1. Σκοπός της Δικαστικής Αστυνομίας είναι η υποβοήθηση του έργου των Δικαστικών και Εισαγγελικών Αρχών. Οι υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας είναι ανακριτικοί υπάλληλοι κατά την έννοια των σχετικών διατάξεων του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
2. Στις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα της Δικαστικής Αστυνομίας υπάγονται ιδίως:
α) η κατόπιν εισαγγελικής εντολής διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης και προανακριτικών πράξεων,
β) η εκτέλεση ενταλμάτων σύλληψης ή η κατά νόμο διενέργεια αυτόφωρων συλλήψεων,
γ) η επίδοση δικογράφων και διαδικαστικών εγγράφων,
δ) η εκτέλεση των αποφάσεων των ποινικών δικαστηρίων,
ε) η ευταξία των δικαστικών συνεδριάσεων και η φύλαξη των δικαστικών καταστημάτων,
στ) η υποβοήθηση των αρμοδίων δικαστικών και εισαγγελικών αρχών στην εκτέλεση αιτημάτων δικαστικής συνδρομής,
ζ) η παροχή επιστημονικής και τεχνικής συνδρομής στους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς επί θεμάτων των οποίων η μελέτη και ανάλυση απαιτεί ειδικές γνώσεις. Κατόπιν σχετικών γραπτών αιτημάτων από δικαστικές ή εισαγγελικές αρχές μπορούν να συντάσσονται από τους υπαλλήλους της Δικαστικής Αστυνομίας γραπτές εκθέσεις επί συγκεκριμένων επιστημονικών ή τεχνικών θεμάτων. Αναφορικά με τις προϋποθέσεις και τα αναγκαία στοιχεία του κύρους τους, εφαρμόζονται οι διατάξεις περί εκθέσεων του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όπως κάθε φορά ισχύουν. Οι Δικαστικές και Εισαγγελικές αρχές δεν εμποδίζονται να διατάξουν τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, ή οποιουδήποτε άλλου αποδεικτικού μέσου επί των αυτών επιστημονικών ή τεχνικών θεμάτων, επί των οποίων έχει προηγηθεί γραπτή επιστημονική ή τεχνική έκθεση της Δικαστικής Αστυνομίας.
η) η βεβαίωση αξιόποινων πράξεων, των οποίων οι υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας λαμβάνουν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους,
θ) κάθε άλλη διαδικαστική πράξη που θα της ανατεθεί από τις αρμόδιες Δικαστικές και Εισαγγελικές Αρχές.
3. Οι διατάξεις της παρ. 2 δεν καταργούν τις αντίστοιχες διατάξεις που ορίζουν την αρμοδιότητα της Ελληνικής Αστυνομίας και των λοιπών κατά νόμο δημοσίων οργάνων, καθώς και τη σχέση τους με τις Δικαστικές ή Εισαγγελικές Αρχές. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 243 παρ. 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, η αρμοδιότητα των υπαλλήλων της Δικαστικής Αστυνομίας να διενεργούν προκαταρκτική εξέταση ή προανακριτικές πράξεις επί αξιοποίνων πράξεων, πλην των αυτόφωρα καταλαμβανομένων, αρχίζει από τον χρόνο έκδοσης σχετικής παραγγελίας του αρμόδιου Εισαγγελέα.
4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 9 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, όπως κάθε φορά ισχύει, τα όργανα της Δικαστικής Αστυνομίας μπορούν να ζητούν τη συνδρομή όλων των κρατικών υπηρεσιών, ιδίως των αστυνομικών, φορολογικών, ελεγκτικών, λιμενικών και προξενικών Αρχών, καθώς και των Ανεξάρτητων Αρχών.
5. Κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του το προσωπικό του Αστυνομικού Κλάδου της Δικαστικής Αστυνομίας φέρει στολή και οπλισμό.
Απο την στιγμη που υπαρχει ηδη μια υπηρεσια η οποια εκτελει τα ιδια καθηκοντα περαν του προανακριτικού έργου δεν υπαρχει ο λογος δημιουργιας κατι καινουργιου απο την στιγμη που υφισταται ηδη. Η υπηρεσια της εξωτερικης φρουρησης ανταποκρινεται στο πληθος των αρμοδιοτητων των οποιων αναγραφει το προσχεδιο νομου και τα οποια φερει εις περας με επιτυχια και αυταπαρνηση παρ ολες τις ελειψεις σε δυναμικο. Οποτε ειναι ποιο ευκολο στο προεδρικο διαταγμα της ΥΕΦΚΚ να αντικατασταθει ο ορος εξωτερικη φρουρα με το Δικαστικη Αστυνομια μιας και τα καθηκοντα ειναι ιδια και να μεινει να οργανωθει το επιστημονικο κομματι ωστε να υπαρχει και η προανακριση στο υπο υδριση σωμα.
Από τη διατύπωση των διατάξεων του άρθρου 2 προκύπτει ένας ουσιαστικός δικαιοπολιτικός προσανατολισμός σε σχέση με την αποστολή της νέας υπηρεσίας: η δικαστική αστυνομία έχει σκοπό να υποβοηθά το έργο των δικαστικών και εισαγγελικών αρχών όπως ορθά σημειώνεται στο άρθρο, αλλά αυτή η υποβοήθηση, έτσι όπως προκύπτει εδώ, σημαίνει ότι δημιουργείται μια «δικαστική αστυνομία» ως αστυνομία του εισαγγελέα και των δικαστηρίων και όχι ως μια υπηρεσία / σώμα, που θα συνδράμει τις δικαστικές αρχές και εισαγγελικές αρχές στο έργο τους ουσιαστικά, δηλαδή θα ενισχύει συστηματικά τις δυνατότητες έρευνας όπως συμβαίνει στις περισσότερες δικαστικές αστυνομίες. Από την συνολική διατύπωση του άρθρου 2, προκύπτει ότι η Δ.Α. θα είναι ένα σώμα βοηθητικό απλά και αυτό, είναι μια προσέγγιση αρκετά προβληματική και παρωχημένη σε σχέση με το ρόλο της δικαστικής αστυνομίας στην ανακριτική έρευνα και στην πλαισίωση του έργου των εισαγγελέων. Μια τέτοια προσέγγιση είναι αρκετά ξεπερασμένη από τα πράγματα, ιδίως αν συνδυαστούν οι διατάξεις αυτές με τις επόμενες, που αφορούν το προσωπικό και τη διοίκηση της δικαστικής αστυνομίας: το προσωπικό της δικαστικής αστυνομίας, έτσι όπως περιγράφεται, θα είναι η αναπαραγωγή μιας ενός άλλου λειτουργού, δηλαδή του αστυνομικού φρουρού. Ειδικότερα, σε μια εποχή ανάγκης υψηλής εξειδίκευσης, υψηλού επιπέδου γνώσεων για την αξιοποίηση της τεχνολογίας σε όλα τα επίπεδα, όπως και ανάγκης ειδικών γνώσεων για επιμέρους τομείς της οικονομίας της κοινωνικής ζωής κλπ, το προσωπικό της Δ.Α. θα μπορεί εξίσου καλά, κατά την αντίληψη του συντάκτη του άρθρου, να προστατεύει την τάξη στα δικαστήρια και να κάνει έρευνα π.χ. για πολεοδομικού χαρακτήρα παραβάσεις αλλά και για ανθρωποκτονίες. Μια τέτοια αντίληψη παρακάμπτει και παραγνωρίζει, οποιαδήποτε εξέλιξη έχει μεσολαβήσει στην οργάνωση τέτοιων υπηρεσιών και στην ανακριτική έρευνα από το 1950 έως σήμερα και αναπαράγει έναν αστυνομικό φρουρό «πασπαρτου» και όχι ένα στέλεχος δικαστικής αστυνομίας. Αυτή η προσέγγιση δημιουργεί πολλές αμφιβολίες και ερωτηματικά για τι ακριβώς θα είναι η νέα υπηρεσία.
Το εδάφιο (ζ)του άρθρου 2, επίσης, επισφραγίζει την εργαλειακή αντίληψη για το επιστημονικό εξειδικευμένο δυναμικό, που αποτυπώνεται σε όλα τα άρθρα του Σχ.Ν.: Στις σύγχρονες και αποτελεσματικές υπηρεσίες δικαστικής αστυνομίας η σχέση του προσωπικού της δικαστικής αστυνομίας με τους εισαγγελείς ιδίως, διέπονται από μια σχέση ομαδικής λειτουργίας υπό την εποπτεία, καθοδήγηση και διεύθυνση του Εισαγγελέα. Έτσι εξιχνιάζονται και οι μεγάλες υποθέσεις και έτσι δημιουργείται ένα επαγγελματικό έθος στις υπηρεσίες αυτές. Η δικαστική αστυνομία δεν μπορεί να λειτουργήσει ως μια υπηρεσία αυταρχικά δομημένη και με κάθετη ιεραρχία, που απλά αναπαράγει τη γραφειοκρατία. Η δομή και η σχέση Εισαγγελέα με το επιστημονικό προσωπικό όπως περιγράφεται εδώ, δυστυχώς, αναπαράγει αυτό το πρότυπο, αντί να ορίζεται μία ομάδα επιστημόνων και αστυνομικών που θα πλαισιώνει τον Εισαγγελέα για ένα χρονικό διάστημα π.χ δύο έτη κλπ.
Επίσης αν και σε πολλές έννομες τάξεις της ΕΕ η δικαστική αστυνομία είναι αρμόδια για ένα ευρύτατο φάσμα εγκλημάτων, αυτό συμβαίνει, επειδή υπάρχει μια ιστορική σχέση της εισαγγελίας, της δικαιοσύνης και της αστυνομίας που πηγαίνει πολύ πίσω στο χρόνο, την εποχή που οι αρμοδιότητές τους δεν ήταν σαφώς προσδιορισμένες και διακριτές. Σε έννομες τάξεις, όμως, που η δικαστική αστυνομία έχει συσταθεί σε πρόσφατο σχετικά χρόνο, η υπηρεσία αυτή είναι αρμόδια για συγκεκριμένα βαριά εγκλήματα για τα οποία επιλαμβάνεται με συγκεκριμένα κριτήρια. Σε κάθε περίπτωση η σύσταση ενός τέτοιου σώματος/ υπηρεσίας δεν μπορεί να γίνεται ερήμην της συνεκτίμησης των πραγματικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι αρχές και της ποιοτικής εξέλιξης της εγκληματικότητας, παράγοντες που δεν προκύπτει ότι έχει ληφθεί υπόψη εδώ. Η επιλογή του συντάκτη του Σχ. Ν. να εκχωρήσει αρμοδιότητα για όλες τις εγκληματικές πράξεις απλά προσθέτει μια ακόμα αστυνομία στην Ελλάδα, χωρίς όμως να φαίνεται ότι εστιάζει σε μια στρατηγική αντίληψη για την αντεγκληματική πολτική και το ρόλο της δικαιοσύνης. Αναπαράγει δε, από άποψη οργάνωσης και αποτελεσματικότητας, τις πλέον συντηρητικές, τάσεις στην οργάνωση και ανάπτυξη της ανακριτικής διαδικασίας. Διότι αυτό πράγματι επιτελεί η Δικαστική Αστυνομία. Στο Σχ. Ν. η δικαστική Αστυνομία συγχέεται με ένα σώμα Δικαστικών Κλητήρων, που σωστό θα ήταν να συσταθεί πράγματι, για την ευταξία των δικαστηρίων και για τα επιδόσεις κλπ εγγράφων γενικά κλπ. Αλλά αυτό δεν είναι Δικαστική Αστυνομία.
Επομένως επειδή είναι ουσιαστικά όχι μόνον παρωχημένη αλλά και εσφαλμένη η θεώρηση της δικαστικής αστυνομίας, όπως αποτυπώνεται στο Σχ. Ν. και επειδή, όπως προκύπτει από την ανάγνωση των άρθρων που αφορούν το προσωπικό, τις ειδικότητες και τα προσόντα, όπως και τις διαδικασίες πρόσληψης του, δεν πρόκειται για δικαστική αστυνομία αλλά για μια αστυνομία εισαγγελίας και δικαστηρίων, δεν υπάρχει λόγος σχολιασμού των επιμέρους επομένων άρθρων. Ωστόσο, θα βοηθούσε εάν το Υπουργείο ή η αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή επανεξέταζε πολλά σημεία και θεωρήσεις του συγκεκριμένου Σχ. Ν.
H ίδρυση και λειτουργία της Δικαστικής Αστυνομίας στην Ελλάδα είναι επιβεβλημένη, με αρμοδιότητες από το πέρας του προανακριτικού έργου μέχρι το ύστατο άκρο του δικαιϊκού μας συστήματος, το οποίο είναι τα Καταστήματα Κράτησης.
Η αρμοδιότητες της Δικαστικής Αστυνομίας δεν πρέπει να συγκρούονται ή να ταυτίζονται με εκείνες της Ελληνικής Αστυνομίας καθώς πρέπει να υφίσταται ως μία ολοκληρωμένη υπηρεσιακή δομή με αμιγή καθήκοντα, τα οποία πέραν των περιγραφομένων στο Σχέδιο Νόμου θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν και τα καθήκοντα της εξωτερικής φρούρησης των Καταστημάτων Κράτησης και τη φρούρηση των νοσηλευομένων σε οποιοδήποτε θεραπευτήριο καταδίκων και υποδίκων και τη συνοδεία αυτών προς ανάκριση, εμφάνιση σε δικαστήριο, ιατρική εξέταση, εκτέλεση έκτακτης άδειας ή άλλου έργου όπως αυτά περιγράφονται στον νόμο 2721/1999 στα άρθρα 48 και 49 όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν.
Το προσωπικό της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης το οποίο κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του έχει τις ίδιες αρμοδιότητες, εξουσίες, καθήκοντα και υποχρεώσεις με το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας και σήμερα ασκεί τα προαναφερόμενα καθήκοντα, θα μπορούσε άμεσα να διατεθεί και να στελεχώσει την Δικαστική Αστυνομία, όντας ένστολο και ένοπλο στο σύνολό του και υπαγόμενο στο Υπουργείο Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με αδιαμφισβήτητη 18χρονη εμπειρία στην εξωτερική φρούρηση των Καταστημάτων κράτησης , τις πάσης φύσεως μεταγωγές των υποδίκων και καταδίκων μεταξύ αυτών και στα δικαστήρια. Επιπλέον, πρακτικά στις δίκες όπου δικάζονται κρατούμενοι, ήδη ασκεί μέτρα τάξεως.
Προτείνουμε τη δημιουργία μιας ενιαίας ένοπλης υπηρεσίας υπαγόμενης στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία θα εκμεταλλευθεί και θα ενσωματώσει σταδιακά, το υπάρχον εκπαιδευμένο και πολύπειρο δυναμικό της υπηρεσίας εξωτερικής φρούρησης καταστημάτων κράτησης, καθώς και τα μέσα που αυτό διαθέτει.
Από τα παραπάνω γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η πρότασή μας, αφορά μία ολοκληρωμένη υπηρεσιακή δομή ξεπερνώντας την αποσπασματικότητα που παρουσιάζει το υπάρχον προσχέδιο νόμου.
Τα οφέλη της ενσωμάτωσης της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης στη Δικαστική Αστυνομία είναι πολλαπλά, καθώς αυτή αποκτά άμεσα 1800 υπαλλήλους σε 27 πόλεις της Ελλάδος, μεταξύ των οποίων όλες σχεδόν οι πρωτεύουσες νομαρχιακών διαμερισμάτων. Παράλληλα, μπορεί να γίνει χρήση των μέσων και υποδομών που ήδη υπάρχουν, όπως κτίρια, οχήματα, οπλισμός, μέσα αυτοάμυνας, επικοινωνίας, κ.α.
