Αρχική Αναμόρφωση Σώματος ΕπιθεώρησηςΆρθρο 29 Ρυθμίσεις για Ιατρούς Εργασίας και Σύμβουλους Ασφάλειας της ΕργασίαςΣχόλιο του χρήστη ΒΕΛΟΝΑΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ | 29 Μαρτίου 2011, 10:21
Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για τη βελτίωση της λειτουργικότητάς του και για την ανάλυση της επισκεψιμότητάς του (Google Analytics).ΣυμφωνώΑποκλεισμός cookies τρίτωνΠολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies
|
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΑΡΘΡΟ 30 παράγραφος 6. Η προτεινόμενη από την παράγραφο 6 του άρθρου 30 διάταξη παρουσιάζει τα εξής προβλήματα: 1. Παρέχεται στους επιθεωρητές εργασίας εξουσία απονομής δικαίου με εξοντωτικές ποινές, χωρίς να προβλέπει τα κριτήρια ελέγχου ή να κλιμακώνει τις ποινές ανάλογα με το μέγεθος και τη συχνότητα της παράβασης ή την εκτίμηση τυχόν ανωτέρας βίας. Δεν υπάρχει η αρχή της αναλογικότητας, ενώ εν διασφαλίζεται η αμεροληψία των επιθεωρήσεων εργασίας, η οποία ειδικότερα στις μικρές κοινωνίες της περιφέρειας δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη. 2. Παρέχει τη δυνατότητα κυρώσεων κατά των Εξωτερικών Υπηρεσιών Προστασίας Πρόληψης, πέρα από τους ιατρούς εργασίας και τους συμβούλους ασφαλείας. Δηλαδή μπορεί να διαταχθεί η αναστολή λειτουργίας μιας ΕΞΥΠΠ, ενώ η πραγματική ευθύνη αφορά σε ασυνέπεια κάποιου συνεργάτη της. Αυτό προφανώς αποτελεί κατάχρηση εφαρμογής διοικητικών κυρώσεων. 3. Η προσφυγή στον Υπουργό ή στον Γενικό Γραμματέα δεν αποτελεί στην πραγματικότητα δευτεροβάθμια προσφυγή, αφού πρόκειται για τον ίδιο φορέα που επέβαλλε πρωτοβάθμια την κύρωση. Η μόνη εναπομένουσα δυνατότητα είναι η προσφυγή σε Διοικητικά Δικαστήρια, οπότε σε περίπτωση δικαίωσης του προσφεύγοντος οι υποχρεώσεις αποζημίωσης σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου θα είναι δυσθεώρατες. Η προσφυγή για τούτο, αφού αφορά σε αναστολή λειτουργίας και όχι σε πρόστιμο, πρέπει να έχει ανασταλτικό χαρακτήρα. 4. Η καταληκτήρια πρόβλεψη για υποχρεωτική αποτύπωση του πραγματοποιηθέντος κατά την επίσκεψη έργου από τον ιατρό εργασίας και τον σύμβουλο ασφάλειας στο προβλεπόμενο βιβλίο υποδείξεων αποτελεί μια γραφειοκρατική εκφύλιση του έργου ειδικών επιστημόνων και δεν αποδεικνύει την ουσιαστική παροχή υπηρεσιών. Η διάταξη αυτή στην πραγματικότητα επιδιώκει να ελέγξει την τήρηση του ωρολογίου προγράμματος επισκέψεων και όχι την ουσία του εκτελουμένου έργου που έτσι δεν πιστοποιείται. Η αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου Εργασίας θα έπρεπε να θέσει ως προτεραιότητα την υιοθέτηση προτύπων για την άσκηση των καθηκόντων των ιατρών εργασίας και τεχνικών ασφαλείας με βάση το είδος δραστηριότητας και τη μελέτη επαγγελματικού κινδύνου, ακολουθώντας την επιστήμη και την καλή πρακτική. Για τα πρότυπα αυτά θα μπορούσε να συνδράμει το ΕΛΙΝΥΑΕ και βέβαια οι επιστημονικοί φορείς των ιατρών εργασίας και τεχνικών ασφαλείας. Με τον τρόπο αυτό θα ήταν δυνατή η αξιολόγηση του έργου των παρεχόντων υπηρεσίες υγιεινής και ασφάλειας και ο ουσιαστικός και όχι γραφειοκρατικός έλεγχος από το ΣΕΠΕ. ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ Προτείνεται η ακόλουθη επαναδιατύπωση : Ειδικότερα και όσον αφορά στη μη τήρηση της δηλούμενης στην αρμόδια υπηρεσία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας παρουσίας των συμβούλων Ασφάλειας της Εργασίας και των Ιατρών Εργασίας οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες προστασίας και πρόληψης, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 7 του π.δ. 17/1996 (παρ. 2 του άρθρου 42 του Ν. 3850/2010) ως άτομα εκτός της επιχείρησης, μπορεί να κινείται από τις αρμόδιες Επιθεωρήσεις Εργασίας η επιβολή προσωρινής ή και οριστικής παύσης της δυνατότητας παροχής υπηρεσιών προστασίας και πρόληψης. Για την επιβολή της συγκεκριμένης κύρωσης ακολουθείται διαδικασία ανάλογη με αυτή που προβλέπεται για τις διοικητικές κυρώσεις. «Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ορίζονται τα κριτήρια άσκησης ελέγχου και επιβολής των ως άνω διοικητικών κυρώσεων από τις αρμόδιες Επιθεωρήσεις Εργασίας, με βάση την αρχή αναλογικότητας». Εφόσον τεκμηριωμένα για τις ως άνω παραλείψεις των συμβούλων ασφάλειας ή των ιατρών εργασίας προκύπτει ευθύνη της ΕΞΥΠΠ, μέσω της οποίας συμβάλλονται για παροχή υπηρεσιών, εφαρμόζονται ανάλογες διοικητικές κυρώσεις κατά της ΕΞΥΠΠ.» Κατά της απόφασης αυτής μπορεί να ασκηθεί προσφυγή μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την κοινοποίηση της απόφασης ενώπιον του Ειδικού Γραμματέα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας ή του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης αντίστοιχα, ο οποίος και αποφασίζει μετά από αιτιολογημένη γνώμη του Σ.Κ.Ε.Ε.Ε. ή του Σ.Υ.Α.Ε. αντίστοιχα. Αν ακολούθως ασκηθεί προσφυγή ενώπιον των αρμοδίων διοικητικών δικαστηρίων, η εφαρμογή των κυρώσεων αναστέλλεται μέχρι τελεσιδικίας. Με Υπουργική Απόφαση είναι η δυνατή η θέσπιση προτύπων καλής πρακτικής για την παροχή υπηρεσιών ιατρού εργασίας και τεχνικού ασφαλείας. Τα πρότυπα αυτά, τα οποία εξειδικεύουν το περιεχόμενο των παρεχόμενων υπηρεσιών με βάση το είδος απασχόλησης και την επικινδυνότητα αυτής, εφαρμόζονται υποχρεωτικά και αποτελούν τη βάση αξιολόγησης των παρεχόμενων υπηρεσιών και ελέγχου συμμόρφωσης των εργοδοτών προς αυτά. ΔΙΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ Τις συγκεκριμένες ημέρες και ώρες τις οποίες υποχρεούνται να παρίστανται σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Πίνακα Προσωπικού της επιχείρησης ο Σύμβουλος Ασφάλειας της Εργασίας και ο Ιατρός Εργασίας θα πρέπει υποχρεωτικά κατόπιν της διενέργειας του ελέγχου στους εργασιακούς χώρους, να καταχωρούν στο ειδικό βιβλίο υποδείξεων του Σύμβουλου Ασφάλειας της Εργασίας και Ιατρού Εργασίας, γραπτά, κατάσταση με τους χώρους εργασίας που έλεγξαν καθώς και τις συγκεκριμένες υποδείξεις τους για τα μέτρα ασφάλειας και υγείας που πρέπει άμεσα να ληφθούν από τον εργοδότη, την εξέταση των εργαζομένων από τους Ιατρούς Εργασίας και τη συμπλήρωση των ατομικών ιατρικών φακέλων τους. Στην συνέχεια θα πρέπει να υπογράφουν την εν λόγω κατάσταση και τα στοιχεία και να συνυπογράφει και ο εργοδότης ότι έλαβε γνώση για τις υποδείξεις του Σύμβουλου Ασφάλειας της Εργασίας και του Ιατρού Εργασίας την συγκεκριμένη μέρα και ώρα.