1. Η νομική βοήθεια παρέχεται σε υποθέσεις ιδιωτικού, δημοσίου και ποινικού δικαίου ενώπιον δικαστηρίων οποιουδήποτε βαθμού και δικαιοδοσίας καθώς και ενώπιον ανακριτικών και προανακριτικών αρχών. Επίσης, παρέχεται στη διαδικασία της συμβιβαστικής επέμβασης του Ειρηνοδίκη (άρθρο 209 ΚΠολΔ), της εξωδικαστικής διαμεσολάβησης (άρθρο 214Γ ΚΠολΔ), και της ποινικής συνδιαλλαγής (άρθρο 308Β ΚΠοινΔ), σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του παρόντος και συμπεριλαμβάνει την παροχή νομικών συμβουλών με σκοπό τη διευθέτηση της διαφοράς πριν αυτή εισαχθεί ενώπιον δικαστηρίου.
2. Για τις υποθέσεις ιδιωτικού και δημοσίου δικαίου, η παροχή νομικής βοήθειας δίνεται σε όλους τους διαδίκους, μετά την υποβολή σχετικής αίτησης, κατά την έκταση και το περιεχόμενο που ορίζεται στο άρθρο 4, για το σύνολο των διαδικασιών της πολιτικής και διοικητικής δίκης, όπου είναι υποχρεωτική η παράσταση του διαδίκου με πληρεξούσιο δικηγόρο.
3. Για τις υποθέσεις ποινικού δικαίου, η παροχή νομικής βοήθειας δίνεται, κατά την έκταση και το περιεχόμενο που ορίζεται στο άρθρο 4, αν ο διάδικος δεν έχει συνήγορο και εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα, ως εξής:
Α. Στον κατηγορούμενο:
α) για κακούργημα, κατά το στάδιο της προανάκρισης, της ανάκρισης και της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο,
β) για πλημμελήματα για τα οποία προβλέπεται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και
γ) για την άσκηση και την παράσταση στη συζήτηση κάθε ενδίκου μέσου κατά καταδικαστικής απόφασης, όταν αφορά την περίπτωση α), καθώς και για την άσκηση τακτικού ενδίκου μέσου κατά καταδικαστικής απόφασης, όταν αφορά την περίπτωση β), αν έχει επιβληθεί στερητική της ελευθερίας ποινή τουλάχιστον 6 μηνών,
δ) για την άσκηση και την παράσταση στη συζήτηση κάθε αίτησης ή ενδίκου μέσου αν αφορά αξιόποινη πράξη που τελέστηκε από αυτόν ενώ ήταν εξαρτημένος και πριν την εισαγωγή του σε πρόγραμμα διάγνωσης της εξάρτησης, σωματικής αποτοξίνωσης και ψυχικής απεξάρτησης των αναγνωρισμένων κατά το άρθρο 51 του ν. 4139/2013 φορέων (θεραπευτικό πρόγραμμα απεξάρτησης), στο οποίο έχει προσέλθει οικειοθελώς και συμμετέχει, καταβάλλοντας σοβαρές προσπάθειες απεξάρτησης, ή έχει ολοκληρώσει αυτό και διατηρεί την απεξάρτηση. Η νομική βοήθεια χορηγείται μόνο κατόπιν βεβαίωσης που υποβάλλεται από τον υπεύθυνο του οικείου προγράμματος ή από τον Πρόεδρο της Ειδικής Επιτροπής Διάγνωσης και Παραπομπής από την οποία προκύπτει η εκπλήρωση των σχετικών προϋποθέσεων.
ε) για την παράσταση ενώπιον δικαστικού συμβουλίου ή για την άσκηση και την παράσταση στη συζήτηση ενδίκου μέσου κατά της απόφασης του συμβουλίου εφετών, στο πλαίσιο της διαδικασίας του ν. 3251/2004 (Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης).
στ) για την άσκηση και την παράσταση στη συζήτηση αίτησης επανάληψης της διαδικασίας υπέρ καταδικασμένου, εφόσον έχει επιβληθεί στερητική της ελευθερίας ποινή που δεν έχει ανασταλεί.
Β. Στον παθόντα:
α) για κακούργημα κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό
β) για πλημμελήματα για τα οποία προβλέπεται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό.
4. Η νομική βοήθεια παρέχεται υποχρεωτικά, ανεξάρτητα αν πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις του παρόντος νόμου, στις περιπτώσεις :
i) στο υπό Aα) της προηγούμενης παραγράφου,
ii) στις υποθέσεις που αφορούν πράξεις που τέλεσε ανήλικος, οι οποίες εάν τελούνταν από ενήλικο θα ήταν κακουργήματα,
iii) στην περίπτωση που ο ανακριτής κρίνει ότι ο κατηγορούμενος χρήζει ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης, κατ’ άρθρο 200 παρ. 1 ΚΠΔ,
iv) στις υποθέσεις ακούσιας νοσηλείας,
v) στα πλημμελήματα της περίπτωσης Aβ) της προηγούμενης παραγράφου, όταν δικάζονται με την αυτόφωρη διαδικασία,
vi) για κακουργήματα ή πλημμελήματα που έχουν διαπραχθεί σε βάρος του, των άρθρων 81Α, 137Α, 137Β, 323, 323Α, 323Β εδάφιο α΄, 324, 339, 342, 348Α, 351, 351Α, 361Β του Ποινικού Κώδικα και για εγκλήματα ρατσιστικών διακρίσεων, παραβιάσεων της ίσης μεταχείρισης, ενδοοικογενειακής βίας και των άρθρων 29 και 30 του Ν. 4251/2014 για τα οποία απειλείται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών. Το ίδιο ισχύει για τα ανήλικα θύματα, ιδίως των πράξεων των άρθρων 336, 338, 343, 345, 346, 347, 348, 348Β, 348Γ και 349 του Ποινικού Κώδικα.