Αρχική Αναμόρφωση Σώματος ΕπιθεώρησηςΆρθρο 29 Ρυθμίσεις για Ιατρούς Εργασίας και Σύμβουλους Ασφάλειας της ΕργασίαςΣχόλιο του χρήστη Δρακόπουλος Βασίλης | 3 Απριλίου 2011, 21:25
Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για τη βελτίωση της λειτουργικότητάς του και για την ανάλυση της επισκεψιμότητάς του (Google Analytics).ΣυμφωνώΑποκλεισμός cookies τρίτωνΠολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies
|
Παρατηρήσεις επί του άρθρου 30 «Ρυθμίσεις για Ιατρούς Εργασίας και Σύμβουλους Ασφάλειας της Εργασίας» του Σχεδίου Νόμου για την αναμόρφωση του Σώματος Επιθεωρητών. Η παράγραφος 1 που ορίζει πως «Οι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας μπορούν να ασκούν τα καθήκοντά τους σε όλη την ελληνική επικράτεια, χωρίς προηγούμενη άδεια των κατά τόπους Ιατρικών Συλλόγων» είναι σύμφωνη με το Νόμο 3418/2005 «Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας»; Γιατί στις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 7 του εν λόγω νόμου αναφέρεται πως: 1.Ο ιατρός ασκεί τα καθήκοντά του στην περιφέρεια του Ιατρικού Συλλόγου, στον οποίο έχει εγγραφεί και στη διεύθυνση, που έχει δηλώσει. Απαγορεύεται στον ιατρό να διατηρεί περισσότερα του ενός ιατρεία ή εργαστήρια είτε ατομικά είτε σε συνεργασία με άλλο συνάδελφό του ή με τη μορφή ιατρικής εταιρείας. 3. Απαγορεύεται η πλανοδιακή άσκηση της ιατρικής. Επιτρέπονται οι τακτικές επισκέψεις για την παροχή ιατρικής συνδρομής στο πλαίσιο εφαρμογής εγκεκριμένων προγραμμάτων υγείας ή όταν αυτό επιβάλλεται από τις ιδιαίτερες τοπικές συνθήκες και μετά από άδεια του Διοικητικού Συμβουλίου του κατά τόπο αρμόδιου Ιατρικού Συλλόγου. Η παράγραφος 2 που ορίζει πως «Καθήκοντα Ιατρού Εργασίας μπορούν να ασκούν οι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας καθώς και όσοι Ιατροί έχουν ασκήσει καθήκοντα Ιατρού Εργασίας μέχρι τις 9 Αυγούστου 2005….» είναι σύμφωνη με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο; Συγκεκριμένα με: Α) το άρθρο 9 «Συμπλήρωση διατάξεων του Ν. 1568/1985 "Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων» του Νόμου 3144/2003 «Κοινωνικός διάλογος για την προώθηση της απασχόλησης και την κοινωνική προστασία και άλλες διατάξεις.» 1. Η παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α') "Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων" αντικαθίσταται ως ακολούθως: " 1. Ο ιατρός εργασίας πρέπει να κατέχει και να ασκεί την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας, όπως πιστοποιείται από τον οικείο ιατρικό σύλλογο. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο όρος "ιατρός εργασίας" νοείται εφεξής ο ιατρός που διαθέτει την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας." 2. Κατ' εξαίρεση, τα καθήκοντα του ιατρού εργασίας, όπως αυτά προβλέπονται στο Ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α') "Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων" έχουν δικαίωμα να ασκούν: α) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχουν συνάψει συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ιατρού εργασίας με επιχειρήσεις και αποδεικνύουν την άσκηση των καθηκόντων αυτών συνεχώς επί επτά τουλάχιστον έτη. β) Οι ιατροί οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου εκτελούν καθήκοντα ιατρού εργασίας χωρίς να κατέχουν ή να ασκούν τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας, αλλά τίτλο άλλης ειδικότητας. Οι ιατροί των περιπτώσεων α' και β' θα πρέπει μέσα σε πέντε (5) έτη από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου να αποκτήσουν τον τίτλο ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας αφού ολοκληρώσουν τον κύκλο της εκπαίδευσης τους με βάση τις διατάξεις του Π.Δ. 415/1994 "Περί του χρόνου ειδίκευσης ιατρών για απόκτηση ειδικότητας" (ΦΕΚ 236 Α') και του Π .