Αρχική Αναμόρφωση Σώματος ΕπιθεώρησηςΆρθρο 1 Σύσταση Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε)Σχόλιο του χρήστη ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ- ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ | 7 Απριλίου 2011, 13:01
Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για τη βελτίωση της λειτουργικότητάς του και για την ανάλυση της επισκεψιμότητάς του (Google Analytics).ΣυμφωνώΑποκλεισμός cookies τρίτωνΠολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies
|
ΨΗΦΙΣΜΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ «ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΣΩΜΑΤΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ» Στην έκτακτη Γενική Συνέλευση του Συλλόγου μας στις 4/2/2011 μελετήθηκε το αναφερόμενο σχέδιο νόμου με τον επιβαλλόμενο τίτλο «Αναμόρφωση Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας» και διαμορφώθηκαν ομόφωνα οι παρακάτω θέσεις μας : Α. ΔΙΑΦΩΝΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ Διαφωνούμε κάθετα με το Σχέδιο Νόμου και για το ρόλο που επιθυμεί να δώσει στον Επιθεωρητή Υγείας και Ασφάλειας της Εργασίας. Το θεωρούμε ανεφάρμοστο, ανεδαφικό και απαράδεκτο. Εμμένουμε στον καθαρό ρόλο που προβλέπει η 81 Διεθνής Σύμβαση για την Επιθεώρηση Εργασίας και τους Επιθεωρητές. Το παρόν σχέδιο μας υποβαθμίζει και διατρέχεται από εμμονές σε ασαφείς ρόλους (χωρίς καμία προτεραιότητα και ιεραρχήσεις, με εμβόλιμα θέματα π.χ. κάπνισμα), και με πνεύμα αστυνομικής αίσθησης (καθήκοντα ανακριτικού υπαλλήλου), αντιφατικά και συγκρουόμενα αντικείμενα (συμβουλευτικός ρόλος επιθεωρητή και ταυτόχρονα ανακριτικός υπάλληλος). Ουσιαστικά καταργεί το προληπτικό ελεγκτικό έργο της επιθεώρησης εργασίας και δημιουργεί εισπρακτικό μηχανισμό για διάφορα αντικείμενα από κάπνισμα (Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας), ασφαλιστικές εισφορές (Ι.Κ.Α.) έως και θέματα επαγγελματικών αδειών κ.λ.π. (Υπουργείο Ανάπτυξης). Αν ιδιαίτερα συγκριθούν οι υπηρετούντες υπάλληλοι και τα προστιθέμενα νέα αντικείμενα ελέγχου θα προκύψει γενικευμένο χάος. Ενώ εδώ και χρόνια αιτούμαστε την αποσαφήνιση των αρμοδιοτήτων του Σ.ΕΠ.Ε. μέσω της αναμόρφωσης του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου που δημιουργεί επικαλύψεις στις αρμοδιότητες των υπηρεσιών διαφόρων Υπουργείων, με το παρόν σχέδιο νόμου εμπλεκόμαστε ακόμη περισσότερο σε αρμοδιότητες άλλων υπηρεσιών, καθιστώντας ακόμη πιο ασαφή τα όρια. Η ασάφεια αυτή συνεισφέρει τελικά σε σημαντικό βαθμό στη δημιουργία «γκρίζων» θεματικών πεδίων και στην αναποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού. Εισάγει αυθαίρετα και χωρίς αιτιολόγηση τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων κατά την επιθεώρηση των επιχειρήσεων με άγνωστο σκεπτικό και σκοπιμότητα. Στην επιστημονική κοινότητα δεν υπάρχουν εμπειρογνώμονες Υγείας και Ασφάλειας της εργασίας. Επαγγελματίες του πεδίου αυτού είμαστε εμείς. Μόνο εκ του πονηρού σκεπτόμενοι μπορούμε να ερμηνεύσουμε την πρόθεση αυτή και είμαστε κάθετα αντίθετοι σε κοινό έλεγχο με οποιονδήποτε εμπειρογνώμονα. Θεωρούμε ότι οι συντάκτες του Σχεδίου αυτού είναι ολοφάνερο ότι δεν έχουν καμία σχέση με το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας και ούτε γνωρίζουν την 81 Δ.