Το άρθρο 1 του ν. 3938/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
1. Ο Συνήγορος του Πολίτη ορίζεται ως Εθνικός Μηχανισμός Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας με αρμοδιότητα τη συλλογή, την καταγραφή, την αξιολόγηση, την οίκοθεν διερεύνηση ή την περαιτέρω προώθηση προς άσκηση πειθαρχικού ελέγχου στις αρμόδιες Υπηρεσίες, καταγγελιών για πράξεις του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής, του Πυροσβεστικού Σώματος, καθώς και των υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης, οι οποίες εκδηλώθηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή κατά κατάχρηση της ιδιότητας του και αφορούν :
α. βασανιστήρια και άλλες προσβολές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας κατά την έννοια του άρθρου 137Α του Ποινικού Κώδικα,
β. παράνομες εκ προθέσεως προσβολές κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας ή υγείας ή της προσωπικής ή γενετήσιας ελευθερίας,
γ. παράνομη χρήση πυροβόλου όπλου και
δ. παράνομη συμπεριφορά για την οποία υπάρχουν ενδείξεις ότι διενεργήθηκε με ρατσιστικό κίνητρο ή η οποία ενέχει άλλου είδους διακριτική μεταχείριση λόγω χαρακτηριστικών φυλής, χρώματος εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκείας, αναπηρίας, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου.
2. Οι καταγγελίες πρέπει να είναι επώνυμες και γραπτές και να υποβάλλονται στο Συνήγορο του Πολίτη, αυτοπροσώπως ή μέσω πληρεξούσιου. Το όνομα και τα άλλα στοιχεία ταυτότητας του καταγγέλλοντος μπορεί να μην ανακοινώνονται κατά το στάδιο της διερεύνησης αν το ζητήσει εγγράφως ο ενδιαφερόμενος. Αν κατά την κρίση του Συνηγόρου του Πολίτη η διερεύνηση δεν είναι δυνατή χωρίς ανακοίνωση του ονόματος, ο ενδιαφερόμενος ενημερώνεται ότι η καταγγελία του θα τεθεί στο αρχείο, εφόσον ο ίδιος δεν συναινέσει εγγράφως στην ανακοίνωση του ονόματός του. Αν ο καταγγέλλων αγνοεί την ελληνική γλώσσα, μπορεί να παραστεί με διερμηνέα. Αν ο καταγγέλλων αδυνατεί να γράψει, η καταγγελία γίνεται προφορικώς, καταγράφεται από υπάλληλο του Συνηγόρου του Πολίτη και συντάσσεται έκθεση στην οποία γίνεται ειδική μνεία της αδυναμίας του καταγγέλλοντος να γράψει. Η έκθεση υπογράφεται από τον καταγγέλλοντα και τον υπάλληλο του Συνηγόρου του Πολίτη που τη συνέταξε. Όταν η καταγγελία είναι ανώνυμη τίθεται στο αρχείο με πράξη του Συνηγόρου του Πολίτη, όμως τυχόν στοιχεία αυτής που παρέχουν βάση για διερεύνηση μπορούν να αξιοποιηθούν στο πλαίσιο αυτεπάγγελτης παρέμβασης. Ο Συνήγορος του Πολίτη επιλαμβάνεται και αυτεπαγγέλτως, μετά από πληροφορίες με συγκεκριμένα στοιχεία για περιστατικά της παραγράφου 1 και ιδίως όσων προέρχονται από δημοσιεύματα ή εκπομπές Μ.Μ.Ε. ή μετά από παραπομπή της υπόθεσης από τον καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργό ή Γενικό Γραμματέα.
3. Ο Συνήγορος του Πολίτη αξιολογεί κάθε καταγγελία ή περιστατικό για το αν εμπίπτει στις αρμοδιότητες του κατά τον παρόντα νόμο και αποφασίζει με πράξη του εντός αποκλειστικής προθεσμίας 10 ημερών, είτε για την οίκοθεν διερεύνηση μιας καταγγελίας ή ενός περιστατικού, περίπτωση κατά την οποία υποχρεούται εντός αποκλειστικής προθεσμίας 3 μηνών να έχει συντάξει σχετικό πόρισμα, είτε για την προώθηση μιας καταγγελίας ή ενός περιστατικού προς διερεύνηση στις αρμόδιες Υπηρεσίες, είτε για τη θέση τους στο αρχείο ως αβάσιμων ή ανεπίδεκτων εκτίμησης. Οι προθεσμίες του ως άνω εδαφίου μπορούν κατά παρέκκλιση να παρατείνονται με αιτιολογημένη πράξη του Συνηγόρου του Πολίτη υπό τους όρους του άρθρου 4 παρ. 2 του ν. 2690/1999 (ΦΕΚ 45 Α`). Σε αυτή την περίπτωση, ο Συνήγορος του Πολίτη ενημερώνει σχετικά τις αρμόδιες Υπηρεσίες.
