• Σχόλιο του χρήστη 'ΓΕΩΡΓΙΟΣ Σ.' | 2 Δεκεμβρίου 2023, 20:06

    Άρθρο 107 Φορολογική μεταχείριση παροχών ομαδικών ασφαλιστήριων συνταξιοδοτικών συμβολαίων, Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης και Αλληλοβοηθητικών Ταμείων – Τροποποίηση άρθρου 15 Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος 1. Στο άρθρο 15 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013, Α’167), περί φορολογικού συντελεστή, η παρ. 4 αντικαθίσταται ως εξής: 4β. Οι συνταξιοδοτικές παροχές που καταβάλλονται από Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης προαιρετικής ασφάλισης και τα ταμεία της παρ. 20 του άρθρου 6 του ν. 3029/2002 (Α’ 160) φορολογούνται αυτοτελώς ως εξής: (i) Για παροχές που αντιστοιχούν σε έως πέντε (5) έτη ασφάλισης, με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), εφόσον καταβάλλονται περιοδικά και με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%), εφόσον καταβάλλονται εφάπαξ. (ii) Για παροχές που αντιστοιχούν σε έξι (6) έως δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης, με συντελεστή επτάμιση τοις εκατό (7,5%), εφόσον καταβάλλονται περιοδικά και με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), εφόσον καταβάλλονται εφάπαξ. (iii) Για παροχές που αντιστοιχούν σε δεκαέξι (16) έως είκοσι πέντε (25) έτη ασφάλισης, με συντελεστή πέντε εκατό (5%), εφόσον καταβάλλονται περιοδικά και με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), εφόσον καταβάλλονται εφάπαξ. (iv) Για παροχές που αντιστοιχούν σε είκοσι έξι (26) και περισσότερα έτη ασφάλισης, με συντελεστή δυόμιση τοις εκατό (2,5%) εφόσον καταβάλλονται περιοδικά και με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) εφόσον καταβάλλονται εφάπαξ. Οι συντελεστές των ανωτέρω περιπτώσεων προσαυξάνονται κατά πενήντα τοις εκατό (50%) σε περίπτωση είσπραξης από τον δικαιούχο ποσού πρόωρης ρευστοποίησης του ατομικού του λογαριασμού. Ειδικά για τα πρόσωπα που ασφαλίστηκαν σε Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης ή σε ταμείο της παρ. 20 του άρθρου 6 ν. 3029/2002 μετά τα πενήντα πέντε (55) έτη, οι συντελεστές της περ. i προσαυξάνονται κατά πέντε τοις εκατό (5%) για κάθε έτος που υπολείπεται των πέντε (5) ετών ασφάλισης. Άρθρο 13 Ελάχιστες προϋποθέσεις λήψης συνταξιοδοτικής παροχής 1. Τα Τ.Ε.Α. προβλέπουν στο καταστατικό τους, ως ελάχιστες προϋποθέσεις λήψης της συνταξιοδοτικής παροχής: α) τη συνταξιοδότηση από τον κύριο φορέα ασφάλισης, β) την ηλικία των εξήντα δύο (62) ετών, ανεξάρτητα από τον χρόνο ασφάλισης στο Τ.Ε.Α., όπως το ελάχιστο αυτό ηλικιακό όριο διαμορφώνεται κάθε φορά για τη λήψη πλήρους σύνταξης από τον κύριο φορέα ασφάλισης και γ) την ηλικία των πενήντα πέντε (55) ετών με τουλάχιστον είκοσι (20) έτη ασφάλισης στο Τ.Ε.Α., ή ανεξάρτητα από τον χρόνο ασφάλισης αν η εργασιακή σχέση τερματίζεται χωρίς τη βούληση του εργαζομένου ή λόγω της συμμετοχής του σε πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου. Ας εξετάσουμε λοιπόν τους παρακάτω προβληματισμούς. Α) Το ύψος των φορολογικών συντελεστών επί των συνταξιοδοτικών παροχών του Ν/Σ κρίνονται τιμωρητικοί για την επαγγελματική ασφάλιση. Για του λόγου το αληθές: Α1) Ο μέσος φορολογικός συντελεστής ενός μισθωτού ανέρχεται σε λιγότερο από 15% (π.χ. για έναν εργαζόμενο με αποδοχές 1.500 ευρώ/μήνα ανέρχεται σε 12%). Α2) Για μεσήλικες εργαζόμενους 45 ετών (πρόκειται για τη μέση ηλικία των νέων ασφαλισμένων σε ΤΕΑ βάσει μελέτης ΙΟΒΕ, βλ. πίνακα 2.4), με οριακό συντελεστή 22% ή 28% (δηλ. ετήσια εισοδήματα από 20 έως 30 χιλ. ευρώ) και λαμβάνοντας υπόψη ότι ο μ.ό. ετών ασφάλισής τους αναμένεται μικρότερος από 10 έτη (αφού η μέση παραμονή στον ίδιο εργοδότη ανέρχεται σε 9,91 έτη στην ΕΕ και ως μεσήλικες εργαζόμενοι αναμένεται να έχουν ήδη συμπληρώσει κάποια χρόνια εργασίας στον συγκεκριμένο εργοδότη), η επαγγελματική ασφάλιση καθίσταται ασύμφορη και πανάκριβη για την πρώτη 15ετία (μεταξύ 15-20%) συγκριτικά με την κατανάλωση, ενώ γίνεται ελκυστική αποκλειστικά για τους υψηλόμισθους. Για την ίδρυση όμως ΤΕΑ απαιτούνται τουλάχιστον 100 μέλη που απλά δεν γίνεται να είναι υψηλόμισθοι. Τα ΤΕΑ είναι βιώσιμα χάρη στη μαζική συμμετοχή και τη συνεχή ανανέωση με νέα μέλη από μεσήλικες εργαζόμενους για τους οποίους υφίσταται κενό κεφαλαιοποιητικής σύνταξης μετά την ίδρυση του ΤΕΚΑ (το οποίο καλύπτει μόνο τους νεοεισερχόμενους στην εργασία), και όχι εξαιτίας της συμμετοχής κάποιων λίγων υψηλόμισθων (οι οποίοι θα παίξουν μεν ρόλο στην ίδρυση αλλά όχι στη βιώσιμη μετέπειτα λειτουργία ενός ΤΕΑ). Α3) Ειδικότερα δε για τα ΤΕΑ στα οποία δεν συμμετέχει Εργοδότης (π.χ. ΤΕΑ δημοσίου τομέα & ΤΕΑ ελεύθερων επαγγελματιών), υφίσταται ήδη μία μέση παρακράτηση 5% επί των εισφορών για κάλυψη λειτουργικών δαπανών. Ως εκ τούτου, ένας μέσος εργαζόμενος με εισόδημα οριακού συντελεστή 22%, επιβαρύνεται συνολικά με 20% επί της παροχής μέσω ενός ΤΕΑ, καθώς για τα πρώτα 15 έτη ασφάλισης φορολογείται με 15% και επιβαρύνεται με παρακράτηση εξόδων λειτουργίας 5%. Δηλαδή, η αποταμίευση υπολείπεται μόλις 2 ποσοστιαίες μονάδες (20% έναντι 22%) έναντι της κατανάλωσης για τα πρώτα 15 έτη! Με ποια λογική θα προσελκυστεί να αποταμιεύσει ένας τέτοιος εργαζόμενος, ειδικά αν συνταξιοδοτείται σε λιγότερο από 15 έτη; Και αν δεν προσελκυστεί ένας τέτοιος εργαζόμενος, πώς είναι δυνατό το ισοζύγιο εγγραφών-διαγραφών ενός ΤΕΑ να παραμένει θετικό, δεδομένου ότι οι νεοεισερχόμενοι στην εργασία ήδη αλλά και στο μέλλον θα υπολείπονται των εξερχόμενων; Α4) Με βάση το νέο Ν/Σ φορολογούνται: • Οι εισφορές σε περίπτωση που υπερβαίνουν το όριο των 15 χιλ. ευρώ ή το 20% του ακαθάριστου εισοδήματος του εργαζόμενου σε ΤΕΑ και σε Ομαδικά. • Το εισόδημα επενδύσεων με φορολογία εισοδήματος (σήμερα 22%) μόνο σε ΤΕΑ αλλά όχι σε Ομαδικά (μηδενική φορολόγηση). • Ολόκληρη η παροχή βάσει του άρθρου 107 σε ΤΕΑ και σε Ομαδικά. Με απλά λόγια, τα ΤΕΑ με το Ν/Σ, θα υπόκεινται πλέον σε τριπλή φορολόγηση, σε κάθε φάση της λειτουργικής τους διαδικασίας, καθώς με το νέο πλαίσιο φορολογείται η είσοδος (δηλ. η εισφορά από το κατώφλι των 15 χιλ. ευρώ ή 20% του εισοδήματος), η παραμονή (δηλ. η υπεραξία) και η έξοδος (δηλ. η παροχή), κατά παράβαση της αρχής ότι πρέπει να φορολογηθεί είτε μόνο το πρώτο είτε μόνο το δεύτερο μέρος της λειτουργικής εξίσωσης «Εισφορές + Εισόδημα από Επενδύσεις = Παροχή». Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι: 1. Ο τρόπος φορολόγησης που υιοθετείται από το Ν/Σ πρέπει να αλλάξει καθώς είναι αποτρεπτικός για τις βασικές ενδιαφερόμενες ομάδες εργαζομένων, και συγκεκριμένα: a. Για μεσήλικες εργαζόμενους ηλικίας 45+ με μέσο και χαμηλό εισόδημα, για τους οποίους η φορολόγηση επί της παροχής είναι αποτρεπτική. b. Για υψηλόμισθους εργαζόμενους για τους οποίους το όριο των 15 χιλ. ευρώ κρίνεται ιδιαιτέρως χαμηλό, ενώ οποιαδήποτε εισφορά άνω του σχετικού ορίου φορολογείται με ιδιαιτέρως επαχθείς συντελεστές. 2. Θα πρέπει να αλλαχτεί η κλίμακα φορολόγησης όσον αφορά τα έτη (κομβική η 10ετή μέση παραμονή στην ίδια εργασία και όχι τα 5, 15 και 25 έτη ασφάλισης που έχουν αυθαίρετα επιλεχτεί στο Ν/Σ) αλλά και να μειωθεί το ύψος των φορολογικών συντελεστών (ώστε να διαχυθεί η επαγγελματική ασφάλιση στους εργαζόμενους με μέσο εισόδημα και να μην παραμένει ελκυστική μόνο για εργαζόμενους με αποδοχές άνω των 40 χιλ. ευρώ). 3. Θα πρέπει να προβλεφθεί ότι η υπεραξία των αποδόσεων παραμένει αφορολόγητη για τα ΤΕΑ (ειδάλλως υφίσταται διπλή φορολόγηση). 4. Θα πρέπει να προβλεφθεί ότι για εισφορές που υπερβαίνουν το ανώτατο όριο φοροαπαλλαγής, το μέρος της παροχής που τους αντιστοιχεί δεν φορολογείται, δεδομένου ότι υφίσταται επιστροφή (ήδη φορολογημένου) κεφαλαίου. Διαφορετικά (δηλ. ως έχει στο Ν/Σ), εφαρμόζεται διπλή φορολόγηση. (Β) Δεν μπορεί να συνδέεται ο φόρος επί των παροχών ενός ΤΕΑ με τα έτη εισφορών όπως συμβαίνει στην κοινωνική ασφάλιση, αλλά με τα έτη υπαγωγής ως μέλος (δηλ. τα έτη ενεργούς επένδυσης) στο ΤΕΑ. Τα έτη ασφάλισης (εισφορών) προσιδιάζουν στην κοινωνική ασφάλιση. Αντίθετα, τα έτη υπαγωγής ως μέλος (δηλ. τα έτη ενεργούς επένδυσης) είναι συναφή με την επαγγελματική ασφάλιση, καθώς ακόμα και αν διακοπεί η εισφορά, στην επαγγελματική ασφάλιση (μέσω ΤΕΑ ή Ομαδικού) υφίσταται συσσωρευμένο κεφάλαιο (όχι όμως και στον ΕΦΚΑ) το οποίο εξακολουθεί να επενδύεται και επομένως υπόκειται στους κινδύνους επενδύσεων όπως ακριβώς και των ενεργών μελών που εισφέρουν, ενώ επιβαρύνεται και από έξοδα λειτουργίας/διαχείρισης. Ως εκ τούτου, η απλή διακοπή της εισφοράς δεν συνεπάγεται μεταβολή της αντιμετώπισης ή των κινδύνων που αναλαμβάνει το ανενεργό μέλος (αποχωρούν εργαζόμενος) έναντι των ενεργών μελών. Σε περίπτωση που παραμείνουν τα έτη ασφάλισης ως έτη εισφοράς ως υιοθετείται από το Ν/Σ, τότε επιβαρύνεται ο αποχωρούν εργαζόμενος για κάθε έτος παραμονής του με επενδυτικούς κινδύνους και έξοδα διαχείρισης, ενώ παράλληλα του αφαιρείται κάθε κίνητρο να παραμείνει ειδικά μάλιστα όταν πληροί τις προϋποθέσεις λήψης της παροχής του – οι δε πρόωρες «προεξοφλήσεις» αναμένεται να αυξηθούν, μειώνοντας τον ορίζοντα επένδυσης των ΤΕΑ. (Γ) Σύμφωνα με το άρθρο 107 του Ν/Σ, ειδικά για τα πρόσωπα που ασφαλίστηκαν μετά τα 55 έτη, οι φορολογικοί συντελεστές της παροχής προσαυξάνονται κατά 5% για κάθε έτος που υπολείπεται των 5 ετών ασφάλισης. Οι εργαζόμενοι με πρώτη ασφάλιση μετά τα 55 έτη, έχουν διαχρονικά στερηθεί την πρόσβαση στην επαγγελματική ασφάλιση και έχουν μικρό ορίζοντα αποταμίευσης. Επομένως, αναλαμβάνουν υψηλότερο κίνδυνο αρνητικών επενδύσεων, δεδομένου ότι αντίθετα από το ΤΕΚΑ, το σύνολο των εισφορών τους ΔΕΝ είναι εγγυημένο. Από τη μία δηλ. έχουν υψηλότερο κίνδυνο να μην λάβουν το σύνολο των εισφορών τους εξαιτίας αρνητικών αποδόσεων, από την άλλη, αν συνταξιοδοτούνται σε λιγότερα από 5 έτη (κάτι για το οποίο αντικειμενικά ΔΕΝ ευθύνονται) θα υποστούν υψηλότερο φόρο σύμφωνα με τις προβλέψεις του νέου Ν/Σ. Η μελέτη του ΙΟΒΕ προτείνει τη θέσπιση κινήτρων (και όχι αντικινήτρων) υπέρ των εργαζομένων με πρώτη ασφάλιση μετά τα 55 έτη. Προτείνεται η κατάργηση της σχετικής τιμωρητικής πρόβλεψης. Κατά συνέπεια, προτείνονται οι κάτωθι μεταβολές: Υιοθέτηση νέας στρατηγικής φορολόγησης: (α) Νέα κλίμακα φορολογίας εφάπαξ και σύνταξης: ΑΠΟ: Έτη Ασφάλισης (εισφορών) Εφάπαξ Σύνταξη Έως 5 20% 10% 6-15 15% 7,5% 16-25 10% 5% 26+ 5% 2,5% ΣΕ: Έτη υπαγωγής ως μέλος Εφάπαξ Σύνταξη Έως 10 10% 5% 10+ 5% 2,5% Ειδική περίπτωση: Για λήψη της παροχής για έτη υπαγωγής ως μέλους έως 5 έτη, ο συντελεστής φορολόγησης αυξάνεται κατά 5π.μ. (δηλ. ίσος με 15%) για το υπερβάλλον των 50 χιλ. ευρώ ποσό. (β) Κατάργηση της φορολόγησης όλων των εισοδημάτων από επενδύσεις των ΤΕΑ. (γ) Διευκρίνιση ότι σε περίπτωση που εισφορές προς συνταξιοδοτικό κλάδο υπερβαίνουν το ανώτατο όριο φοροαπαλλαγής, το μέρος της παροχής εφάπαξ που τους αντιστοιχεί αποδίδεται αφορολόγητο (κατ’ αναλογία εφαρμογή σε περίπτωση σύνταξης). (δ) Κατάργηση της πρόβλεψης του άρθρου 107 για επιπρόσθετες φορολογικές επιβαρύνσεις για εργαζόμενους που ασφαλίστηκαν μετά τα 55 έτη για κάθε έτος που υπολείπεται των 5 ετών ασφάλισης. (ε) Τα έτη ασφάλισης για την εφαρμογή του άρθρου 13 να αφορούν έτη υπαγωγής ως μέλος και όχι έτη εισφορών προς το ΤΕΑ.