Σ., αγνοούν τι σημαίνει Επιθεώρηση Εργασίας, τι έχει προσφέρει, τι δύναται να προσφέρει. Πιστεύουμε στον ευρύτερο κοινωνικό ρόλο του Σ.ΕΠ.Ε στις καθαρές λύσεις για οικονομικά λειτουργική και διοικητικά αυτόνομη επιθεώρηση, στην ανάπτυξη συνεργασιών με όλες τις δυνάμεις της εργασίας και είμαστε έτοιμοι να διαφυλάξουμε την ανεξαρτησία του Σ.ΕΠ.Ε. από τις συγκυριακές επιλογές. Είμαστε κάθετα αντίθετοι στη δομή του Σχεδίου Νόμου και στο δίδυμο Στοιχείο Διοίκησης των Περιφερειακών Μονάδων. Θεωρούμε ότι η δομή αυτή έρχεται σε αντίθεση με τα ισχύοντα και από τους Γενικούς Κανόνες των ελεγκτικών Σωμάτων, το Δημοσιοϋπαλληλικό Κώδικα και το Διοικητικό Δίκαιο. Η καθαρή λύση είναι οι ξεχωριστές Διευθύνσεις Υγείας και Ασφάλειας από τη μια και Εργασιακών Σχέσεων από την άλλη. Η πρόβλεψη από το Σχέδιο Νόμου εξουσιοδοτήσεων για έκδοση 30 Υπουργικών αποφάσεων που θα καθορίσουν τις λεπτομέρειες της κατανομής-ανακατανομής του προσωπικού, κατανομής-ανακατανομής των υπηρεσιών, τον κανονισμό λειτουργίας του Σ.ΕΠ.Ε., κλπ. είναι απαράδεκτη πρακτική στη σημερινή δημοκρατική κοινωνία μας, χαρακτηρίζεται τουλάχιστον ρουσφετολογική και μας βρίσκει κάθετα αντίθετους. Καταληκτικά, το Σχέδιο Νόμου δεν βοηθάει προς καμία κατεύθυνση. Καλλιεργήθηκε η προσδοκία ότι ένας Νόμος θα επανεκκινούσε και θα αναβάθμιζε το Σ.ΕΠ.Ε.. Αυτό είναι ψευδές. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει αποτίμηση της λειτουργίας επί δέκα χρόνια, χωρίς επισήμανση που πονάει το σύστημα (στελεχιακό δυναμικό, υποδομές, αυτοκίνητα, κλπ) και αναγνώριση των ελλείψεων επιχειρείται αυθαίρετα μια ώθηση όχι προς τα ‘’εμπρός’’ αλλά προς τα ‘’πίσω’’ και σε άγνωστη κατεύθυνση. Την ύστατη αυτή χρονική στιγμή, απευθύνουμε έκκληση στην πολιτική ηγεσία του Υπουργείου να λάβει σοβαρά υπόψη τις θέσεις και απόψεις του Συλλόγου μας σχετικά με την αναμόρφωση του Σ.ΕΠ.Ε., όπως αυτές κατατέθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν. Οι θέσεις μας αυτές δεν είναι προϊόν συγκυριακής και ανεύθυνης προχειρότητας σχεδιαζόμενες «εκ’ του μακρόθεν», αλλά αποτέλεσμα της πολύχρονης πραγματικής εμπειρίας μας από τη λειτουργία των Υπηρεσιών του Σ.ΕΠ.Ε., από τις καθημερινές επισκέψεις μας στους χώρους εργασίας και από τη διαρκή επαφή μας με τους εργαζόμενους και τις ανάγκες τους. Β. ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΔΙΑΦΩΝΙΕΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ Άρθρο 2. Ελεγκτική δράση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) Η παράγραφος 1δ να συμπληρωθεί ως εξής: «Στον εργοδότη που αρνείται την κατά τα προηγούμενα εδάφια είσοδο, πρόσβαση …». Η παράγραφος 1ε να συμπληρωθεί ως εξής : «Να ερευνά τα αίτια των σοβαρών και θανατηφόρων εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών, να προτείνει μέτρα για την πρόληψή τους, να συντάσσει σχετικές εκθέσεις με επισήμανση των παραβάσεων της εργατικής νομοθεσίας που εμπλέκονται σε αυτά και σχετίζονται με την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων με σκοπό τη μη επανάληψή τους και …….». Σημ: Η διερεύνηση εργατικών ατυχημάτων που δεν σχετίζονται με θέματα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας (όπως τροχαία, βιαιοπραγίες, παθολογικά, προσέλευση κατά την εργασία κ.λ.π.) και με δεδομένο το τεράστιο όγκο τους επιβαρύνει σημαντικά τους Τεχνικούς και Υγειονομικούς Επιθεωρητές Εργασίας εις βάρος του κύριου έργου τους που σχετίζεται με τη εφαρμογή της νομοθεσίας αναφορικά με την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων. Η παράγραφος 1 στ να τροποποιηθεί ως εξής: «...και να παρεμβαίνει στους χώρους εργασίας εφόσον κριθεί αναγκαίο» (διότι δεν χρίζουν όλες οι καταγγελίες παρέμβασης στους χώρους εργασίας). Σημ: Να αφαιρεθεί δηλαδή η λέξη άμεσα, δεδομένου ότι δεν είναι δυνατόν οι επιθεωρητές να παρεμβαίνουν άμεσα για όλες τις καταγγελίες, αλλά μόνο γι αυτές οι οποίες αξιολογούνται από τους προϊσταμένους των δομών, ως άμεσης προτεραιότητας λαμβάνοντας υπόψη τον προγραμματισμό και τις λοιπές τρέχουσες ανάγκες της κάθε υπηρεσίας (π.χ. κίνδυνος για πρόκληση σοβαρού ή θανατηφόρου ατυχήματος, εξαιρετικά επικίνδυνες συνθήκες εργασίες σε ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, εργοτάξια, διαχείριση χημικών παραγόντων κ.λ.π.). Η παράγραφος 1 θ να απαλειφθεί ολόκληρη. Σημ: Είναι εύκολα αντιληπτό ότι εάν τελικά οδηγηθούμε σε εμπλοκή των Επιθεωρητών Εργασίας στον έλεγχο και την εφαρμογή του νέου αντικαπνιστικού νόμου, λαμβάνοντας υπόψη αφενός μεν τον αριθμό των υπηρετούντων Επιθεωρητών Εργασίας σε όλη την επικράτεια (800 Τεχνικοί, Υγειονομικοί και Κοινωνικοί περίπου), αφετέρου δε τον εκτιμώμενο αριθμό των σχετικών ελέγχων που θα προκύψουν (σύμφωνα με επίσημα στοιχεία ο αριθμός των καταγγελιών και μόνο μέσα στο πρώτο δίμηνο εφαρμογής του νέου νόμου ανέρχεται σε 343.000 περίπου), θα οδηγηθούμε -αν όχι σε πλήρη ακύρωση- σίγουρα σε ελαχιστοποίηση της δυνατότητας ελέγχου εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας από τους Επιθεωρητές. Η παράγραφος 2 να απαλειφθεί ολόκληρη. Σημ: Η συγκεκριμένη παράγραφος εισάγει τη συμμετοχή «εμπειρογνωμόνων» κατά την επιθεώρηση των χώρων εργασίας μαζί με τους επιθεωρητές εργασίας υπό μορφή κλιμακίου. Η συγκεκριμένη πρακτική δεν εξυπηρετεί καμία αναγκαιότητα και η μέχρι σήμερα εμπειρία μας έχει καταδείξει ότι οι Επιθεωρητές Εργασίας καλύπτουν πλήρως και επαρκώς το αντικείμενο της επιθεώρησης των χώρων εργασίας για θέματα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας. Η συμμετοχή «εμπειρογνωμόνων» κατά την διάρκεια των επιθεωρήσεων ενδέχεται σε πολλές περιπτώσεις να προκαλέσει δυσλειτουργίες λόγω διχογνωμιών, διαφορετικής ερμηνείας της νομοθεσίας ή διαφορετικής νοοτροπίας στη προσέγγιση των θεμάτων, με αποτέλεσμα την αμφισβήτηση του κύρους των Επιθεωρητών και του Σ.ΕΠ.Ε. γενικότερα. Οι δαπάνες για τις αμοιβές τέτοιων εμπειρογνωμόνων (είτε πρόκειται για πραγματογνώμονες πρωτοδικείων και εφετείων ή όχι) είναι ιδιαίτερα σημαντικές για την παρούσα χρονική συγκυρία. Άλλωστε σε σοβαρές περιπτώσεις, ή όπου κριθεί αναγκαίο, οι δικαστικές αρχές έχουν και τώρα τη δυνατότητα να ορίζουν και σήμερα κάποιο πραγματογνώμονα από ειδικούς καταλόγους χωρίς μάλιστα οι αμοιβές των τελευταίων να καλύπτονται από τον περιορισμένο προϋπολογισμό του Σ.