4. Σε περίπτωση οίκοθεν διερεύνησης μιας καταγγελίας ή ενός περιστατικού από το Συνήγορο του Πολίτη, τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα αναστέλλουν την έκδοση της απόφασής τους έως τη σύνταξη και γνωστοποίηση του σχετικού πορίσματος και των λοιπών στοιχείων του φάκελου της υπόθεσης από το Συνήγορο του Πολίτη. Διοικητικά μέτρα που προβλέπονται από το πειθαρχικό δίκαιο εκάστης Υπηρεσίας και λαμβάνονται σε βάρος του πειθαρχικά ελεγχόμενου δεν θίγονται. Ο ελεγχόμενος έχει δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης και ενώπιον του Συνηγόρου του Πολίτη. Ενδεχόμενη απόκλιση από το διατακτικό του πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη επιτρέπεται μόνο με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Οι πειθαρχικές διαδικασίες μετά την ολοκλήρωση και γνωστοποίηση του πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη διέπονται από το αντίστοιχο πειθαρχικό δίκαιο εκάστης υπηρεσίας.
5. Ο Συνήγορος του Πολίτη επιλαμβάνεται επίσης υποθέσεων για τις οποίες έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε βάρος της Ελλάδας για παράβαση των διατάξεων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ν.δ. 53/1974), με την οποία διαπιστώνονται ελλείψεις της πειθαρχικής διαδικασίας ή νέα στοιχεία που δεν αξιολογήθηκαν στην πειθαρχική έρευνα ή την εκδίκαση της υπόθεσης. Στις περιπτώσεις αυτές οι Διευθύνσεις Προσωπικού των αρμόδιων Υπηρεσιών των σωμάτων ασφαλείας, καθώς και των υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης διαβιβάζουν την ως άνω απόφαση και το σχετικό πειθαρχικό φάκελο στο Συνήγορο του Πολίτη, ο οποίος επανεξετάζει την υπόθεση λαμβάνοντας υπόψη του ιδίως όσα έκανε δεκτά το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και αποφασίζει επί της εκ νέου διερεύνησης της υπόθεσης.
6. Ο Συνήγορος του Πολίτη, επιφυλασσόμενος της αρμοδιότητας του προς οίκοθεν διερεύνηση και διαμόρφωση σχετικού πορίσματος, γνωστοποιεί την απόφασή του για την εκ νέου διερεύνηση της υπόθεσης με όλα τα στοιχεία του φακέλου στην αρμόδια Υπηρεσία που δεσμεύεται από την ανωτέρω απόφαση και διατάσσει νέα έρευνα, σύμφωνα και με όσα γίνονται δεκτά από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Στο πλαίσιο της επανεξέτασης της πειθαρχικής υπόθεσης είναι δυνατόν να ασκηθεί ή να συμπληρωθεί η πειθαρχική δίωξη και να επιβληθεί η προσήκουσα πειθαρχική ποινή ανεξάρτητα από την αρχική εκδίκαση της υπόθεσης. Για τον υπολογισμό του χρόνου παραγραφής που προβλέπεται από τις πειθαρχικές διατάξεις για τα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης δεν υπολογίζεται το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την έκδοση της απόφασης του αρμόδιου, κατά περίπτωση, πειθαρχικού οργάνου, σύμφωνα με τα άρθρα 38 και 39 του π.δ. 120/2008 (ΦΕΚ 182 Α`), το άρθρο 5 του π.δ. 187/2004 (ΦΕΚ 187 Α`), το άρθρο 25 παρ. 9 του ν.δ. 343/1969 (ΦΕΚ 238 Α`), το άρθρο 18 παράγραφοι 9 και 10 του ν.δ. 935/1971 (ΦΕΚ 149 Α`), και το άρθρο 112 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ΝΠΔΔ όπως ισχύει, μέχρι την περιέλευση στο Συνήγορο του Πολίτη της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Κατά τα λοιπά ακολουθείται η προβλεπόμενη πειθαρχική διαδικασία κάθε Υπηρεσίας στην οποία ανήκει το ελεγχόμενο προσωπικό. Αν ο Συνήγορος του Πολίτη κρίνει ότι δεν απαιτείται η εκ νέου διερεύνηση της υπόθεσης γνωστοποιεί το πόρισμά του στη Διεύθυνση Προσωπικού κάθε αρμόδιας Υπηρεσίας προκειμένου να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο.