Επιπλέον, η Υπηρεσία Εξωτερικής Φρούρησης, διαθέτει ήδη ένα πλέγμα κανονισμών και διατάξεων (προεδρικά διατάγματα, υπουργική απόφαση οπλοφορίας, κ.α.), το οποίο εύκολα μπορεί να ενσωματώσει λοιπές διατάξεις έτσι ώστε να είναι άμεσα λειτουργική η νέα υπηρεσία. Επίσης, στην σημερινή συγκυρία είναι υπερβολή, αν όχι ουτοπικό, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να οργανώσει και να συντηρεί, δύο ένοπλες και ένστολες υπηρεσίες με συναφή καθήκοντα, μέσα, εκπαιδεύσεις, κ.α.
Τέλος η ενσωμάτωση της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης στη Δικαστική Αστυνομία παράλληλα θα επιφέρει μέγιστη αναβάθμιση στη φρούρηση των Καταστημάτων Κράτησης, στις μεταγωγές κρατουμένων καθώς και στις φυλάξεις στα νοσηλευτικά ιδρύματα ή στις δικαστικές αίθουσες αυτών, αφού το πλήθος των υπαλλήλων θα δύνανται να επικουρούν και να εκτελούν ανατεθειμένα καθήκοντα σύμφωνα με τις ανάγκες που θα διαμορφώνονται κατά περίπτωση.
Ως εκ των παραπάνω προτείνουμε:
-την σύσταση Δικαστικής Αστυνομίας και
-την ενσωμάτωση σ’ αυτήν, της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης και των καθηκόντων της.
Η Υπηρεσία Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης (Υ.Ε.Φ.Κ.Κ) αποτελεί εκτελεστικό όργανο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, από το 2000 που έγινε σύσταση της Υπηρεσίας έχει όλες της αρμοδιότητες που είχε η ΕΛ.ΑΣ στα Καταστήματα Κράτησης, της έχει ανατεθεί με νόμο η φύλαξη των Δικαστικών Μεγάρων, έχει πήρα 18 ετών μέσα στα Δικαστήρια (αίθουσες, ανακριτές, εισαγγελείς), το προσωπικό γνωρίζει καλύτερα από κάθε αστυνομικό (αφού αποσπούνται μονοήμερος στις αίθουσες από τα τμήματα τους για να καλύψουν τα μέτρα τάξης) τις ακροαματικές διαδικασίες και στη πραγματικότητα ασκεί μέτρα τάξης βρισκόμενο καθημερινά στα Δικαστικά Μέγαρα (σε όποιο νομό υπάρχει Εφετείο). Το να υπάρχουν δύο εκτελεστικά ένστολα ένοπλα όργανα στο ΥΠ. ΔΙΚ. Θα αποτελέσει πρόβλημα. Πρέπει το ΥΠ. ΔΙΚ. να εκμεταλλευτεί την 18χρονη επιτυχής εμπειρία του προσωπικού της Υ.Ε.Φ.Κ.Κ και η υπηρεσία να ενταχθεί άμεσα στην Δικαστική Αστυνομία αποτελώντας ένα ενιαίο εκτελεστικό όργανο του. Η Υ.Ε.Φ.Κ.Κ. διαθέτει αρκετά στελέχη Πανεπιστημιακής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης που με την κατάλληλη εκπαίδευση θα μπορούσαν να ασκήσουν και προανακριτικό η ανακριτικό έργο (αφού μπορούν και ασκούν αστυνομικοί με Δευτεροβάθμια εκπαίδευση). Με μια τροπολογία στο ΠΔ 215/12-10-2006 που αποτελεί τον κανονισμό λειτουργιάς της Υ.Ε.Φ.Κ.Κ μπορεί άμεσα η υπηρεσία να ενταχθεί στην Δικαστική Αστυνομία εκμεταλλευόμενο το ΥΠ. ΔΙΚ. τα οφέλη που προκύπτουν από την πράξη αυτή που είναι η άμεση εκμετάλλευση του ήδη υπάρχον εκπαιδευμένου προσωπικού(έχει προληφθεί με τα ίδια κριτήρια που έχουν τεθεί για την Δικαστική Αστυνομία) με μια μικρή μόνο ενίσχυση και του υλικοτεχνικού εξοπλισμού που διαθέτει η υπηρεσία.
Να καταργηθεί η εξωτερική φρουρά των φυλακών και οι υπάλληλοι να μεταταχθούν στη σοφρωνιστική υπηρεσία ή στη δικαστική αστυνομία.
