• Για πρώτη φορά ξεκαθαρίζεται η έννοια της δοκιμαστικής περιόδου και του δοκίμου εργαζόμενου στη μισθωτή εξαρτημένη εργασία, τόσο για την αορίστου χρόνου όσο και για την ορισμένου χρόνου, κατά την οποία ο εργαζόμενος δοκιμάζει τη σχέση του με τον εργοδότη . Αυτή δεν μπορεί να είναι περισσότερο από 6 μήνες και αυτός ο χρόνος θα μετρά ως χρόνος προϋπηρεσίας, όταν τα δύο μέρη αποφασίσουν να συνεχίσουν τη συνεργασία τους. Σε περίπτωση που δεν έχει αίσιο τέλος, αυτή η σχέση θα λύεται αυτοδικαίως . Τίθεται ως ανώτατο όριο για τη δοκιμή της εργασιακής συνεργασίας και σχέσης, το 6μηνο, χρόνος επαρκής και εύλογος, κατά την κοινή πείρα, για να διαγνώσει κάθε εργοδότης την επάρκεια ή ακαταλληλότητα ενός νέο-προσληφθέντος. * Μετά το πέρας της διάρκειας της επιτυχούς δοκιμής, η σύμβαση γίνεται αορίστου χρόνου, με ημερομηνία έναρξης της ΟΜΩΣ την ημερομηνία έναρξης της δοκιμαστικής περιόδου, με αποτέλεσμα ο εργαζόμενος να απολαμβάνει, αφενός, όλα τα δικαιώματα του συνολικού πλέγματος προστασίας κατά της καταχρηστικής απόλυσης, αλλά και αφετέρου να επιτυγχάνεται η προσμέτρηση του διαστήματος της δοκιμαστικής περιόδου για τα αποζημιωτικά του δικαιώματα σε περίπτωση απόλυσης του, χωρίς να διαφοροποιούνται τα μέχρι σήμερα ισχύοντα.