7. Ο Συνήγορος του Πολίτη μπορεί να ζητεί στοιχεία από οποιαδήποτε δημόσια Υπηρεσία ή Υπηρεσία του ευρύτερου δημόσιου τομέα, οι οποίες υποχρεούνται να τα γνωστοποιούν ή να διαβιβάζουν αντίγραφα εγγράφων που αφορούν την υπόθεση εκτός αν χαρακτηρίζονται ως απόρρητα, επειδή αφορούν την εθνική άμυνα, την κρατική ασφάλεια και τις διεθνείς σχέσεις της χώρας. Δεν ισχύει το ιατρικό απόρρητο για τα στοιχεία που ζητούνται με αιτιολογημένο έγγραφο του Συνηγόρου του Πολίτη και είναι αναγκαία για τη διερεύνηση των υποθέσεων της παραγράφου 1. Τα στοιχεία της παρούσας παραγράφου χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εκπλήρωση της αποστολής του Συνηγόρου του Πολίτη. Σε περίπτωση ήδη σχηματισθείσας πειθαρχικής δικογραφίας από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα εκάστης Υπηρεσίας ο Συνήγορος του Πολίτη λαμβάνει αντίγραφα του συνόλου των στοιχείων του σχετικού φακέλου.
8. Τα πειθαρχικά όργανα της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής, του Πυροσβεστικού Σώματος, και των υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης υποχρεούνται να εξετάζουν κατά προτεραιότητα κάθε πειθαρχική υπόθεση που τους προωθείται από το Συνήγορο του Πολίτη και αφορά πράξεις της παραγράφου 1, προβαίνουν δε σε ενημέρωσή του αναφορικά με το αποτέλεσμα της εξέτασης των ως άνω υποθέσεων, διαβιβάζοντας αντίγραφα του συνόλου των στοιχείων του σχετικού φακέλου και αναστέλλοντας την έκδοση της απόφασης. Ο Συνήγορος αποτιμά την πληρότητα της εξέτασης και μπορεί να την αναπέμψει προς συμπλήρωση, συντάσσοντας πόρισμα εντός αποκλειστικής προθεσμίας 20 ημερών, η οποία μπορεί να παραταθεί υπό τους όρους του άρθρου 4 παρ. 2 του ν. 2690/1999 (ΦΕΚ 45 Α`). Ενδεχόμενη απόκλιση από το διατακτικό του πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη επιτρέπεται μόνο με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Όποιος υποβάλλει καταγγελία σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δικαιούται να πληροφορείται το αποτέλεσμα της καταγγελίας του, ενώ πρόσβαση επί των στοιχείων του φακέλου μπορεί να αποκτήσει οποιοσδήποτε υπό τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς του άρθρου 5 του ν. 2690/1999 (ΦΕΚ 45 Α`) καθώς και του ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α`).
9. Η λειτουργία του Συνηγόρου του Πολίτη ως Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας δεν υποκαθιστά τις υφιστάμενες δομές υποβολής και εξέτασης καταγγελιών αυθαιρεσίας σε άλλα όργανα ή αρχές.
10. Συνιστώνται στο Συνήγορο του Πολίτη 10 οργανικές θέσεις μόνιμου προσωπικού κλάδου ΠΕ Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου της ίδιας ειδικότητας της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 3094/2003, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 284 του ν. 3852/2010, που προστέθηκε με την παρ. 1α του άρθρου 9 του ν. 3861/2010, για την επιστημονική υποβοήθηση του Συνηγόρου του Πολίτη, την εξέταση καταγγελιών σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του παρόντα νόμου, τη σύνταξη και υποβολή σχετικού πορίσματος.
Το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών (Σ.Υ.Δ.), αναγνωρισμένο μη κερδοσκοπικό Σωματείο εθελοντικού χαρακτήρα για την προστασία των δικαιωμάτων της τρανς κοινότητας, με το παρόν δελτίο τύπου, καταθέτει τη θέση του αναφορικά με το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου του Υπ. Δικαιοσύνης για τη Σύσταση Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης»[1]. Συγκεκριμένα:
Θεωρούμε ιδιαίτερα θετική τη σύσταση ενός ανεξάρτητου μηχανισμού διερεύνησης περιστατικών αυθαιρεσίας, καθώς σε πολλές περιπτώσεις το ΣΥΔ έχει φέρει στην επιφάνεια περιστατικά αυθαιρεσίας από τα σώματα ασφαλείας, που ποτέ όμως δεν διερευνήθηκαν και δεν αποδόθηκαν ευθύνες.
