Αρχική Αναμόρφωση Σώματος ΕπιθεώρησηςΆρθρο 37 Συνταξιοδότηση γονέων αναπήρωνΣχόλιο του χρήστη Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία - Ε.Σ.Α.μεΑ. | 5 Απριλίου 2011, 13:30
Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για τη βελτίωση της λειτουργικότητάς του και για την ανάλυση της επισκεψιμότητάς του (Google Analytics).ΣυμφωνώΑποκλεισμός cookies τρίτωνΠολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies
|
11. Άρθρο 37 «Συνταξιοδότηση γονέων αναπήρων»: Με το άρθρο 37 βαίνει προς ικανοποίηση, μερικώς, σχετικό αίτημα που αφορά στην επέκταση των διατάξεων του άρθρου 5 του ν. 3232/05, τροποποιούμενου με τις διατάξεις του άρθρου 61 ν. 3518/06 και άρθρου 140 του ν. 3655/08, στους νόμιμους κηδεμόνες των ατόμων με βαριές αναπηρίες, υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Με την υπό συζήτηση όμως διάταξη καθορίζονται όροι και προϋποθέσεις για τη συνταξιοδότηση των γονέων ατόμων με αναπηρία στην 25εατία, οι οποίοι στην ουσία καθιστούν απαγορευτική τη χρήση της. Συγκεκριμένα αναφερόμαστε στα κάτωθι σημεία της παρ. 2 : α) Στην παρ. 1 του άρθρου 37, αναφέρεται στην πρώτη σειρά του πρώτου εδαφίου ο όρος «ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία». Εκτός του ότι αυτός ο όρος δεν συνάδει με την νέα δικαιωματική προσέγγιση για την αναπηρία δεν αναγράφεται πλέον και στις γνωματεύσεις των Υγειονομικών Επιτροπών των Ασφαλιστικών Ταμείων. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι ο όρος αυτός για τους ανωτέρω λόγους απαλείφθηκε από προγενέστερες διατάξεις του ν. 2956/01 (τροποποίηση του ν. 2643/96), οι οποίες αφορούσαν στην έμμεση προστασία (εκχώρηση δικαιώματος χρήσης του νόμου από το άτομο με αναπηρία σε γονέα ή αδελφό). β) Οι προϋποθέσεις που τίθενται με την παρ. 2 δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες της οικονομικής, κοινωνικής και οικογενειακής ζωής και καθιστούν στην ουσία την συνταξιοδότηση των γονέων (πατέρων και μητέρων) στην 25αετία αδύνατη. Καταρχήν, η προϋπόθεση που τίθεται για τον έτερο γονέα, να μην λαμβάνει ή να μη δικαιούται σύνταξη από οποιοδήποτε οργανισμό ή το δημόσιο είναι σκληρή και εξισούται με τιμωρία. Είναι πραγματικά άξιο απορίας το γεγονός ότι ο έτερος γονέας δεν πρέπει να βρίσκεται στο στάδιο συνταξιοδότησης ακόμη και πλήρους γήρατος. Πως είναι δυνατό η πολιτεία, να έχει την απαίτηση ο έτερος γονέα μετά από τόσα έτη εργασίας να έχει τις αντοχές να ασκεί σε καθημερινή βάση, χωρίς τη βοήθεια του άλλου γονέα (σημ: του γονέα που κάνει χρήση της ευνοϊκής διάταξης) τη φροντίδα του αναπήρου τέκνου του; Επίσης, η προϋπόθεση να έχει συμπληρώσει ο έτερος γονέας 3600 ημέρες εργασίας, ήτοι 12 έτη πραγματικής ασφάλισης, εκ των οποίων 600 ημέρες ή 2 έτη τα τελευταία 4 χρόνια, στην ουσία απαγορεύει τη χρήση των ευνοϊκών όρων της διάταξης. Η χρήση είναι επιεικώς απαγορευτική, ιδιαίτερα για τις οικογένειες εκείνες, των οποίων ο έτερος γονέας εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα, και θα είναι καθολικά απαγορευτική τα επόμενα χρόνια που η ανεργία, σύμφωνα με δυσοίωνες προβλέψεις θα ξεπεράσει το 20%. Θα πρέπει να συνεκτιμηθεί και το γεγονός ότι, ειδικά στον ιδιωτικό τομέα, οι πρώτοι που απολύονται είναι οι γονείς των ατόμων με αναπηρία, λόγω απουσίας προστατευτικών εργατικών διατάξεων ή και καταστρατήγησης αυτών από τους ιδιώτες εργοδότες. Ειδικότερα, εάν ο έτερος γονέας είναι η μητέρα, δεν λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι οι μητέρες λόγω της αναπηρίας του παιδιού τους δεν έχουν κατορθώσει να καλύψουν 12 έτη εργασίας. Στο πλείστο των περιπτώσεων έχουν διακόψει πρόωρα την εργασία τους, λόγω των αυξημένων οικογενειακών υποχρεώσεων, είτε συνεχίζουν να εργάζονται ευκαιριακά. Ειδικά, στην περίπτωση των μητέρων η προϋπόθεση συμπλήρωσης 600 ημερών ασφάλισης τα τελευταία 4 έτη είναι εντελώς αποτρεπτική για τη χρήση της διάταξης από τον δικαιούχο πατέρα. Για τους ανωτέρω λόγους ζητούμε την απαλοιφή της παραγράφου 2 του ανωτέρω άρθρου. Με την παρ. 3 του εν’ λόγω άρθρου, για να χρησιμοποιηθεί η διάταξη από τους αδελφούς που έχουν την νόμιμη κηδεμονία των ατόμων με αναπηρία τίθεται ως προϋπόθεση οι γονείς να μην είναι στην ζωή, ή ο εν ζωή γονέας να είναι ανάπηρος με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω. Δεν λαμβάνεται όμως υπόψη το γεγονός ότι οι, εν ζωή, γονείς μπορεί να είναι υπερήλικες και να αδυνατούν να φροντίσουν τα ανάπηρα τέκνα τους. Δίκαιο είναι επομένως να μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα ευνοϊκής συνταξιοδότησης στην 25αετία και ο αδελφός/ή που πληροί τις λοιπές προϋποθέσεις της παρ. 3 και στην περίπτωση που οι γονείς είναι εν ζωή και είναι ηλικίας άνω των 70 ετών.