο αιτιολογικό προτιμούν την εύκολη λύση: εκδίδω τη διαταγή πληρωμής και ας ασκήσει ανακοπή ο καθ’ ου. Δεν γνωρίζω τι ακριβώς συνέβη στην περίπτωσή σας αλλά θα μπορούσε να είχε συμβεί και αυτό (ή τουλάχιστον να το είχατε σκεφτεί και αυτό) και όχι ότι έγινε σε βάθος εξέταση της δ.π. από τον δικαστή που αναφέρετε (λόγω μάλιστα της εμπειρίας μου το θεωρώ πιο πιθανό αυτό. και μάλιστα ξέρετε γιατί συμβαίνουν αυτά τα φαινόμενα; γιατί οι δικαστές δεν έχουν χρόνο να ασχοληθούν με τέτοια ζητήματα όταν είναι υποχρεωμένοι να «απολογούνται» με το σκεπτικό των αποφάσεών τους -και όχι να αιτιολογούν απλώς-).
    Αναφορικά με το δικαστή που εξέδιδε γρήγορα αλλά εσφαλμένες αποφάσεις και αυτό νομίζω ότι οφείλεται στην υποχρέωσή του να εκδίδει γρήγορα πρωτίστως και αιτιολογημένα σε δεύτερη μοίρα αποφάσεις για να «θεωρείται» με βάση το σύστημα επιθεώρησης «καλός δικαστής» (ένα σύστημα που επιβραβεύει κυρίως την ταχύτητα ενός δικαστή). Επομένως ένας τέτοιος δικαστής με βάση το σύστημα αυτό θα θεωρείται «εξαιρετικός» και θα προτιμήσει να τηρεί τις σχετικές προθεσμίες έκδοσης αποφάσεων από το να γράφει σωστές αποφάσεις.
    Αν όμως σε αυτόν τον δικαστή έλεγε κάποιος ότι δεν υπάρχει λόγος να αγχώνεσαι για τις προθεσμίες, αφού δεν χρειάζεται αιτιολογικό στην απόφασή σου, το σίγουρο είναι ότι θα εξέταζε σε βάθος μια υπόθεση και θα εξέδιδε σωστές αποφάσεις αφού θα τον ενδίεφερε ΑΥΤΟ και ΜΟΝΟ και όχι η τήρηση των σχετικών προθεσμιών.

  • 27 Μαρτίου 2014, 16:37 | Α.ΜΠΙΛΙΣΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

    Αρ. 682 – 703 ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
    Ορθά τα προτεινόμενα. Εκτός από την προθεσμία έκδοσης της απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων εντός 48 ωρών και όχι περισσότερο από ένα μήνα του αρ. 691 και την πρόταση για συνοπτική αιτιολογία κάτωθι της αιτήσεως. Η προθεσμία είναι μικρή και θα γίνονται λάθη η δε αιτιολογίες θα καταλήξουν τυπικές. Η λήψη ή όχι ασφαλιστικών μέτρων είναι πολύ σοβαρό ζήτημα για τους διαδίκους και είναι προτιμότερο να υπάρχουν μεγαλύτερες προθεσμίες έκδοσης της απόφασης, ώστε να δίδεται η ευκαιρία στους δικαστές να μελετούν τις υποθέσεις και να περιλαμβάνουν επαρκείς αιτιολογίες. Από αυτές και μόνον προκύπτει αν ο δικαστής μελέτησε πράγματι την υπόθεση .Επίσης η μαγνητοφώνηση της διαδικασίας σε περίπτωση μη συμπράξεως γραμματέα πρέπει να καταστεί δικαίωμα του διαδίκου καθώς με τα ασφαλιστικά μέτρα ανοίγουν συνήθως όλες οι σοβαρές πολιτικές υποθέσεις και οι μάρτυρες που κλητεύονται στα ακροατήρια των ασφαλιστικών μέτρων έχουν τη δυνατότητα να «τα αλλάζουν» εξεταζόμενοι για τα ίδια αντικείμενα απόδειξης ως μάρτυρες στην κύρια διαδικασία .

  • Επανέρχομαι στο θέμα της αιτιολογίας των δικαστικών αποφάσεων, ενόψει της συζήτησης που ανοίχθηκε. Επισημαίνω ότι η αιτιολογία προβλέπεται στο άρθ. 93 § 3 του Συντάγματος. Επομένως κάθε απόπειρα περιορισμού της είναι αντισυνταγματική. Αναμφίβολα δικαστική απόφαση είναι και η προσωρινή διαταγή (κι ας μην θεωρείται τέτοια), πόσο μάλλον η απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων.
    Μου έτυχε παλαιότερα η εξής περίπτωση: Με κάλεσε ο Δικαστής των διαταγών πληρωμής να αποσύρω αίτησή μου, διότι κατά την άποψή του δεν μπορούσε να εκδοθεί διαταγή πληρωμής με βάση τα στοιχεία που του προσκόμιζα (τελεσίδικη δικαστική απόφαση, μετ’ αναίρεση, που εξεφάνιζε εκτελεσθείσα διαταγή πληρωμής). Όταν αρνήθηκα να αποσύρω την αίτηση και τον κάλεσα, αν νομίζει, να την απορρίψει εγγράφως, αναγκάσθηκε να εξετάσει σε βάθος την υπόθεση και έτσι εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής.
    Με αυτό θέλω να πω ότι η αιτιολογία αναγκάζει τον δικαστή να ενσκύψει στην υπόθεση, ενώ η μη αιτιολογία ή η συνοπτική αιτιολογία καθιστά την ορθή απονομή της Δικαιοσύνης επικίνδυνη.

    Το ίδιο επικίνδυνο θεωρώ και την προτεινόμενη με το σχέδιο, κατάργηση της εισήγησης στον Άρειο Πάγο, γιατί οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα.

    Και μία άσχετη παρατήρηση: Στο άρθ. 700 § 3 ΚΠολΔ, αναφορικά με τις προσωρινές διαταγές, έχει ξεχασθεί η παραπομπή στο άρθ. 691 § 2, ενώ το ορθό είναι η παραπομπή να γίνεται πλέον στο προτεινόμενο νέο άρθρο 691Α.
    Η εμπιστοσύνη του πολίτη στη Δικαιοσύνη, περνάει ΜΟΝΟ μέσα από την ορθή αιτιολογία των αποφάσεων, που αποδεικνύει και την ποιότητα του Δικαστή. Έχω υπόψη μου περίπτωση δικαστή, ο οποίος εξέδιδε ταχύτατα αναιτιολόγητες και φυσικά, σχεδόν ΠΑΝΤΑ, λανθασμένες αποφάσεις. Τέτοια Δικαιοσύνη θέλουμε; Δεν νομίζω.
    Είναι λάθος να θεωρούμε ότι ο διάδικος που νίκησε δεν ενδιαφέρεται για την αιτιολογία της απόφασης. Ίσως μάλιστα να ενδιαφέρεται και περισσότερο, μερικές φορές, από τον εναγόμενο, όπως όταν η αγωγή απορρίπτεται ως αόριστη κι όχι ως αβάσιμη.

  • 24 Μαρτίου 2014, 15:05 | Ν.Λ.