Μάλιστα τούτο ήταν κάτι που με έμφαση σε παλιότερα περιστατικά αυθαιρεσίας το είχαμε τονίσει με τον πιο έντονο τρόπο, όχι μόνο ως δική μας θέση, αλλά και με αφορμή την επίσημη θέση του Συμβουλίου της Ευρώπης, σύμφωνα με την οποία:
«Ένα ανεξάρτητο και αποτελεσματικό σύστημα καταγγελιών κατά της αστυνομίας είναι ουσιώδους σημασίας για τη λειτουργία μιας δημοκρατικής και υπεύθυνης αστυνομικής υπηρεσίας. Η ανεξάρτητη και αποτελεσματική εξακρίβωση των καταγγελιών ενισχύει τη δημόσια εμπιστοσύνη στην αστυνομία και διασφαλίζει ότι δεν υπάρχει ατιμωρησία για την ανάρμοστη συμπεριφορά ή την κακομεταχείριση. Ένα σύστημα καταγγελιών πρέπει να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει κατάλληλα και ανάλογα ένα ευρύ σύνολο ισχυρισμών κατά της αστυνομίας σύμφωνα με τη σοβαρότητα των παραπόνων του καταγγέλλοντος και τις επιπτώσεις για τον αστυνομικό εναντίον του οποίου γίνεται η καταγγελία. Ένα σύστημα καταγγελιών κατά της αστυνομίας θα πρέπει να είναι κατανοητό, ανοιχτό και προσβάσιμο και να δείχνει θετική στάση και κατανόηση για ζητήματα φύλου, φυλής, εθνικότητας, θρησκείας, πεποίθησης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου, αναπηρίας και ηλικίας. Θα πρέπει να είναι αποτελεσματικό και κατάλληλα εφοδιασμένο και να συμβάλλει στην ανάπτυξη μιας κουλτούρας φροντίδας στην παροχή των υπηρεσιών αστυνόμευσης» [2]
Θεωρούμε, ακόμη, απόλυτα θετική, την ρητή αναφορά της ταυτότητας φύλου, καθώς και των χαρακτηριστικών φύλου, ως έδαφος αναγκαίο διερεύνησης «παράνομης συμπεριφοράς για την οποία υπάρχουν ενδείξεις ότι διενεργήθηκε με ρατσιστικό κίνητρο ή η οποία ενέχει άλλου είδους διακριτική μεταχείριση» (Άρθρο 1, παρ. 1, εδάφιο δ του σχεδίου νόμου).
Εκφράζουμε όμως τον σκεπτικισμό μας για το κατά πόσον θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική επί του πρακτέου η ανάληψη όλου του βάρους εξέτασης των καταγγελιών αυθαιρεσίας αποκλειστικά από τον Συνήγορο του Πολίτη, καθώς η φύση της αποστολής του είναι η διαμεσολάβηση, ενώ η αποστολή που πρέπει να έχει ο υπό σύσταση Μηχανισμός είναι αυτός των κυρώσεων και της καταστολής της αυθαιρεσίας, ιδιαίτερα όταν, κατά το Άρθρο 1, παρ. 1, εδάφιο δ, έχει ρατσιστικό κίνητρο. Θεωρούμε, πως πέραν του Συνηγόρου του Πολίτη, θα πρέπει να υπάρξει συμμετοχή και άλλων φορέων, εμπλεκόμενων με αποφασιστικό τρόπο στον έλεγχο της δημόσιας διοίκησης με προορισμό την επιβολή των αναγκαίων κυρώσεων που αρμόζουν σε περιπτώσεις αυθαιρεσίας, και αναφορικά με τις περιπτώσεις που έχουν ρατσιστικό κίνητρο, ενδεχομένως θα ήταν σκόπιμη η συμμετοχή εκπροσώπου του Δικτύου Καταπολέμησης Ρατσιστικής Βίας.
Επίσης, θα πρέπει να σημειώσουμε πως θα πρέπει να αναθεωρηθεί το Προεδρικό Διάταγμα 132/2012[3] για τη Σύσταση Τμημάτων και Γραφείων Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας με τη προσθήκη του σεξουαλικού προσανατολισμού, της ταυτότητας φύλου και των χαρακτηριστικών φύλου.
Ακόμη αναφορικά με τα καταστήματα κράτησης, αν και η αποτελεσματική λύση θα δοθεί μόνον με την νομοθέτηση της νομικής αναγνώρισης της ταυτότητας φύλου, υπενθυμίζουμε τις προτάσεις του ΣΥΔ, σχετικά με την αναθεώρηση του Σωφρονιστικού Κώδικα σε θέματα που αφορούν την ταυτότητα φύλου[4], και προτείνουμε να αξιοποιηθούν.
Εν κατακλείδι, με τον αστερίσκο που αναφέρθη αναφορικά με τον μηχανισμό ώστε να έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, θεωρούμε αναμφίβολα πολύ θετική την πρωτοβουλία του Υπουργείου Δικαιοσύνης για τη Σύσταση Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης.
.
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΔΙΕΜΦΥΛΙΚΩΝ (Σ.Υ.Δ.)
Συγγρού 29, 1ος όροφος, Αθήνα, ΤΚ 11743
http://www.transgender-association.gr/
transgender.support.association@gmail.com
—
[1] Υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου για τη Σύσταση Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης: http://www.opengov.gr/ministryofjustice/?p=6821.
[2] Ανεξάρτητη και αποτελεσματική εξακρίβηση των καταγγελικών κατά της αστυνομίας. Γνωμοδότηση του Επιτρόπου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης: https://wcd.coe.int/ViewDoc.jsp?p=&Ref=CommDH(2009)4&Language=lanGreek&Ver=original&Site=COE&BackColorInternet=DBDCF2&BackColorIntranet=FDC864&BackColorLogged=FDC864&direct=true.&direct=true
[3] Προεδρικό Διάταγμα 132/2012, «Σύσταση Τμημάτων και Γραφείων Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας – Τροποποίηση διατάξεων π.δ. 14/2001 (Α΄ 12)»: http://www.e-nomothesia.gr/inner.php/kat-astynomikos-astynomia/idrysi-leitourgia-uperesion/pd-132-2012.html?print=1
[4] Δελτίο Τύπου ΣΥΔ, 21.1.2013, «Οι παρατηρήσεις του Σωματείου Υποστήριξης Διεμφυλικών για τον νέο Σωφρονιστικό Κώδικα»: https://transgendersupportassociation.wordpress.com/2013/01/28/%ce%bf%ce%b9-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%b1%cf%84%ce%b7%cf%81%ce%ae%cf%83%ce%b5%ce%b9%cf%82-%cf%84%ce%bf%cf%85-%cf%83%cf%89%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b5%ce%af%ce%bf%cf%85-%cf%85%cf%80%ce%bf%cf%83%cf%84/
ορίστε μερικές σκέψεις
α) Στο άρθρο 1, στην 6η σειρά προτείνεται μετά το ρήμα “αφορούν” να προστεθεί ο όρος “αποκλειστικά» προκειμένου να μην καταλείπεται περιθώριο τυχόν διασταλτικής ή αναλογικής διεύρυνσης των αρμοδιοτήτων του. Ειδικά για την περίπτωση (γ) της πργ. 1 του άρθρου 1 προτείνεται να εξειδικευθεί απόλυτα το περιεχόμενο των περιπτώσεων της παράνομης χρήσης πυροβόλου όπλου, ως εξής “ γ. Παράνομη κατά τις διατάξεις του Π.Κ. και του Σ.Π.Κ. χρήση πυροβόλου όπλου, ως αυτό ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2168/1993”.
β) Στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 προτείνεται να απαλειφθεί η περίοδος “Όταν η καταγγελία είναι ανώνυμη διερευνάται μόνο εφόσον περιέχει συγκεκριμένα στοιχεία που παρέχουν βάση για τη διερεύνησή της, άλλως τίθεται στο αρχείο με πράξη του Συνηγόρου του Πολίτη”, καθώς αποτελεί δίδαγμα κοινής πείρας ότι αυτές στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων δεν είναι δυνατόν να τύχουν επαρκούς αξιολόγησης και διερεύνησης καθώς παρέχουν ισχνά αποδεικτικά μέσα, ένεκα του γενικόλογου περιεχομένου τους, Άλλωστε, αφ ης στιγμής παρέχεται η δυνατότητα της εκ των υστέρων ανωνυμοποίησης του καταγγέλλοντος εκ μέρους του Συνηγόρου του Πολίτη κατά το χειρισμό επώνυμης καταγγελίας, φρονούμε ότι οι ανώνυμες καταγγελίες δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται στις προς διερεύνηση υποθέσεις.
γ)Σε ό,τι αφορά στην πργ 4 του άρθρου 1, προτείνεται να τροποποιηθεί ως εξής: “Σε περίπτωση οίκοθεν διερεύνησης μιας καταγγελίας ή ενός περιστατικού από το Συνήγορο του Πολίτη, τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα, αναστέλλουν την άσκηση πειθαρχικού ελέγχου ή εάν έχουν ήδη προβεί στην άσκηση σχετικού πειθαρχικού ελέγχου είτε με έκδοση κλήσης σε απολογία, είτε με έκδοση πράξης παραπομπής σε ανακριτικό-πειθαρχικό συμβούλιο, αναστέλλουν την έκδοση της απόφασής τους έως τη σύνταξη και γνωστοποίηση του σχετικού πορίσματος και των λοιπών στοιχείων του φακέλου της υπόθεσης από το Συνήγορο του Πολίτη. Διοικητικά μέτρα αναφορικά με την υπηρεσιακή κατάσταση που προβλέπονται από τις οικείες διατάξεις εκάστης Υπηρεσίας και έχουν ληφθεί σε βάρος του πειθαρχικά ελεγχόμενου δεν θίγονται. Ενδεχόμενη απόκλιση από το διατακτικό του πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη επιτρέπεται μόνο με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία.». Η διατύπωση αυτή κρίνεται σκόπιμη και απαραίτητη προκειμένου διευκρινισθεί η έναρξη και η λήξη της αναστολής άσκησης πειθαρχικού ελέγχου.