Η Υπηρεσία Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης (Υ.Ε.Φ.Κ.Κ) αποτελεί εκτελεστικό όργανο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, από το 2000 που έγινε σύσταση της Υπηρεσίας έχει όλες της αρμοδιότητες που είχε η ΕΛ.ΑΣ στα Καταστήματα Κράτησης της έχει ανατεθεί με νόμο η φύλαξη των Δικαστικών Μεγάρων, έχει πήρα 18 ετών μέσα στα Δικαστήρια (αίθουσες, ανακριτές, εισαγγελείς), το προσωπικό γνωρίζει καλύτερα από κάθε αστυνομικό (αφού αποσπούνται μονοήμερος στις αίθουσες από τα τμήματα τους για να καλύψουν τα μέτρα τάξης) τις ακροαματικές διαδικασίες και στη πραγματικότητα ασκεί μέτρα τάξης βρισκόμενο καθημερινά στα Δικαστικά Μέγαρα (σε όποιο νομό υπάρχει Εφετείο). Το να υπάρχουν δύο εκτελεστικά ένστολα ένοπλα όργανα στο ΥΠ. ΔΙΚ. Θα αποτελέσει πρόβλημα. Πρέπει το ΥΠ. ΔΙΚ. να εκμεταλλευτεί την 18χρονη επιτυχής εμπειρία του προσωπικού της Υ.Ε.Φ.Κ.Κ και η υπηρεσία να ενταχθεί άμεσα στην Δικαστική Αστυνομία αποτελώντας ένα ενιαίο εκτελεστικό όργανο του. Η Υ.Ε.Φ.Κ.Κ. διαθέτει αρκετά στελέχη Πανεπιστημιακής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης που με την κατάλληλη εκπαίδευση θα μπορούσαν να ασκήσουν και προανακριτικό η ανακριτικό έργο (αφού μπορούν και ασκούν αστυνομικοί με Δευτεροβάθμια εκπαίδευση). Με μια τροπολογία στο ΠΔ 215/12-10-2006 που αποτελεί τον κανονισμό λειτουργιάς της Υ.Ε.Φ.Κ.Κ μπορεί άμεσα η υπηρεσία να ενταχθεί στην Δικαστική Αστυνομία εκμεταλλευόμενο το ΥΠ. ΔΙΚ. τα οφέλη που προκύπτουν από την πράξη αυτή που είναι η άμεση εκμετάλλευση του ήδη υπάρχον εκπαιδευμένου προσωπικού(έχει προληφθεί με τα ίδια κριτήρια που έχουν τεθεί για την Δικαστική Αστυνομία) με μια μικρή μόνο ενίσχυση και του υλικοτεχνικού εξοπλισμού που διαθέτει η υπηρεσία.
Με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 2,νομίζω ότι θα πρέπει να καταργηθούν οι αντίστοιχες αρμοδιότητες της ΕΛ.ΑΣ.
Και τούτο, διότι ,από την στιγμή που ιδρύεται Δικαστική Αστυνομία θα
πρέπει να έχει πλήρεις αρμοδιότητες και επιχειρησιακή αυτοτέλεια.
Αυτό θα βοηθήσει και την ΕΛ.ΑΣ,γιατί θα αφεθεί πιο απερίσπαστα,κατά την γνώμη μου,στην κατά τον Νόμο,καθήκοντά της.
Ευχαριστώ για την φιλοξενία.
Δε θέλουμε άλλα πάρεργα για την ελληνικη αστυνομια, όχι άλλη αποδυνάμωση της υπηρεσίας. Βρείτε από αλλού προσωπικό για τη στελέχωση της δικαστικης αστυνομιας ή προσλάβετε νέο. Όχι άλλα παιχνίδια συνδικαλιστικά στην πλάτη του Έλληνα αστυνομικού.
Στό άρθρο 5 του σχεδίου νόμου φαίνετε ξεκάθαρα η συμβολή της Πανελλήνιας Ομοσπονδιας Εξωτερικών Φρουρών , αφού συμμετέιχε σε όλες τις επιτροπές που αφορόυσαν την ίδρυση της Δικαστικής Αστύνομίας.
Οι εξωτερικοί φρουροί εκτελούν επιτυχώς υπηρεσία 18 έτη, με αμέτρητες μεταγωγές σε νοσοκομεία και δικαστήρια , φυλάξεις σε νοσοκομέια και δεν έιναι απλά σκοποί φυλακών και σίγουρα δεν ξερογλύφονται θέσεις βολέματος, όπως ισχυρίζονται κάποιοι εδώ, μην έχοντας γνώση του έργου της Υπηρεσίας.
Προκαλέι απορία το γεγονός ότι η Εξωτερικη Φρουρά έμεινε εκτός σχεδίου Νόμου,
και έιναι ξεκάθαρο οτι θα δημιουργηθέι μια προβληματική υπηρεσία εντός του Υπουργέιου.
Αν μένει εκτός τελικά η Υπηρεσία Εξωτερικής Φρουρας , θα πρέπει να διευκρινιστούν σημαντικά θέματα που θα προκύψουν , πχ με τις μεταγωγές στα δικαστήρια και την φύλαξη των κρατουμένων εκεί.
Η θέση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εξωτερικών Φρουρών Καταστημάτων Κράτησης αναφορικά με την ίδρυση της Δικαστικής Αστυνομίας, είναι σύντομα η εξής:
H ίδρυση και λειτουργία της Δικαστικής Αστυνομίας στην Ελλάδα είναι επιβεβλημένη, με αρμοδιότητες από το πέρας του προανακριτικού έργου μέχρι το ύστατο άκρο του δικαιϊκού μας συστήματος, το οποίο είναι τα Καταστήματα Κράτησης.
Η αρμοδιότητες της Δικαστικής Αστυνομίας δεν πρέπει να συγκρούονται ή να ταυτίζονται με εκείνες της Ελληνικής Αστυνομίας καθώς πρέπει να υφίσταται ως μία ολοκληρωμένη υπηρεσιακή δομή με αμιγή καθήκοντα, τα οποία πέραν των περιγραφομένων στο Σχέδιο Νόμου θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν και τα καθήκοντα της εξωτερικής φρούρησης των Καταστημάτων Κράτησης και τη φρούρηση των νοσηλευομένων σε οποιοδήποτε θεραπευτήριο καταδίκων και υποδίκων και τη συνοδεία αυτών προς ανάκριση, εμφάνιση σε δικαστήριο, ιατρική εξέταση, εκτέλεση έκτακτης άδειας ή άλλου έργου όπως αυτά περιγράφονται στον νόμο 2721/1999 στα άρθρα 48 και 49 όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν.