    Οι διαφορετικές απόψεις του κου Ντην και του κου Κατρά αντικατοπρίζουν τη διαφορετική σκοπιά από την οποία βλέπουν οι παράγοντες της διαδικασίας τις επελθούσες μεταβολές. Ο κος Ντην (ως δικαστικός λειτουργός) προτείνει την ελάφρυνση των δικαστών από την αιτιολογία των ασφ. μέτρων (ας τονίσω ότι η «αυθαιρεσία του δικαστή», κατά τον κο Κατρά, μπορεί να υπάρχει και από μια αιτιολογημένη αποφαση, αφού ο δικαστής μπορεί να χρησιμοποιήσει τα αποδεικτικά μέσα κατά το δοκούν, αλλά πολύ περισσότερο και από μια συνοπτική αιτιολογία που πλέον ορίζεται ρητά στον ΚΠολΔ) με στόχο την ταχύτερη έκδοση των σχετικών αποφάσεων. Αντίθετα ο κος Κατράς (ως δικηγόρος) προτείνει την επέκταση της αιτιολογίας και στις προσωρινές διαταγές, πράγμα που ακόμα και σήμερα ζητούν πολλοί δικηγόροι όταν χάνουν μια προσωρινή διαταγή (τέτοια αιτιολογία ωστόσο δεν ζητείται όταν κερδίζεται μια προσωρινή διαταγή).
    Άραγε μήπως θα πρέπει να εξετάσουμε ποια από τις δύο απόψεις θα επιφέρει καλύτερα αποτελέσματα στην ταχύτερη και ορθότερη -πάντα- απονομή της δικαιοσύνης και να κατευθυνθούμε προς την αντίστοιχη κατεύθυνση στο μέλλον με την τροποποίηση και άλλων διατάξεων (π.χ. για την συνοπτική αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων).
    Οι απόψεις του κου Κατρά -καθ΄ολα σεβαστές-, οι οποίες πιστεύω ότι απηχούν και τις θέσεις του μεγαλύτερου μέρους του δικηγορικού κόσμου, δεν έχουν οδηγήσει σε θετικά αποτελέσματα μέχρι στιγμής (παρά μόνο σε αλλεπάλληλες τροποποιήσεις του ΚΠολΔ τα τελευταία χρόνια προς το σκοπό του «εξορθολογισμού και της επιτάχυνσης της δικαιοσύνης» χωρίς κανένα αποτέλεσμα).
    Μήπως θα πρέπει να κατευθυνθούμε, επομένως, στην άλλη άποψη πλέον;
    Με την ευκαιρία της σχετικής γόνιμης αντιπαράθεσης μεταξύ των παραπάνω συλλειτουργών της δικαιοσύνης παρέθεσα κάποιες απόψεις, οι οποίες μάλλον έπρεπε να τεθούν στο κεφάλαιο «Γενικές Παρατηρήσεις». Οι απόψεις αυτές πρέπει να αποτελέσουν το «πνεύμα» στο οποίο πρέπει να γίνει η σύνταξη του νέου ΚΠολΔ (λάθη του παρελθόντος πρέπει να είναι μάθημα για το μέλλον).
    Τι επιζητούμε δηλαδή: γρήγορη απονομή της δικαιοσύνης (το ορθή θεωρώ ότι έχει να κανει με το δικαστή που δικάζει και όχι με την αιτιολογία της απόφασης) ή να ικανοποιούμε τον ηττηθέντα διάδικο (γιατί ο νικήσας διάδικος ενδιαφέρεται μόνο για το διατακτικό της απόφασης και όχι για την αιτιολογία) και κατ΄επέκταση το δικηγόρο του αναφορικά με την «αδυναμία» τους να αποδεχθούν ότι έχουν ηττηθεί (άλλωστε και η αιτιολογημένη απόφαση τις περισσότερες φορές δεν ικανοποιεί τον ηττηθέντα διάδικο, που τη θεωρεί εσφαλμένη);
    Το πρόβλημα ξεκινά από την εμπιστοσύνη που έχει ο πολίτης στη δικαιοσύνη. Αν υπάρχει αυτή (που εκεί πρέπει να επενδύσουμε και όχι σε αιτιολογίες των αποφάσεων) τότε δεν θα μιλάμε για «αυθαιρεσία δικαστή» από την αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων.
    Άραγε οι ποινικές αποφάσεις, που εκφωνούνται επί έδρας, δεν θάλπουν μια τέτοια αυθαιρεσία; Και εκεί μιλάμε για την ελευθερία του ατόμου και όχι για την επιδίκαση μιας διατροφής.
    Το γεγονός ότι σε ορισμένες κατηγορίες ποινικών αποφάσεων δεν συντάσσεται αποφαση παρά μόνο απόσπασμα δεν θάλπει μια τέτοια αυθαιρεσία;
    Γιατί, λοιπόν, να μην προβλέπεται το ίδιο και στις αποφάσεις των ασφ. μέτρων;
    Ερωτήματα που θα έπρεπε να απασχολήσουν τους συντάκτες του νομοσχεδίου πριν δοθεί σε ψήφιση.

  • 23 Μαρτίου 2014, 20:58 | Ιωάννης Τσαρουχάς

    Η παράγραφος 3 του άρθρου 700 πρέπει να διορθωθεί από τo εσφαλμένο «Οι προσωρινές διαταγές που αναφέρονται στο άρθρο 691 παρ. 2 εκτελούνται μόλις καταχωριστούν…» στο ορθό «Οι προσωρινές διαταγές που αναφέρονται στο άρθρο 691Α εκτελούνται μόλις καταχωριστούν …».

