Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για τη βελτίωση της λειτουργικότητάς του και για την ανάλυση της επισκεψιμότητάς του (Google Analytics).ΣυμφωνώΑποκλεισμός cookies τρίτωνΠολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies
|
Τα κριτήρια μοριοδότησης που προβλέπονται στο άρθρο 159 είναι κατάφωρρη αδικία για τους εκπαιδευτικούς που υπηρετούν αδιάκοπα για πολλά συνεχη χρόνια το θεσμό της Μαθητείας στις ΕΠΑ.Σ και ταυτόχρονα αντίθετα με τη κοινή λογική. Στο άρθρο 159 αναφέρεται ότι: Η εργασιακή εμπειρία θα αξιολογείται με 15 μονάδες/μήνα και μέχρι 120 μήνες ➢ εκπαιδευτική εμπειρία θα αξιολογείται με 10 μονάδες/μήνα και μέχρι 120 μήνες στην Δευτεροβάθμια, Μεταδευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση. ➢ Η εκπαιδευτική προϋπηρεσία η οποία έχει πραγματοποιηθεί σε φορείς που εφαρμόζουντο δυικό σύστημα εκπαίδευσης ο υπολογισμός των μορίων προσαυξάνεται κατά δυο οπότεκαι υπολογίζεται με 12 μονάδες/μήνα πραγματικής εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας έως 120μήνες. Μέχρι και σήμερα, στην προκήρυξη για την πρόσληψη αναπληρωτών και ωρομισθίων, τα κριτήρια πρόσληψης είχαν καθοριστεί ώς εξής: ➢ διδακτική εμπειρία μέχρι 1600 μόρια 10 μόρια/μήνα ενώ ➢ η επαγγελματική μέχρι 900 μόρια 0,25/ημέρα. (ΦΕΚ 3552/3-8-2021 & ΦΕΚ 2703/2/7/2020) Πρακτικά τα ανωτέρω σημαίνουν ότι με τα νέα κριτήρια στο υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου το ανώτατο όριο των μορίων της διδακτικής προϋπηρεσίας που μπορεί να φτάσει ένας εκπαιδευτικός που εργάζεται για πολλά χρόνια στις ΕΠΑ.Σ της Δ.ΥΠ.Α είναι 120x12=1440 μονάδες, καθώς ένας εκπαιδευτικός της ΔΥΠΑ δεν επιτρέπεται να εργάζεται κάπου αλλού, ενώ το ανώτατο όριο των μορίων για την επαγγελματική προϋπηρεσία ενός εργαζόμενου ή ελεύθερου επαγγελματία είναι 15*120=1800 μονάδες. Οποιοδήποτε εργαζόμενος δηλαδή ακόμα και με μηδέν εκπαιδευτική προϋπηρεσία θα προηγείται από εκπαιδευτικούς με πολλά χρόνια συνεχούς προϋπηρεσίας στις ΕΠΑ.Σ. Εάν συγκρίνουμε τα νέα κριτήρια με αυτά που ισχύουν μέχρι σήμερα διαπιστώνουμε ότι επί της ουσίας: 1. Έχει διπλασιαστεί η μοριοδότηση της επαγγελματικής προϋπηρεσίας. Ήταν 0,25/ημέρα --> 0,25x25 ημέρες = 7,5 μόρια ανα μήνα και τώρα γίνεται 15 μόρια ανα μήνα. 2. Έχει αυξηθεί και το ανώτατο χρονικό διάστημα για το οποίο μπορεί να υπολογιστεί καθώς το όριο των 900 μορίων που ισχύει μέχρι σήμερα, σημαίνει ότι η επαγγελματική προϋπηρεσία υπολογίζεται για 10 χρόνια ανώτατο όριο καθώς μέχρι σήμερα τα μόρια της επαγγελματικής προϋπηρεσίας είναι 90 ανά μήνα. (7,5 μόρια/μήνα x 12 μήνες = 90 μόρια/έτος) και με μέγιστο όριο τα 900 μόρια/90 μόρια ανά μήνα=10 χρόνια. Πλεον σύμφωνα με το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου η επαγγελματική προϋπηρεσία υπολογίζεται για 120 μήνες δηλαδή για 12 χρόνια. Εδω δηλαδή υπάρχει μια διπλή αδικία εις βάρος των εκπαιδευτικών των ΕΠΑ.Σ κάθως όχι μόνο αυξάνεται υπέρμετρα (Διπλασιάζεται) η μοριοδότηση της επαγγελματικής προϋπηρεσίας αλλά αυξάνεται ταυτόχρονα και το ανώτατο χρονικό διάστημα υπολογισμού της. Η αδικία αυτή εντείνεται και από το γεγονός ότι ένας αναπληρωτής εκπαιδευτικός πλήρους ωραρίου των ΕΠΑ.Σ εργάζεται στην καλύτερη περίπτωση για 9 μήνες το χρόνο. Αυτό σημαίνει 90 μόρια τον χρόνο ενώ ενας εργαζόμενος για 12 μήνες με αποτέλεσμα ένας εκπαιδευτικός να χρειάζεται σε πραγματικό χρόνο γύρω στα 13 χρόνια και 4 μήνες δηλαδή 160 μήνες για να φτάσει τα μόρια που αντιστοιχούν σε 120 μήνες. Αυτός είναι ο λόγος άλλωστε που με τα μέχρι τώρα ισχύοντα η επαγγελματική προϋπηρεσία μοριοδοτείται με 0,25/ημέρα --> 7,5/μηνα --> 7,5/μήνα Χ 12 μήνες 90/έτος έτσι ώστε να υπάρχει μια ισορροπία στα μόρια που συγκεντρώνει ένας εργαζόμενος με τα μόρια που συγκεντρώνει ένας εκπαιδευτικός πλήρους ωραρίου σε διάστημα ενός έτους. Όλα τα ανωτέρω θα οδηγήσουν εκτός των Σχολών της ΔΥΠΑ σχεδόν όλους τους εκπαιδευτικούς της ΔΥΠΑ που υπηρετούν αδιακοπα στις ΕΠΑΣ για πάρα πολύ μεγάλο αριθμό συνεχόμενων ετών καθώς θα υπερκεραστούν στους πίνακες αξιολόγησης από εργαζόμενους και ελεύθερους επαγγελματίες ακόμα και με μηδενική εκπαιδευτική προϋπηρεσία όχι στις ΕΠΑ.Σ αλλά και γενικότερα. Επιπλέον επειδή πρόκειται και για μόνιμες θέσεις και οχι για θέσεις αναπληρωτών ή ωρομισθίων είναι βέβαιο ότι πάρα πολλοί εργαζόμενοι και ελεύθεροι επαγγελματίες θα υποβάλλουν αίτηση και θα αποδεχθούν αυτές τις μόνιμες θέσεις εκπαιδευτικών. Άνθρωποι δηλαδή με μηδενική εκπαιδευτική προϋπηρεσία θα καταλάβουν θέσεις εκπαιδευτικών σε Σχολές με ιδιαίτερο χαρακτήρα (Μαθητεία-Δυϊκό Σύστημα Εκπαίδευσης-Πρακτική Άσκηση) αντί για τους εκπαιδευτικούς που υπηρετούν χρόνια στις ΕΠΑ.Σ, τις στηριζουν, έχουν παράξει έργο, γνωρίζουν και μπορούν να ανταποκριθούν στις ιδιαίτερες ανάγκες τους έχοντας αποκτήσει όλα αυτά τα χρόνια την απαραίτητη τεχνογνωσία. Επιπλέον επειδη τα εκπαιδευτικά κενα των ΕΠΑ.Σ θα καλυφθούν κατά κύριο λόγο από το μόνιμο προσωπικό δεν θα υπάρχει πλέον υπόλοιπο διαθέσιμων διδακτικών ωρών για τους αναπληρωτές και ωρομίσθιους εκπαιδευτικούς που υπηρετούν όλα αυτά τα χρόνια στις ΕΠΑ.Σ και μοιραία θα καταλήξουν στην έξοδο και στην ανεργία. Συνεπώς για όλους τους ανωτέρω λόγους και για να διασφαλιστούν οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν και προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στις ΕΠΑ.