ΕΠ.Ε.. Άρθρο 5. Τυποποίηση και χρήση δελτίων ελέγχου. Η παράγραφος 1 να απαλειφθεί ολόκληρη. Σημ: Το χρησιμοποιούμενο δελτίο ελέγχου δεν πρέπει να είναι τυποποιημένο έντυπο δεδομένου ότι πρέπει να δίνει στον επιθεωρητή τη δυνατότητα αποτύπωσης με ακρίβεια και σαφήνεια της πραγματικής κατάστασης των χώρων εργασίας και της ποικίλης ιδιαιτερότητάς τους κατά το χρονικό διάστημα της επιθεώρησης και όχι ένα έντυπο γενικής χρήσης για κάθε περίπτωση (π.χ. check list κ.λ.π.). Εκτός από το γεγονός ότι ένα τυποποιημένο έντυπο παραβιάζει την αρχή της ελευθερίας του Επιθεωρητή Εργασίας που απαιτεί η 81 Δ.Σ.Ε. επιπλέον μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά νομικά ζητήματα κατά την εκδίκαση ποινικών και διοικητικών κυρώσεων από τη δικαιοσύνη λόγω έλλειψης σαφούς διατύπωσης των παραβάσεων. Η παράγραφος 2 να απαλειφθεί ολόκληρη. Σημ: Η συγκεκριμένη παράγραφος παραβιάζει την αρχή της ελευθερίας του Επιθεωρητή Εργασίας που απαιτεί η 81 Δ.Σ.Ε. και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την παράγραφο 6 του άρθρου 26 του σχεδίου νόμου, όπου αναφέρεται ότι «οι επιθεωρητές εργασίας δεν διώκονται και δεν ενάγονται για γνώμη που διατύπωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους». Άρθρο 6 και 7. Ειδική ομάδα ετοιμότητας και άμεσης επέμβασης. Σημ: Να απαλειφθούν τα ανωτέρω άρθρα. Ειδικότερα, για τα θέματα υγιεινής και ασφάλειας δεν έχει νόημα η δημιουργία μιας τέτοιας ομάδας, δεδομένου ότι η εξέταση σοβαρών και θανατηφόρων ατυχημάτων ή σοβαρών καταγγελιών εξετάζονται από τις υπηρεσίες μας άμεσα καθ’ όλη τη διάρκεια του 24ώρου και μέχρι τώρα δεν έχει παρουσιαστεί κανένα πρόβλημα στην ειδοποίηση και ανταπόκριση των υπηρεσιών, ώστε να απαιτείται η δημιουργία μιας νέας υπηρεσίας. Άλλωστε, στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων οι συνθήκες δε υγιεινής και ασφάλειας δεν είναι στιγμιαίες και δεν μπορούν να μεταβληθούν σημαντικά ούτως ώστε να καθίσταται επιβεβλημένος ο ακαριαίος έλεγχος. Άρθρο 11. Προληπτική και Υποστηρικτική δράση – Ενημέρωση Η παράγραφος 3 να απαλειφθεί ολόκληρη. Σημ: Η στατιστική επεξεργασία να αφορά μόνο τα σοβαρά και θανατηφόρα ατυχήματα. Το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας δεν είναι Στατιστική Υπηρεσία ούτε Ασφαλιστικός Οργανισμός για να επεξεργάζεται τα τροχαία, τα παθολογικά ατυχήματα και τα πάσης φύσεως εργατικά ατυχήματα που δεν σχετίζονται με τη λήψη μέτρων υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας. Σε διαφορετική περίπτωση, οι τεχνικοί και υγειονομικοί επιθεωρητές με την ογκώδη και γραφειοκρατική εργασία της συλλογής και αποστολής των στατιστικών στοιχείων της χώρας για όλα τα εργατικά ατυχήματα (ακόμα και για αυτά που δεν έχει αρμοδιότητα το Σ.ΕΠ.Ε), για λογαριασμό και με τον τρόπο που επιθυμεί η EUROSTAT θα οδηγηθούν αναπόφευκτα στην μείωση του ελεγκτικού έργου τους. Μέχρι τώρα το έργο αυτό για χρόνια επιτελείται από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία σε συνεργασία με τους ασφαλιστικούς φορείς. Το σχέδιο νόμου επιχειρεί να υπερκεράσει την αδυναμία των εν λόγω φορέων να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις της EUROSTAT, μεταφέροντας τη σχετική υποχρέωση της χώρας μας κατά τρόπο καταχρηστικό (αν ληφθεί υπόψη το πνεύμα στο οποίο κινείται η 81 Δ.Σ.Ε.), στο Σ.ΕΠ.Ε.. Άρθρο 12 Κυρώσεις Η παράγραφος i) να συμπληρωθεί ως εξής: «Λαμβάνει άμεσα διοικητικά μέτρα και επιβάλλει τις προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις ή και προσφεύγει στη δικαιοσύνη». Η παράγραφος iv να αφαιρεθεί Άρθρο 13 , 14 και 15. Διοικητικές κυρώσεις και διαδικασία επιβολής τους. Να καταργηθούν πλήρως οι σχετικές προβλέψεις ή διαφορετικά να μην ισχύουν για τα θέματα Υγείας και Ασφάλειας της εργασίας. Σημ: Η επιβολή διοικητικών έχει ήδη ρυθμιστεί πρόσφατα με το άρθρο 71 του Νόμου 3850/2010. Η λογική που διέπει τα προτεινόμενα από το παρόν σχέδιο νόμου δεν είναι σύμφωνη με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (πρόσφατα τροποποιηθέντος με το Ν.3900/17-12-2010), και τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, οι οποίοι Κώδικες πρέπει να έχουν γενική και απόλυτη εφαρμογή. Δεν είναι δυνατόν ένας θεσμικός νόμος να αναφέρει τέτοιες λεπτομέρειες όπως για παράδειγμα ο τρόπος επίδοσης ενός προστίμου. Άρθρο 20. Διευθύνσεις του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. Η παράγραφος Β4 πρέπει οπωσδήποτε να αποσαφηνιστεί Η παράγραφος Β7 είναι περιττή και πρέπει να απαλειφθεί, δεδομένου ότι ισχύουν τα αναγραφόμενα στον Δημοσιοϋπαλληλικό Κώδικα. Η παράγραφος Β και Γ να τροποποιηθούν ώστε: Α) Να μην εφαρμοσθεί ο προτεινόμενος παράδοξος και δυσλειτουργικός τρόπος διοίκησης των Περιφερειακών Μονάδων από το αναφερόμενο «Στοιχείο Διοίκησης Διεύθυνσης (Σ.Δ.Δ.)». Οι Περιφερειακές Διευθύνσεις Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων και Ασφάλειας και Υγείας πρέπει να είναι πλήρως διαχωρισμένες και να συνεχίσουν να λειτουργούν με τις δομές ως έχουν σήμερα. Εάν κριθεί αναγκαία η θεσμοθέτηση Τμήματος Συντονισμού, αυτό θα πρέπει να είναι ξεχωριστό για κάθε μια από τις παραπάνω Περιφερειακές Διευθύνσεις. Επίσης θεωρούμε ότι η προτεινόμενη δομή έρχεται σε αντίθεση με τα ισχύοντα και με τους Γενικούς Κανόνες λειτουργίας των άλλων ελεγκτικών Σωμάτων, το Δημοσιοϋπαλληλικό Κώδικα και το Διοικητικό Δίκαιο. Η καθαρή λύση είναι να υπάρξουν ξεχωριστές Διευθύνσεις Υγείας και Ασφάλειας από τη μια και Εργασιακών Σχέσεων από την άλλη. Πλήρης δηλαδή διαχωρισμός στη δομή και στη διάρθρωση των δύο περιφερειακών Διευθύνσεων. Σημειώνεται επιπλέον ότι τα ΚΕ.Π.Ε.Κ. λειτουργούν πλέον της δεκαετίας χωρίς να υπάρχουν ιδιαίτερα προβλήματα διοικητικής οργάνωσης. Τυχόν αλλαγή πρέπει να προκύψει μετά από απολογισμό του τρόπου λειτουργίας των υφιστάμενων δομών. Επειδή δε δεν προκύπτει από πουθενά η ύπαρξη διοικητικών ή διαρθρωτικών προβλημάτων, είναι γενικά παραδεκτό ότι δεν υπάρχει ανάγκη αλλαγής. Επιπλέον απαιτούμε να μην δημιουργηθούν νέα Τμήματα και Διευθύνσεις στην Περιφέρεια, εάν το Σ.ΕΠ.