Δ. 213/1986 "Καθιέρωση της ιατρικής ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας" (ΦΕΚ 87 Α') για την απόκτηση του τίτλου της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕ.Σ.Υ.), καθορίζονται για τους ιατρούς της περίπτωσης β' οι όροι και οι προϋποθέσεις για την απόκτηση της ειδικότητας, τα αντικείμενα και ο τρόπος εκπαίδευσης ανάλογα με την ειδικότητα την οποία ήδη κατέχουν και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Οι ιατροί των περιπτώσεων α' και β' υποχρεούνται να καταθέσουν αίτηση για εκπαίδευση προς απόκτηση της ειδικότητας μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Μετά την πάροδο της πενταετίας δεν επιτρέπεται σε ιατρό που δεν κατέχει τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας και δεν την ασκεί να εργάζεται και να προσφέρει υπηρεσίες ως ιατρός εργασίας. Β) το άρθρο 12 «Δικαίωμα άσκησης καθηκόντων ιατρού εργασίας» του Νόμου 3762/2009 «Αναδιοργάνωση Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.), ρύθμιση θεμάτων Οργανισμών εποπτευόμενων από το Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και άλλες διατάξεις.» Η παράγραφος 2 του άρθρου 9 του ν. 3144/2003 (ΦΕΚ 111 Α΄), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 29 του ν. 3227/2004 (ΦΕΚ 31 Α΄) και το άρθρο 5 του ν. 3667/2008 (ΦΕΚ 114 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής: «2. Κατ’ εξαίρεση, τα καθήκοντα του ιατρού εργασίας, όπως αυτά προβλέπονται στο ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α΄) «Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων» έχουν δικαίωμα να ασκούν: α) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχουν συνάψει συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ιατρού εργασίας με επιχειρήσεις και αποδεικνύουν την άσκηση των καθηκόντων αυτών συνεχώς επί επτά (7) τουλάχιστον έτη. β) Οι ιατροί, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος εκτελούν καθήκοντα ιατρού εργασίας χωρίς να κατέχουν ή να ασκούν τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας, αλλά τίτλο άλλης ειδικότητας. γ) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Οικονομίας και Οικονομικών, η οποία εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, ο χρόνος και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εκπαίδευση και την πιστοποίηση των αναγκαίων προσόντων για την απόκτηση του τίτλου της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας από ιατρούς των περιπτώσεων των εδαφίων α΄ και β΄ της παρούσας, καθώς και για την άσκηση αυτής έως την ολοκλήρωση της διαδικασίας για την απόκτηση του ως άνω τίτλου της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας.» Γ) την Υ.Α. με Αριθμ. Υ7α/ΓΠ. οικ. 112498 (6) «Ιατροί Εργασίας − Όροι και προϋποθέσεις για την απόκτηση της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας από ιατρούς άλλων ειδικοτήτων». 1. Καθήκοντα Ιατρού Εργασίας εκτελούν: α) Οι ιατροί που έχουν την ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας. β) Οι ιατροί, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του ν. 3762/2009 (Φ.Ε.Κ.75/Α΄/15.5.2009) εκτελούν καθήκοντα ιατρού εργασίας χωρίς να κατέχουν ή να ασκούν τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας, αλλά τίτλο άλλης ειδικότητας. γ) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του ν. 3762/2009 (Φ.Ε.