1. Ο αρμόδιος Εισαγγελέας Εφετών αρνείται την αναγνώριση και εκτέλεση της απόφασης δήμευσης εάν:
α) το προβλεπόμενο πιστοποιητικό του Παραρτήματος Β΄ δεν προσκομισθεί, είναι ελλιπές ή προδήλως δεν αντιστοιχεί στην απόφαση δήμευσης,
β) η εκτέλεση της απόφασης θα παραβίαζε την αρχή ne bis in idem,
γ) η απόφαση δεν συνδέεται με συμπεριφορά η οποία συνιστά αδίκημα σύμφωνα με τους Ελληνικούς ποινικούς νόμους, ανεξαρτήτως του νομικού της χαρακτηρισμού, εκτός από τις περιπτώσεις του άρθρου Δέκατου παράγραφος 2. Ωστόσο, όσον αφορά σε φορολογικά και τελωνειακά αδικήματα και αδικήματα περί το συνάλλαγμα, η εκτέλεση της απόφασης δήμευσης δεν επιτρέπεται να απορριφθεί λόγω του γεγονότος ότι το Ελληνικό δίκαιο δεν επιβάλλει τον ίδιο τύπο δασμών ή φόρων ή δεν περιέχει τον ίδιο τύπο ρυθμίσεων περί δασμών ή φόρων, τελωνείων και συναλλάγματος με τον προβλεπόμενο από το δίκαιο του κράτους έκδοσης,
δ) σύμφωνα με τους Ελληνικούς ποινικούς νόμους η δήμευση έχει παραγραφεί και η απόφαση δήμευσης συνδέεται με αξιόποινες πράξεις που υπάγονται στην δικαιοδοσία των Ελληνικών δικαστηρίων,
ε) η απόφαση δήμευσης συνδέεται με πράξεις οι οποίες τελέσθηκαν εκτός του εδάφους του κράτους έκδοσης και κατά τους Ελληνικούς ποινικούς νόμους απαγορεύεται η δίωξη για τέτοια αδικήματα εάν έχουν διαπραχθεί εκτός του Ελληνικού εδάφους,
στ) σύμφωνα με το πιστοποιητικό του Παραρτήματος Β΄ το συγκεκριμένο πρόσωπο, κατά του οποίου εκδόθηκε η απόφαση δήμευσης, δεν παρέστη αυτοπροσώπως στη δίκη που οδήγησε στην έκδοση της απόφασης, εκτός εάν στο πιστοποιητικό αναφέρεται ότι το ενλόγω πρόσωπο, βάσει του δικαίου του κράτους έκδοσης:
αα) είχε κλητευθεί εν ευθέτω χρόνω αυτοπροσώπως ή είχε ενημερωθεί, πραγματικά και επίσημα, με άλλα μέσα, σχετικά με την προγραμματισμένη ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της δίκης, κατά τρόπο ώστε να αποδεικνύεται σαφώς ότι τελούσε εν γνώσει αυτών, και είχε επίσης ενημερωθεί εν ευθέτω χρόνω, ότι μπορούσε να εκδοθεί σε βάρος του απόφαση δήμευσης ακόμη και σε περίπτωση που το ίδιο δεν εμφανιζόταν στη δίκη, ή
ββ) τελούσε εν γνώσει της προγραμματισμένης δίκης, είχε δε δώσει εντολή σε δικηγόρο, τον οποίον διόρισε είτε το ίδιο είτε το κράτος να το εκπροσωπήσει στη δίκη και εκπροσωπήθηκε όντως απ’ αυτόν, ή
γγ) αφού του επιδόθηκε η απόφαση δήμευσης και ενημερώθηκε ρητά ότι είχε το δικαίωμα να δικασθεί εκ νέου ή να ασκήσει ένδικο μέσο, ότι θα μπορούσε να παρασταθεί στη νέα δίκη, ότι η ουσία της υπόθεσης, περιλαμβανομένων και καινούριων αποδεικτικών στοιχείων, θα επανεξεταζόταν και ότι η δίκη μπορούσε να οδηγήσει στην ανατροπή της αρχικής απόφασης, αυτό είτε δήλωσε ρητώς ότι δεν αμφισβητεί την απόφαση δήμευσης είτε δεν ζήτησε να δικασθεί εκ νέου ή δεν άσκησε ένδικο μέσο εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας,
ζ) προσβάλλονται δικαιώματα του καθ’ ου ή καλόπιστων τρίτων τα οποία καθιστούν αδύνατη την εκτέλεση της απόφασης δήμευσης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αναγνωρίζονται μετά από άσκηση προσφυγής κατ’ άρθρο Εικοστό τέταρτο, ή
η) σύμφωνα με τους Ελληνικούς νόμους υφίσταται ασυλία ή η πράξη έχει αμνηστευθεί.
2. Ο αρμόδιος Εισαγγελέας Εφετών μπορεί να αρνηθεί την αναγνώριση και εκτέλεση της απόφασης δήμευσης εάν η τελευταία συνδέεται με πράξεις οι οποίες τελέσθηκαν εν όλω ή εν μέρει στο έδαφος της Ελλάδας ή σε εξομοιούμενο προς αυτό έδαφος.
3. Αν η απόφαση δήμευσης εμπίπτει στις περιπτώσεις iii) ή iv) του στοιχείου β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου Ένατου, ο αρμόδιος Εισαγγελέας Εφετών την εκτελεί κατά τον βαθμό που προβλέπεται σε παρόμοιες εσωτερικές υποθέσεις σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.
4. Στις περιπτώσεις των προηγούμενων παραγράφων, ο αρμόδιος Εισαγγελέας Εφετών, προτού αποφανθεί για την μη αναγνώριση και εκτέλεση της απόφασης, προχωρά σε διαβούλευση με κάθε κατάλληλο και πρόσφορο μέσο με την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης, εφόσον αυτό κρίνεται απαραίτητο για να διακριβωθεί η συνδρομή των ουσιαστικών τους προϋποθέσεων.
5. Εφόσον η απόφαση δήμευσης είναι αδύνατον να εκτελεσθεί, διότι το υπό δήμευση περιουσιακό στοιχείο έχει ήδη εν όλω ή εν μέρει δημευθεί, έχει εξαφανισθεί, έχει καταστραφεί, δεν ανευρίσκεται στον τόπο που μνημονεύεται στο πιστοποιητικό ή διότι ο τόπος του περιουσιακού στοιχείου δεν προσδιορίζεται επακριβώς, ακόμη και έπειτα από διαβούλευση με το κράτος έκδοσης, ενημερώνεται αμελητί η αρμόδια αρχή του τελευταίου. Το ίδιο συμβαίνει σε κάθε τυχόν άρνηση αναγνώρισης και εκτέλεσης μιας απόφασης για οποιονδήποτε λόγο.