  • 20 Μαρτίου 2014, 12:50 | ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΡΥΔΗΣ

    Να προστεθεί στο άρθρο 698 ότι ο συμβιβασμός στα πλαίσια της δίκης ασφαλιστικών μέτρων περατώνει την υπόθεση οριστικά, κι όχι μόνο στα πλαίσια της τακτικής δίκης, δηλ. εάν οι διάδικοι είναι έτοιμοι να ‘κλείσουν’ την υπόθεση οριστικά, καλό είναι να μην αποτρέπονται από την περαιτέρω διαδικασία άσκησης τακτικής αγωγής.
    Με τον τρόπο αυτό επιταχύνεται η απονομή της δικαιοσύνης και δίνεται η δυνατότητα στους διαδίκους να λήξουν την υπόθεση χωρίς να χρειαστεί να οδηγηθούν στο περιττό έξοδο της άσκησης τακτικής αγωγής.

  • 19 Μαρτίου 2014, 12:11 | ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΡΥΔΗΣ

    Εφόσον πρόθεση της Πολιτείας είναι η ψήφιση νέου κώδικα, καλό θα είναι κάποιες παγιωμένες αντιλήψεις να αναθεωρηθούν. Έτσι, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι δικαίωμα που χρήζει περαιτέρω προστασίας δεν είναι μόνο το της νομής, ώστε να δικαιολογείται μόνον εκεί η άσκηση έφεσης, αλλά και κάθε άλλο δικαίωμα. Ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν σημαντικότατες περιπτώσεις (π.χ. επιμέλεια, ΑΚ 57 κ.ά.) στις οποίες απαιτείται η πρωτόδικη κρίση να ελεγχθεί. Από την εποχή που σημαντική ήταν η νομή ενός χωραφιού έχει παρέλθει ικανό χρονικό διάστημα και πλείστα όσα δικαιώματα έχουν αναδειχθεί ως ζωτικά. Θεωρώ λοιπόν,ότι ο σύγχρονος τρόπος ζωής επιτάσσει να επιτρέπεται η άσκηση εφέσεως σε όλες ανεξαιρέτως τις υποθέσεις ασφαλιστικών, κι όχι μόνο στις υποθέσεις νομής.

  • 18 Μαρτίου 2014, 02:02 | ΣΤΑΥΡΟΣ ΝΤΗΝ [ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ ΧΑΝΙΩΝ]

    Δεν συμφωνώ με την άποψη του κ. ΚΑΤΡΑ, οτι αν εκδίδεται διάταξη στα ασφαλιστικά μέτρα και οχι απόφαση, αυτό θάλπει την αυθαιρεσία του δικαστή. Ως Δικαστής δεν έχω δει υποθεση ασφαλιστικών μέτρων που να μην καταλήγει σε σύνταξη αγωγής. Επίσης, καμμία υπόθεση ΔΕΝ επιλύεται από την αιτιολογία των αποφάσεων των ασφαλιστικών μέτρων, καθώς η απόφαση επι ασφαλιστικών μέτρων ΔΕΝ έχει ΚΑΜΜΙΑ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΕΠΙΡΡΟΗ στην τακτική διαδικασια, οπού τελικά θα φτάσει η υπόθεση. Ο ίδιος ο νομοθέτης θέλει την απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων να εκδίδεται ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ή ΕΝΤΟΣ ΔΥΟ ΗΜΕΡΩΝ. Τούτο το πράττει ΟΧΙ επειδή τον ενδιαφέρει η αιτιολογία, αλλά διότι δεν θέλει άλλες καταδίκες απο το Ευρωπαικό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

    Η τυχόν πρόβλεψη στοιχειώδους αιτιολογίας και στις προσωρινές διαταγές θα ήταν το ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΣΦΑΛΜΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΘΕΤΗ και η καταδίκη κάθε προσπάθειας για επιτάχυνση της δίκης. Στα Δικαστήρια εκδικάζονται χιλιάδες προσωρινές διαταγές το μήνα, εαν εισάγουμε την αιτιολογία σ´ αυτές θα πρέπει να ξεχάσουμε την ΔΙΚΑΙΗ ΔΙΚΗ.
    ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ = Μέχρι να γράψει ο Δικαστής την προσωρινή διαταγή απαγόρευσης απόπλου με αιτιολογία, έστω και συνοπτική, το πλοίο θα έχει φθάσει στις Μπαχάμες. Επομένως άχρηστη θα εΐναι η προσωρινή διαταγή, αφου το πλοίΟ θα έχει κάνει φτερά. Άδικος θα έχει πάει ο κοπος του αιτούντος αλλά και του Δικαστή.

