1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 202 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 34 του Ν.3900/2010 (ΦΕΚ Α΄ 213), αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ειδικώς επί φορολογικών, τελωνειακών και διαφορών με χρηματικό αντικείμενο, το δικαστήριο μπορεί, με την απόφασή του, να ορίσει ότι το ανασταλτικό αποτέλεσμα δεν καταλαμβάνει τη λήψη ενός ή περισσότερων αναγκαστικών μέτρων είσπραξης ή διοικητικών μέτρων, για τον εξαναγκασμό ή τη διασφάλιση της είσπραξης της οφειλής, επί συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος, τα οποία αναφέρονται στην απόφαση».
2. Στο άρθρο 202 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας προστίθεται παράγραφος 6, ως εξής:
«6. Σε κάθε περίπτωση χορήγησης αναστολής, μερικής ή ολικής, η υπόθεση προσδιορίζεται κατά προτεραιότητα, εντός έτους από τη δημοσίευση της απόφασης επί της αίτησης αναστολής και, στις φορολογικές και τελωνειακές διαφορές, εντός έξι μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης».
3. Το άρθρο 209Α του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως προστέθηκε με το άρθρο 38 του Ν.3900/2010, καταργείται.
Με την παρ. 1 ουσιαστικά αντιστρέφεται η ισχύουσα διατύπωση της παρ. 2 του άρθρου 202 του ΚΔΔ. Ενώ προβλέπεται η αναστολή λήψης ορισμένων μέτρων σε ορισμένα περιουσιακά στοιχεία, τώρα προβλέπεται η δυνατότητα παρά την χορήγηση αναστολής να εξαιρεθούν ορισμένα μέτρα επί ορισμένων περιουσιακών στοιχείων. Αν αυτή η είναι η ουσία της αλλαγής φαίνεται εκ πρώτης όψεως θετική, αλλά η πράξη θα κρίνει το τελικό αποτέλεσμα.
Η κατάργηση του άρθρου 209Α του ΚΔΔ με την παρ. 3 αναμφίβολα είναι θετική ενόψει της πολύ στενής ερμηνείας που δίνεται στον όρο προδήλως βάσιμο και την απροθυμία του δικαστή της αναστολής να επεκταθεί σε ζητήματα βασιμότητας του ενδίκου μέσου.
Ο προσδιορισμός σε σύντομη δικάσιμο, ανάλογα με το αποτέλεσμα της αίτησης αναστολής, θέτει σε δυσμενέστερη μοίρα ορισμένους διαδίκους και προσκρούει στα όρια των κανονισμών των δικαστηρίων.
Είναι ηπιώτερη, για τον αιτούντα, η διάταξη αυτή σε σχέση με την έτι ισχύουσα, αλλά, δεδομένης της -μάλλον αδόκιμης- αποθετικής εκφοράς αυτής (χωρίς μάλιστα να ορίζεται ότι πρέπει στο δικόγραφο να προσδιορίζονται τα επικείμενα μέτρα εξαναγκασμού και εκτέλεσης σε σχέση με συγκεκριμένα περιουσιακά αγαθά), δεν διακρίνεται σημαντικά από τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 205, της οποίας άλλωστε η απαρίθμηση είναι ενδεικτική.
Η διάταξη αυτή είναι περιττή, εφόσον στο άρθρο 205 παρ. 3 του Κ.Δ.Δ. προβλέπονται τα μέτρα διασφάλισης του δημοσίου συμφέροντος που μπορεί να διατάξει το δικαστήριο.