1. Η διαβίβαση, από τις κατά το άρθρο 3 παρ. 3 του παρόντος νόμου αρμόδιες αρχές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία ή προορίζονται να υποβληθούν σε επεξεργασία μετά τη διαβίβασή τους προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, συμπεριλαμβανομένων των περαιτέρω διαβιβάσεων προς άλλη τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό επιτρέπεται εφόσον
α) η διαβίβαση είναι αναγκαία για τους σκοπούς που ορίζονται στο άρθρο 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου
β) τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαβιβάζονται σε υπεύθυνο επεξεργασίας σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό που αποτελεί αρμόδια αρχή και για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου.
γ) σε περίπτωση που τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαβιβάζονται ή καθίστανται διαθέσιμα από άλλο κράτος μέλος, το εν λόγω κράτος μέλος έχει δώσει προηγουμένως την έγκρισή του για τη διαβίβαση σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο
δ) η Επιτροπή έχει προβεί σε απόφαση περί επάρκειας δυνάμει του άρθρου 36 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 ή, ελλείψει τέτοιας απόφασης, όταν έχουν παρασχεθεί ή υπάρχουν κατάλληλες εγγυήσεις σύμφωνα με το άρθρο 52 του παρόντος νόμου ή, ελλείψει τόσο απόφασης περί επάρκειας δυνάμει του άρθρου 36 όσο και κατάλληλων εγγυήσεων σύμφωνα με το άρθρο 52 του παρόντος νόμου, ισχύουν παρεκκλίσεις για ειδικές καταστάσεις σύμφωνα με το άρθρο 53 του παρόντος νόμου και
ε) σε περίπτωση περαιτέρω διαβίβασης σε άλλη τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, η αρμόδια αρχή που διενήργησε την αρχική διαβίβαση ή άλλη αρμόδια αρχή στο ίδιο κράτος μέλος επιτρέπει την περαιτέρω διαβίβαση, αφού λάβει δεόντως υπόψη όλους της σχετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων της σοβαρότητας του ποινικού αδικήματος, των σκοπών για τους οποίους διαβιβάστηκαν αρχικά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και του επιπέδου προστασίας των δεδομένων στην τρίτη χώρα ή τον διεθνή οργανισμό στα οποία διαβιβάζονται περαιτέρω τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.
2. Οι διαβιβάσεις χωρίς την προηγούμενη έγκριση άλλου κράτους μέλους σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο γ) επιτρέπονται μόνον εφόσον η διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απαραίτητη για την αποτροπή άμεσης και σοβαρής απειλής για τη δημόσια ασφάλεια κράτους μέλους ή τρίτης χώρας ή για τα ουσιώδη συμφέροντα κράτους μέλους και η προηγούμενη έγκριση δεν μπορεί να ληφθεί εγκαίρως. Η αρχή του άλλου κράτους μέλους που είναι υπεύθυνη για την παροχή της προηγούμενης έγκρισης ενημερώνεται χωρίς καθυστέρηση.
3. Οι διατάξεις των άρθρων 51 έως 54 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται με τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν υπονομεύεται το επίπεδο προστασίας των φυσικών προσώπων που διασφαλίζει η Οδηγία (ΕΕ) 2016/680, όπως ενσωματώνεται στην ελληνική έννομη τάξη με τον παρόντα νόμο.
4. Η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν επιτρέπεται, παρά την ύπαρξη απόφασης επάρκειας και αφού ληφθεί υπόψη το δημόσιο συμφέρον, εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορεί να διασφαλισθεί ότι θα γίνει κατάλληλη ανάλογη μεταχείριση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων δεν είναι επαρκώς διασφαλισμένα στο πεδίο αρμοδιότητας του παραλήπτη των δεδομένων ή εάν μια διαβίβαση ενδέχεται να συγκρούεται με υπέρτερα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να βασίζει την εκτίμησή του σε σχέση με το εάν ο παραλήπτης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην τρίτη χώρα εγγυάται στη συγκεκριμένη περίπτωση την κατάλληλη προστασία των εν λόγω δεδομένων