    Λέτε οτι Δεν μπορεί ένα διάδικος να καθίσταται δέσμιος μιας αναιτιολόγητης προσωρινής διαταγής, επειδή τα δικαστήρια δεν μπορούν να δώσουν σύντομες δικασίμους για τη συζήτηση της αίτησης. Πως να δώσω σύντομη δικάσιμο οταν δεν υπάρχουν αίθουσες. Στο Ειρηνοδικείο Χανίων που δικάζω εγω, οι υποθέσεις τις περισσότερς Παρασκευές δικάζονται ιδιωτικά στο γραφείο του προέδρου Υπηρεσίας και οχι ΔΗΜΟΣΙΑ που ορίζει το ΣΥΝΤΑΓΜΑ. Τούτο το γνωρίζουν ΟΛΟΙ οι υπηρεσιακοι παράγοντες και όποιος πει οτι δε το γνωρίζει είναι μεγάλος ψεύτης……μήπως εν τέλει είναι προτιμότερο να αιτιολογώ την εκάστοτε προσωρινή διαταγή αλλά να εκδικάζω τις υποθέσεις ιδιωτικά, παραβιάζοντας κατάφωρα το Σύνταγμα ???????

  • Δεν συμφωνώ με την πρόταση του κ. ΝΤΗΝ, να εκδίδεται διάταξη στα ασφαλιστικά μέτρα. Αυτό θάλπει την αυθαιρεσία του δικαστή. Μην ξεχνάμε ότι πολλές υποθέσεις επιλύονται από την αιτιολογία των αποφάσεων των ασφαλιστικών μέτρων και δεν οδεύουν στην τακτική διαδικασία.
    Αντίθετα πιστεύω ότι θα πρέπει να προβλεφθεί στοιχειώδης αιτιολογία και στις προσωρινές διαταγές.

    Επί πλέον, η συζήτηση της αίτησης μετά την έκδοση της προσωρινής διαταγής δεν μπορεί να απέχει περισσότερο από αυτό που ορίζει ο νόμος, π.χ. 20 μέρες, πράγμα που στην πράξη είναι ανέφικτο και έτσι προσδιορίζεται δικάσιμος ακόμα για για διάστημα δύο ετών από την έκδοση της προσωρινής διαταγής.
    Πρέπει λοιπόν να προβλέπεται ότι η προσωρινή διαταγή ισχύει για 20 μέρες και μετά αποβάλει την ισχύ της, σε κάθε περίπτωση, εκτός αν περιέχει συνοπτική αιτιολογία. Δεν μπορεί ένα διάδικος να καθίσταται δέσμιος μιας αναιτιολόγητης προσωρινής διαταγής, επειδή τα δικαστήρια δεν μπορούν να δώσουν σύντομες δικασίμους για τη συζήτηση της αίτησης.

  • 10 Μαρτίου 2014, 18:12 | Κώστας Δημητρίου

    1) να είναι υποχρεωτική η αιτιολογία για όλες τις δικαστικές αποφάσεις-ακόμα και για τις προσωρινές διαταγές -> είτε αναφέρονται ως διάταξη, είτε ως απόφαση -> δεν μπορεί και ο Δικαστής να αυθαιρετεί όταν εκδίδει απόφαση σε προσωρινή διαταγή

    2) να προβλέπεται στην προσωρινή διαταγή (όταν γίνεται δεκτό τέτοιο αίτημα) η επίδοση του δικογράφου με την κλήση κλ. μέσω αστυνομικού οργάνου ή οργάνου του δικαστηρίου -> οπωσδήποτε δε η μέσω δικαστηρίου κοινοποίηση στο αρμόδιο κατά τόπο αστυνομικό τμήμα ή τμήμα λιμενικής αστυνομίας

