«Σας παρακαλούμε να σχολιάσετε τα επι μέρους σημεία του Κώδικα αναφέροντας το συγκεκριμένο άρθρο, παράγραφο ή εδάφιο στο οποίο αναφέρεται το σχόλιό σας»
ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ
ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πταίσματα
Άρθρο 4091. Πταίσματα που καταλαμβάνονται επ` αυτοφώρω. Σύλληψη για πταίσμα. Σε περίπτωση αυτόφωρου πταίσματος επιτρέπεται η σύλληψη του δράστη από κάθε αστυνομικό όργανο που έσπευσε ή από ανακριτικό υπάλληλο για την άμεση εισαγωγή του σε δίκη, όταν αυτή είναι δυνατή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του επόμενου άρθρου ή για τη βεβαίωση της ταυτότητας του σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του επόμενου άρθρου.
Άρθρο 410. Άμεση εισαγωγή σε δίκη ή βεβαίωση της ταυτότητας.1. Αν συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις του άρθρου 409, εκείνος που έχει συλληφθεί οδηγείται αμέσως στο δημόσιο κατήγορο και στο πταισματοδικείο του τόπου όπου συνελήφθη, αν υπάρχει πταισματοδικείο που συνεδριάζει εκείνη την ώρα ή μπορεί να συνεδριάσει αμέσως, και εισάγεται αμέσως σε δίκη και εκεί προσκομίζονται και οι σχετικές αποδείξεις.
2. Αν δεν υπάρχει στον τόπο όπου συνελήφθη πταισματοδικείο ή αυτό δεν μπορεί να συνεδριάσει αμέσως, προσάγεται χωρίς αναβολή στο πλησιέστερο αστυνομικό κατάστημα, όπου εξετάζεται και συντάσσεται έκθεση, από τον ίδιο που τον συνέλαβε ή άλλο αστυνομικό υπάλληλο, και αφού βεβαιωθεί η ταυτότητα του αφήνεται ελεύθερος.
Άρθρο 411. Χρόνος και τόπος των συνεδριάσεων του πταισματοδικείου.- Προκειμένου να εκδικάσει τα πταίσματα που καταλαμβάνονται επ` αυτοφώρω, το πταισματοδικείο μπορεί να συνεδριάζει οποιαδήποτε ημέρα και ώρα στο ακροατήριό του ή σε άλλον τόπο, που ορίζεται με διαταγή του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Στις πόλεις όπου υπάρχουν διορισμένοι περισσότεροι πταισματοδίκες μπορεί να οριστεί κατά τον ίδιο τρόπο ότι το πταισματοδικείο θα συνεδριάζει μόνιμα ημέρα και νύχτα ή κάθε ημέρα και ορισμένες νυχτερινές ώρες.
Άρθρο 412. Πρόσκληση των μαρτύρων. Ανακοίνωση της κατηγορίας.- Για να εισαχθεί αμέσως σε δίκη ο δράστης που έχει συλληφθεί επ` αυτοφώρω ο ανακριτικός υπάλληλος ή το αστυνομικό όργανο που τον συνέλαβε έχει υποχρέωση ταυτόχρονα να καλέσει προφορικά τους παρόντες μάρτυρες κατηγορίας και υπεράσπισης, αυτοί έχουν υποχρέωση να μεταβούν μαζί του στο αρμόδιο δικαστικό ή αστυνομικό κατάστημα αν δεν προσέλθουν ύστερα από την κλήση, εφαρμόζονται τα άρθρα 231 και 232. Αν ο δημόσιος κατήγορος κρίνει ότι η πράξη έχει πράγματι το χαρακτήρα πταίσματος, διατυπώνει την κατηγορία γραπτά ή προφορικά και την ανακοινώνει στον κατηγορούμενο αμέσως πριν από την έναρξη της δίκης. Αν όμως κρίνει ότι η πράξη είναι πλημμέλημα, παραπέμπει εκείνον που έχει συλληφθεί στον εισαγγελέα σύμφωνα με το άρθρο 279.
Άρθρο 413. Παραπομπή στην κοινή διαδικασία.- Αν ο πταισματοδίκης κρίνει ότι το πταίσμα δεν έχει καταληφθεί επ` αυτοφώρω ή αν οι αποδείξεις που προσκομίζονται δεν είναι επαρκείς, παραπέμπει την υπόθεση στην κοινή πταισματική διαδικασία και αφήνει ελεύθερον εκείνον που έχει συλληφθεί. Ως προς τα υπόλοιπα τηρούνται οι κανόνες της κύριας διαδικασίας στο ακροατήριο.
Άρθρο 414.2. Πταίσματα που βεβαιώνονται με έκθεση. Διαδικασία.- `Οταν δημόσια αρχή ή δημόσιος υπάλληλος ή αστυνομικό όργανο, έχοντας σχηματίσει δική του αντίληψη κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του, καταμηνύει κάποιον για πταίσμα, ο αρμόδιος πταισματοδίκης, μόλις πάρει τη μήνυση και ύστερα από έγγραφη πρόταση του δημόσιου κατηγόρου, όπου υπάρχει, επιβάλλει στον παραβάτη σε δημόσια συνεδρίαση τη νόμιμη ποινή αν ο πταισματοδίκης θεωρεί ότι τα στοιχεία που προσκομίζονται δεν είναι επαρκή για να σχηματίσει την πεποίθησή του, παραπέμπει την υπόθεση στη συνήθη διαδικασία. Αν δεν πείθεται για την ενοχή του κατηγορουμένου, τον αθωώνει.
Άρθρο 415. Απόφαση και αντιρρήσεις εναντίον της.- Στην απόφαση, που μπορεί να γραφεί και κάτω από την έκθεση με την οποία βεβαιώνεται η παράβαση, πρέπει, εκτός από το συνηθισμένο περιεχόμενο, να μνημονεύεται και ότι επιτρέπεται σ’ εκείνον που καταδικάστηκε να υποβάλλει μέσα σε οκτώ ημέρες από την επίδοση αντιρρήσεις, με έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας του πταισματοδικείου που εξέδωσε την απόφαση ή ο γραμματέας πταισματοδικείου του τόπου διαμονής του. Στην έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας του πταισματοδικείου που εξέδωσε την απόφαση πρέπει να σημειώνεται η δικάσιμος κατά την οποία θα συζητηθούν οι αντιρρήσεις σύμφωνα με το άρθρο 416.
Άρθρο 416. Συζήτηση στο ακροατήριο.- 1. Αν οι αντιρρήσεις προβληθούν εμπρόθεσμα σύμφωνα με το άρθρο 415, η απόφαση που εκδόθηκε ανατρέπεται, και η υπόθεση εισάγεται για να συζητηθεί με την κοινή διαδικασία στην πρώτη δικάσιμο ύστερα από δέκα ημέρες από την προβολή των αντιρρήσεων κατά το άρθρο 415, την ημέρα αυτή ο κατηγορούμενος οφείλει να εμφανιστεί χωρίς κλήτευση, προσκομίζοντας και τα αποδεικτικά του μέσα. Διαφορετικά, δικάζεται σαν να ήταν παρών. Αν οι αντιρρήσεις έχουν υποβληθεί στο γραμματέα άλλου πταισματοδικείου, η υπόθεση συζητείται ύστερα από προηγούμενη κλήτευση του κατηγορουμένου (άρθρ. 166). Αναβολή της συζήτησης δεν επιτρέπεται για κανένα λόγο. Κατά της απόφασης επιτρέπεται η άσκηση των ένδικων μέσων που προβλέπονται από τον κώδικα.
2. Αν δεν προβληθούν εμπρόθεσμα αντιρρήσεις, η απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 415 εκτελείται. Έφεση και αναίρεση εναντίον της επιτρέπεται σύμφωνα με τις κοινές διατάξεις. Η σχετική προθεσμία αρχίζει με την εκπνοή της προθεσμίας για την προβολή των αντιρρήσεων.
3.Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και για τον απόντα κατηγορούμενο που καταδικάστηκε ανεκκλήτως κατά την κοινή διαδικασία, εφόσον δεν είχε κλητευθεί νομίμως ή είχε καταβάλει το πρόστιμο για την παράβαση που καταμηνύθηκε πριν από την εκδίκαση της υπόθεσης.
