Αρχική Σχέδιο Νόμου «Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία και ανάπτυξη των φορέων της»Άρθρο 2. ΟρισμοίΣχόλιο του χρήστη ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΦΥΛΩΝ | 24 Ιουλίου 2016, 10:17
Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για τη βελτίωση της λειτουργικότητάς του και για την ανάλυση της επισκεψιμότητάς του (Google Analytics).ΣυμφωνώΑποκλεισμός cookies τρίτωνΠολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies
|
Παρατηρήσεις της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων στο Σχέδιο Νόμου "Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία και ανάπτυξη των φορέων της" Λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές της κοινωνικής οικονομίας που ενδεικτικά προβλέπουν: -τη συμμετοχική και συλλογική δράση των πολιτών, η σχέση των οποίων βασίζεται στην ισότητα, -τη δράση για την επίτευξη ενός συγκεκριμένου κοινωνικού σκοπού και την ικανοποίηση κοινωνικών αναγκών, παρά την επίτευξη κέρδους, -τη συμβολή στην αξιοποίηση και αύξηση του κοινωνικού κεφαλαίου, -τη στήριξη των τοπικών κοινοτήτων και την προώθηση των συνεργασιών και της αμοιβαιότητας, -την ανάπτυξη της καινοτομίας (ειδικά στην αντιμετώπιση κοινωνικών αναγκών που υπάρχουν ή προκύπτουν) και των δεξιοτήτων των πολιτών, -τη συμβολή της κοινωνικής οικονομίας στην καλλιέργεια συλλογικής συνείδησης, στην ενίσχυση της ευαισθητοποίησης των πολιτών και την οργάνωση συλλογικών δράσεων. Θεωρούμε αναγκαία την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας με την οπτική του φύλου, βασιζόμενοι στο γεγονός ότι οι αρχές της κοινωνικής οικονομίας συμβαδίζουν με τις αρχές της ισότητας των φύλων και ότι η σύνδεση των δύο μπορεί να επιφέρει θετικά αποτελέσματα σε διάφορους τομείς της κοινωνίας σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ Άρθρο 2. Ορισμοί Προτείνουμε να επανεξεταστεί ο διαχωρισμός των ομάδων- στόχων σε ευάλωτες και ειδικές. Ενδεχομένως αυτός ο διαχωρισμός να φέρει μεγαλύτερη δυσκολία στη δημιουργία ευέλικτων δράσεων στήριξης των ομάδων αυτών και να δυσχεραίνει την επανένταξή τους, περιορίζοντας το κοινωνικό μείγμα, καθώς και να δημιουργήσει λειτουργικές δυσκολίες στις Κοιν.Σ.Επ. Η κατηγοριοποίηση των συγκεκριμένων ομάδων ανάλογα με το είδος της ανάγκης που έχουν δε βοηθάει στην πραγματική αποτύπωση της κατάστασης και απομακρύνει από την εξατομικευμένη προσέγγιση που συνιστά η επιστημονική κοινότητα και οι Κοινοτικές Οδηγίες. Επίσης, η δημιουργία πολλών υποκατηγοριών στις ομάδες ένταξης θα δυσχεράνει το έργο που θέλουμε να επιτύχουμε με το συγκεκριμένο νόμο. Τέλος, μία τόσο ειδική κατηγοριοποίηση δε βοηθάει ουσιαστικά στην προσπάθεια κοινωνικής επανένταξης των ομάδων- στόχων. Θα προτείναμε μία κατηγορία («ευπαθείς ομάδες» για παράδειγμα) στην οποία να προβλέπεται η πιθανότητα πολλαπλών διακρίσεων στις οποίες μπορεί να υπόκειται κάποιο άτομο. Προτείνουμε να εισαχθεί στο νομοσχέδιο ο όρος «πολλαπλές διακρίσεις», ώστε να μπορεί να αναγνωστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η κατάσταση και να καταγραφούν οι πραγματικές ανάγκες του κάθε ατόμου που ανήκει στις ομάδες- στόχους. Για παράδειγμα, μια γυναίκα εκτός από θύμα βίας μπορεί να είναι και άνεργη, μετανάστρια, άστεγη ή μέλος μονογονεϊκής οικογένειας. Τέτοια περιστατικά, καθώς και ανάλογα, μπορούν να αξιολογηθούν σωστά μονάχα εάν αναζητηθούν