1. Ο διαμεσολαβητής είναι υποχρεωμένος να ενεργεί έναντι των μερών κατά τρόπο απαλλαγμένο από προσωπικές προτιμήσεις, πεποιθήσεις και προκαταλήψεις και να μεριμνά για την ισότιμη συμμετοχή και διευκόλυνση όλων των μερών στο πλαίσιο της διαμεσολάβησης.
Ο διαμεσολαβητής είναι υποχρεωμένος να μην αναλάβει εργασία και, εάν έχει ήδη αναλάβει, να μην την συνεχίσει, εάν προηγουμένως δεν καταστήσει γνωστές στα μέρη περιστάσεις που ενδέχεται να επηρεάσουν ή να δώσουν την εντύπωση ότι επηρεάζουν την αμεροληψία του. Σε τέτοια περίπτωση ο διαμεσολαβητής επιτρέπεται να αναλάβει καθήκοντα διαμεσολάβησης ή να εξακολουθεί να τα ασκεί μόνο με τη ρητή συγκατάθεση των μερών και εφόσον είναι βέβαιος ότι είναι σε θέση να διεξαγάγει τη διαμεσολάβηση με πλήρη αμεροληψία.
2. Ο διαμεσολαβητής είναι υποχρεωμένος να παραμένει ουδέτερος ως προς το αποτέλεσμα της διαμεσολάβησης και δεν επιτρέπεται να κατευθύνει τα μέρη και να τους επιβάλλει τη λύση που ενδεχομένως ο ίδιος προκρίνει. Δύναται, μόνο εφόσον όλα τα μέρη το επιθυμούν να διατυπώσει την προσωπική του άποψη, η οποία, όμως, δεν είναι δεσμευτική.
Αρθρο 12- Αμεροληψία, Ουδετερότητα
Παρ. 2.
Ο Διαμεσολαβητής είναι υποχρεωμένος να παραμένει ουδέτερος καθ’όλη τη διάρκεια της διαμεσολάβησης ανεξαρτήτου αποτελέσματος της διαδικασίας. Τα θεμέλια της διαμεσολάβησης και τα όρια του Διαμεσολαβητή δεν επιτρέπουν οιαδήποτε γνώμη, προσωπική άποψη, τεχνογνωσία αντικειμένου διαφοράς, συμβουλή (νομική, οικονομική, φορολογική, ψυχολογίας ή άλλη) να εκφραστεί από το Διαμεσολαβητή καθώς τούτο καταπατά βασικές αρχές της διαμεσολάβησης και του ρόλου του Διαμεσολαβητή. Η αναφορά αυτή έρχεται και σε αντίθεση με την παράγραφο 5 του άρθρου 14 του παρόντος Νόμου.
Ο Διαμεσολαβητής είναι υποχρεωμένος να εχει πλήρη σαφήνεια των ορίων της διαδικασίας και των δικών του (αυτογνωσία) ώστε να αποφευχθεί οιαδήποτε περαιτέρω, τυχόν, βλάβη στα μέρη που προσέρχονται στη διαδικασία εκουσίως. Ως εκ τούτου σε καμία περίπτωση δεν μπορεί ο Διαμεσολαβητής να διατυπώσει την προσωπική του άποψη ακόμη και αν τα μέρη το επιθυμούν, διότι τούτο σημαίνει οτι ο Διαμεσολαβητής πρέπει να είναι πολύ έμπειρος και ικανός ώστε να εκφράσει προσωπική άποψη επί του αντικειμένου της διαφοράς δίχως να καταπατάται η βασική αρχή της αυτοδιάθεσης των μερών στη Διαμεσολάβηση και να επηρεάζεται ο αυτοκαθορισμός τους, καθώς τα μέρη πρέπει να μπορούν να αποφασίζουν μόνα τους τη λύση της διαφοράς τους. Η διαφορά είναι δική τους και η πιθανή λύση της δική τους και όταν τα μέρη βρουν μονα τους τη λύση θα την τηρήσουν αρκεί ο Διαμεσολαβητής να έχει γνώση της διαδικασίας, των ορίων της και του σκοπού της.
Σε πολλές περιπτώσεις κατά τη διαδικασία της διαμεσολάβησης, ο Διαμεσολαβητής πρέπει να αντιμετωπίσει προσβολές από το ένα μέρος στο άλλο, απορριπτική ή ταπεινωτική συμπεριφορά, χειραγώγηση, συγκράτηση σχετικών πληροφοριών από ενα ή και τα δυο μέρη, προσπάθειες σύγχυσης, απόπειρα κατάφωρης κυριαρχίας, εξάσκηση πίεσης, εκφοβιστικές τακτικές, διαφορές αυτοεκτίμησης και άλλες δύσκολες καταστάσεις, πάντα έχοντας υπόψιν τη φύση της διαφοράς. Ο Διαμεσολαβητής πρέπει να μπορεί να διαφυλάσσει την ουδετερότητα και την ηθική της παρέμβασης, να κατανοεί τα όρια εξουσιοδότησής του, να έχει αυτογνωσία και να διακρίνει ανάμεσα στους ανθρώπους και το πρόβλημα, βάσει και του μοντέλου της διαμεσολάβησης που διδάσκεται στην Ελλάδα, δηλαδή διαμεσολάβηση με βάση το αμοιβαίο συμφέρον των μερών. Εάν ο Διαμεσολαβητής εκφράσει προσωπική άποψη, ιδιαίτερα στην αρχή της εφαρμογής του θεσμού στην Ελλάδα, η έκβαση της διαδικασίας θα είναι περισσότερο αποτέλεσμα αυθαίρετης παρέμβασης και όχι διαμεσολάβησης και αυτό δεν συνάδει με τις θεμελιακές αρχές της διαμεσολάβησης. Είναι ευθύνη του Διαμεσολαβητή να αναγνωρίσει τις συμπεριφορές των μερών και να εφαρμόσει σωστά τις τεχνικές της διαδικασίας, γνωρίζοντας τα όριά του και τα όρια της διαμεσολάβησης και τις δυναμικές των μερών και να αποφεύγει να εκφράζει άποψη και να παίρνει θέση με τη μία ή την άλλη πλευρά.
Σε πολύ ελάχιστες ιδιαίτερες και συγκεκριμένες περιπτώσεις διαφορών ο Διαμεσολαβητής μπορεί να εκφράσει άποψη βάσει του μοντέλου της “αξιολογικής” διαμεσολάβησης (evaluative mediation) το οποίο εφαρμόζεται στην Αμερική και όχι τόσο στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, στην οποία ο Διαμεσολαβητής ειναι σε θέση να ανατροφοδοτεί ξεχωριστά το κάθε μέρος περιγράφοντας τα δυνατά και αδύναμα στοιχεία του τα οποία μπορούν να δώσουν στα μέρη μία ιδέα των πιθανών αποτελεσμάτων ενδεχόμενης προσφυγής στη δικαιοσύνη και αυτό το μοντέλο χρησιμοποιείται απο ειδικούς νομικούς Διαμεσολαβητές μόνο.
Βικτωρία Λιούτα
Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών
Στο άρθρο 12 παρ. 1 εδάφ.β, τί σημαίνει «ο διαμεσολαβητής είναι υποχρεωμένος να μην αναλάβει εργασία …»; Γιατί δεν συγκεκριμενοποιούμε ότι ο διαμεσολαβητής δεν μπορεί να αναλάβει να διενεργήσει μια διαμεσολάβηση…