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πλημμελήματα
1.Πλημμελήματα που καταλαμβάνονται επ` αυτοφώρω
Άρθρο 417. Άμεση παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο.- Αν ο δράστης οποιουδήποτε πλημμελήματος έχει συλληφθεί επ` αυτοφώρω, ακολουθείται η διαδικασία που αναφέρεται στα επόμενα άρθρα, εκτός αν ο εισαγγελέας κρίνει ότι συντρέχουν λόγοι να μην εφαρμοστεί αυτή η διαδικασία.
Άρθρο 418.- 1. Ο ανακριτικός υπάλληλος ή το αστυνομικό όργανο που συνέλαβε το δράστη επ` αυτοφώρω έχει την υποχρέωση να τον φέρει αμέσως ή, αν η σύλληψη έγινε έξω από την έδρα του δικαστηρίου, μέσα στον απόλυτα αναγκαίο για τη μεταφορά χρόνο, στον αρμόδιο εισαγγελέα μαζί με την έκθεση για τη σύλληψη και τη βεβαίωση του εγκλήματος, που πρέπει υποχρεωτικά να τη συντάξει ο εισαγγελέας μπορεί να παραπέμψει τον κατηγορούμενο αμέσως, χωρίς γραπτή προδικασία, στο ακροατήριο του αρμόδιου δικαστηρίου που συνεδριάζει την ημέρα εκείνη, το οποίο και ασχολείται αμέσως με την εκδίκαση της κατηγορίας.
Αν κατά την ημέρα αυτή δε συνεδριάζει το αρμόδιο δικαστήριο, ορίζεται έκτακτη δικάσιμη για την ίδια ημέρα ή, όταν υπάρχει απόλυτη αδυναμία συγκρότησης του δικαστηρίου αυθημερόν, για την επόμενη ημέρα. Ο εισαγγελέας γνωστοποιεί προφορικά τα στοιχεία της κατηγορίας στον κατηγορούμενο χωρίς να απαιτείται η κοινοποίηση σ` αυτόν κλητηρίου θεσπίσματος. Για την παραπάνω γνωστοποίηση συντάσσεται και προσαρτάται στη δικογραφία συνοπτική έκθεση που υπογράφεται από τον εισαγγελέα, το γραμματέα και τον κατηγορούμενο και σε περίπτωση ανάγκης μόνο από τον εισαγγελέα και τον κατηγορούμενο.
2. Αν το πλημμέλημα διώκεται μόνο με έγκληση, αυτή μπορεί να υποβληθεί και προφορικά σ` εκείνους που έχουν τη δυνατότητα να συλλάβουν το δράστη αυτόφωρου εγκλήματος, οπότε η σχετική δήλωση περιλαμβάνεται στην έκθεση για τη σύλληψη (αρ. 275 παρ. 2).
Άρθρο 419.Κράτηση του κατηγορουμένου.- Αν η εκδίκαση της υπόθεσης πρόκειται να γίνει την επόμενη ημέρα, ο εισαγγελέας μπορεί να διατάξει την κράτηση του κατηγορουμένου στο αστυνομι¬κό κρατητήριο, αλλά αυτή δεν επιτρέπεται να παραταθεί περισσότε¬ρο από είκοσι τέσσερις ώρες από την προσαγωγή. Αν μέσα σ’ αυτή την προθεσμία δεν καταστεί δυνατή για οποιοδήποτε λόγο η σύγκλη¬ση του δικαστηρίου και η εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο, ο εισαγγελέας παραπέμπει την υπόθεση στην τακτική διαδικασία.
Άρθρο 420. Κλήτευση των συναιτίων.- Αν η εκδίκαση της υπόθεσης δεν πρόκειται να γίνει την ίδια μέρα κατά την οποία ο δράστης προσάγεται ενώπιον του εισαγγελέα, ο εισαγγελέας μπορεί να παραπέμψει στο ακροατήριο μαζί με τον κατηγορούμενο και τους άλλους συναίτιους που δεν έχουν συλληφθεί. Σ’ αυτή την περίπτωση ο ίδιος φροντίζει για να επιδοθεί σ` αυτούς κλητήριο θέσπισμα χωρίς την τήρηση καμιάς προθεσμίας.
Άρθρο 421. Κλήτευση μαρτύρων.- 1. Εκείνος που σύμφωνα με το άρθρο 418 πραγματοποίησε τη σύλληψη έχει υποχρέωση να κλητεύσει προφορικά τους μάρτυρες, καθώς και αυτούς που προτείνονται από τον κατηγορούμενο (αρ. 327 παρ. 1), αναφέροντας την κλήτευση αυτή στην έκθεση σύλληψης. Αν η εκδίκαση της υπόθεσης πρόκειται να γίνει την επόμενη ημέρα της προσαγωγής του κατηγορουμένου στον εισαγγελέα, μπορεί αυτός να διατάξει την προφορική επίσης κλήτευση των μαρτύρων με οποιοδήποτε πρόσφορο τρόπο, ακόμη και με τη φροντίδα εκείνου που συνέλαβε το δράστη.
2. Στους μάρτυρες που καλούνται με αυτό τον τρόπο επιβάλλονται σε περίπτωση απείθειας οι ποινές της λιπομαρτυρίας και η βίαιη προσαγωγή, η οποία διατάσσεται από το δικαστήριο και εκτελείται χωρίς χρονοτριβή, ακόμα και κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης.
3. Εκείνος που πραγματοποίησε τη σύλληψη δεν εξετάζεται ως μάρτυρας, παρά διαβάζεται στο ακροατήριο η έκθεσή του για τη σύλληψη και για τη βεβαίωση του εγκλήματος. Μπορεί όμως το δικαστήριο, με αίτηση του εισαγγελέα ή ενός από τους διαδίκους ή και αυτεπαγγέλτως, να επιτρέψει την εξέτασή του.
4.Τα δικαιώματα και τα οδοιπορικά των μαρτύρων εκκαθαρίζονται από εκείνον που διευθύνει τη συζήτηση και πληρώνονται κατά τις κοινές διατάξεις.
Άρθρο 422.Πολιτική αγωγή.- Ο πολιτικώς ενάγων έχει τη δυνατότητα να φέρει μάρτυρες χωρίς να τους γνωστοποιήσει προηγουμένως στον κατηγορούμενο.
Άρθρο 423.Δικαιώματα του κατηγορουμένου.- 1. Αν το ζητήσει ο κατηγορούμενος, το δικαστήριο πρέπει να του διορίσει συνήγορο. Οφείλει επίσης να αναβάλει την εκδίκαση της υπόθεσης μέσα σε τρείς ημέρες, αν το ζητήσει ο κατηγορούμενος για να ετοιμάσει την υπεράσπισή του, και να αποφανθεί συγχρόνως για την άρση ή τη διατήρηση της κράτησής του. Ο διευθύνων τη συνεδρίαση ενημερώνει τον κατηγορούμενο για αυτά του τα δικαιώματα.
Άρθρο 424. Αναβολή για ισχυρότερες αποδείξεις.-Το δικαστήριο μπορεί να αναβάλει μία μόνο φορά τη συζήτηση σε ρητή δικάσιμο, που δεν πρέπει να απέχει περισσότερο από δεκαπέντε ημέρες, για ισχυρότερες αποδείξεις ή για να κλητευθούν και οι συναίτιοι εκείνου που έχει συλληφθεί, αν αυτοί παραπέμφθηκαν μαζί του στο ακροατήριο, σύμφωνα με το άρθρο 420, αλλά δεν κλητεύθηκαν. Σ’ αυτήν την περίπτωση το δικαστήριο διατάσσει την άρση της κράτησης και αποφαίνεται συγχρόνως για την επιβολή ή όχι περιοριστικών όρων στον κατηγορούμενο αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 282.
Άρθρο 425. Αναβολή συζήτησης και μάρτυρες.-Σε περίπτωση αναβολής της συζήτησης κατά τις περιπτώσεις των δύο προηγούμενων άρθρων όλοι οι παρόντες μάρτυρες και κατηγορούμενοι υποχρεούνται να προσέλθουν στη νέα ρητά δικάσι¬μο χωρίς άλλη κλήτευση. Συναίτιοι που παραπέμπονται και δεν έχουν κλητευτεί κλητεύονται το λιγότερο είκοσι τέσσερις ώρες πριν από τη νέα δικάσιμο. Άλλοι μάρτυρες που δεν προσήλθαν μπορούν να κλη¬τευθούν και προφορικά σύμφωνα με το άρθρο 421 παρ. 1, ενώ μπορεί επίσης να διαταχθεί βίαιη προσαγωγή μαρτύρων κατηγορίας και υπε¬ράσπισης που κλήθηκαν κατά το άρθρο 421 παρ. 2 και δεν προσήλθαν.