Σ για πολλά έτη θα πρέπει να υπάρξει γενναία πριμοδότηση τους σε σχέση τόσο με τους εκπαιδευτικούς του Παιδείας όσο και με τους ελεύθερους επαγγελματίες. Για παράδειγμα: ➢ η εκπαιδευτική προϋπηρεσία η οποία έχει πραγματοποιηθεί σε φορείς που εφαρμόζουν το δυικό σύστημα εκπαίδευσης να υπολογίζεται με 20 μονάδες/μήνα πραγματικής εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας ➢ η εκπαιδευτική εμπειρία να αξιολογείται με 10 μονάδες/μήνα Δευτεροβάθμια, Μεταδευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση. ➢ η εργασιακή εμπειρία να αξιολογείται με 8 μονάδες/μήνα. Ακόμα καλύτερο θα ήταν να υπάρχει ως επιπρόσθετο απαιτούμενο προσόν εμπειρία ενός εύλογου χρονικού διαστήματος (π.χ. 5 πλήρων διδακτικών ετών) στο θεσμό της Μαθητείας ως αναπληρωτής. Στα καθήκοντά των ανπληρωτών της ΔΥΠΑ όλα αυτά τα χρόνια περιλαμβάνονται θέματα που αφορούν την Μαθητεία (επικοινωνία με εργοδότες, ανεύρεση θέσεων πρακτικής, τοποθέτηση μαθητών σε θέσεις μαθητείας, διενέργεια ελέγχων ορθής εφαρμογής του προγράμματος Μάθησης σε εργασιακό χώρο, κλπ). Συνεπώς διαθέτουν την απαραίτητη σχετική με τη Μαθητεία εμπειρία. Επιπροσθέτως οι αναπληρωτές στις ΕΠΑ.Σ και ειδικά στις υποστελεχωμένες από μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό, αναλαμβάνουν και πλήθος εργασιών που αφορούν την γραμματειακή και διαχειριστική υποστήριξη της λειτουργίας της Σχολής και των Πληροφοριακών της Συστημάτων. Όλη αυτή η τεχνογνωσία είναι ανεκτίμητη και αποτελεί προϊον ετών εμπειρίας στο θεσμό της Μαθητείας και σίγουρα δεν τη διαθέτουν ούτε οι εργαζόμενοι ή ελεύθεροι επαγγελματίες που δεν έχουν διδάξει ούτε μια ώρα ή έχουν έχουν πολύ μικρή διδακτική εμπειρία, ούτε και οι εκπαιδευτικοί άλλων φορέων που ναι μεν μπορεί να διαθέτουν εκπαιδευτική προϋπηρεσία αλλά έχουν μηδενική έως ελάχιστη εμπειρία στην επαγγελματική και τεχνική εκπαίδευση και στο θεσμό της Μαθητείας. Οπότε εύλογα συνάγεται το συμπέρασμα ότι είναι λογικό να προηγούνται των υπολοίπων, οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν συνεχώς ως αναπληρωτές στις ΕΠΑ.Σ τα τελευταία Σχολικά Έτη. Επίσης η μοριοδότηση του 2ου τίτλου σπουδών είναι υπέρμετρα υψηλή σε σχέση με τον Βασικό Τίτλο σπουδών. Στο Υπουργείο Παιδείας ο βαθμός του βασικού Πτυχίου πολλαπλασιάζεται επι 2,5 και το 2ο Πτυχίο δίνει 7 μορία. Αυτό σημαίνει ότι κάποιος με βαθμό πτυχίου 7 παίρνει 15 μόρια κάτι παραπάνω δηλαδή από το διπλάσιο των μορίων του 2ου πτυχίου. Αντίθετα στο υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου ο βαθμός πτυχίου πολλαπλασιάζεται επί 10 και το 2ο πτυχίο δίνει 70 μονάδες. Αυτό σημαίνει ότι κάποιος με βαθμό πτυχίου 7 παίρνει 70 μονάδες ακριβώς όσες δηλαδή και οι μονάδες που μοριοδοτείται το 2ο πτυχίο. Αυτό είναι μια ασυμμετρία που πρέπει να διορθωθεί με τη μείωση των μονάδων που μοριοδοτείται το δεύτερο πτυχίο στο μίσο. Άλλωστε δεν γίνεται να θεωρείται το ίδιο σημαντικό με το βασικό Πτυχίο ένα πτυχίο που μπορεί να αφορά ένανεντελώς διαφορετικό επιστημονικό τομέα, μη σχετιζόμενο με την ειδικότητα της θέσης για την οποία υποβάλλεται η αίτηση.