1. Το Σώμα Επιθεώρησης και Ελέγχου των Καταστημάτων Κράτησης (ΣΕΕΚΚ), που ιδρύθηκε με το ν. 3090/2002, είναι αρμόδιο για τη διενέργεια επιθεωρήσεων, εκτάκτων ελέγχων και ερευνών στα καταστήματα κράτησης. Το ΣΕΕΚΚ υπάγεται απευθείας στον Γενικό Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής και συμμετέχει στο Συντονιστικό Όργανο Επιθεώρησης και Ελέγχου (ΣΟΕΕ).
2. Το ΣΕΕΚΚ είναι όργανο εσωτερικού ελέγχου και έχει ως αποστολή τη διενέργεια τακτικών και έκτακτων ελέγχων, οποιαδήποτε ημέρα και ώρα, για τη διαπίστωση των συνθηκών κράτησης, της άσκησης των καθηκόντων των υπαλλήλων των Καταστημάτων Κράτησης, της άσκησης και προστασίας των δικαιωμάτων των κρατουμένων, της ευταξίας και της τήρησης των μέτρων ασφάλειας στα καταστήματα κράτησης, της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Κώδικα και των κανονισμών λειτουργίας των καταστημάτων αυτών, καθώς και των σχετικών εγκυκλίων οδηγιών που αφορούν τη λειτουργία των καταστημάτων κράτησης. Μπορεί να διενεργεί δειγματοληπτικούς ελέγχους ιδίως για τον τρόπο εφαρμογής των διατάξεων περί αδειών, της υφ’ όρον απόλυσης και της πειθαρχικής διαδικασίας.
3. Το ΣΕΕΚΚ ενεργεί ελέγχους κατόπιν εντολής του Γενικού Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής, αναφοράς κρατουμένου, αιτήματος του Συνηγόρου του Πολίτη ή και αυτεπαγγέλτως. Με το πέρας του ελέγχου, συντάσσεται έκθεση για τα αποτελέσματά του. Αν κατά τον έλεγχο διαπιστωθεί μη σύννομη συμπεριφορά υπαλλήλου, η έκθεση επιθεώρησης και ελέγχου διαβιβάζεται στο αρμόδιο πειθαρχικό όργανο με πρόταση για την άσκηση ελέγχου κατά του υπαιτίου, ενώ αν διαπιστώνονται αποχρώσες ενδείξεις τέλεσης ποινικού αδικήματος, η έκθεση διαβιβάζεται στον αρμόδιο εισαγγελέα. Τον Μάρτιο κάθε έτους, το Σώμα υποβάλλει στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και το Γενικό Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής έκθεση πεπραγμένων με παρατηρήσεις για το διενεργηθέν ελεγκτικό έργο και προτάσεις για τη βελτίωση της οργάνωσης και λειτουργίας των καταστημάτων κράτησης. Η έκθεση, χωρίς τα στοιχεία που κρίνονται απόρρητα, δημοσιεύεται σε ειδική έκδοση ή στο διαδίκτυο.
4. Οι Επιθεωρητές-Ελεγκτές μπορούν για την εκπλήρωση του έργου τους να επισκέπτονται οποτεδήποτε, ακόμα και χωρίς προειδοποίηση, τα καταστήματα κράτησης, έχοντας ελεύθερη πρόσβαση σε κάθε χώρο αυτών και ακώλυτη επικοινωνία με τους κρατουμένους και τους υπαλλήλους του καταστήματος. Επίσης έχουν δικαίωμα πρόσβασης στους τηρούμενους φακέλους, συμπεριλαμβανομένων και των απορρήτων, διαφυλάσσοντας το απόρρητο κατά τις κείμενες διατάξεις. Οι υπηρεσίες παρέχουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία για το έργο των Επιθεωρητών-Ελεγκτών, τα οποία τίθενται υποχρεωτικά στη διάθεσή τους, και τους διευκολύνουν με κάθε τρόπο. Κατά τη διάρκεια της επιθεώρησης και του ελέγχου, μπορούν επίσης να ζητούν πληροφορίες και στοιχεία από τους αρμόδιους υπαλλήλους της υπηρεσίας που ασχολούνται με την εξεταζόμενη υπόθεση. Η μη χορήγηση των παραπάνω πληροφοριών ή στοιχείων, ως και η απόκρυψη στοιχείων ή πληροφοριών, καθώς επίσης η χορήγηση εν γνώσει ανακριβών στοιχείων και γενικά η παρακώλυση και παραπλάνηση του έργου των Επιθεωρητών-Ελεγκτών, συνιστά αυτοτελές πειθαρχικό παράπτωμα.
5. Του ΣΕΕΚΚ προΐσταται ο Γενικός Επιθεωρητής Καταστημάτων Κράτησης. Στη θέση του Γενικού Επιθεωρητή Καταστημάτων Κράτησης τοποθετείται, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μετά από γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής, πρόσωπο εγνωσμένου κύρους, με επιστημονική κατάρτιση και εμπειρία στα θέματα της οργάνωσης και λειτουργίας των καταστημάτων κράτησης και της μεταχείρισης των κρατουμένων. Η θητεία του είναι τριετής και μπορεί να ανανεωθεί μία φορά για τρία έτη.
6. Με Προεδρικό Διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, εξειδικεύονται η οργάνωση, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες των υπηρεσιών του ΣΕΕΚΚ, και θεσπίζεται ο εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας του Σώματος. Τα σχετικά με τη στελέχωση του Σώματος με προσλήψεις, αποσπάσεις και μετατάξεις, η αμοιβή ή αποζημίωση του Γενικού Επιθεωρητή και των στελεχών του, όπως και κάθε άλλη αναγκαία ρύθμιση για την αποτελεσματική λειτουργία του Σώματος, καθορίζονται με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού.