(Άρθρο 2 Οδηγίας 2000/43/ΕΚ, Άρθρο 2 Οδηγίας 2000/78/ΕΚ)
1. Απαγορεύεται κάθε μορφή διάκρισης για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 1.
2. Για του σκοπούς της παραγράφου 1:
α) ως «άμεση διάκριση» νοείται όταν ένα πρόσωπο υφίσταται, για λόγους φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας ασθένειας, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου μεταχείριση λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν της οποίας τυγχάνει, έτυχε ή θα ετύγχανε άλλο πρόσωπο, σε ανάλογη κατάσταση,
β) ως «έμμεση διάκριση» νοείται όταν μία εκ πρώτης όψεως ουδέτερη διάταξη, κριτήριο ή πρακτική μπορεί να θέσει πρόσωπα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας ασθένειας, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου σε μειονεκτική θέση συγκριτικά με άλλα πρόσωπα.
«Έμμεση διάκριση» δεν υφίσταται, εάν η διάταξη, το κριτήριο ή η πρακτική αυτή δικαιολογείται αντικειμενικά από έναν θεμιτό σκοπό και τα μέσα επίτευξής του είναι πρόσφορα και αναγκαία, εάν τα μέτρα, που λαμβάνονται, είναι αναγκαία για την τήρηση της δημόσιας ασφάλειας, τη διασφάλιση της δημόσιας τάξης, την πρόληψη ποινικών παραβάσεων, την προστασία της υγείας, των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων ή όταν αφορά άτομα με αναπηρία ή χρόνια ασθένεια και μέτρα που λαμβάνονται υπέρ αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 6 του Συντάγματος και το άρθρο 5 του παρόντος.
γ) ως «παρενόχληση» νοείται ως διάκριση κατά την έννοια της παραγράφου 1, εφόσον σημειώνεται ανεπιθύμητη συμπεριφορά που συνδέεται με ένα από τους λόγους του άρθρου 1 με σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας προσώπου και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος.
δ) ως «διάκριση», νοείται επίσης, οποιαδήποτε εντολή για την εφαρμογή διακριτικής μεταχείρισης σε βάρος προσώπου για οποιονδήποτε από τους ανωτέρω λόγους.
ε) ως «διάκριση λόγω σχέσης» νοείται η λιγότερη ευνοϊκή μεταχείριση ενός προσώπου λόγω της στενής του σχέσης με πρόσωπο ή πρόσωπα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας ασθένειας, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου.
στ) ως «διάκριση λόγω νομιζόμενων χαρακτηριστικών» νοείται η λιγότερη ευνοϊκή μεταχείριση ενός προσώπου που εικάζεται ότι διαθέτει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας ασθένειας, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου
ζ) ως «πολλαπλή διάκριση» νοείται οποιαδήποτε διάκριση, αποκλεισμός ή περιορισμός, σε βάρος προσώπου, που βασίζεται σε περισσότερους από έναν από τους ανωτέρω λόγους.
η) η «άρνηση εύλογων προσαρμογών» για τα άτομα με αναπηρία ή χρόνια ασθένεια νοείται ως διάκριση.
θ) ως «εύλογες προσαρμογές» νοούνται οι απαραίτητες και κατάλληλες τροποποιήσεις, ρυθμίσεις και ενδεδειγμένα μέτρα, που απαιτούνται σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, προκειμένου να διασφαλιστεί για τα άτομα με αναπηρίες ή χρόνιες ασθένειες η αρχή της ίσης μεταχείρισης, οι οποίες δεν επιβάλλουν δυσανάλογο ή αδικαιολόγητο βάρος στον εργοδότη.
Επειδή ο όρος «χρόνια ασθένεια» παραπέμπει στο ιατρικό μοντέλο της αναπηρίας, παρακαλούμε όπως αντικατασταθεί, όπου αυτός αναφέρεται στο εν λόγω Σχέδιο Νόμου, από τον όρο «χρόνια πάθηση».