Άρθρο 426. Συζήτηση.- Κατά τα λοιπά, η συζήτηση στο ακροατήριο γίνεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα. Αν το δικαστήριο κρίνει ότι το έγκλημα δεν έχει καταληφθεί επ` αυτοφώρω ή ότι, ακόμη και ύστερα από την αναβολή που έδωσε σύμφωνα με το άρθρο 423 παρ. 2, οι αποδείξεις εξακολουθούν να είναι ανεπαρκείς και χρειάζονται συμπλήρωση, παραπέμπει την υπόθεση στην τακτική διαδικασία και ταυτόχρονα αποφαίνεται για την τύχη των περιοριστικών όρων σύμφωνα με το άρθρο 282.
Άρθρο 427. Συνοπτική διαδικασία επί στρατιωτικών.- Με τη συνοπτική διαδικασία των προηγούμενων άρθρων δικάζονται και οι στρατιωτικοί, όταν για το πλημμέλημα που τέλεσαν και εμπίπτει στο άρθρο 417 υπάγονται στα κοινά δικαστήρια σύμφωνα με τις διατάξεις του στρατιωτικού ποινικού κώδικα.
ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΑΠΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Πλημμελήματα
Άρθρο 428. Κλήτευση στο ακροατήριο.- Αν ο κατηγορούμενος για πλημμέλημα έχει παραπεμφθεί στο ακροατήριο του αρμόδιου δικαστηρίου», απουσιάζει όμως από τον τόπο της κατοικίας του και είναι άγνωστη η διαμονή του, ο εισαγγελέας τον καλεί στην ορισμένη δικάσιμο σύμφωνα με τα άρθρα 320 και 321. Η επίδοση γίνεται κατά το άρθρο 156.
Άρθρο 429. Συζήτηση και απόφαση.- 1. Αν ο κατηγορούμενος εμφανιστεί στο ακροατήριο, η συζήτηση γίνεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 339-373.
2. Αν ο κατηγορούμενος δεν εμφανιστεί, ο σύζυγος και κάθε συγγενής του εξ αίματος έως δ` βαθμού ή εξ αγχιστείας έως β` βαθμού (προτιμάται ο πλησιέστερος κατά βαθμό και ο εξ αίματος έναντι του εξ αγχιστείας) μπορεί να εμφανιστεί και να διορίσει συνήγορο για τον κατηγορούμενο που εκπροσωπείται από αυτόν και δικάζεται σαν να ήταν παρών. Αν η υπεράσπιση ισχυριστεί και αποδείξει ότι ο κατηγορούμενος έχει γνωστό και ορισμένο τόπο διαμονής, η συζήτηση αναβάλλεται υποχρεωτικά, με αίτηση της υπεράσπισης σε ρητή δικάσιμο που απέχει τουλάχιστον δεκαπέντε ημέρες, στην οποία ο κατηγορούμενος οφείλει να εμφανιστεί χωρίς κλήτευση. Αν δεν ζητηθεί η αναβολή ή κανένας συγγενής δεν εμφανιστεί για να εκπροσωπήσει τον κατηγορούμενο, η συζήτηση γίνεται σύμφωνα με τις συνηθισμένες για τα πλημμελήματα διατυπώσεις, και η καταδικαστική απόφαση που εκδίδεται υπόκειται στα ένδικα μέσα της έφεσης και της αναίρεσης. Για να αρχίσουν όμως οι προθεσμίες για την άσκηση των ένδικων αυτών μέσων πρέπει να γίνει επίδοση της απόφασης κατά το άρθρο 156.
3. Σε περίπτωση ασκήσεως εφέσεως από τον κατηγορούμενο κατά της αποφάσεως που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία του προηγούμενου άρθρου και του παρόντος, ο εισαγγελέας, που είναι επιφορτισμένος με την εκτέλεση της αποφάσεως, μπορεί να διατάξει την αναβολή ή τη διακοπή της εκτέλεσης, ωσότου εκδικαστεί η έφεση. Η εφαρμογή του άρθρου 497 παρ. 7 και 8 δεν αποκλείεται.
Άρθρο 430. Αίτηση για την ακύρωση της απόφασης.- 1. Ο κατηγορούμενος που δεν εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από συνήγορο μπορεί, εφόσον η απόφαση είναι εξαρχής ή κατέστη ανέκκλητη, να ζητήσει την ακύρωσή της για το λόγο ότι κατά την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος δεν συνέτρεχαν οι όροι του άρθρου 428, καθορίζοντας συγχρόνως και τον τόπο στον οποίο τότε διέμενε, διαφορετικά η αίτησή του είναι απαράδεκτη. Η αίτηση γίνεται μέσα σε προθεσμία οκτώ ημερών από την εκτέλεση της απόφασης ή και πριν από αυτή, με έκθεση που συντάσσεται από τον γραμματέα του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση ή του δικαστηρίου του τόπου εκτέλεσης. Στην έκθεση εκείνος που υπέβαλε την αίτηση οφείλει να δηλώσει την τωρινή διαμονή του και να ορίσει αντίκλητο στην έδρα του δικαστηρίου, προς τον οποίο θα γίνονται όλες οι επιδόσεις και οι κοινοποιήσεις που αφορούν τον κατηγορούμενο, διαφορετικά, η αίτησή του είναι απαράδεκτη. Η αίτηση εισάγεται για συζήτηση στο δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση, την πρώτη δικάσιμο ύστερα από τρεις ημέρες από τη σύνταξη της σχετικής έκθεσης, χωρίς να καλείται εκείνος που υπέβαλε την αίτηση. Ο αρμόδιος εισαγγελέας οφείλει να κλητεύσει, χωρίς να τηρήσει καμιά προθεσμία, τους μάρτυρες που τυχόν του προτάθηκαν από εκείνον που υπέβαλε την αίτηση.
2. Η αίτηση ακύρωσης δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης. Μπορεί όμως ο εισαγγελέας του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση, μόλις πληροφορηθεί ότι ασκήθηκε η αίτηση ακύρωσης, να διατάξει την αναβολή ή τη διακοπή της εκτέλεσης. Σε περίπτωση που η εκτέλεση της ποινής δεν αναβληθεί ή δεν διακοπεί, ο αιτών μπορεί να προσφύγει στο δικαστικό συμβούλιο μέσα σε δύο ημέρες.
Άρθρο 431. Συζήτηση.- 1. Αν η αίτηση για ακύρωση αποδειχθεί βάσιμη, το δικαστήριο ακυρώνει την εκτελούμενη απόφαση και στην περίπτωση που δεν είναι δυνατή άμεση εκδίκαση της υπόθεσης, διατάσσει την απόλυση του κατηγορουμένου και προσδιορίζει τη νέα δικάσιμο κατά την οποία ο κατηγορούμενος έχει την υποχρέωση να εμφανιστεί χωρίς να κλητευθεί, διαφορετικά, δικάζεται σαν να ήταν παρών, με εφαρμογή των άρθρων 340 και 341. Κατά την νέα συζήτηση προσκαλούνται εκείνοι που εξετάστηκαν στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση που ακυρώθηκε, ακόμα και νέοι μάρτυρες που ο εισαγγελέας τους κρίνει χρήσιμους για να αποδειχτεί η αλήθεια, πάντοτε όμως διαβάζονται τα πρακτικά της συζήτησης που ακυρώθηκε.
2. Αν εκείνος που υπέβαλε την αίτηση δεν εμφανιστεί, η αίτησή του απορρίπτεται ως ανυποστήρικτη, και δεν του επιτρέπεται πλέον να ζητήσει και πάλι την ακύρωση της απόφασης. Το δικαστήριο όμως, αν προβληθούν λόγοι ανώτερης βίας ή άλλα ανυπέρβλητα αίτια και εξαιτίας των οποίων δεν μπορεί ο κατηγορούμενος να εμφανιστεί στη συζήτηση της αίτησης για ακύρωση, μπορεί να αναβάλει μία φορά μόνο τη συζήτηση σε ρητή δικάσιμο, στην οποία εκείνος που υπέβαλε την αίτηση οφείλει να προσέλθει χωρίς να κλητευθεί.
