1. Ο αρμόδιος ανακριτής αναγνωρίζει αμέσως, χωρίς άλλη διατύπωση κάθε απόφαση δέσμευσης άλλου κράτους μέλους που του διαβιβάζεται υπό προϋποθέσεις αντίστοιχες προς εκείνες του προηγούμενου άρθρου και λαμβάνει αμέσως τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεσή της, εκτός εάν συντρέχει ένας από τους λόγους μη αναγνώρισης ή μη εκτέλεσης ή αναβολής των επόμενων άρθρων.
Όταν είναι ανάγκη να εξασφαλισθεί η εγκυρότητα των συλλεγομένων αποδεικτικών στοιχείων, ο ανακριτής τηρεί, κατά την εκτέλεση της απόφασης δέσμευσης, τις διατυπώσεις και διαδικασίες που έχουν υποδειχθεί ρητώς από την αρμόδια δικαστική αρχή του κράτους έκδοσης, εφόσον οι διατυπώσεις και οι διαδικασίες αυτές δεν αντιβαίνουν στις θεμελιώδεις αρχές του Ελληνικού δικαίου.
Η αναγνώριση και εκτέλεση της απόφασης δέσμευσης γνωστοποιούνται αμελητί στην αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης, με κάθε μέσο υπό προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν την έγγραφη απόδειξη.
2. Κάθε επιπρόσθετο μέτρο καταναγκασμού, το οποίο καθίσταται αναγκαίο από την απόφαση δέσμευσης, λαμβάνεται σύμφωνα με τους Ελληνικούς δικονομικούς κανόνες.