Επί του άρθρου 2: Με το άρθρο αυτό εισάγονται διατάξεις – όπως οι ισχύουσες του Ν.3304/2005 – με τις οποίες εξειδικεύονται οι έννοιες των άμεσων και των έμμεσων διακρίσεων. Πρόκειται για ένα πολύ χρήσιμο νομικό εργαλείο, ώστε να προσδιοριστεί η έννοια της διάκρισης όχι μόνο στον τομέα της εργασίας κ.τ.λ., αλλά και στον τομέα της παροχής των υπηρεσιών από τον δημόσιο τομέα προς τις / τους πολιτες. Η συνταγματική έδραση της αρχής της ισότητας δεν εμποδίζει να αναγνωριστεί ότι, σε επίπεδο ορολογίας τουλάχιστον, οι ορισμοί αναπτύσσουν κανονιστική λειτουργία και πέραν του στενού πεδίο εφαρμογής του συγκεκριμένου νόμου, επιλογή στην οποία μπορεί να προχωρήσει ο εθνικός νομοθέτης χωρίς να δεσμεύεται από το θεματικό αντικείμενο των ενσωματούμενων οδηγιών. Προτείνουμε λοιπόν την αναδιατύπωση της παραγράφου 1, ως εξής: “Απαγορεύεται κάθε μορφή διάκρισης για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 1, τόσο στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής που καθορίζεται από το άρθρο 3, όσο και στο πλαίσιο της ενάσκησης αρμοδιοτήτων από τις δημόσιες, περιφερειακές και δημοτικές υπηρεσίες προς τις/τους πολίτες.”
Θεωρούμε θετική την απαραίτητη διεύρυνση και εκσυγχρονισμό του ορισμού της διάκρισης.
Πιστεύουμε πως επίσης σημαντικό είναι το σχέδιο νόμου να συμπεριλάβει σαφείς ορισμούς για τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου, τα χαρακτηριστικά φύλου αλλά και κάθε αιτίας για διάκριση που αναφέρεται στο σχέδιο νόμου ώστε να είναι ευκολότερη η εφαρμογή της νομοθεσίας εφόσον αυτή ψηφιστεί.
Εκ μέρους της Colour Youth – Κοινότητας LGBTQ Νέων Αθήνας,
Φίλιππος Παγάνης
Στην περίπτωση διακρισης ομως λογω σεξουαλικου προσανατολισμου,ταυτοτητας ή χαρακτηριστικων φυλου…θα πρεπει αι αρμοδιες αρχες (αστυνομια κλπ)να μην ασκει διακρισεις σε θυματα ομοφοβικου,αμφιφοβικου και τρανσφοβικου περιστατικου…γιατι εχει γινει κατεξακολουθηση…..οποτε και τετοια ατομα θα πρεπει να περιοριζοινται απο τον νομο…ή και να απομακρυνονται απο τα καθηκοντα τους,μιας και αποτελουν δημοσια απειλη!!!!
Καλησπέρα,
Η έννοια της διάκρισης είναι λίγο πολύπλοκη. Διάκριση είναι η υπαρχουσα νομοθεσία που δεν την ενδιαφέρει το δικαίωμα του παιδιού να έχει επικοινωνία με τον πατέρα σε περίπτωση διαζυγίου, αλλά δημιουργεί και εμπόδια πάντα είς όφελος των γυναικών.
Εξωφρενικές διατροφές στον σύζυγο, όταν η γυναικα εργάζεται κιολας ή έχει κρυφά εισοδήματα τα οποία δεν δινεται η δυνατότητα στον αντρα να τα αποδείξει αλλά μονο στην γυναίκα.
Στην πραγματικότητα της φτώχειας που ζούμε ο πατέρας είναι υποχρεωμένος να δίνει διατροφές τις οποίες βέβαια δεν είχε υποχρέωση όταν δεν ήταν να χωρίσει.
Ετσι πριν τον χωρισμό έχουμε οικογενειες που ζούνε με 4 μέλη και έσοδα 600 ευρω τον μήνα, και μετα τον χωρισμό ο ίδιος πατέρας καλείτε να καταβάλει 500 ευρώ σαν διατροφή για τα 2 τέκνα του, μη υπολογίζοντας η νομοθεσία τα εξοδα σιτισης στεγης κα μιας και ο πατερας ζει αλλού.
Τελικά σε αυτήν την χώρα σας ακουλουθήσουν αλλες ευρωπαικές χώρες. οχι τοσο υπερ της οικογενειας που τιμωρούν τις γυναικές οταν δημιουργούν εμπόδια στον πατερα απο το να δει τα παιδιά του.
Ειμαστε τριτοκοσμική χωρα παρτε το χαμπαρι.