Συναφώς, φρονείται ότι πρέπει να απαλειφθεί η φράση “Ο ελεγχόμενος έχει δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης και ενώπιον του Συνηγόρου του Πολίτη” , καθώς η προηγούμενη ακρόαση πρέπει να ασκείται ενώπιον του ασκούντος τον πειθαρχικό έλεγχο. Ο ΣτΠ ενεργεί στο πλαίσιο της διερεύνησης των καταγγελλομένων και όχι στο κομμάτι της κίνησης της πειθαρχικής δίωξης.
δ) Στην πργ 6 πρέπει να απαλειφθεί η παράθεση των διατάξεων διάσπαρτων νομοθεσιών, καθώς δημιουργείται σύγχυση και δεν είναι δυνατόν να περιληφθούν όλες οι περιπτώσεις υφισταμένων πειθαρχικών οργάνων. Άλλωστε τα συγκεκριμένα παρατιθέμενα νομοθετήματα ενδέχεται κάποια στιγμή να τροποποιηθούν, επομένως θα πρέπει κάθε φορά το άρθρο 1 πργ 6 να τροποποιείται αντίστοιχα.
ε)Σχετικά με την πργ 7 του άρθρου 1, στην 5η γραμμή χρειάζεται να προστεθεί η φράση: ”Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 7 του ν. 2472/1997.”, άλλως θα υφίσταται αντινομία μεταξύ ενός νεώτερου και ειδικότερου νόμου και μία απόλυτης απαγόρευσης ενός προγενέστερου νόμου.
Το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών (Σ.Υ.Δ.), αναγνωρισμένο μη κερδοσκοπικό Σωματείο εθελοντικού χαρακτήρα για την προστασία των δικαιωμάτων της τρανς κοινότητας, με το παρόν δελτίο τύπου, καταθέτει τη θέση του αναφορικά με το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου του Υπ. Δικαιοσύνης για τη Σύσταση Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης»[1]. Συγκεκριμένα:
Θεωρούμε ιδιαίτερα θετική τη σύσταση ενός ανεξάρτητου μηχανισμού διερεύνησης περιστατικών αυθαιρεσίας, καθώς σε πολλές περιπτώσεις το ΣΥΔ έχει φέρει στην επιφάνεια περιστατικά αυθαιρεσίας από τα σώματα ασφαλείας, που ποτέ όμως δεν διερευνήθηκαν και δεν αποδόθηκαν ευθύνες.
Μάλιστα τούτο ήταν κάτι που με έμφαση σε παλιότερα περιστατικά αυθαιρεσίας το είχαμε τονίσει με τον πιο έντονο τρόπο, όχι μόνο ως δική μας θέση, αλλά και με αφορμή την επίσημη θέση του Συμβουλίου της Ευρώπης, σύμφωνα με την οποία:
«Ένα ανεξάρτητο και αποτελεσματικό σύστημα καταγγελιών κατά της αστυνομίας είναι ουσιώδους σημασίας για τη λειτουργία μιας δημοκρατικής και υπεύθυνης αστυνομικής υπηρεσίας. Η ανεξάρτητη και αποτελεσματική εξακρίβωση των καταγγελιών ενισχύει τη δημόσια εμπιστοσύνη στην αστυνομία και διασφαλίζει ότι δεν υπάρχει ατιμωρησία για την ανάρμοστη συμπεριφορά ή την κακομεταχείριση. Ένα σύστημα καταγγελιών πρέπει να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει κατάλληλα και ανάλογα ένα ευρύ σύνολο ισχυρισμών κατά της αστυνομίας σύμφωνα με τη σοβαρότητα των παραπόνων του καταγγέλλοντος και τις επιπτώσεις για τον αστυνομικό εναντίον του οποίου γίνεται η καταγγελία. Ένα σύστημα καταγγελιών κατά της αστυνομίας θα πρέπει να είναι κατανοητό, ανοιχτό και προσβάσιμο και να δείχνει θετική στάση και κατανόηση για ζητήματα φύλου, φυλής, εθνικότητας, θρησκείας, πεποίθησης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου, αναπηρίας και ηλικίας. Θα πρέπει να είναι αποτελεσματικό και κατάλληλα εφοδιασμένο και να συμβάλλει στην ανάπτυξη μιας κουλτούρας φροντίδας στην παροχή των υπηρεσιών αστυνόμευσης» [2]
Θεωρούμε, ακόμη, απόλυτα θετική, την ρητή αναφορά της ταυτότητας φύλου, καθώς και των χαρακτηριστικών φύλου, ως έδαφος αναγκαίο διερεύνησης «παράνομης συμπεριφοράς για την οποία υπάρχουν ενδείξεις ότι διενεργήθηκε με ρατσιστικό κίνητρο ή η οποία ενέχει άλλου είδους διακριτική μεταχείριση» (Άρθρο 1, παρ. 1, εδάφιο δ του σχεδίου νόμου).