Το προσωπικό της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης το οποίο κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του έχει τις ίδιες αρμοδιότητες, εξουσίες, καθήκοντα και υποχρεώσεις με το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας και σήμερα ασκεί τα προαναφερόμενα καθήκοντα, θα μπορούσε άμεσα να διατεθεί και να στελεχώσει την Δικαστική Αστυνομία, όντας ένστολο και ένοπλο στο σύνολό του και υπαγόμενο στο Υπουργείο Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με αδιαμφισβήτητη 18χρονη εμπειρία στην εξωτερική φρούρηση των Καταστημάτων κράτησης , τις πάσης φύσεως μεταγωγές των υποδίκων και καταδίκων μεταξύ αυτών και στα δικαστήρια. Επιπλέον, πρακτικά στις δίκες όπου δικάζονται κρατούμενοι, ήδη ασκεί μέτρα τάξεως.
Προτείνουμε τη δημιουργία μιας ενιαίας ένοπλης υπηρεσίας υπαγόμενης στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία θα εκμεταλλευθεί και θα ενσωματώσει σταδιακά, το υπάρχον εκπαιδευμένο και πολύπειρο δυναμικό της υπηρεσίας εξωτερικής φρούρησης καταστημάτων κράτησης, καθώς και τα μέσα που αυτό διαθέτει.
Από τα παραπάνω γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η πρότασή μας, αφορά μία ολοκληρωμένη υπηρεσιακή δομή ξεπερνώντας την αποσπασματικότητα που παρουσιάζει το υπάρχον προσχέδιο νόμου.
Τα οφέλη της ενσωμάτωσης της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης στη Δικαστική Αστυνομία είναι πολλαπλά, καθώς αυτή αποκτά άμεσα 1800 υπαλλήλους σε 27 πόλεις της Ελλάδος, μεταξύ των οποίων όλες σχεδόν οι πρωτεύουσες νομαρχιακών διαμερισμάτων. Παράλληλα, μπορεί να γίνει χρήση των μέσων και υποδομών που ήδη υπάρχουν, όπως κτίρια, οχήματα, οπλισμός, μέσα αυτοάμυνας, επικοινωνίας, κ.α.
Επιπλέον, η Υπηρεσία Εξωτερικής Φρούρησης, διαθέτει ήδη ένα πλέγμα κανονισμών και διατάξεων (προεδρικά διατάγματα, υπουργική απόφαση οπλοφορίας, κ.α.), το οποίο εύκολα μπορεί να ενσωματώσει λοιπές διατάξεις έτσι ώστε να είναι άμεσα λειτουργική η νέα υπηρεσία. Επίσης, στην σημερινή συγκυρία είναι υπερβολή, αν όχι ουτοπικό, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να οργανώσει και να συντηρεί, δύο ένοπλες και ένστολες υπηρεσίες με συναφή καθήκοντα, μέσα, εκπαιδεύσεις, κ.α.
Τέλος η ενσωμάτωση της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης στη Δικαστική Αστυνομία παράλληλα θα επιφέρει μέγιστη αναβάθμιση στη φρούρηση των Καταστημάτων Κράτησης, στις μεταγωγές κρατουμένων καθώς και στις φυλάξεις στα νοσηλευτικά ιδρύματα ή στις δικαστικές αίθουσες αυτών, αφού το πλήθος των υπαλλήλων θα δύνανται να επικουρούν και να εκτελούν ανατεθειμένα καθήκοντα σύμφωνα με τις ανάγκες που θα διαμορφώνονται κατά περίπτωση.
Ως εκ των παραπάνω προτείνουμε:
-την σύσταση Δικαστικής Αστυνομίας και
-την ενσωμάτωση σ’ αυτήν, της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης και των καθηκόντων της.
Αρκετες απο της αρμοδιοτητες τησ δικαστικης αστυνομιας εφαρμοζονται απο τα τμηματα της εξωτερικης φρουρας …ειδικα μεταγωγες κρατουμενων και μετρα ταξης στις αιθουσες των δικαστηριων,μηπωσ μια αλλαγη στον ιδρυτικο νομο της φρουρας θα γλιτωνε το υπουργειο απο εξοδα και αυτοματα θα ειχε εκπαιδευμενο προσωπικο για αυτη τη δουλεια.
Στην παρ. 2 και στις αρμοδιότητες της Δικαστικής Αστυνομίας να αναφέρεται σαφώς η διενέργεια ποινικής έρευνας σε υποθέσεις σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος (τρομοκρατία, διακίνηση ναρκωτικών κ.α.), όπως στην Γαλλία και στην Πορτογαλία, στις οποίες η Δικαστική Αστυνομία λειτουργεί επιτυχημένα επί πολλά χρόνια και θεωρείται ως πρότυπο.