3.Εναντίον της απόφασης που απορρίπτει για οποιονδήποτε λόγο την αίτηση για ακύρωση της απόφασης δεν επιτρέπεται ένδικο μέσο.
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Κακουργήματα
Άρθρο 432.Αναστολή της εκδίκασης.-1. Αν κάποιος που παραπέμφθηκε στο ακροατήριο του αρμόδιου δικαστηρίου για κακούργημα, είναι άγνωστης διαμονής και δεν παρουσιαστεί ούτε συλληφθεί μέσα σε ένα μήνα από την επίδοση του παραπεμπτικού βουλεύματος σύμφωνα με το άρθρο 156, αναστέλλεται η διαδικασία στο ακροατήριο με διάταξη του εισαγγελέα του εφετείου, ωσότου συλληφθεί ή εμφανιστεί ο κατηγορούμενος. Η διάταξη αυτή πρέπει να τοιχοκολληθεί σύμφωνα με το άρθρο 156 παράγραφο 2. Οι διατάξεις του άρθρου 113 ΠΚ για την αναστολή της παραγραφής του αξιοποίνου εφαρμόζονται και εδώ.
2. Αν εκείνος που παραπέμφθηκε για κακούργημα είναι ή θεωρείται γνωστής διαμονής, δικάζεται σαν να ήταν παρών, αν κλητεύθηκε νόμιμα. Στην περίπτωση αυτή δεν είναι αναγκαίος ο διορισμός συνηγόρου σύμφωνα με τα άρθρα 340 παρ. 1 και 376.
3. Η διάταξη της παραγράφου 2 εφαρμόζεται αναλόγως και στο δικαστήριο που είναι αρμόδιο να δικάσει την έφεση, αν αυτός που αθωώθηκε σε πρώτο βαθμό για κακούργημα δεν εμφανιστεί για να δικαστεί κατ` έφεση που ασκήθηκε από τον εισαγγελέα και αποβλέπει στην καταδίκη του για κακούργημα.
Άρθρο 433. Παραπομπή της πολιτικής αγωγής στα πολιτικά δικαστήρια.- Αν διαταχθεί αναστολή σύμφωνα με το άρθρο 432, ο πολιτικώς ενάγων μπορεί να ασκήσει την πολιτική αγωγή του στο αρμόδιο πολιτικό δικαστήριο διατηρεί όμως το δικαίωμά του, σε περίπτωση εμφάνισης ή σύλληψης του κατηγορουμένου, να την ασκήσει στο ποινικό δικαστήριο, αν δεν εκδόθηκε οριστική απόφαση του πολιτικού δικαστηρίου.
Άρθρο 433 .Διαδικασία στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο. Το προηγούμενο άρθρο εφαρμόζεται αναλόγως και στο δικαστήριο που είναι αρμόδιο να δικάσει την έφεση, αν αυτός που αθωώθηκε σε πρώτο βαθμό για κακούργημα δεν εμφανιστεί για να δικαστεί κατ` έφεση που ασκήθηκε από τον εισαγγελέα και αποβλέπει στην καταδίκη του για κακούργημα.
Άρθρο 434. Δημοσίευση του παραπεμπτικού βουλεύματος.- Από τότε που τοιχοκολλήθηκε κατά το άρθρο 432 η διάταξη για την αναστολή και κάθε χρόνο γίνεται τοιχοκόλληση αποσπάσματος του παραπεμπτικού βουλεύματος κατά το άρθρο 156 παρ. 2 και κοινοποίησή του, με τη φροντίδα του εισαγγελέα εφετών, σε όλες τις αστυνομικές αρχές του κράτους, που προσκαλούνται να συλλάβουν τον κατηγορούμενο.
Άρθρο 435.Αίτηση ακύρωσης της διαδικασίας επί κακουργημάτων.- 1. Αν ο κατηγορούμενος, που καταδικάστηκε κατά το άρθρο 432 παράγραφοι 2 και 3, από λόγους ανώτερης βίας ή από άλλα ανυπέρβλητα αίτια δεν μπόρεσε εγκαίρως να γνωστοποιήσει με οποιονδήποτε τρόπο στο δικαστήριο ανυπέρβλητο κώλυμα εμφάνισης του στη δίκη και να ζητήσει την αναβολή της συζήτησης (άρθρο 349), μπορεί να υποβάλει αίτηση για ακύρωση της διαδικασίας που πραγματοποιήθηκε χωρίς την παρουσία του ή την εκπροσώπηση του από συνήγορο. Η αίτηση υποβάλλεται στον γραμματέα του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δεκαπέντε ημερών από την έκδοση της και αναφέρει τους λόγους ανώτερης βίας ή το ανυπέρβλητο κώλυμα. Νέα αίτηση για ακύρωση της ίδιας διαδικασίας είναι απαράδεκτη σε οποιουσδήποτε λόγους και αν στηρίζεται.
2. Η αίτηση αυτή δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης. Μπορεί όμως ο εισαγγελέας του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση, μόλις υποβληθεί η αίτηση για ακύρωση, να διατάξει την αναστολή της εκτέλεσης, έως ότου εκδικαστεί η αίτηση. Σε περίπτωση μη χορήγησης της αναστολής, ο αιτών δύναται να προσφύγει στο δικαστήριο ή, αν αυτό δεν συνεδριάζει, στο δικαστικό συμβούλιο μέσα σε δύο ημέρες. Η αίτηση για ακύρωση εισάγεται, χωρίς να κλητευθεί εκείνος που την υπέβαλε, στην πρώτη δικάσιμο του δικαστηρίου που δίκασε, το οποίο αποφασίζει αμετάκλητα. Το δικαστήριο όμως είναι δυνατόν να αναβάλει τη συζήτηση για την αίτηση σε μεταγενέστερη ορισμένη δικάσιμο, αν προβάλλονται λόγοι ανώτερης βίας ή άλλα ανυπέρβλητα αίτια, εξαιτίας των οποίων εκείνος που υπέβαλε την αίτηση δεν μπορεί να εμφανιστεί στη συζήτηση της αίτησης για ακύρωση. Αν γίνει δεκτή η αίτηση, ακυρώνεται η απόφαση που προσβάλλεται και διατάσσεται η νέα συζήτηση της υπόθεσης σε ρητή δικάσιμο, κατά την οποία ο κατηγορούμενος οφείλει να προσέλθει χωρίς να κλητευθεί. Η προθεσμία της έφεσης ή της αίτησης για αναίρεση της καταδικαστικής απόφασης αρχίζει μετά την πάροδο άπρακτης της ως άνω δεκαπενθήμερης προθεσμίας ή, σε περίπτωση υποβολής αίτησης ακυρώσεως, από την απόρριψη της.
ΤΡΙΤΟ ΤΜΗΜΑ
ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Έκδοση
Άρθρο 436. Γενικά. – 1. Αλλοδαπός μπορεί να παραδοθεί από τις ελληνικές αρχές στις αρμόδιες αρχές του κράτους όπου εκκρεμεί ενα¬ντίον του ποινική δίωξη ή έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση, μόνο εφόσον διαταχθεί η έκδοσή του.
2.Αν δεν ρυθμίζονται με διεθνή σύμβαση, οι όροι και οι διαδικα¬σία της έκδοσης αλλοδαπών διέπονται υπό τον όρο της αμοιβαιότη¬τας από τις διατάξεις των επόμενων άρθρων. Οι διατάξεις αυτές εφαρ¬μόζονται, ακόμη και αν υπάρχει σύμβαση, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με αυτή καθώς και στα σημεία που δεν ρυθμίζονται με τη σύμβαση.