Εκφράζουμε όμως τον σκεπτικισμό μας για το κατά πόσον θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική επί του πρακτέου η ανάληψη όλου του βάρους εξέτασης των καταγγελιών αυθαιρεσίας αποκλειστικά από τον Συνήγορο του Πολίτη, καθώς η φύση της αποστολής του είναι η διαμεσολάβηση, ενώ η αποστολή που πρέπει να έχει ο υπό σύσταση Μηχανισμός είναι αυτός των κυρώσεων και της καταστολής της αυθαιρεσίας, ιδιαίτερα όταν, κατά το Άρθρο 1, παρ. 1, εδάφιο δ, έχει ρατσιστικό κίνητρο. Θεωρούμε, πως πέραν του Συνηγόρου του Πολίτη, θα πρέπει να υπάρξει συμμετοχή και άλλων φορέων, εμπλεκόμενων με αποφασιστικό τρόπο στον έλεγχο της δημόσιας διοίκησης με προορισμό την επιβολή των αναγκαίων κυρώσεων που αρμόζουν σε περιπτώσεις αυθαιρεσίας, και αναφορικά με τις περιπτώσεις που έχουν ρατσιστικό κίνητρο, ενδεχομένως θα ήταν σκόπιμη η συμμετοχή εκπροσώπου του Δικτύου Καταπολέμησης Ρατσιστικής Βίας.
Επίσης, θα πρέπει να σημειώσουμε πως θα πρέπει να αναθεωρηθεί το Προεδρικό Διάταγμα 132/2012[3] για τη Σύσταση Τμημάτων και Γραφείων Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας με τη προσθήκη του σεξουαλικού προσανατολισμού, της ταυτότητας φύλου και των χαρακτηριστικών φύλου.
Ακόμη αναφορικά με τα καταστήματα κράτησης, αν και η αποτελεσματική λύση θα δοθεί μόνον με την νομοθέτηση της νομικής αναγνώρισης της ταυτότητας φύλου, υπενθυμίζουμε τις προτάσεις του ΣΥΔ, σχετικά με την αναθεώρηση του Σωφρονιστικού Κώδικα σε θέματα που αφορούν την ταυτότητα φύλου[4], και προτείνουμε να αξιοποιηθούν.
Εν κατακλείδι, με τον αστερίσκο που αναφέρθη αναφορικά με τον μηχανισμό ώστε να έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, θεωρούμε αναμφίβολα πολύ θετική την πρωτοβουλία του Υπουργείου Δικαιοσύνης για τη Σύσταση Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης.
.
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΔΙΕΜΦΥΛΙΚΩΝ (Σ.Υ.Δ.)
Συγγρού 29, 1ος όροφος, Αθήνα, ΤΚ 11743
http://www.transgender-association.gr/
transgender.support.association@gmail.com
—
[1] Υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου για τη Σύσταση Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης: http://www.opengov.gr/ministryofjustice/?p=6821.
[2] Ανεξάρτητη και αποτελεσματική εξακρίβηση των καταγγελικών κατά της αστυνομίας. Γνωμοδότηση του Επιτρόπου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης: https://wcd.coe.int/ViewDoc.jsp?p=&Ref=CommDH(2009)4&Language=lanGreek&Ver=original&Site=COE&BackColorInternet=DBDCF2&BackColorIntranet=FDC864&BackColorLogged=FDC864&direct=true.&direct=true
[3] Προεδρικό Διάταγμα 132/2012, «Σύσταση Τμημάτων και Γραφείων Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας – Τροποποίηση διατάξεων π.δ. 14/2001 (Α΄ 12)»: http://www.e-nomothesia.gr/inner.php/kat-astynomikos-astynomia/idrysi-leitourgia-uperesion/pd-132-2012.html?print=1
[4] Δελτίο Τύπου ΣΥΔ, 21.1.2013, «Οι παρατηρήσεις του Σωματείου Υποστήριξης Διεμφυλικών για τον νέο Σωφρονιστικό Κώδικα»: https://transgendersupportassociation.wordpress.com/2013/01/28/%ce%bf%ce%b9-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%b1%cf%84%ce%b7%cf%81%ce%ae%cf%83%ce%b5%ce%b9%cf%82-%cf%84%ce%bf%cf%85-%cf%83%cf%89%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b5%ce%af%ce%bf%cf%85-%cf%85%cf%80%ce%bf%cf%83%cf%84/
Καταρχάς, οφείλουμε να αναφέρουμε ότι ορθά το εδάφιο δ) της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3938/2011 τροποποιείται/συμπληρώνεται ως ακολούθως: «δ. παράνομη συμπεριφορά για την οποία υπάρχουν ενδείξεις ότι διενεργήθηκε με ρατσιστικό κίνητρο ή η οποία ενέχει άλλου είδους διακριτική μεταχείριση λόγω χαρακτηριστικών φυλής, χρώματος εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκείας, αναπηρίας, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου».