Ε. δεν στελεχωθεί προηγουμένως με ικανό αριθμό Επιθεωρητών ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε περιοχής, εάν δεν εξασφαλιστεί η απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή και εάν δεν προσδιοριστεί ορθολογικά η «επιχειρησιακή» ανάγκη δημιουργίας των νέων αυτών δομών, οπότε τα νέα αυτά Τμήματα μπορούν να δημιουργούνται σταδιακά. Τέλος στις Περιφερειακές Διευθύνσεις που προβλέπονται τμήματα Τομέων (π.χ. Τμήμα Α’ Τομέα Αθηνών), δεν έχει διευκρινισθεί εάν θα πρόκειται για αυτοτελείς μονάδες με ξεχωριστές δομές (γραμματεία κ.λ.π.), ή όχι. Σε κάθε περίπτωση σε κάθε Τμήμα θα πρέπει να υπηρετούν τουλάχιστον 2 διοικητικοί υπάλληλοι για γραμματειακή υποστήριξη. Παρά τις μέχρι τώρα διαβεβαιώσεις της πολιτικής ηγεσίας στο Σχέδιο Νόμου πουθενά δεν διακρίνεται η δέσμευση για ενίσχυση κάθε τμήματος με το αναγκαίο επιπλέον διοικητικό προσωπικό. Άρθρο 21. Στελέχωση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. Η παράγραφος 1 να τροποποιηθεί δεδομένου ότι οι ήδη υπηρετούντες επιθεωρητές του κλάδου ΤΕ Υγείας είναι σύμφωνα με έγγραφο της Δ/νσης Προσωπικού 34 και οι προβλεπόμενες για το Σ.ΕΠ.Ε. στο παρών νομοσχέδιο είναι μόλις 31. Η παράγραφος 2β να τροποποιηθεί ως εξής (να μην αναφέρεται δηλαδή η έννοια του ανακριτικού υπαλλήλου) : «Οι επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία διενεργούν ελέγχους για την εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας για την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων, ερευνούν τις αιτίες των σοβαρών και θανατηφόρων ατυχημάτων με στόχο τη μη επανάληψή τους …». Τα καθήκοντα των Επιθεωρητών Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία είναι μόνο όσα προβλέπονται από την 81 ΔΣΕ». Σημ: Τα καθήκοντα του ανακριτικού υπαλλήλου (και κατά συνέπεια και του δικαστικού λειτουργού με την έννοια του δημόσιου κατήγορου),που προσδίδονται με την παρούσα παράγραφο (αλλά και την προηγούμενη 2α), στους επιθεωρητές εργασίας έρχονται σε ευθεία σύγκρουση και δεν συνάδει με τον συμβουλευτικό ρόλο που πρέπει να ασκεί ταυτόχρονα ο επιθεωρητής εργασίας και που απαιτεί η 81 ΔΣΕ. Επίσης καταργεί την ανεξαρτησία του επιθεωρητή και της επιθεώρησης εργασίας, καθότι την υπάγει εμμέσως υπό τη δικαστική εξουσία και αναμφίβολα την εντέλει να ενεργεί ως όργανο προανάκρισης. Επίσης, στην παράγραφος 2β έχει λανθασμένα παραλειφθεί και πρέπει να προστεθεί η δυνατότητα άσκησης καθηκόντων Επιθεωρητή Ασφάλειας και Υγείας στους ήδη υπηρετούντες για πάρα πολλά έτη σε προσωποπαγείς θέσεις υπαλλήλους δευτεροβάθμιας κατηγορίας Η παράγραφος 4 να τροποποιηθεί ως εξής: «Υπάλληλος που υπηρετεί στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας με σχέση εργασίας Αορίστου Χρόνου Δημοσίου Δικαίου ασκεί καθήκοντα Επιθεωρητή Εργασίας…». Σημ: Αντικαθίσταται δηλαδή το Ιδιωτικού Δικαίου με το Δημοσίου Δικαίου, δεδομένου, ότι οι Επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία είναι υποχρεωτικό από την 81 ΔΣΕ να είναι Υπάλληλοι Δημοσίου Δικαίου σαν εξασφάλιση της αμεροληψίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η παράγραφος 9 να τροποποιηθεί ως εξής: «Με Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης …» . Η παράγραφος 11 να απαλειφθεί: Σημ: Η παρούσα παράγραφος δεν σχετίζεται με τη σύσταση και το προσωπικό που υπηρετεί στο Σ.