ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ – ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ – ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Προδικαστικά ζητήματα

ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Προδικαστικά ζητήματα

Άρθρο 59.- Προδικαστικά ζητήματα στην ποινική δίκη. 1. Όταν η απόφαση σε ποινική δίκη εξαρτάται από άλλη υπόθεση για την οποία έχει ασκηθεί ποινική δίωξη, η πρώτη αναβάλλεται ωσότου εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση στην δεύτερη δίκη.
2. Στις περιπτώσεις των άρθρων 224, 229, 362 και 363 ΠΚ, αν για το γεγονός για το οποίο εξετάσθηκε ο διάδικος ή ο μάρτυρας ή έγινε η αναφορά στην αρχή ή η καταμήνυση ή ισχυρίστηκε ή διέδωσε ο υπαίτιος ασκήθηκε ποινική δίωξη, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, μετά την προκαταρκτική εξέταση (άρθρα 243, 43 παρ. 1 εδ. β`), αναβάλλει με πράξη του κάθε περαιτέρω ενέργεια έως το τέλος της ποινικής δίωξης, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του εισαγγελέα εφετών.
3. Στις περιπτώσεις που υποβάλλεται μήνυση ή έγκληση σε βάρος ειδικών επιθεωρητών ή επιθεωρητών – ελεγκτών του γενικού επιθεωρητή δημόσιας διοίκησης και όλων των σωμάτων και υπηρεσιών επιθεώρησης και ελέγχου των φορέων της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 3074/2002 για παράβαση των άρθρων 224, 229, 242, 259, 362, 363 Ποινικού Κώδικα, που τέλεσαν με πόρισμα, έκθεση ή κατάθεση κατά τη διάρκεια επιθεώρησης ή ελέγχου ή εξαιτίας αυτών, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, μετά την προκαταρκτική εξέταση ή την ένορκη διοικητική εξέταση, αναβάλλει με πράξη του κάθε περαιτέρω ενέργεια έως το τέλος της ποινικής δίωξης που ασκήθηκε κατά του υπαιτίου με βάση την έκθεση, το πόρισμα ή την κατάθεση των ανωτέρω, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του εισαγγελέα εφετών.
4. Στις περιπτώσεις οποιασδήποτε από τις αξιόποινες πράξεις της παράνομης εισόδου στη χώρα και εξόδου από αυτή, της κατοχής και της χρήσης ταξιδιωτικών εγγράφων ή δελτίων ταυτοτήτων ή αδειών διαμονής ή άλλων εγγράφων πλαστών ή γνησίων, που εκδόθηκαν για άλλο πρόσωπο, της παράνομης εργασίας και της πορνείας που φέρεται ότι διαπράχθηκε από θύμα εγκλήματος των άρθρων 323Α, 348 παρ. 2 , 348Α, 348Β, 348Γ, 349, 351 και 351Α του Ποινικού Κώδικα, του άρθρου 29 παρ. 5 και 6 και του άρθρου 30 του Ν. 4251/2014, εξαιτίας της σε βάρος του συμπεριφοράς του δράστη των ανωτέρω πράξεων, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, μετά την προκαταρκτική εξέταση ή την αυτεπάγγελτη προανάκριση, αναβάλλει με πράξη του κάθε περαιτέρω ενέργεια κατά του θύματος έως το τέλος της ποινικής δίωξης για το έγκλημα που τελέσθηκε σε βάρος του, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του εισαγγελέα εφετών. Μετά την αμετάκλητη εκδίκαση οποιουδήποτε από τα παραπάνω εγκλήματα που τελέσθηκαν σε βάρος του θύματος, εάν η απόφαση είναι καταδικαστική, δεν ασκείται ποινική δίωξη κατά του τελευταίου για τις προαναφερόμενες πράξεις του.

Άρθρο 60.- Εξέταση νομικών ζητημάτων αστικής φύσης στην ποινική δίκη. 1. Το ποινικό δικαστήριο κρίνει και για τα ζητήματα αστικής φύσης που προκύπτουν κατά την διάρκεια της δίκης.
2. Η ποινική δίωξη αναστέλλεται, όταν σύμφωνα με το νόμο χρειάζεται να προηγηθεί απόφαση του πολιτικού δικαστηρίου .

Άρθρο 61.- Εκκρεμότητα ζητημάτων αστικής φύσης στην πολιτική δίκη. 1. Όταν στο πολιτικό δικαστήριο εκκρεμεί δίκη για ζήτημα που ανήκει στην αρμοδιότητα των πολιτικών δικαστηρίων, που έχει όμως σχέση με την ποινική δίκη, μπορεί το ποινικό δικαστήριο κατά την κρίση του να αναβάλει την ποινική δίκη έως το τέλος της πολιτικής. Η απόφαση αυτή μπορεί να ανακληθεί.

Άρθρο 62.- Ισχύς της απόφασης του πολιτικού δικαστηρίου για προδικαστικά ζητήματα. Απόφαση του πολιτικού δικαστηρίου για ζήτημα που έχει σχέση με την ποινική δίκη δεν δεσμεύει τον ποινικό δικαστή, αποτελεί όμως γι` αυτόν στοιχείο που το εκτιμά ελεύθερα μαζί με άλλες αποδείξεις (άρθρα 177 και 178).

  • 20 Μαρτίου 2019, 22:21 | Αντώνιος Τράκας

    Κατά την θεσμοθέτηση του άρθρου 59 ΚΠΔ ο νομοθέτης είχε υπ’ όψιν του μια σημαντικά βραχύτερη προδικασία, που διαρκούσε, στη χειρότερη περίπτωση, κάποιους μήνες, εντός των οποίων, οπωσδήποτε, θα είχε ασκηθεί ή όχι η ποινική δίωξη. Οπότε η εφαρμογή του 59 ήταν ευχερής και αποτελεσματική

    Όμως, από την ισχύ 3160/2003 και 3346/2005 έχει διευρυνθεί σημαντικά η χρήση και συνακόλουθα, σε πολλές υποθέσεις, η διάρκεια της προκαταρκτικής εξέτασης. Αποτέλεσμα αυτού είναι υποθέσεις να παραμένουν ακόμα και για πολλά έτη στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης (έχω υπ’ όψιν μου υποθέσεις που έχουν κλείσει ήδη εννέα έτη).

    Με τον τρόπο αυτό όμως καταλήγουμε στο ανακόλουθο σχήμα να σχηματίζονται δικογραφίες που εξαρτώνται προφανώς από άλλες – πολύ προγενέστερες – στις οποίες, ωστόσο, δεν έχει ασκηθεί ποινική δίωξη επειδή βρίσκονται ακόμα στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης. Συνέπεια των παραπάνω είναι ενώ, κατά νομική και λογική αναγκαιότητα, θα έπρεπε η διαδικασία της δεύτερης δικογραφίας να αναστέλεται, όπως ορίζει το άρθρο 59, εντούτοις αυτό δεν μπορεί να συμβεί για τον τυπικό λόγο ότι δεν έχει ασκηθεί ποινική δίωξη.

    Για το λόγο αυτό και επειδή, κατά τη γνώμη του γράφοντος, α) ο θεσμός της αναστολής/αναβολής της ποινικής δίκης είναι από τους πετυχημένους στον κώδικα ποινικής δικονομίας, β) ομοίως, η ενδυνάμωση της προκαταρκτικής εξέτασης έχει παίξει θετικό ρόλο στην επιτάχυνση και τον εξορθολογισμό της ποινικής προδικασίας, προτείνω το άρθρο 59 ΚΠΔ να τροποποιηθεί ως εξής:

    1. Όταν η απόφαση σε ποινική δίκη εξαρτάται από άλλη υπόθεση για την οποία διενεργείται προκαταρκτική εξέταση, η πρώτη αναβάλλεται ωσότου εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση στην δεύτερη δίκη.
    2. Στις περιπτώσεις των άρθρων 224, 229, 362 και 363 ΠΚ, αν για το γεγονός για το οποίο εξετάσθηκε ο διάδικος ή ο μάρτυρας ή έγινε η αναφορά στην αρχή ή η καταμήνυση ή ισχυρίστηκε ή διέδωσε ο υπαίτιος διενεργείται προκαταρκτική εξέταση, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, μετά την προκαταρκτική εξέταση (άρθρα 243, 43 παρ. 1 εδ. β`), αναβάλλει με πράξη του κάθε περαιτέρω ενέργεια έως το τέλος της ποινικής δίωξης, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του εισαγγελέα εφετών.

  • 13 Μαρτίου 2019, 07:21 | Γεωργία

    Η ισχύς του ά. 59 ΚΠΔ έχει αποτύχει να επιλύσει το θεμελιώδες πρόβλημα της αποφυγής έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, που αποτελεί το δικαιολογητικό λόγο για τη θέσπισή της. Αντιθέτως, οδηγεί α) στο να εκδικάζονται υποθέσεις (εξαρτώμενες) μετά την πάροδο ικανού χρονικού διαστήματος από την φερόμενη τέλεση των πράξεων (224, 229, 363), ιδίως αν η κύρια υπόθεση είναι κακούργημα, β) στο να επιβαρύνονται τα δικαστήρια με φόρτο που δεν μπορεί να διανοηθεί κανείς πλην των λειτουργών και των συλλειτουργών της δικαιοσύνης και να καθυστερεί εξ αυτού του λόγου η εκδίκαση σοβαρών κατά κοινή ομολογία υποθέσεων και γ) στην πραγματικότητα να επανεκδικάζεται η ίδια κύρια υπόθεση (δηλαδή το ίδιο βιοτικό συμβάν) πλείστες φορές στο πλαίσιο των εξαρτώμενων δικών [ακόμη μάλιστα και όταν η κύρια υπόθεση έχει τεθεί στο αρχείο με βάση τους νόμους που κατά καιρούς έχουν εκδοθεί (π.χ. 4198/2013, 4411/2016), πράγμα άτοπο]. Περαιτέρω, τα τεκμήρια δεν είναι συμβατά με τις αρχές του ποινικού δικαίου. Ώστε ορθά κινείται η διάταξη του ά. 366.2 εδ. τελ. που θεσπίστηκε με τον πρόσφατο Ν. 4596/2019. Δεδομένης δε της ύπαρξης της διατάξεως του ά. 580 παρ.1 ΚΠΔ (δυνατότητα επιβολής των εξόδων στον ψευδώς εγκαλέσαντα ή μηνύσαντα), πρέπει ο νομοθέτης να επιλέξει είτε να καταργηθεί το ά. 59 ΚΠΔ και η υποβολή έγκλησης για ψευδή καταμήνυση, ψευδορκία στο πλαίσιο ποινικής δίκης, συκοφαντική δυσφήμιση να είναι παραδεκτή μόνον εφόσον ο εγκαλών ή μηνυτής καταδικασθεί στα έξοδα της ποινικής δίκης επί της κύριας υπόθεσης, όταν το Δικαστήριο οδηγείται σε απαλλακτική κρίση, είτε μετά την καταδίκη του εγκαλούντος/μηνυτή στα έξοδα της δίκης, να μπορεί ο αθωωθείς να εισάγει τις απαιτήσεις του για χρηματική ικανοποίηση στο ίδιο Δικαστήριο (αυτό της κύριας υπόθεσης), χωρίς προδικασία, ούτως ώστε να μη δημιουργείται άλλη (νέα ή εξαρτώμενη)δίκη.

  • 12 Μαρτίου 2019, 13:34 | Αναστάσιος

    Ενώ προβλέπεται υποχρεωτικός λόγος αναβολής στις περιπτώσεις των άρθρων224, 229, 362 και 363 ΠΚ εν τούτοις μόνο για τα δύο τελευταία προβλέπεται ρητά τεκμήριο. Με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα με τη νομολογία του ΑΠ, αφενός δεν αποφεύγεται η έκδοση αντιφατικών αποφάσεων, αφού για τα δύο πρώτα εγκλήματα ο δικαστής που τα δικάζει δεν δεσμεύεται αφετέρου οδηγείται ο ίδιος δικαστής στην έκδοση απόφασης με αντιφατική αιτιολογια αφού δεσμεύεται με τεκμήριο για τα δύο δεύτερα. Αφού λόγος της αναβολής είναι η μη έκδοση αντιφατικών αποφάσεων τότε πρέπει να προβλεφθεί τεκμήριο ίδιο με του 366 παρ.2 ΠΚ.