1. Με την επιφύλαξη οποιασδήποτε άλλης διοικητικής ή μη δικαστικής προσφυγής, όπως η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής ή αίτηση θεραπείας ενώπιον της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει το δικαίωμα άσκησης αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά νομικά δεσμευτικής απόφασης της Αρχής που το αφορά, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων με τις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις, όπως ιδίως πρόστιμα, ή κατά της απορριπτικής επί της ενδικοφανούς προσφυγής ή της αιτήσεως θεραπείας απόφασης αυτής.
2. Με την επιφύλαξη οποιασδήποτε άλλης διοικητικής ή μη δικαστικής προσφυγής, κάθε υποκείμενο των δεδομένων έχει δικαίωμα δικαστικής προσφυγής/ αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά της παράλειψης της Αρχής να εξετάσει την καταγγελία ή δεν ενημερώσει το υποκείμενο των δεδομένων εντός τριών μηνών για την πρόοδο ή την έκβαση της καταγγελίας που υποβλήθηκε.
3. Ένδικα βοηθήματα κατά των αποφάσεων της Αρχής µπορεί να ασκεί και το ∆ηµόσιο. Το ένδικο βοήθημα ασκεί ο κατά περίπτωση αρμόδιος υπουργός. Σε κάθε δίκη που αφορά απόφαση της Αρχής διάδικος είναι η ίδια, εκπροσωπούμενη από τον Πρόεδρο. Η παράσταση στο δικαστήριο γίνεται είτε από µέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους είτε από µέλος της Αρχής, τακτικό ή αναπληρωματικό, ή ελεγκτή.
4. Μη κερδοσκοπικοί φορείς, οργανώσεις, σωματεία, ενώσεις προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που έχουν συσταθεί και λειτουργούν νομίμως και στους καταστατικούς σκοπούς του οποίων περιλαμβάνεται η προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα έχουν δικαίωμα να ασκήσουν τα δικαιώματα δικαστικής προσφυγής κατά της Αρχής, εφόσον θεωρούν ότι τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων παραβιάστηκαν ως αποτέλεσμα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.