ΕΠ.Ε.. Ως εκ’ τούτου πρέπει να αφαιρεθεί και να εισαχθεί εφ’ όσον κριθεί απαραίτητη σε άλλο σχετικό νομοσχέδιο. Άρθρο 23. Οικονομική Αυτοτέλεια. Η παράγραφος 1 να τροποποιηθεί ως εξής (σύμφωνα και με παλαιότερη διατύπωση): «Το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας διαθέτει προϋπολογισμό, καταρτίζει και τροποποιεί τον προϋπολογισμό του, διαχειρίζεται κάθε δαπάνη που το αφορά, είναι αρμόδιο για την εκκαθάριση αποδοχών και γενικά των αποζημιώσεων του προσωπικού του και εισπράττει τα εκ του νόμου προβλεπόμενα έσοδα. Είναι αρμόδιο για το σύνολο της διαδικασίας προμήθειας κάθε μηχανήματος, υλικού, εφοδίου ή άλλου περιουσιακού στοιχείου που χρειάζεται σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο για τις δημόσιες συμβάσεις. Μεριμνά για την στέγαση των υπηρεσιών και για τη διαχείριση υλικού των υπηρεσιών». Άρθρο 24 Πρόσθετη αμοιβή – Λοιπά Οικονομικά Θέματα. Στην παράγραφο 2 να απαλειφθεί η φράση «ακόμη και να καταργείται». Άρθρο 26. Θέματα Λειτουργίας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. Η παράγραφος 3 να τροποποιηθεί ως εξής: Σημ: «Οι Επιθεωρητές Εργασίας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) εφοδιάζονται με ειδική υπηρεσιακή ταυτότητα για τη διευκόλυνση του έργου τους». Η παράγραφος 5 να απαλειφθεί: Σημ: Η οδήγηση των Υπηρεσιακών αυτοκινήτων πρέπει να γίνεται από τους οδηγούς ή ως προβλέπεται από τις ισχύουσες σχετικές διατάξεις. Άρθρο 28. Κοινωνικός Έλεγχος του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. Η παράγραφος 1.ε να τροποποιηθεί ώστε να συμπεριλαμβάνει και εκπροσώπηση στο ΣΚΕΕ εκπροσώπου συλλόγου των Τεχνικών και Υγειονομικών Επιθεωρητών Εργασίας. Άρθρο 30. Ρυθμίσεις για Ιατρούς Εργασίας και Συμβούλους Ασφάλειας της Εργασίας. Το παρόν άρθρο πρέπει να αφαιρεθεί από το Σχέδιο Νόμου και να εισαχθεί σε άλλο σχετικό νομοσχέδιο γιατί είναι θέμα που δεν σχετίζεται με τη σύσταση του Σ.ΕΠ.Ε.. Άρθρο 33. Συνεργασία ΣΕΠΕ, Γενικής Διεύθυνσης Συνθηκών και ………….. Στο συγκεκριμένο άρθρο να συμπεριληφθεί και η εκπροσώπηση στο ΣΥΑΕ εκπροσώπου συλλόγου των Τεχνικών και Υγειονομικών Επιθεωρητών Εργασίας. Άρθρο 34. Μεταβατικές – Καταργούμενες διατάξεις. Η παράγραφος 1 να τροποποιηθεί ως εξής: «Το πάσης φύσεως προσωπικό … Η τοποθέτηση του ανωτέρω προσωπικού γίνεται με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας μετά από σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου του ΣΕΠΕ» . Επίσης να προστεθεί το εξής: «Το ανωτέρω προσωπικό εντάσσεται ή μεταφέρεται στον ίδιο γεωγραφικό χώρο όπου ήδη υπηρετεί με την ίδια εργασιακή σχέση, οργανική θέση, βαθμό, κλάδο και ειδικότητα που κατέχει και θεωρείται ότι έχει λάβει την πιστοποίηση του άρθρου 25 του παρόντος νόμου. Η τοποθέτηση του ανωτέρω προσωπικού γίνεται με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα του Σ.ΕΠ.Ε. μετά από σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου του ΣΕΠΕ».