Άρθρο 437. Πότε επιτρέπεται η έκδοση. – Η έκδοση αλλοδα¬πού: Α) Επιτρέπεται όταν αυτός κατηγορείται για αξιόποινη πράξη, που απειλείται, και από τον ελληνικό ποινικό νόμο και από το νόμο του κράτους που ζητεί την έκδοση, με στερητική της ελευθερίας ποι¬νή, της οποίας το ανώτατο όριο είναι πάνω από τρία έτη. Αν κατά το δίκαιο του εκζητούντος κράτους προβλέπεται για την αξιόποινη πρά¬ξη η ποινή του θανάτου, η έκδοση επιτρέπεται μόνο εφόσον το κρά¬τος τούτο δίνει επαρκείς εγγυήσεις στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ότι η ποινή αυτή δεν θα εκτελεστεί. Σε περίπτωση συρροής εγκλημάτων η έκδοση επιτρέπεται για όλα αν ένα απ’ αυτά τιμωρείται με μία από τις παραπάνω ποινές. Αν το πρόσωπο του οποίου ζητείται η έκδοση κα¬ταδικάσθηκε προηγουμένως αμετάκλητα από δικαστήριο οποιουδήποτε κράτους σε στερητική της ελευθερίας ποινή τουλάχιστον τριών μηνών για έγκλημα που δεν αναφέρεται στο άρθρο 438 στοιχ. γ’, και εφόσον η έκδοσή του ζητείται για έγκλημα που τελέστηκε καθ’ υπο¬τροπή, και κατά τον ελληνικό ποινικό νόμο και κατά το νόμο του κράτους που ζητεί την έκδοσή του, η έκδοση μπορεί να επιτραπεί αν το έγκλημα αυτό τιμωρείται ως πλημμέλημα με οποιαδήποτε στερητικής της ελευθερίας ποινή. Β)Επίσης η έκδοση επιτρέπεται όταν τα δικαστήρια του κράτους που τη ζητούν καταδίκασαν τον εκζητούμενο αμετάκλητα σε στερητική της ελευθερίας ποινή τουλάχιστον ενός έτους για αξιόποινη πράξη, την οποία και οι ελληνικοί ποινικοί νόμοι και οι νόμοι του κράτους που ζητεί την έκδοση χαρακτηρίζουν ως πλημμέλημα ή κακούργημα.
Άρθρο 437Α. Συναίνεση του εκζητουμένου.-1.Σε κάθε περίπτωση επιτρέπεται η έκδοση όταν ο εκζητούμενος συναινεί ρητά να παραδοθεί στο κράτος που ζητεί την έκδοσή του. Η συναίνεση δίνεται ενώπιον προέδρου εφετών της περιφέρειας του τόπου όπου διαμένει ο εκζητούμενος και με την παρουσία του συνηγόρου του, εφόσον υπάρχει. Σχετικά με τη δήλωση αυτή συντάσσεται έκθεση.
2.Στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου για την έκδοση γνωμοδοτεί ο Πρόεδρος Εφετών.
Άρθρο 438.Απαγόρευση της έκδοσης.- Η έκδοση απαγορεύε¬τε και αν ακόμα συναινεί ο εκζητούμενος: α) αν πρόκειται για δράστη που κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης ήταν ημεδαπός, β) αν υπάρχει δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστικών αρχών σύμφωνα με τους . ελληνικούς νόμους, γ) αν πρόκειται για έγκλημα που κατά τους ελληνικούς νόμους χαρακτηρίζεται ως πολιτικό, στρατιωτικό, φορολογικό ή του τύπου ή όταν από τις περιστάσεις προκύπτει ότι η έκδοση ζητείται για λόγους πολιτικούς, δ) αν, σύμφωνα με τους νόμους του κράτους όπου τελέστηκε το έγκλημα, έχει ανακύψει ήδη πριν από την απόφαση για την έκδοση νόμιμος λόγος που εμποδίζει τη δίωξη ή την εκτέλεση της ποινής ή αποκλείει ή εξαλείφει το αξιόποινο, ε) αν πιθανολογείται ότι ο εκζητούμενος θα διωχθεί στο κράτος στο οποίο παραδίδεται για πράξη διαφορετική από εκείνη για την οποία ζητείται η έκδοση, στ) αν πιθανολογείται ότι θα υποβληθεί σε διακρίνουσα μεταχείριση για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, πολιτικούς ή εξαιτίας της εθνικότητάς του, ζ) αν πιθανολογείται ότι θα υποβληθεί σε μεταχείριση απάδουσα προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ότι θα διακυβευτούν τα ανθρώπινα δικαιώματά του, η) αν η έκδοση ζητείται με βάση διάταξη νόμου ή καταδικαστική απόφαση, που αντίκεινται στις βασικές αρχές που διέπουν την ελληνική έννομη τάξη, και θ) αν ο εκζητούμενος καταδικάστηκε χωρίς να του παρασχεθεί το δικαίωμα να υπερασπίσει τον εαυτό του.
Άρθρο 439.Αίτηση για έκδοση από περισσότερα κράτη.- Αν πολλά κράτη ζητούν την έκδοση για το ίδιο έγκλημα, αυτή διατάσσεται να γίνει στο κράτος όπου τελέστηκε το έγκλημα. Αν οι αιτήσεις αναφέρονται σε διαφορετικά εγκλήματα, η έκδοση γίνεται κατά προτίμηση στο κράτος όπου τελέστηκε σύμφωνα με τους ελληνικούς νό¬μους το βαρύτερο έγκλημα ή, αν πρόκειται για εγκλήματα όμοιας βα¬ρύτητας, στο κράτος του οποίου η αίτηση για έκδοση έφθασε πρώτη. Συνεκτιμάται πάντοτε και η υποχρέωση που αναλαμβάνει ένα από τα κράτη που ζητούν την έκδοση να επανεκδώσει το δράστη για τα υπό¬λοιπα εγκλήματα.
Άρθρο 440.Περιορισμοί στην έκδοση.- 1. Η έκδοση επιτρέπεται μόνο με τον όρο ότι ο εκζητούμενος δεν θα διωχθεί ή δικαστεί στο κράτος όπου εκδίδεται ούτε θα παραδοθεί σε τρίτο κράτος για άλλες πράξεις που έχουν τελεστεί πριν από την έκδοση.
2.Κατ’ εξαίρεση μπορεί ο εκζητούμενος να διωχθεί, δικαστεί ή παραδοθεί σε τρίτο κράτος για άλλες πράξεις, αν συναινέσει μεταγε¬νέστερα το ελληνικό κράτος και η συναίνεσή του αυτή ζητηθεί σύμ¬φωνα με τον τύπο που προβλέπεται στον παρόντα κώδικα για την αί¬τηση έκδοσης, η οποία πρέπει να συνοδεύεται με τα έγγραφα που τη στηρίζουν κατά τα άρθρα 439 και 445.
3.Η συναίνεση της παρ. 2 δεν απαιτείται αν ο εκζητούμενος μέσα σε τριάντα ημέρες από το τέλος της δίκης, και σε περίπτωση καταδί¬κης από την απόλυση από τις φυλακές, δεν εγκατέλειψε, παρά την έλλειψη κάθε εμποδίου, το έδαφος του κράτους στο οποίο εκδόθηκε ή αν επανέλθει σε αυτό μεταγενέστερα. Εφόσον όμως πρόκειται για πρόσωπο που έχει την ιθαγένεια του κράτους που ζητεί την έκδοση, απαιτείται και στην περίπτωση αυτή η συναίνεση της παρ. 2.
Άρθρο 441. Αναβολή της έκδοσης.- Αν ο εκζητούμενος διώκε¬ται ή έχει καταδικαστεί στην Ελλάδα για άλλη πράξη, η έκδοσή του αναβάλλεται ως την περάτωση της ποινικής δίωξης και, σε περίπτωση καταδίκης, ωσότου εκτιθεί η ποινή ή απολυθεί από τις φυλακές. Τα μέτρα ασφαλείας που τυχόν επιβλήθηκαν εναντίον του εφαρμόζονται μόλις επιστρέφει με οποιονδήποτε τρόπο στην Ελλάδα. Αν όμως πέρασε πενταετία από την έκδοσή του, για τη δυνατότητα να εφαρμο¬στούν τα μέτρα ασφαλείας αμέσως μετά την επιστροφή του αποφασί¬ζει το Τριμελές πλημμελειοδικείο του τόπου της κατοικίας του, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες υπό τις οποίες βρίσκεται αυτός καθώς και αν εί¬ναι ή δεν είναι επικίνδυνος.
Άρθρο 442.Προσωρινή παράδοση του προσώπου για το οποίο ζητείται η έκδοση.- Αν η αναβολή της έκδοσης που προβλέπεται στο προηγούμενο άρθρο έχει ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με τους νόμους του κράτους που ζητεί την έκδοση, την παραγραφή ή άλλα σοβαρά εμπόδια στη δίωξη, μπορεί να επιτραπεί η προσωρινή παράδοση του εκζητουμένου, με τον όρο ότι θα επαναδιαμεταχθεί αυτός στις ελληνικές αρχές μόλις τελειώσουν οι ανακριτικές πράξεις για τις οποίες ζητήθηκε προσωρινά η παράδοσή του.
