Οι διωκτικές, εισαγγελικές και δικαστικές αρχές διασφαλίζουν ότι, στο βαθμό που δεν τίθεται σε κίνδυνο η αποτελεσματικότητα της διαδικασίας:
α) η εξέταση των θυμάτων διενεργείται χωρίς υπαίτια καθυστέρηση μετά την καταγγελία της αξιόποινης πράξης προς την αρμόδια αρχή και με όσο το δυνατόν περιορισμένο και αναγκαίο αριθμό καταθέσεων από πλευράς θύματος
β) τα θύματα, εφόσον δεν παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο της επιλογής τους ή τον τυχόν αυτεπαγγέλτως διορισθέντα, μπορούν να συνοδεύονται από τον νόμιμο εκπρόσωπό τους ή από άλλο φυσικό πρόσωπο της επιλογής τους, εκτός αν έχει ληφθεί αιτιολογημένη απόφαση για το αντίθετο σχετικά με ένα ή και τα δύο αυτά πρόσωπα
γ) οι ιατρικές εξετάσεις περιορίζονται στο ελάχιστο και διενεργούνται μόνο όταν είναι αυστηρά αναγκαίο για τους σκοπούς της ποινικής διαδικασίας και προς διερεύνηση της αλήθειας των καταγγελλομένων
δ) αν το θύμα είναι ανήλικο, εκείνος που το εξετάζει καταγράφει κατά λέξη στην έκθεση και τις ερωτήσεις που του απευθύνει.