Λαμβάνοντας υπόψη:
– το εδάφιο ε, της παρ. 2 του άρθρου 9 «Προσβασιμότητα» της Διεθνούς Σύμβασης για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, την οποία η χώρα μας μαζί με το προαιρετικό πρωτόκολλό της επικύρωσε με τον Ν.4074/2012 (Αρ. ΦΕΚ 88 Α΄/11.04.2012) και ως εκ τούτου οφείλει να εφαρμόσει, στο οποίο αναφέρεται το εξής: «[…] 2. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη λαμβάνουν επίσης κατάλληλα μέτρα προκειμένου: ε. να παρέχουν μορφές ‘ζωντανής’ βοήθειας και ενδιαμέσων, συμπεριλαμβανομένων των οδηγών, των αναγνωστών και των επαγγελματιών διερμηνέων της νοηματικής γλώσσας, προκειμένου να διευκολύνουν την προσβασιμότητα στα κτίρια και σε άλλες εγκαταστάσεις που είναι ανοικτές στο κοινό […]» και
-το άρθρο 5 «Ισότητα και μη διάκριση» της Διεθνούς Σύμβασης για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, στο οποίο αναφέρεται το εξής: «1. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη αναγνωρίζουν ότι όλα τα άτομα είναι ίσα ενώπιον και σύμφωνα με τον νόμο και δικαιούνται, χωρίς οποιαδήποτε διάκριση, ίση προστασία και ίσα οφέλη από το νόμο. ..3. Προκειμένου να προάγουν την ισότητα και να εξαλείψουν τις διακρίσεις, τα Συμβαλλόμενα Κράτη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να διασφαλίζουν ότι παρέχεται εύλογη προσαρμογή. 4. Τα συγκεκριμένα μέτρα, τα οποία είναι απαραίτητα προκειμένου να επιταχυνθεί ή να επιτευχθεί μία πραγματική ισότητα των ατόμων με αναπηρίες, δεν θεωρούνται διακρίσεις, σύμφωνα με τους όρους της παρούσας Σύμβασης […]»,
η Ε.Σ.Α.μεΑ. προτείνει:
η παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3938/2011 να συμπληρωθεί ως ακολούθως:
«2. Οι καταγγελίες πρέπει να είναι επώνυμες και γραπτές και να υποβάλλονται στο Συνήγορο του Πολίτη, αυτοπροσώπως ή μέσω πληρεξούσιου. Το όνομα και τα άλλα στοιχεία ταυτότητας του καταγγέλλοντος μπορεί να μην ανακοινώνονται κατά το στάδιο της διερεύνησης αν το ζητήσει εγγράφως ο ενδιαφερόμενος. Αν κατά την κρίση του Συνηγόρου του Πολίτη η διερεύνηση δεν είναι δυνατή χωρίς ανακοίνωση του ονόματος, ο ενδιαφερόμενος ενημερώνεται ότι η καταγγελία του θα τεθεί στο αρχείο, εφόσον ο ίδιος δεν συναινέσει εγγράφως στην ανακοίνωση του ονόματός του. Αν ο καταγγέλλων αγνοεί την ελληνική γλώσσα, μπορεί να παραστεί με διερμηνέα. Αν ο καταγγέλλων είναι άτομο με αναπηρία η Αρχή θα του παρέχει υπηρεσία διερμηνείας νοηματικής γλώσσας ή/και συνοδού. Για την επιλογή διερμηνέα νοηματικής γλώσσας θα πραγματοποιείται επικοινωνία με την Ομοσπονδία Κωφών Ελλάδος ή το Εθνικό Ίδρυμα Κωφών. Αν ο καταγγέλλων αδυνατεί να γράψει, η καταγγελία γίνεται προφορικώς, καταγράφεται από υπάλληλο του Συνηγόρου του Πολίτη και συντάσσεται έκθεση στην οποία γίνεται ειδική μνεία της αδυναμίας του καταγγέλλοντος να γράψει. Η έκθεση υπογράφεται από τον καταγγέλλοντα και τον υπάλληλο του Συνηγόρου του Πολίτη που τη συνέταξε[…]».