Άρθρο 443. Αίτηση για την έκδοση.- 1. Η αίτηση για την έκδοση διαβιβάζεται μέσω της διπλωματικής οδού, μαζί με τα έγγραφα που απαιτούνται κατά τις παρ. 2-4, και με την επικυρωμένη μετάφρασή και στη συνέχεια από τον Υπουργό Εξωτερικών στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ο τελευταίος, αφού ελέγξει τη νομιμότητα της αίτησης, την αποστέλλει, δια του εισαγγελέα εφετών, μαζί με τα έγγραφα στον πρόεδρο εφετών της περιφέρειας του τόπου διαμονής του εκζητουμένου.
2.Αν πρόκειται για την περίπτωση του άρθρου 437 στοιχ. Α, στην αίτηση πρέπει να επισυνάπτονται το κατηγορητήριο, το ένταλμα σύλληψης ή οποιαδήποτε άλλη δικαστική πράξη που έχει το ίδιο κύρος μ’ αυτά και όσα έγγραφα απαιτούνται, ώστε να προκύπτει ότι υπάρχουν ενδείξεις ενοχής επαρκείς για να παραπεμφθεί σε δίκη ο εκζητούμενος.
3.Αν πρόκειται για την περίπτωση του άρθρου 437 στοιχ. Β, στην αίτηση πρέπει να επισυνάπτονται η απόφαση εναντίον του εκζητουμένου και οι αποδείξεις ότι αυτή είναι αμετάκλητη.
4.Σε κάθε περίπτωση πρέπει να διαβιβάζεται ταυτόχρονα το κείμενο του νόμου ο οποίος ισχύει και τιμωρεί την πράξη στο κράτος που ζητεί την έκδοση, συνοπτική περιγραφή των περιστατικών του εγκλήματος και ακριβής περιγραφή των χαρακτηριστικών εκείνου για τον οποίο ζητείται η έκδοση, μαζί με την φωτογραφία του και τα δακτυλικά του αποτυπώματα αν αυτό είναι δυνατό. Όλα αυτά τα έγγραφα μπορούν να προσκομίζονται και σε αντίγραφα επικυρωμένα από το δικαστήριο ή από οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή του κράτους που ζητεί την έκδοση.
Άρθρο 444. Αίτηση για επεξηγήσεις. – Όταν υπάρχουν αμφιβο¬λίες σχετικά με τη βασιμότητα της αίτησης, διατυπώνεται αίτημα μέσω της διπλωματικής οδού για παροχή επεξηγήσεων από το κράτος που ζητεί την έκδοση.
Άρθρο 445. Έκδοση εντάλματος σύλληψης του εκζητουμένου.- Ο πρόεδρος εφετών έχει υποχρέωση, μόλις παραλάβει τα έγγραφα, να διατάξει χωρίς αναβολή με ένταλμα τη σύλληψη του εκζητουμένου και την κατάσχεση όλων των πειστηρίων. Το ένταλμα σύλληψης και η κατάσχεση εκτελούνται με τη φροντίδα του εισαγγελέα εφετών κατά τα άρθρα 251-269, 277, 278 και 280 .
Άρθρο 445Α. Προσωρινή σύλληψη του εκζητουμένου.- 1. Σε πε¬ρίπτωση επείγουσας ανάγκης, και ιδιαίτερα όταν υπάρχει βάσιμη υπό¬νοια φυγής του εκζητουμένου, επιτρέπεται να γίνει και χωρίς ένταλ¬μα η σύλληψη, πριν ακόμα υποβληθεί η αίτηση για έκδοση, με σχετι¬κή γραπτή εντολή του εισαγγελέα εφετών. Για τη σύλληψη δεν χρειά-ζεται διπλωματική μεσολάβηση, απαιτείται όμως αγγελία που διαβι¬βάζεται ταχυδρομικώς ή τηλεγραφικώς από τη δικαστική ή άλλη αρ¬μόδια αρχή του κράτους που ζητεί την έκδοση. Η αγγελία πρέπει να μνημονεύει το έγκλημα και το ένταλμα σύλληψης ή την απόφαση, με βάση τα οποία πρόκειται να ζητηθεί η έκδοση. Ο εισαγγελέας εφετών ανακοινώνει αμέσως τη σύλληψη στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ο οποίος μπορεί να διατάξει την απόλυση εκείνου που έχει συλληφθεί.
2.Αν εντός προθεσμίας 30 ημερών από τη σύλληψη δεν υποβλη¬θεί η αίτηση για έκδοση, ο συλληφθείς απολύεται με διαταγή του ει¬σαγγελέα εφετών. Αν υποβληθούν εμπροθέσμως τα έγγραφα, εφαρ¬μόζονται οι διατάξεις της παρ. 1 και των άρθρων 448 κ.ε.
3.Αν ύστερα από την απόλυση του εκζητουμένου περιέλθει στο Υπουργείο Εξωτερικών η σχετική αίτηση, ακολουθείται η διαδικα¬σία της έκδοσης.
4.Εκείνος που έχει συλληφθεί προσωρινά μπορεί να αμφισβητή¬σει την ταυτότητά του με προσφυγή στο συμβούλιο εφετών μέσα σε τρεις ημέρες από την προσαγωγή του στον εισαγγελέα εφετών. Το συμβούλιο αποφασίζει αμετάκλητα αφού ακούσει εκείνον που ασκεί την προσφυγή και το συνήγορό του. Η προσφυγή μπορεί να γίνει και προφορικά στον εισαγγελέα εφετών μέσα στην προθεσμία αυτή.
Άρθρο 446.Βεβαίωση της ταυτότητας.- Φυλάκιση του προσώ¬που που έχει συλληφθεί. – 1. Εκείνος που έχει συλληφθεί οδηγείται χωρίς αναβολή μαζί με τις εκθέσεις σύλληψης και κατάσχεσης στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος τον εξετάζει για να βεβαιώσει την ταυ¬τότητά του, λαμβάνοντας υπόψη και τις πληροφορίες της αρχής του πραγματοποίησε τη σύλληψη.
2. Όταν η ταυτότητα βεβαιωθεί, ο εισαγγελέας εφετών διατάσσει την κράτησή του στις φυλακές υποδίκων και στέλνει όλες τις εκθέσεις για τη σύλληψη, την κατάσχεση και τη βεβαίωση της ταυτότητας στον πρόεδρο εφετών. Αν η ταυτότητα αμφισβητηθεί, εφαρμόζεται η παρ. 4 του άρθρου 445 Α.
3. Aν ο εκζητούμενος καταδικαστεί από ελληνικό δικαστήριο για την πράξη για την οποία ζητείται η έκδοσή του, ο χρόνος κράτησης αφαιρείται από την ποινή που του επιβάλλεται.
Άρθρο 447. Ανακοίνωση των εγγράφων.-Εκείνος που έχει συλληφθεί δικαιούται να λάβει γνώση είτε ο ίδιος είτε μέσω του συνηγόρου του όλων των εγγράφων και να ζητήσει αντίγραφό τους με δική του δαπάνη.
Άρθρο 448.Συζήτηση για την έκδοση.-1. Ο Πρόεδρος Εφετών μέσα σε τρεις ημέρες από την παραλαβή των εκθέσεων του άρθρου 446 συγκαλεί το συμβούλιο εφετών. Στο συμβούλιο αυτό προσάγεται εκείνος που έχει συλληφθεί, ο οποίος και δικαιούται να παραστεί με συνήγορο και διερμηνέα της εκλογής του ή, αν δεν έχει, να ζητήσει να διοριστούν συνήγορος και διερμηνέας από τον πρόεδρο Εφετών.
2. Το συμβούλιο εφετών συνεδριάζει δημόσια, εκτός εάν εκείνος που έχει συλληφθεί ζητήσει να γίνει η συνεδρίαση κεκλεισμένων των θυρών ή δεν παραστεί καθόλου στο συμβούλιο.
3. Στη συζήτηση μπορεί να παρέμβει αυτόκλητα και το κράτος που ζητεί την έκδοση, εφόσον κατά το δίκαιό του προβλέπεται αντίστοιχη δυνατότητα και για το ελληνικό κράτος.
Άρθρο 449. Αναβολή της συζήτησης. Αντικατάσταση της κράτησης. -1. Ο εκζητούμενος και ο εισαγγελέας έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν από το συμβούλιο την αναβολή της συζήτησης. Το συμβού¬λιο μπορεί να αναβάλει την συζήτηση για είκοσι το πολύ ημέρες.
