1. Στον παρόντα νόμο οι ακόλουθοι όροι χρησιμοποιούνται με την εξής σημασία:
α) Ως «θύμα» νοείται:
αα) το φυσικό πρόσωπο, το οποίο υπέστη ζημία, συμπεριλαμβανομένης της βλάβης του σώματος ή της υγείας ή της τιμής ή της ηθικής βλάβης ή της οικονομικής ζημίας, ή της στέρησης της ελευθερίας του, η οποία προκλήθηκε αμέσως από αξιόποινη πράξη,
αβ) οι οικείοι προσώπου, ο θάνατος του οποίου προκλήθηκε αμέσως από αξιόποινη πράξη και οι οποίοι έχουν αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης, σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα ή τελούσαν σε άμεση υλική αλληλεξάρτηση με αυτό.
β) Ως «οικείοι» νοούνται οι σύζυγοι, το πρόσωπο που συνοικεί με το θύμα σε στενή σταθερή και συνεχή σχέση ετερόφυλης ή ομόφυλης δέσμευσης, οι μνηστευμένοι, οι συγγενείς εξ αίματος και εξ αγχιστείας σε ευθεία γραμμή, οι θετοί γονείς και τα θετά τέκνα, οι αδελφοί και οι σύζυγοι και οι μνηστήρες των αδελφών και τα εξαρτώμενα από το θύμα πρόσωπα, πέραν των συντηρούμενων τέκνων του.
γ) «ανήλικος» είναι κάθε φυσικό πρόσωπο ηλικίας κάτω των 18 ετών.
δ) Ως «υπηρεσίες υποστήριξης και φροντίδας θυμάτων» νοούνται οι δημόσιες υπηρεσίες καθώς και οι μη κυβερνητικές οργανώσεις που παρέχουν υπηρεσίες γενικής ή ειδικής υποστήριξης και φροντίδας.
ε) ως «αποκαταστατική δικαιοσύνη» νοούνται αφενός οι διαδικασίες που προβλέπονται ρητά σε διάταξη νόμου, μέσω των οποίων το θύμα και ο δράστης αξιοποίνου πράξεως μπορούν, εφόσον δώσουν την ελεύθερη συναίνεσή τους, ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής ή εισαγγελικής αρχής, να συμμετάσχουν ενεργά στην επίλυση των μεταξύ τους διαφορών ή απαιτήσεων που απορρέουν από την αξιόποινη πράξη και αφετέρου οι διαδικασίες με τις οποίες προβλέπεται δυνατότητα υλικής αποζημίωσης για τα θύματα τρομοκρατικών πράξεων και εγκλημάτων βίας
2. Oι ανωτέρω ορισμοί δεν επιδρούν ούτε τροποποιούν με οποιονδήποτε τρόπο τα δικαιώματα και τις προϋποθέσεις νόμιμης παράστασης του πολιτικώς ενάγοντος ενώπιον των Ποινικών Δικαστηρίων κατά τα οριζόμενα στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.