Αυτή η προσθήκη θα έχει τα εξής θετικά αποτελέσματα:
1) Να μην καταστεί η Δικαστική Αστυνομία μία «γραφειοκρατική» υπηρεσία, που θα ανταποκριθεί ελάχιστα στις αυξημένες προσδοκίες που υπάρχουν για αυτή,
2) Πρόσθεση κύρους και αναγνώρισης της Δικαστικής Αστυνομίας,
3) Προσέλκυση έμπειρων και αξιόλογων Αστυνομικών,
4) Διαμόρφωση κατάλληλου νομικού πλαισίου για την εκτέλεση του έργου της Δικαστικής Αστυνομίας,
5) Παροχή ανάλογης υλικοτεχνικής υποδομής,
6) Πρόσληψη και απόσπαση προσωπικού υψηλού επιπέδου και υπό αυστηρές προϋποθέσεις και
7) Το πιο σημαντικό, ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης με την έρευνα υποθέσεων κακουργηματικού χαρακτήρα από την Δικαστική Αστυνομία, είτε με απευθείας παραγγελία των Εισαγγελικών Αρχών, είτε ως συνδρομή στις Ανακριτικές Αρχές, ώστε, αφενός σοβαρές υποθέσεις να οδηγούνται συντομότερα στο δικαστήριο και αφετέρου, να εξαλειφθεί το φαινόμενο αποφυλάκισης προσωρινά κρατουμένων με την συμπλήρωση του 18μηνου πριν ακόμα την εκδίκαση της υποθέσεως τους.
Για να εχει ενα καποιο νοημα η νεα Υπηρεσια πρεπει :
Α. Να εχει διακριτό ρόλο απο την ΕΛΑΣ και οχι αυτο έκτρωμα που σχεδιάζεται. Ειναι αλλο πραγμα το ποιος θα ειναι ανώτερος ή κατώτερος και αλλο πραγμα η διακριση των αρμοδιοτήτων.
Β. Να εχει εξειδικευμένο προσωπικο και οχι τον καθε πικραμμενο που θα δει τη θεσούλα, ως βόλεμα στο δημοσιο. Διαβάζω στα σχολια οτι ξερογλειφονται ηδη οι σκοποί των φυλακών επειδη ανηκουν απλως στο ιδιο υπουργειου. Έλεος καπου. Ο σκοπός προσελήφθη ως σκοπός.
Γ. Να εχει εκπαιδευμένο προσωπικο. Η αποδιδόμενη ιδιότητα του ανακριτικού υπαλληλου δεν ειναι παίξε-γέλασε. Οι γνώσεις του ανακριτικού υπαλληλου οφείλουν να ειναι επιπεδου νομικού. Με το ιδιο σκεπτικό αποδόθηκε και στους νεαρούς αστυφύλακες και τα εκαναν ρόιδο.
Δ. Να εχει ιεραρχία απο την πρωτη στιγμη της ίδρυσης της. Προς τουτο, πρεπει να μεταταχθούν κατάλληλοι ανακριτικοι υπαλληλοι απο ολο το δημοσιο τομεα. Ανακριτικοι υπαλληλοι δεν ειναι μονο οι αστυνομικοι. Η ιεραρχική κριση θα πρεπει να γινεται με βαση τα χρονια που καποιος κατέχει και ασκει την ιδιότητα. Αυτο εινα το μείζον. Ενας αξιωματικός της ΕΛΑΣ που δεν εχει υπηρετήσει σε μάχιμη υπηρεσια ειναι το ιδιο ανίδεος προανακριτικως, οσο το παιδαρελι πιο πανω που θελει να προσληφθεί χωρις να εχει παει στρατό.
Στην παρ.3, πρέπει να διευκρινιστεί η σχέση με την ΕΛΑΣ και να αποφευχθούν οι επικαλύψεις. Επίσης, αρμοδιότητες της ΕΛΑΣ που θα αναλάβει η νέα Δικαστική Αστυνομία θα πρέπει να αφαιρεθούν από την ΕΛΑΣ με πρόσθετη διάταξη.
Η παρ. 2θ καθιστά τις προηγούμενες υποπαρ. ενδεικτικές και καλό θα ήταν να διαγραφεί και συμπληρωθούν τα όποια πρόσθετα καθήκοντα έχει στο μυαλό του ο νομοθέτης. Εάν μελλοντικά επιθυμεί να προσθέσει νέα καθήκοντα, μπορεί να υποβάλλει μια τροπολογία που θα αιτιολογεί τα νέα καθήκοντα.
Τι νόημα έχει η παρ. 4; Απαιτείται διάταξη για να ζητήσουν συνδρομή;
θεωρώ ότι πολλές από τις αρμοδιότητες που θα έχει ο συγκεκριμένος θεσμός, θα μπορούσε κάλλιστα να τις πράξει ο δικαστικός. επιμελητής και κυρίως ο νέος επιστήμονας επιμελητής, κάτοχος πτυχίου νομικής. Βλέπε επιδόσεις δικογράφων (κλήσεις ποινικών δικογράφων)εκτελέσεις ποινικών αποφάσεων, διενέργειες προκαταρκτικών εξετάσεων και προανακριτικών πράξεων. Σχεδόν το σύνολο των αρμοδιοτήτων δηλαδή. Τελειώνοντας, πιστεύω ότι ο πτυχιούχος δικαστικός επιμελητής μπορεί να προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες στον νέο θεσμό που ετοιμάζεται. Και βέβαια είναι έτοιμος. Σας ευχαριστώ.
Πέραν των ανωτέρω αρμοδιοτήτων που προβλέπονται, θα πρέπει να της ανατεθούν και σαφείς τομείς ευθύνης στους οποίους έχει αποδειχθεί ότι διαχρονικά υπάρχει τεράστιο πρόβλημα/περιορισμού εφαρμογής του νόμου.