Κ. 75/Α΄/15.5.2009) έχουν συνάψει συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ιατρού εργασίας με επιχειρήσεις και αποδεικνύουν την άσκηση των καθηκόντων αυτών συνεχώς επί επτά (7) τουλάχιστον έτη. Οι επιχειρήσεις πρέπει να αναζητούν Ειδικούς Ιατρούς Εργασίας. Σε Νομούς στους οποίους δεν υπάρχουν εγγεγραμμένοι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας στους Ιατρικούς Συλλόγους, οι επιχειρήσεις απευθύνονται στους όμορους Νομούς. Σε περίπτωση που δεν εκδηλωθεί ενδιαφέρον από τους όμορους Νομούς, μετά από βεβαίωση των οικείων Ιατρικών Συλλόγων, αναλαμβάνουν καθήκοντα ιατρού Εργασίας με ετήσιες συμβάσεις ιατροί των περιπτώσεων (β) και (γ). Με την εγγραφή ειδικευμένων Ιατρών Εργασίας στους αντίστοιχους Ιατρικούς συλλόγους, οι ειδικευμένοι Ιατροί Εργασίας αναλαμβάνουν τις θέσεις αυτές. 2. Οι ιατροί της παραγράφου 1 περίπτωση (β) που υποβάλλουν αίτηση προς απόκτηση της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας στο Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης οφείλουν να συμπληρώσουν άμεσα τα τμήματα που λείπουν από τη βασική τους ειδικότητα – ως υπεράριθμοι – και να δώσουν εξετάσεις για την απόκτηση του τίτλου της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας. Οι αιτούντες ιατροί αναλόγως της ειδικότητας που κατέχουν, οφείλουν να συμπληρώσουν τα γνωστικά αντικείμενα της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας, τα οποία δεν είναι κοινά με τη βασική τους ειδικότητα. Οι ανωτέρω ιατροί οφείλουν να συμπληρώσουν τα τμήματα που λείπουν από τη βασική τους ειδικότητα και να δώσουν εξετάσεις για την απόκτηση της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας εντός των επομένων οκτώ (8) ετών. Όσοι εξ’ αυτών δεν αποκτήσουν, εντός της προαναφερόμενης προθεσμίας, την ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας, δεν θα έχουν δικαίωμα άσκησης καθηκόντων Ιατρού Εργασίας. Δ) το άρθρο 16 «Προσόντα ιατρού εργασίας και βοηθητικού προσωπικού» του πρόσφατα ψηφισθέντα Νόμου 3850/2010 για την «Κύρωση του Κώδικα νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων.» 1. Ο ιατρός εργασίας πρέπει να κατέχει και να ασκεί την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας, όπως πιστοποιείται από τον οικείο ιατρικό σύλλογο. 2. Κατ’ εξαίρεση, τα καθήκοντα του ιατρού εργασίας, όπως αυτά προβλέπονται στον παρόντα κώδικα, έχουν δικαίωμα να ασκούν: α) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα, οι οποίοι στις 15.5.2009 είχαν συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ιατρού εργασίας με επιχειρήσεις και αποδεικνύουν την άσκηση των καθηκόντων αυτών συνεχώς επί επτά τουλάχιστον έτη. β) Οι ιατροί οι οποίοι στις 15.5.2009 εκτελούσαν καθήκοντα ιατρού εργασίας χωρίς να κατέχουν ή να ασκούν τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας, αλλά τίτλο άλλης ειδικότητας. 3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, ο χρόνος και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εκπαίδευση και την πιστοποίηση των αναγκαίων προσόντων για την απόκτηση του τίτλου της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας από ιατρούς των περιπτώσεων α΄ και β΄ της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και για την άσκηση αυτής έως την ολοκλήρωση της διαδικασίας για την απόκτηση του ως άνω τίτλου της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας. Το μέχρι σήμερα νομοθετικό πλαίσιο για την «άσκηση καθηκόντων γιατρού εργασίας» έδινε προτεραιότητα στους ειδικούς γιατρούς εργασίας και κατ΄ εξαίρεση το δικαίωμα αυτό σε ανειδίκευτους ή γιατρούς άλλων ειδικοτήτων, με την προϋπόθεση όμως και αυτοί, εντός ενός εύλογου χρονικού διαστήματος (8 ετών) να εκπαιδευθούν και να δώσουν εξετάσεις για την απόκτηση της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας. Διαφορετικά θα έχαναν το δικαίωμα άσκησης καθηκόντων γιατρού εργασίας. Το άρθρο 2 του Σχεδίου Νόμου καταργεί στο σύνολό του το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο για τις προϋποθέσεις άσκησης καθηκόντων γιατρού εργασίας; Μήπως διευκολύνει και νομιμοποιεί την άσκηση καθηκόντων μιας ιατρικής ειδικότητας από γιατρούς