  • 9 Μαρτίου 2014, 03:54 | ΣΤΑΥΡΟΣ ΝΤΗΝ [ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ ΧΑΝΙΩΝ]

    Σύμφωνα με το άρθρο 93 παρ. 2 του Συντάγματος, κάθε δικαστική απόφαση πρέπει να περιέχει πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και να απαγγέλλεται σε δημόσια συνεδρίαση. Ο συντακτικός νομοθέτης, θέλησε προφανώς να λάβει πρόνοια ώστε η δικαστική απόφαση να μην είναι αποτέλεσμα δικαστικής αυθαιρεσίας, αλλά προϊόν συλλογισμού του δικαστή σε σχέση με τα στοιχεία της δικογραφίας και τις διατάξεις του νόμου. Πέρα όμως από αυτά, είναι πλέον κοινός τόπος ότι οι περισσότερες δικαστικές αποφάσεις, ιδιαίτερα των πολιτικών δικαστηρίων, αναλίσκονται σε απέραντους συλλογισμούς με αποτέλεσμα να δίνεται η εικόνα σε έναν τρίτο παρατηρητή, ότι ο δικαστής δεν αιτιολογεί την απόφασή του, αλλά «απολογείται» τρόπον τινά στον ηττημένο διάδικο για την απόφαση που εξέδωσε. Δεν πρέπει να λησμονείται το γεγονός ότι, η πλήρης και εμπεριστατωμένη αιτιολογία (όπως απαιτεί το άρθρο 93 παρ. 2 του Συντάγματος), αποτελεί και έναν από τους λόγους της καθυστέρησης στην απονομή της δικαιοσύνης. Στον αντίποδα του άρθρου 93 παρ. 2 βρίσκεται το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος το οποίο καθιερώνει το δικαίωμα δικαστικής προστασίας, στο περιλαμβάνεται και το δικαίωμα του προσφεύγοντα στη δικαιοσύνη, όπως η υπόθεσή του δικασθεί εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, ούτως ώστε να μην καταντήσει η δικαστική απόφαση κενό γράμμα. Δεν πρέπει να μας διαλάθει της προσοχής, ότι η Χώρα μας έχει καταδικασθεί επανειλημμένα από το ΕΔΑΔ για καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης.
    ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
    1 – Επι ασφαλιστικών μέτρων να εκδίδεται ΔΙΑΤΑΞΗ και ΟΧΙ ΑΠΟΦΑΣΗ, οπότε και ΔΕΝ θα χρειάζεται πλήρης και εμπεριστατωμένη αιτιολογία.

  • 8 Μαρτίου 2014, 15:36 | Δημητριος Λαμπράκης δικηγόρος

    Να είναι υποχρεωτική, εφόσον υποβληθεί αίτημα, η επικοινωνία του Δικαστή με τα ανήλικα στην διαδικασία των ασφαλιστικών μετρων, παρουσία είτε παιδοψυχολόγου είτε κοινωνικού λειτουργού και εκπαιδευτικού με βαθμό υποδιευθυντή τους οποίους θα ορίζει ο Δικαστής και οι ερωτήσεις – απόψεις των θα διατυπώνονται εγγράφως. Στα ασφαλιστικά μέτρα επιμέλειας να τηρούνατι απαραίτητα πρακτικά.

    Θα πρέπει να δώσουμε δυνατότητα έφεσης στα ασφαλιστικά μέτρα που αποφασίζουν για την επιμέλεια ανηλίκων & μετοίκηση γονέα που είναι κύριος του ακινήτου με την προυπόθεση α) η εκκαλουμένη να κρίνει επί αντιθέτων αιτήσεων ασφ. μέτρων, β) η έφεση να ασκείτε εντός 10ημέρου από την δημοσίευση, γ) να συζητείτε από το Πολυμελές Πρωτ/κείο, άνευ αναβολής, εντός 15 ημερών από την άσκηση αυτής

    Τα παραπάνω αποτελούν ανάγκη διότι η παραμικρή δικαστική πλάνη ή επιπολαιότητα σε συνδυασμό με τον όγκο υποθέσεων των Πρωτ/κείων μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη αποξένωση γονέων [που χάνουν την επιμέλεια] από τα παιδιά τους και οκονομική εξόντωση του μετοικούντος γονέα.