1. Με την επιφύλαξη των περιπτώσεων υποχρεωτικής παροχής της σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, η νομική βοήθεια παρέχεται α) στους χαμηλού εισοδήματος πολίτες κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και β) στους χαμηλού εισοδήματος πολίτες τρίτου κράτους και ανιθαγενείς, εφόσον έχουν νομίμως κατοικία ή συνήθη διαμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
2. Ως πολίτες χαμηλού εισοδήματος ορίζονται εκείνοι που:
α) το μέσο ετήσιο καθαρό οικογενειακό εισόδημα από κάθε πηγή των τριών τελευταίων ετών δεν υπερβαίνει:
i) για άγαμο το ποσό των 6.000 ευρώ,
ii) για έγγαμο ή μέρος συμφώνου συμβίωσης το ποσό των 7.000 ευρώ,
iii) για έγγαμο ή μέρος συμφώνου συμβίωσης ή άγαμο με ένα προστατευόμενο τέκνο το ποσό των 8.000 ευρώ,
iv) για έγγαμο ή μέρος συμφώνου συμβίωσης ή άγαμο με δύο προστατευόμενα τέκνα το ποσό των 9.000 ευρώ,
v) για έγγαμο ή μέρος συμφώνου συμβίωσης ή άγαμο με περισσότερα προστατευόμενα τέκνα το ποσό των 10.000 ευρώ,
και β) έχουν κατά το τελευταίο φορολογικό έτος πριν την υποβολή της αίτησης τεκμαρτό οικογενειακό εισόδημα μικρότερο από το τριπλάσιο των ανωτέρω ορίων.
Σε περίπτωση ενδοοικογενειακής διαφοράς ή διένεξης, δεν λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα εκείνου με τον οποίο υπάρχει η διαφορά ή διένεξη.
Αν υπάρχουν καταθέσεις του αιτούντος ή των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του, σε τράπεζες της Ελλάδας ή του εξωτερικού, συνυπολογίζονται για τη συμπλήρωση των ορίων των ποσών του άρθρου αυτού μαζί με το καθαρό οικογενειακό εισόδημα από κάθε πηγή του τελευταίου φορολογικού έτους πριν την κατάθεση της αίτησης.
3. Ανεξάρτητα από τις εισοδηματικές προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, δικαιούχοι νομικής βοήθειας είναι επίσης όσοι:
α) κατά το χρόνο υποβολής της αίτησής τους είναι άνεργοι για περισσότερο από 12 μήνες, ακόμη και αν το μέσο ετήσιο καθαρό οικογενειακό εισόδημά τους κατά τα τρία τελευταία έτη υπερβαίνει αυτό της προηγούμενης παραγράφου, όχι όμως σε ποσοστό μεγαλύτερο του 1/3 αυτού.
β) πάσχουν από i) ασθένεια ιδιαίτερης σοβαρότητας, γεγονός που θα πρέπει να προκύπτει από σχετικές γνωματεύσεις δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων παροχής υπηρεσιών υγείας ή ii) αναπηρία ποσοστού τουλάχιστον 67%, γεγονός που θα πρέπει να προκύπτει από σχετική γνωμάτευση αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής, και εξαιτίας τους απαιτείται τακτική ή συνεχιζόμενη θεραπεία για μακρό χρόνο, ώστε αφαιρουμένων των σχετικών δαπανών να απομένουν κατ’ έτος εισοδήματα ίσα ή μικρότερα προς αυτά της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.