χωρίς καμία ειδίκευση σ΄αυτήν, καταργώντας την υποχρέωση εκπαίδευσης και λήψης της ειδικότητας που απαιτεί η μέχρι σήμερα νομοθεσία; Μήπως με την κατάργηση της προτεραιότητας των ειδικών γιατρών εργασίας τους καταργεί την ειδικότητα που κατέχουν, αφού πλέον η κατοχή της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας δεν θα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση καθηκόντων γιατρού εργασίας; Υπάρχει ασυμφωνία μεταξύ της δυνατότητας, που παρέχει η παράγραφος 2 του άρθρου 29 του Σχεδίου Νόμου άσκησης, καθηκόντων γιατρού εργασίας από παντελώς ανειδίκευτους γιατρούς σ’ αυτή την ειδικότητα, με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες και την Ελληνική Νομοθεσία που δεν επιτρέπουν την άσκηση ιατρικής ειδικότητας χωρίς την συμπλήρωση του ελάχιστου χρόνου εκπαίδευσης; Συγκεκριμένα με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 93/16, που εισάγει ελάχιστες ουσιαστικές προϋποθέσεις απόκτησης και άσκησης της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας και με το πρόσφατο Π.Δ. 38/2010 «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων» όπου σαφέστατα αναφέρεται πως για την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων για την παροχή υπηρεσιών γιατρού εργασίας απαιτείται ελάχιστη διάρκεια εκπαίδευσης 4 ετών; Επιπλέον σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (Ν.Δ. 3366/1956, Ν. 3418/2005, Α.Ν.1565/1939, Π.Δ. 38/2004) απαγορεύεται η χρήση κατά την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος τίτλων δύο ιατρικών ειδικοτήτων. Συγκεκριμένα: Άρθρο 2. Ν. (1579/85) Κύριες και συναφείς ιατρικές ειδικότητες 1. Η απαγόρευση χρησιμοποίησης περισσοτέρων από έναν (1) τίτλων ιατρικών ειδικοτήτων, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 12 του Ν.Δ. 2266/1955 (ΦΕΚ Α' 258/1955), ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και για τις τέως συναφείς ειδικότητες. Οι γιατροί που έχουν δύο (2) ειδικότητες μπορούν να αξιοποιήσουν το δεύτερο τίτλο τους μόνο σε επιστημονικές ανακοινώσεις και σε συνέδρια. Άρθρο 12. 1. Απαγορεύεται η χρησιμοποίηση τίτλου περισσοτέρων από μια ειδικότητες. 2. Γιατροί που έχουν άδεια για να χρησιμοποιήσουν τίτλους για περισσότερες από μια ειδικότητες, μπορούν, αφού παραιτηθούν από την άδεια της ειδικότητας που ασκούν, να χρησιμοποιήσουν τον τίτλο άλλης ειδικότητας μόνο εφόσον έχει παρέλθει πενταετία από τότε που τους απονεμήθηκε η ειδικότητα αυτή. H παραίτηση υποβάλλεται εγγράφως προς τον οικείο Ιατρικό Σύλλογο και συντάσσεται απόδειξη στην οποία σημειώνεται η αναγκαία μεταβολή στα μητρώα, αλλιώς η χρησιμοποίηση του τίτλου της νέας ειδικότητας θεωρείται παράνομη. 3. Γιατροί που δεν χρησιμοποίησαν επί πενταετία το τίτλο της ειδικότητας που τους απονεμήθηκε, χάνουν το δικαίωμα να τον χρησιμοποιούν. Για την ανάκτηση του τίτλου απαιτείται νέα επιτυχής εξέταση ενώπιον της αρμόδιας Εξεταστικής Επιτροπής, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 10 του παρόντος. Άρθρο 13. H χρησιμοποίηση τίτλου ιατρικής ειδικότητας κατά παράβαση του παρόντος N.Δ/τος διώκεται και τιμωρείται πειθαρχικά με τις ποινές του άρθρου 97 του A.N. 1565/39. Υπάρχει ασυμφωνία της παραπάνω νομοθεσίας με την άσκηση δυο ιατρικών ειδικοτήτων των γιατρών που «έχουν ασκήσει καθήκοντα Ιατρού Εργασίας μέχρι τις 9 Αυγούστου 2005» και σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 29 του Σχεδίου Νόμου μπορούν να συνεχίσουν να ασκούν καθήκοντα γιατρού εργασίας παράλληλα με την κύρια ειδικότητά τους; Σε περίπτωση θετικής απάντησης στην παραπάνω ερώτηση θα υπάρξει πρόβλεψη στο Σχέδιο Νόμου για την έγγραφη παραίτηση στους οικείους Ιατρικούς Συλλόγους -των γιατρών που ασκούν καθήκοντα γιατρού εργασίας- από την ειδικότητα που ασκούσαν μέχρι σήμερα;