όλες διακρίσεις που δέχεται το κάθε άτομο και σε όλα τα επίπεδα. Επικροτούμε την προσθήκη στον ορισμό των ειδικών ομάδων των «θυμάτων παράνομης διακίνησης και εμπορίας ανθρώπων» και θεωρούμε ότι είναι σημαντική και απαραίτητη. Η πρόβλεψη όμως που περιείχε ο παλαιός νόμος για τις άνεργες γυναίκες είναι απαραίτητο να παραμείνει. Η συγκεκριμένη πρόταση εντάσσεται στην παραπάνω προσέγγιση που εξετάζει το ενδεχόμενο των πολλαπλών διακρίσεων. Επίσης προτείνουμε στην παράγραφο 8 να προστεθεί και ο στόχος στο τέλος του ορισμού της «κοινωνικής ένταξης»: 8.Ως «κοινωνική ένταξη» ορίζεται η διαδικασία ενσωμάτωσης στην κοινωνική και οικονομική ζωή ατόμων που ανήκουν στις "ευάλωτες" και τις "ειδικές" ομάδες, κυρίως μέσω της προώθησής τους στη μισθωτή εργασία, με στόχο την αποφυγή του κοινωνικού αποκλεισμού τους. Άρθρο 4 παρ. 2. Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις. Σύμφωνα με το Νόμο οι Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: αα)Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης Ευάλωτων Ομάδων αβ) Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης Ειδικών Ομάδων Σε συνέχεια της πρότασης της Γενικής Γραμματείας Ισότητας Φύλων, για το Άρθρο 2 (αναφορικά με το διαχωρισμό «ειδικών» και «ευάλωτων» ομάδων πληθυσμού), θεωρούμε ότι η ύπαρξη δύο ειδών Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης δεν εξυπηρετεί κάποιο σκοπό- (αντιθέτως, μπορεί να δημιουργήσει πλήθος προβλημάτων). Προτείνουμε επίσης να αναφέρεται ρητά στο Νόμο η δυνατότητα ενασχόλησης των Κοιν.Σ.Επ Ένταξης ΚΑΙ με δράσεις Συλλογικής και Κοινωνικής Ωφέλειας. Το στοιχείο αυτό το θεωρούμε απαραίτητο για τη βιωσιμότητα του κάθε φορέα και την εργασιακή επανένταξη των ευπαθών ομάδων. Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η κοινωνική οικονομία και οι συνεταιρισμοί γενικότερα στηρίζονται στο τοπικό στοιχείο. Εάν δεν υπάρχει η δυνατότητα συνδυασμού των τομέων ενασχόλησης θα υπάρξουν προβλήματα στην εφαρμογή, τόσο στην Αθήνα αλλά κυρίως στην περιφέρεια. Άρθρο 3 Φορείς Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας, 3 παρ. 2. Αναφορικά με την υποχρέωση πρόσληψης ενός τουλάχιστον εργαζόμενου από πλευράς των ΚΟΙΝΣΕΠ μετά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας, σημειώνουμε τα εξής: Λαμβάνοντας υπόψη την μέχρι τώρα εμπειρία, η συγκεκριμένη υποχρέωση οδηγεί συχνά τις ΚΟΙΝΣΕΠ να προσλαμβάνουν (εικονικά) έναν εργαζόμενο, με μόνη υποχρέωση την καταβολή των ασφαλιστικών του εισφορών (ώστε να καλύπτονται από το νόμο). Το στοιχείο αυτό είναι αντίθετο με της αρχές της αλληλέγγυας κοινωνικής οικονομίας και δε βοηθάει στην ουσιαστική επανένταξη των ομάδων- στόχων. Επιπλέον, εάν λάβουμε υπόψη ότι οι εργαζόμενοι συνεχίζουν να λαμβάνουν τα επιδόματα που δικαιούνται, είναι πολύ πιθανό να συμβούν αντίστροφα αποτελέσματα από τα προσδοκώμενα: να αναπτυχθούν δηλαδή σχέσεις εξάρτησης, παρά διαδικασίες επανένταξης στον κοινωνικό ιστό. Ως εκ τούτου προτείνουμε να γίνει πιο σαφής ο νόμος, τουλάχιστον ως προς τον τρόπο που προκύπτει η υποχρέωση της πρόσληψης υπαλλήλου και σε σχέση με το ύψος των εσόδων που είναι ικανά να καλύψουν τη θέση εργασίας. [π.χ.: συνδέεται με την εθελοντική εργασία των μελών ή των υποστηρικτών του κάθε φορέα; (άρθρο 7 παρ. 10, άρθρο 26 παρ. 7), αναφέρεται στην ετήσια μονάδα εργασίας, άρα περιλαμβάνεται η μερική ή η εποχιακή απασχόληση;]