2.Το συμβούλιο εφετών μπορεί σε κάθε στάδιο της διαδικασίας να διατάξει την αντικατάσταση της κράτησης με περιοριστικούς όρους. Η αντικατάσταση αίρεται αυτοδικαίως μόλις δημοσιευτεί η απόφαση που εγκρίνει την έκδοση. Για την τύχη της εγγύησης αποφασίζει αμετάκλητα το συμβούλιο των εφετών.
Άρθρο 450. Απόφαση για την έκδοση. – 1. Το συμβούλιο εφε¬τών μετά την εξέταση εκείνου που έχει συλληφθεί και μετά τις αγο¬ρεύσεις του εισαγγελέα και του εκζητουμένου ή του συνηγόρου του, γνωμοδοτεί αιτιολογημένα για την αίτηση της έκδοσης και αποφαίνεται: α) αν εκείνος που έχει συλληφθεί είναι το ίδιο πρόσωπο με τον εκζητούμενο, β) αν υπάρχουν τα δικαιολογητικά έγγραφα που απαιτούνται από τον κώδικα ή την τυχόν εφαρμοζόμενη συνθήκη για την έκδοση, γ) αν για το έγκλημα που αποδίδεται στον εκζητούμενο ή για το οποίο αυτός καταδικάστηκε επιτρέπεται η έκδοση, και δ) αν στη συγκεκριμένη περίπτωση η έκδοση επιτρέπεται ή απαγορεύεται.
2.Για να αποφανθεί σχετικά με το θέμα της περ. δ’ της προηγού¬μενης παραγράφου το συμβούλιο εφετών εξετάζει ακόμη, εφόσον δεν κωλύεται από αντίθετη διάταξη που περιέχεται σε συνθήκη, αν υπάρ¬χουν ενδείξεις για τη βασιμότητα της κατηγορίας η οποία αποδίδεται σε εκείνον που έχει συλληφθεί, και αποφαίνεται, με βάση τα προσαγόμενα από το κράτος που ζητεί την έκδοση επίσημα αποδεικτικά στοι¬χεία, αν αυτά θα επέτρεπαν τη σύλληψη και την παραπομπή του σε δίκη στην Ελλάδα, σε περίπτωση που το έγκλημα είχε τελεστεί σε ελληνικό έδαφος. Για να σχηματίσει γνώμη επί της ουσίας το συμ¬βούλιο μπορεί να προβεί με ένα από τα μέλη του στη συλλογή κάθε χρήσιμου αποδεικτικού υλικού, αναβάλλοντας την έκδοση οριστικής απόφασης το πολύ για ένα μήνα. Η διάταξη του άρθρου 449 παρ. 2 εφαρμόζεται και σ’ αυτή την περίπτωση.
3.Αν η έκδοση ζητείται με βάση καταδικαστική απόφαση, το συμ¬βούλιο εφετών λαμβάνει υπόψη του, προκειμένου να αποφανθεί σχε¬τικά με το θέμα της περ. δ’ της παρ. 1, και τυχόν ισχυρισμό του εκζη¬τουμένου ότι δικάστηκε ερήμην χωρίς να κλητευτεί.
Άρθρο.451. Ένδικο μέσο κατά της απόφασης. – 1. Κατά της ορι¬στικής απόφασης του συμβουλίου εφετών επιτρέπεται στον εκζητού¬μενο και στον εισαγγελέα εφετών να ασκήσει έφεση στον Άρειο Πάγο μέσα σε πέντε ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης στο ακροατήριο. Για την έφεση συντάσσεται έκθεση από τον γραμματέα εφετών η από το διευθυντή της φυλακής όπου κρατείται ο εκζητούμενος.
2. Ο Άρειος Πάγος σε συμβούλιο αποφαίνεται μέσα σε δεκαπέντε ημέρες με ανάλογη εφαρμογή των άρθρων 448, 449 και 450. Ο εκζητούμενος κλητεύεται αυτοπροσώπως ή μέσω του αντικλήτου του τρις τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση, με τη φροντίδα του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Άρθρο. 452.Πότε διατάσσεται η έκδοση.- Την έκδοση μπορεί να διατάξει ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με απόφασή του μόνο εφόσον το συμβούλιο έχει γνωμοδοτήσει καταφατικά και αμετάκλητα.
2. Αν το συμβούλιο αποφασίσει αμετάκλητα ότι δεν πρέπει να γίνει έκδοση, αυτός που έχει συλληφθεί απολύεται από τη φυλακή με διαταγή του εισαγγελέα εφετών, ο οποίος αμέσως ειδοποιεί σχετικά τον Υπουργό Δικαιοσύνης. Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Επίσης απολύεται ο εκζητούμενος αν το κράτος που τον ζήτησε δεν τον παραλάβει μέσα σε δύο μήνες από τότε που κοινοποιείται σ’ αυτό η απόφαση του υπουργού για την έκδοση.
3. Το αρμόδιο για την έκδοση συμβούλιο εφετών επιλύει αμετάκλητα κάθε αμφιβολία ή αντίρρηση σχετικά με την κράτηση του εκζητουμένου, ύστερα από κλήτευσή του προ τριών ημερών.
Άρθρο 453.Απόδοση των κατασχεθέντων.- 1. Το συμβούλιο, οποιαδήποτε και αν είναι η απόφασή του σχετικά με την έκδοση, αποφασίζει αν τα αντικείμενα ή τα πειστήρια που έχουν κατασχεθεί ή επισυναφθεί στη δικογραφία πρέπει να παραδοθούν στο κράτος που ζητεί την έκδοση, στον εκζητούμενο, σε τρίτο που προβάλλει δικαιώματά ή σε εγχώρια αρχή ώστε να χρησιμοποιηθούν για ανάκριση.
2.Σε κάθε στάδιο της διαδικασίας το συμβούλιο αποφασίζει για τις αξιώσει που προβάλλονται από τρίτους, οι οποίοι κατέχουν ή αξιώνουν• δικαιώματα κυριότητας σε αντικείμενα ή πειστήρια που έχουν κατασχεθεί.
Άρθρο 454. Υποβολή νέας αίτησης.- Ακόμα και μετά την αμετάκλητη απόφαση κατά της έκδοσης μπορεί να υποβληθεί νέα αίτηση για έκδοση εφόσον στηρίζεται σε στοιχεία που δεν είχαν τεθεί υπόψη του συμβουλίου.
Άρθρο 454Α. Διαμεταγωγή.- 1. Για τη διέλευση από την ελληνική
επικράτεια προσώπου που έχει εκδοθεί από ένα αλλοδαπό κράτος σε άλλο, απαιτείται η έγκριση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ύστερα από σχετική αίτηση του εκζητούντος κράτους. Στην αίτηση διαμεταγωγής πρέπει να επισυνάπτονται τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 443.
Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μπορεί να αρνηθεί την έγκριση αυτή: α) αν ο εκζητούμενος είναι έλληνας υπήκοος, β) αν πιθανολογείται ότι εκείνος για τον οποίο ζητείται η έκδοση θα υποβληθεί σε διακρίνουσα μεταχείριση για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, πολιτικούς ή εξαιτίας της εθνικότητάς του, ή ότι θα υποβληθεί σε μεταχείριση απάδουσα προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ότι θα διακυβευτούν τα ανθρώπινα δικαιώματά του, γ) αν το εκζητούν κράτος δεν επιτρέπει στο ελληνικό κράτος να υποβάλει αίτηση διαμεταγωγής.
3.Η υποχρέωση για υποβολή της αίτησης της παρ. 1 υφίσταται και όταν η μεταγωγή από ένα αλλοδαπό κράτος σε άλλο αλλοδαπό κράτος γίνεται με χρησιμοποίηση αεροπορικής γραμμής και προβλέπεται προσγείωση στο ελληνικό έδαφος. Αν υπάρξει διέλευση από τον ελληνικό εναέριο χώρο χωρίς να προβλέπεται προσγείωση στο ελληνικό έδαφος, το εκζητούν κράτος απλώς κοινοποιεί σχετικό έγ¬γραφο στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Στην περίπτωση που υπάρξει απρό¬βλεπτη προσγείωση στο ελληνικό έδαφος η κοινοποίηση αυτή επέχει τη θέση της αγγελίας της παρ. 1 του άρθρου 445Α, οπότε και διατάσσεται η προσωρινή σύλληψη του εκζητουμένου, με αναλογική εφαρ¬μογή του άρθρου 445Α, μέχρις ότου υποβληθεί αίτηση διαμεταγωγής.