Ιδιαιτέρως η Δικαστική Αστυνομία να έχει υπό την αποκλειστική ευθύνη της τις αρμοδιότητες ερευνών για:
1. Χρηματοδότηση κομμάτων και πολιτικών προσώπων
2. Διαφθορά/Παράνομος πλουτισμός κρατικών αξιωματούχων/πολιτικών προσώπων
3. Χρηματοδότηση ΜΜΕ
4. Σχέσεις ΜΜΕ με Τράπεζες, πολιτικά κόμματα, εγχώριους χρηματοδότες και αλλοδαπά νομικά πρόσωπα/funds
5. Θέματα εκλογικής νοθείας/παρατυπιών
6. Χρηματοδότηση, δραστηριότητα Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων
Μήπως θα έπρεπε να υπάρξει ρύθμιση για τις αρμοδιότητες του δημοσίου κατηγορου;
Στην παρ. 3 κρίνεται σκόπιμο να καθίσταται σαφές ότι σε περιπτώσεις σύγκρουσης – σύγχυσης αρμοδιοτήτων Ελληνικής και Δικαστικής Αστυνομίας, ο Εισαγγελέας θα αποφασίζει για την επίλυση τους, ο οποίος και θα καθορίζει ποια υπηρεσία θα επιλαμβάνεται.
Επίσης, μελλοντικά υπάρχει ο κίνδυνος να θεωρηθεί η Δικαστική Αστυνομία ως άμεσο όργανο του Εισαγγελέα ανώτερο Σώμα από την Ελληνική Αστυνομία, η οποία στην πράξη είναι έμμεσο όργανο του και υπαγόμενη σε διαφορετικό υπουργείο.
Συνεπώς, θα χρειαστεί σαφές νομικό πλαίσιο ως προς την διάκριση των αρμοδιοτήτων, π.χ. με την διενέργεια των προκαταρκτικών εξετάσεων μόνο από την Δικαστική Αστυνομία ή με την σύνταξη δικογραφιών αυτόφωρων αδικημάτων εκτός των Δικαστηρίων αποκλειστικά από την Ελληνική Αστυνομία.
Στην παρ. 2 να προβλέπεται η συνδρομή της Δικαστικής Αστυνομίας στις Ανακριτικές Αρχές ως προς την εκτέλεση πράξεων κατά την κύρια ανάκριση, προκειμένου να διευκολυνθεί το βεβαρημένο έργο των Ανακριτών και να καταστεί ταχύτερη η διεκπεραίωση των υποθέσεων και η απονομή της δικαιοσύνης.
Τα εδάφια (β)και(δ) της παρ. 2 ως προς την εκτέλεση ενταλμάτων σύλληψης και καταδικαστικών αποφάσεων αφορούν την απλώς διαδικαστική περαίωση τους με τη παράδοση των φυγόποινων – φυγόδικων από την Ελληνική Αστυνομία ή και την αναζήτηση – σύλληψη τους;
Εφόσον αφορούν και την αναζήτηση – σύλληψη των διωκόμενων προσώπων, τότε κρίνεται αναγκαίο να επανεξεταστεί η παρ. 5 ως προς το ζήτημα της στολής, σύμφωνα με την αστυνομική πρακτική.
Διαίρει και βασίλευε….
καλά το πάτε προφανώς γιατί διαπιστώσατε ότι έως σήμερα η Ελληνική Αστυνομία και οι άλλες αρμόδιες αρχές δεν ήταν ικανές να εκτελέσουν τα σχετικά καθήκοντα για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης και προανακριτικών πράξεων, την εκτέλεση ενταλμάτων σύλληψης ή η κατά νόμο διενέργεια αυτόφωρων συλλήψεων, την επίδοση δικογράφων και διαδικαστικών εγγράφων, την εκτέλεση των αποφάσεων των ποινικών δικαστηρίων, την ευταξία των δικαστικών συνεδριάσεων και τη φύλαξη των δικαστικών καταστημάτων κοκ
ελπίζω μόνο να απολυθούν όλοι όσοι αποδείχθηκαν μη ικανοί και να μην έχουμε διπλά και τριπλά σώματα.
Στην παρ.3 δεν ορίζεται ξεκάθαρα η σχέση Δικαστικής Αστυνομίας με την ΕΛ.ΑΣ .Σε ζητήματα για τα οποία θα είναι συναρμόδιοι κατά παρ.2 ποιός έχει την ευθύνη και ποιός προΐσταται;Θα πρέπει να οριοθετηθούν ξεκάθαρα οι σχέσεις μεταξύ των δύο υπηρεσιών εκ προοιμίου ώστε αφενός να δοθεί η ευχέρεια ενεργειών και μέσων σε αμφότερες και αφετέρου για να μην έχουμε πάλι μια κενή νοήματος υπηρεσία που θα ζητάει συνεχώς τη συνδρομή της ΕΛ.ΑΣ για να διεκπεραιώσει τις δικές της εργασίες.
Στην παρ.2 θα πρέπει να προστεθεί στις αρμοδιότητες και η μεταγωγή και φύλαξη των κρατουμένων από και πρός τις φυλακές και εντός των δικαστηρίων.Αν πρόθεση του νομοσχεδίου είναι να επιλύσει προβλήματα και οχι να προσθέσει νέα,οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Μεταγωγών Δικαστηρίων θα πρέπει να περάσουν στην Δικαστική Αστυνομία.Ειδάλλως και τα εδάφια δ και η είναι κενά νοήματος,αλλά και θα έχουμε δύο υπηρεσίες που θα ασχολούνται με το ίδιο αντικείμενο ταυτόχρονα,δημιουργώντας τα ίδια προβλήματα που υπήρξαν τα πρώτα χρόνια με την ίδρυση της Δημοτικής Αστυνομίας.