1. Η αναγνώριση ή η εκτέλεση ΕΕΕ απορρίπτεται από την αρχή εκτέλεσης όταν:
α) προβλέπεται σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία προνόμιο ή εξαίρεση δικαιοδοσίας ή εκτέλεσης που εμποδίζει την εκτέλεση της ΕΕΕ ή υπάρχουν διατάξεις που ορίζουν ή περιορίζουν την ποινική ευθύνη σχετικά με την ελευθερία του Τύπου και την ελευθερία της έκφρασης σε άλλα μέσα ενημέρωσης που εμποδίζουν την εκτέλεση της ΕΕΕ·
β) στη συγκεκριμένη περίπτωση, η εκτέλεση της ΕΕΕ θα έθετε σε κίνδυνο ουσιώδη συμφέροντα εθνικής ασφάλειας ή την πηγή των πληροφοριών ή θα απαιτούσε τη χρήση διαβαθμισμένων πληροφοριών που σχετίζονται με συγκεκριμένες δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών·
γ) η ΕΕΕ έχει εκδοθεί στο πλαίσιο διαδικασιών που αναφέρονται στις περιπτώσεις β΄ και γ΄ του άρθρου 5 και το ερευνητικό μέτρο δεν θα επιτρεπόταν σε παρόμοια εσωτερική υπόθεση·
δ) η εκτέλεση της ΕΕΕ αντίκειται στην αρχή της απαγόρευσης δίωξης ή ποινικής τιμωρίας δύο φορές για την ίδια αξιόποινη πράξη (ne bis in idem)·
ε) η ΕΕΕ αφορά έγκλημα για το οποίο υπάρχουν υπόνοιες ότι τελέσθηκε εκτός του εδάφους του κράτους έκδοσης και εν μέρει ή εξ ολοκλήρου στο έδαφος της ελληνικής επικράτειας, η δε πράξη για την οποία εκδόθηκε η ΕΕΕ δεν συνιστά έγκλημα στην Ελλάδα·
στ) η εκτέλεση του ερευνητικού μέτρου που αναφέρεται στην ΕΕΕ αντίκειται στις υποχρεώσεις της Ελλάδας σύμφωνα με το άρθρο 6 ΣΕΕ·
ζ) η πράξη για την οποία έχει εκδοθεί η ΕΕΕ δεν συνιστά έγκλημα κατά την εσωτερική νομοθεσία, εκτός αν η αρχή έκδοσης αναφέρει στην ΕΕΕ ότι πρόκειται για έγκλημα του Παραρτήματος Δ για το οποίο απειλείται στο κράτος έκδοσης στερητική της ελευθερίας ποινή με ανώτατο όριο τουλάχιστον τα τρία έτη· ή
η) η χρήση του ερευνητικού μέτρου περιορίζεται, κατά την εσωτερική νομοθεσία, σε συγκεκριμένα εγκλήματα, στα οποία δεν περιλαμβάνεται το έγκλημα που αφορά η ΕΕΕ.
2. Οι λόγοι των περιπτώσεων ζ΄ και η΄ της προηγουμένης παραγράφου δεν εφαρμόζονται για τα ερευνητικά μέτρα της παρ. 2 του άρθρου 12.
3. Όταν η ΕΕΕ αφορά φορολογικά, τελωνειακά ή τραπεζικά εγκλήματα, η αναγνώριση ή η εκτέλεσή της δεν μπορεί να απορριφθεί από την αρχή εκτέλεσης με την αιτιολογία ότι η ελληνική νομοθεσία δεν προβλέπει αντίστοιχο φόρο ή δασμό ή ίδια ρύθμιση με εκείνη του κράτους έκδοσης ως προς τα φορολογικά, τελωνειακά ή τραπεζικά ζητήματα.
4. Στις περιπτώσεις α΄, β΄, δ΄, ε΄ και στ΄ της παρ. 1, η αρχή εκτέλεσης συμβουλεύεται με κάθε πρόσφορο μέσο την αρχή έκδοσης πριν αποφασίσει τη μη αναγνώριση ή τη μη εκτέλεση ΕΕΕ, εν όλω ή εν μέρει, και, εφόσον απαιτείται, ζητεί από αυτή να της παράσχει αμελλητί κάθε απαραίτητη πληροφορία.
5. Στην περίπτωση α΄ της παρ. 1 και εφόσον προβλέπεται άρση του προνομίου ή της εξαίρεσης δικαιοδοσίας ή εκτέλεσης από άλλη ελληνική αρχή, η αρχή εκτέλεσης ζητεί από αυτή να ενεργήσει αμελλητί. Εφόσον προβλέπεται άρση του προνομίου ή της εξαίρεσης δικαιοδοσίας ή εκτέλεσης από αρχή άλλου κράτους μέλους ή διεθνούς οργανισμού, η αρχή έκδοσης αποφασίζει αν θα της ζητήσει να ενεργήσει σχετικά.