1. Η νομική βοήθεια παρέχεται είτε μετά από αυτεπάγγελτη ενέργεια του αρμόδιου να κρίνει σχετικά οργάνου είτε ύστερα από αίτηση του δικαιούχου, εφόσον πληρούνται οι υπόλοιποι όροι του παρόντος νόμου. Η αίτηση υποβάλλεται σε αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημερών πριν την διαδικαστική πράξη για την οποία ζητείται νομική βοήθεια, ή πριν την απώτατη ημερομηνία στην οποία η παραδεκτή διενέργεια της αιτούμενης διαδικαστικής πράξης είναι εκ του νόμου εφικτή, και αναφέρει συνοπτικά το αντικείμενο της δίκης ή της διαδικαστικής πράξης και τα στοιχεία που βεβαιώνουν τη συνδρομή των προϋποθέσεων του παρόντος νόμου για την παροχή της. Κατ’ εξαίρεση, η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου δεν τηρείται, αν πρόκειται για περίπτωση υποχρεωτικού διορισμού συνηγόρου ή αν η προθεσμία δεν μπορούσε να τηρηθεί από τον αιτούντα για λόγους μη αναγόμενους σε υπαιτιότητά του.
2. Στην αίτηση επισυνάπτονται τα αναγκαία δικαιολογητικά, αποδεικτικά της οικονομικής κατάστασης του αιτούντος (ιδίως έγγραφα ταυτότητας, αντίγραφα φορολογικών δηλώσεων ή βεβαίωση του εφόρου ότι δεν υποχρεούται σε υποβολή δήλωσης, αντίγραφο δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, εκκαθαριστικά σημειώματα, βεβαιώσεις υπηρεσιών κοινωνικής πρόνοιας, υπεύθυνες δηλώσεις για το ύψος των καταθέσεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό) και αποδεικτικά της κατοικίας ή διαμονής, καθώς και του καθεστώτος παραμονής στην Ελλάδα ή σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν πρόκειται για πολίτη τρίτου κράτους. Στις περιπτώσεις της παραγράφου 3 του προηγούμενου άρθρου επισυνάπτονται τα σχετικά έγγραφα προς απόδειξη της εκπλήρωσης των σχετικών προϋποθέσεων.
3. Η αίτηση και τα δικαιολογητικά υποβάλλονται με κάθε πρόσφορο μέσο στον Δικηγορικό Σύλλογο της έδρας του Πρωτοδικείου όπου διαμένει ο αιτών ή όπου ζητείται να παρασχεθεί η νομική βοήθεια και διαβιβάζονται αυθημερόν στην Επιτροπή Νομικής Βοήθειας της οικείας εφετειακής περιφέρειας, κατ’ άρθρο 9 του παρόντος, που φροντίζει να κοινοποιηθούν αμελλητί στον αρμόδιο Συντονιστή του άρθρου 10 του παρόντος.
4. Αρμόδια για την εξέταση της αίτησης παροχής νομικής βοήθειας που υποβάλλεται σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους αυτού του άρθρου, καθώς και για την παύση ή ανάκληση της νομικής βοήθειας και για την περίπτωση καταλογισμού δαπανών σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 3 του παρόντος, είναι η Επιτροπή Νομικής Βοήθειας της εφετειακής περιφέρειας του Δικαστηρίου που είναι κατά τόπον αρμόδιο για την επίδικη διαφορά, η οποία αποφαίνεται κατόπιν εισήγησης του αρμόδιου Συντονιστή, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 8 και επόμενα του παρόντος. Σε περίπτωση ποινικής υπόθεσης όπου υποχρεωτικά διορίζεται συνήγορος, αρμόδιο για την εξέταση της αίτησης είναι και το δικαστικό όργανο, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί αυτή.
5. Η απόρριψη της αίτησης παροχής νομικής βοήθειας δεν αποκλείει την παροχή του ευεργετήματος της πενίας από το αρμόδιο δικαστικό όργανο, όπου αυτό προβλέπεται, εφόσον τηρούνται οι αντίστοιχες προϋποθέσεις.
6. Το τελευταίο πενθήμερο κάθε μήνα, η Επιτροπή Νομικής Βοήθειας συντάσσει και αποστέλλει στους Διευθύνοντες των οικείων πρωτοδικείων και εφετείων ημερήσια κατάσταση υπηρεσίας για τον επόμενο μήνα, με επαρκή αριθμό Συνηγόρων που έχουν οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, από τους οποίους θα διοριστούν εκείνοι που θα ασκήσουν καθήκοντα εκπροσώπησης στις υποθέσεις ιδιωτικού, δημοσίου και ποινικού δικαίου.
7. Τα έγγραφα της παραγράφου 2 και κάθε σχετικό στοιχείο διατηρούνται καθ’ όσο χρονικό διάστημα απαιτείται έως την εξέταση του αιτήματος και το αργότερο έως ένα (1) έτος από την ολοκλήρωσή της. Η διατήρησή τους γίνεται σύμφωνα με τους όρους του ν. 3471/2006 (Α΄ 133).