1. Η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του Κανονισμού επιτρέπεται, όταν είναι απαραίτητη για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον και ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει τα ανάλογα προς τον κίνδυνο μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.
2. Εφόσον οι σκοποί αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον μπορούν να εκπληρωθούν από περαιτέρω επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η οποία δεν επιτρέπει ή δεν επιτρέπει πλέον την ταυτοποίηση των υποκειμένων των δεδομένων, οι εν λόγω σκοποί εκπληρώνονται κατ’ αυτόν τον τρόπο.
3. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας, συνεκτιμώντας το πεδίο εφαρμογής, το πλαίσιο και τους σκοπούς της εκάστοτε επεξεργασίας και τη φύση και κατηγορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται στο αρχειακό υλικό, λαμβάνει κατάλληλα και ανάλογα οργανωτικά και τεχνικά μέτρα που διασφαλίζουν τη συμμόρφωση προς τις αρχές της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως η αρχή της ελαχιστοποίησης, και προστασίας των δεδομένων αυτών, ιδίως αναφορικά με τα πρόσωπα τα οποία έχουν πρόσβαση και λαμβάνουν γνώση των δεδομένων αυτών και τους όρους πρόσβασης σε αυτά.
4. Με την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων ή προβλέψεων ως προς τις προθεσμίες, περιορισμούς και διαδικασίες πρόσβασης, η πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τηρούνται για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον επιτρέπεται εφόσον :
α) τα πρόσωπα τα οποία αφορούν τα δεδομένα έχουν δώσει τη ρητή συγκατάθεσή τους,
β) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη διαφύλαξη ζωτικού συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου φυσικού προσώπου,
γ) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση καθήκοντος που εκτελείται προς το δημόσιο συμφέρον ή κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας που έχει ανατεθεί στον τρίτο που αιτείται πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα,
δ) η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων,
ε) επεξεργασία είναι απαραίτητη για σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή για στατιστικούς σκοπούς.
5. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 15 του Κανονισμού το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί να περιοριστεί εν όλω ή εν μέρει το δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων σε δεδομένα που το αφορούν, εφόσον η άσκησή του είναι πιθανό να καταστήσει αδύνατη ή να παρακωλύσουν σοβαρά την επίτευξη των σκοπών αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον , ιδίως εάν το αρχειακό υλικό δεν τηρείται σε συσχετισμό με το όνομα του υποκειμένου των δεδομένων και η άσκηση του δικαιώματος θα απαιτούσε δυσανάλογη προσπάθεια.
6. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 16 του Κανονισμού το υποκείμενο των δεδομένων δεν έχει δικαίωμα διόρθωσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, εφόσον η άσκησή του είναι πιθανό να καταστήσουν αδύνατη ή να παρακωλύσουν σοβαρά την επίτευξη των σκοπών αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον ή την άσκηση δικαιωμάτων τρίτων. Εάν το υποκείμενο των δεδομένων αμφισβητεί βάσιμα την ακρίβεια των δεδομένων προσωπικού που το αφορούν και τηρούνται για τους ανωτέρω σκοπούς δύναται να αιτηθεί την κατάθεση συμπληρωματικών δεδομένων, τα οποία κατά την κρίση του υπευθύνου επεξεργασίας μπορούν να ενταχθούν κατά διακριτό τρόπο στο αρχειακό υλικό.
7. Κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα άρθρα 18, 19, 20 και 21 του Κανονισμού περιορίζονται τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων, εφόσον τα εν λόγω δικαιώματα είναι πιθανό να καταστήσουν αδύνατη ή να παρακωλύσουν σοβαρά την επίτευξη των ειδικών σκοπών αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον και εφόσον οι περιορισμοί αυτοί κρίνονται απαραίτητοι για την εκπλήρωση των εν λόγω σκοπών.
Οι περιπτώσεις στις οποίες επιτρέπεται η συλλογή και επεξεργασία δεδομένων προφανώς προβλέπονται διαζευκτικά και όχι σωρευτικά, οπότε θα πρέπει να γίνει η σχετική επισήμανση στην παράγραφο 4.