Άρθρο 455. Αίτηση των ελληνικών αρχών για έκδοση.- 1. Η αίτηση, με την οποία ζητείται η έκδοση από ξένο κράτος στις ελληνι¬κές δικαστικές αρχές προσώπου που διώκεται ή έχει καταδικαστεί στην Ελλάδα, υποβάλλεται από τον εισαγγελέα εφετών, στην περιφέ¬ρεια του οποίου ασκείται η ποινική δίωξη ή έχει απαγγελθεί η κατα¬δίκη, μέσω του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ο εισαγγελέας μαζί με την αίτηση διαβιβάζει όλα τα έγγραφα που απαιτούνται κατά το άρθρο 443 ή τη σύμβαση, ακριβή περιγραφή των χαρακτηριστικών του προ-σώπου και, αν είναι δυνατό, τη φωτογραφία του.
2.Την έκδοση μπορεί να ζητήσει και ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με δική του πρωτοβουλία.
3.Αν ο εκζητούμενος καταδικαστεί από ελληνικό δικαστήριο για την πράξη για την οποία εκδόθηκε στην Ελλάδα, ο χρόνος κράτησής του στο εξωτερικό αφαιρείται από την ποινή που του επιβάλλεται.
Άρθρο 456. Επανέκδοση σε ξένη χώρα προσώπου που εκδόθηκε στις ελληνικές αρχές.-Όταν τρίτη χώρα ζητεί την έκδοση προσώπου που ήδη εκδόθηκε στις ελληνικές αρχές, επικαλούμενη έγκλημα προγενέστερο από την έκδοσή του και διαφορετικό από εκείνο για το οποίο δικάστηκε στην Ελλάδα, η έκδοση αυτή δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη συναίνεση της χώρας που έχει εκδώσει το πρόσωπο στις ελληνικές αρχές.
Άρθρο 457. Αιτήσεις για ανακριτικές πράξεις. – 1. Οι αιτήσεις των ελληνικών δικαστικών αρχών προς αλλοδαπές αρχές για την εξέταση στο έδαφός τους μαρτύρων και κατηγορουμένων, την ενέργεια αυτοψίας και πραγματογνωμοσύνης και την κατάσχεση πειστηρίων διαβιβάζονται από τον αρμόδιο εισαγγελέα εφετών στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που μεριμνά για την εκτέλεσή τους μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών με βάση τις διατάξεις των διεθνών συνθηκών και εθίμων.
2.Σε επείγουσες περιπτώσεις οι αιτήσεις αυτές διαβιβάζονται απευθείας στις επιτόπιες ελληνικές προξενικές αρχές, εφόσον αυτές μπορούν με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 να ασκήσουν ανακριτικά καθήκοντα. Σχετικά ειδοποιείται το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
3.Με τον ίδιο τρόπο διαβιβάζονται και οι κλήσεις για να επιδοθούν στους μάρτυρες και στους κατηγορουμένους.
Άρθρο 458. Αιτήσεις των ξένων δικαστικών αρχών για ανακριτικές πράξεις.- 1. Οι αιτήσεις ξένων δικαστικών αρχών για τη διενέργεια ανακριτικής πράξης από τις αναφερόμενες στο προηγούμενο άρθρο διαβιβάζονται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και εκτελούνται με παραγγελία του αρμόδιου εισαγγελέα εφετών από τον ανα¬κριτή, στην περιφέρεια του οποίου πρόκειται να διεξαχθεί η ανακριτική πράξη. Κατά τα λοιπά τηρούνται οι σχετικές διατάξεις του κώδι¬κα, οι διεθνείς συνθήκες και τα έθιμα.
2.Οι κλήσεις προς τους μάρτυρες, τους πραγματογνώμονες και τους κατηγορουμένους, οι αποφάσεις ή άλλα έγγραφα της ποινικής διαδικασίας επιδίδονται με φροντίδα του εισαγγελέα πρωτοδικών σύμ¬φωνα με τα άρθρα 154-164. Αν η σχετική αίτηση αφορά την πρόσκλη¬ση μαρτύρων ή πραγματογνωμόνων, γίνεται δεκτή μόνο εφόσον η ξένη δικαστική αρχή που την υποβάλλει αναλαμβάνει ρητά την υποχρέω¬ση να μη διωχθεί ή κρατηθεί ο καλούμενος, για έγκλημα το οποίο έχει τελεστεί πριν από την εμφάνισή του στην ξένη αρχή που τον καλεί.
3.Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ύστερα από σύμφωνη γνώμη του αρ¬μόδιου συμβουλίου εφετών, μπορεί να αρνηθεί την εκτέλεση των αι-τήσεων που αναφέρονται στις παρ. 1 και 2: α) αν η αίτηση θίγει την κυριαρχία ή την ασφάλεια του ελληνικού κράτους ή η εκτέλεσή της αντιβαίνει στις θεμελιώδεις αρχές που διέπουν την ελληνική έννομη τάξη, β) αν κατά τις διατάξεις των άρθρων 437, 437Α και 438 δεν επιτρέπεται να εκδοθεί ο κατηγορούμενος για την πράξη σχετικά με την οποία διενεργεί ανάκριση η ξένη δικαστική αρχή, γ) αν κατά τους όρους συνθήκης με την χώρα που υποβάλλει την αίτηση δεν είναι υποχρεω¬τική η έκδοση.
Άρθρο 459. Μεταγωγή τον κρατουμένου για εξέταση.-1.ΟΥπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου εισαγγελέα εφετών μπορεί να διατάξει ύστερα από αίτηση ξένης δικαστικής αρ¬χής που διαβιβάζεται με την διπλωματική οδό, τη μεταγωγή σ’ αυτήν προσώπου που κρατείται στις φυλακές για να εξεταστεί ως μάρτυρας και κατά αντιπαράσταση με μάρτυρες ή κατηγορουμένους. Η μεταγω-γή διατάσσεται με τον όρο της άμεσης επιστροφής του κρατουμένου.
2.Η μεταγωγή αυτή μπορεί να διαταχθεί μόνο σε κράτος το οποίο με νόμο ή με σύμβαση παρέχει την ίδια δικαστική συνδρομή στο ελ¬ληνικό κράτος. Τα έξοδα μεταγωγής και επιστροφής βαρύνουν το κρά¬τος που τη ζητεί και προκαταβάλλονται απ’ αυτό ή από την αρμόδια ελληνική αρχή, αν η ευχέρεια αυτή παρέχεται και στο ελληνικό κρά¬τος από τη χώρα που ζητεί τη μεταγωγή. Η διάταξη της παρ. 2 του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζεται ανάλογα και σ’ αυτή την περίπτω¬ση.
Άρθρο 460. Έξοδα μαρτύρων και πραγματογνωμόνων.- Στις κλήσεις των μαρτύρων και πραγματογνωμόνων, των οποίων η εξέταση ζητείται από αλλοδαπή δικαστική αρχή, πρέπει να σημειώνεται το ποσό που απαιτείται να καταβληθεί στον κλητευόμενο για τα έξοδα ταξιδιού και διαμονής. Έναντι του ποσού αυτού προκαταβάλλεται στον κλητευόμενο ανάλογο μέρος από την ημεδαπή αρμόδια αρχή, με εντολή του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αμέσως μόλις αυτός δηλώσει ότι θα προσέλθει, με τον όρο της αντικαταβολής του ποσού από την χώρα που το ζητεί. Ο όρος της παρ. 2 του άρθρου 458 εφαρμόζεται και σ’ αυτήν την περίπτωση.
Άρθρο 461. Διαβίβαση των πειστηρίων.- 1. Η αίτηση ξένης αρχής για τη διαβίβαση πειστηρίων ή άλλων αντικειμένων που βρίσκονται σα χέρια των ελληνικών δικαστικών αρχών εκτελείται με παράδοση των πειστηρίων στο Υπουργείο Εξωτερικών, αν η παράδοση δεν προσκρούει σε ιδιαίτερους λόγους, και με τον όρο της άμεσης επιστροφής αυτών που διαβιβάστηκαν. Αν πρόκειται για έγγραφα, αποστέλλονται φωτοτυπίες τους.
2. Η δικαστική αυτή συνδρομή εκτελείται με τον όρο της αμοιβαιότητας.