Αρχική Κυρώσεις και μέτρα για την παράνομη μετανάστευσηΆρθρο 04: Υποχρεώσεις των εργοδοτών ( Άρθρο 4 της Οδηγίας)Σχόλιο του χρήστη ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΑΡΓΥΡΙΑΔΗΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ | 4 Νοεμβρίου 2011, 21:22
Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για τη βελτίωση της λειτουργικότητάς του και για την ανάλυση της επισκεψιμότητάς του (Google Analytics).ΣυμφωνώΑποκλεισμός cookies τρίτωνΠολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies
|
Ως προς το άρθρο 4§1 περ. α’: «1. Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου, οι εργοδότες υποχρεούνται: α) να αξιώνουν από τους πολίτες τρίτων χωρών, πριν την παροχή εργασίας, την κατοχή και υποβολή σ’ αυτούς έγκυρη άδεια διαμονής ή άλλου έγκυρου τίτλου διαμονής τα οποία να διατηρούν σε αντίγραφο κατά τη διάρκεια της περιόδου απασχόλησης». Στην συνέχεια, μετά την περίπτωση (α) υπάρχει η περίπτωση (γ), χωρίς όμως να υπάρχει περίπτωση (β). Τούτο, διότι, στην ουσία οι περιπτώσεις (α) και (β) της Οδηγίας έχουν ενσωματωθεί στην περίπτωση (α) του Σχεδίου Νόμου. Η περίπτωση (β) της Οδηγίας αναφέρει συγκεκριμένα: «β) να διατηρούν αντίγραφο ή καταγραφή της άδειας διαμονής ή άλλου τίτλου παραμονής στη διάθεση των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών, τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της περιόδου απασχόλησης, με σκοπό πιθανή επιθεώρηση». Για τον αποτελεσματικότερο έλεγχο από το Σ.ΕΠ.Ε και τις λοιπές αρμόδιες αρχές θα πρέπει η προτεινόμενη διάταξη να προβλέπει πως η τήρηση των αντιγράφων να ευρίσκεται στον τόπο εργασίας και τα οποία να επιδεικνύονται στα αρμόδια όργανα του Σ.ΕΠ.Ε ή των άλλων αρχών. Τούτο, διότι αν διενεργηθεί έλεγχος από το Σ.ΕΠ.Ε. ή π.χ. την Αστυνομία, ο εργοδότης θα μπορεί να ισχυριστεί κατά τον έλεγχο προκειμένου να διαφύγει διοικητικές ή ποινικές κυρώσεις (και το αυτόφωρο) πως έχει μεν τα αντίγραφα αλλά όχι στον τόπο εργασίας, αλλά π.χ. στο γραφείο του λογιστή του ή κάπου αλλού. Τότε, θα πρέπει να δοθεί προθεσμία προσκόμισης αυτών των εγγράφων με αποτέλεσμα να χαθεί χρόνος. Επίσης, δημιουργείται το ερώτημα τι γίνεται σε περίπτωση κατά την οποία ο εργοδότης δεν προσκομίσει τα έγγραφα αυτά. Δηλαδή, αν μπορεί να θεωρηθεί κατά πλάσμα δικαίου πως αφού ο εργοδότης δεν τα προσκόμισε δεν τα τηρεί και συνεπώς θα μπορούν να επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρου 5§4 του Σχεδίου Νόμου ή αν απλώς θα θεωρηθεί άρνηση παροχής στοιχείων και συνεπώς η διοικητική παράβαση του άρθρου 2§2 στοιχ. δ’ in fine, αναιρώντας ή ματαιώνοντας τον σκοπό του παρόντος νόμου, πλην όμως θα επιβάλλεται πρόστιμο με τον συνήθη τρόπο υπολογισμού, σύμφωνα με το Ν. 3996/2011, το οποίο ενδέχεται να είναι πολύ μεγαλύτερο από τα 500€ του άρθρου 5§4. Για να ξεπεραστούν τα ανωτέρω πιθανώς προκύπτοντα στο μέλλον ζητήματα, τα οποία θα μπορούν να οδηγήσουν στην καθυστέρηση της διαπίστωσης και της συνακόλουθης επιβολής της διοικητικής κύρωσης, προτείνεται η εξής διατύπωση: «α) να αξιώνουν από τους πολίτες τρίτων χωρών, πριν την παροχή εργασίας, την κατοχή και υποβολή σ’ αυτούς έγκυρη άδεια διαμονής ή άλλου έγκυρου τίτλου διαμονής, τα οποία να διατηρούν σε αντίγραφο, κατά τη διάρκεια της περιόδου απασχόλησης, στον τόπο εργασίας και να επιδεικνύουν σε περίπτωση ελέγχου στα αρμόδια για τον έλεγχο και εφαρμογή του παρόντος νόμου όργανα». Η προτεινόμενη διάταξη βρίσκεται σε συμφωνία τόσο με το άρθρο 4§1 περ. β’ της Οδηγίας (θα πρέπει να διατηρούν … στη διάθεση των αρμοδίων αρχών … με σκοπό πιθανή επιθεώρηση), όσο και με το άρθρο 5§4 του Σχεδίου Νόμου, σύμφωνα με το οποίο σε περίπτωση μη τήρησης των υποχρεώσεων του άρθρου 4§1 περ. α’ και β’ επιβάλλονται κυρώσεις. Τούτο, διότι η μη επίδειξη κατά τον έλεγχο θα συνεπάγεται την μη τήρηση της υποχρέωσης και συνεπώς θα μπορεί να επιβάλλεται απευθείας κύρωση.