Αρχική ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΨΗΦΙΑΚΟΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (e-Ε.Φ.Κ.Α.)Άρθρο 29Σχόλιο του χρήστη Στυλιανή Αντωνάτου | 3 Φεβρουαρίου 2020, 00:23
Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για τη βελτίωση της λειτουργικότητάς του και για την ανάλυση της επισκεψιμότητάς του (Google Analytics).ΣυμφωνώΑποκλεισμός cookies τρίτωνΠολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies
|
Αξιότιμε κύριε Υπουργέ, Σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 1 εδ. ιστ΄ περ. γγ΄ του Ν.Δ. 4114/1960, όπως διαμορφώθηκε με το άρθρο 4 παρ. 1 Ν. 1090/1980 (ΦΕΚ 263 Α), οι Συμβολαιογράφοι υποχρεούντο να καταβάλουν στο πρώην Ταμείο Νομικών ποσοστό, ανερχόμενο μετά την 1.1.1983, σε 9% επί των εισπραττομένων από αυτούς αναλογικών δικαιωμάτων, το ποσοστό δε αυτό, όπως έχει γίνει δεκτό (ΣτΕ 867/2000 σκέψη 6η, πρβλ. ΣτΕ 1050/1992), αποτελεί ασφαλιστική εισφορά του Συμβολαιογράφου υπέρ του Ταμείου Νομικών. Εξάλλου, με τις διατάξεις του ν. 2084/1993 και των κατ' εξουσιοδότηση αυτού π. δ., οι προ της 1-1-1993 ασφαλιζόμενοι στο πρώην Ταμείο Νομικών Συμβολαιογράφοι, ενταγμένοι στην 1η ασφαλιστική κατηγορία (βλ. άρθρο 2 του π. δ. 135/1993), για την οποία είχε καθοριστεί το κατώτατο ποσό για τον υπολογισμό των εισφορών (άρθρο 22 παρ. 3) και για τον υπολογισμό της σύνταξης (άρθρο 28 παρ. 2), είχαν υποχρέωση να καταβάλουν στο πρώην Ταμείο Νομικών κατ' ελάχιστον την ασφαλιστική εισφορά επί του ποσού της ως άνω ασφαλιστικής κατηγορίας. Από την υποχρεωτικά καταβλητέα ελάχιστη ασφαλιστική εισφορά, σε ετήσια βάση, γινόταν αφαίρεση του ποσού των ασφαλιστικών εισφορών, που είχαν καταβάλει ως ποσοστό 9% επί των αμοιβών τους (βλ. π. δ. 173/1993 άρθρο 1). Οι Συμβολαιογράφοι αυτής της κατηγορίας δεν είχαν δικαίωμα να επιλέξουν κάποια άλλη από τις δέκα τέσσερις ασφαλιστικές κατηγορίες, η οποία να αντιστοιχεί στο ύψος των ασφαλιστικών τους εισφορών, αφού το δικαίωμα αυτό είχαν μόνο οι, μετά την 1-1-1993, ασφαλιζόμενοι Συμβολαιογράφοι. Πλην όμως, με τις διατάξεις του ν. 2084/1992, ο υπολογισμός της σύνταξης των Συμβολαιογράφων διενεργείτο βάσει του προκαθορισμένου ποσού της κατώτατης ασφαλιστικής κατηγορίας, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη καθόλου οι ασφαλιστικές εισφορές που υπερβαίνουν τις αντίστοιχες της ασφαλιστικής τους κατηγορίας εισφορές και είχαν καταβληθεί ως ποσοστό 9% επί των αμοιβών τους. Δηλαδή, με την εφαρμογή της κατώτατης ασφαλιστικής κατηγορίας του ν. 2084/1992 για τον υπολογισμό της σύνταξης των, προ της 13-5-2016, συνταξιούχων Συμβολαιογράφων, δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη ένα μέρος επί του συνόλου των υποχρεωτικά καταβληθέντων ασφαλιστικών εισφορών τους. Τούτο δεν εφαρμόζεται σε καμία άλλη κατηγορία συνταξιούχων, ούτε καν στους μετά την 13η Μαίου 2016 συνταξιούχους Συμβολαιογράφους. Συνεπώς, το Νομοσχέδιο που διατηρεί και εμπεριέχει τέτοια ρύθμιση, καθίσταται πλημμελές κατά το μέρος αυτό, διότι η ρύθμιση αυτή, ειδικά όσον αφορά τους προ της 14-5-2016 συνταξιούχους Συμβολαιογράφους, πλήττει καίρια το θεμέλιο της Κοινωνικής Ασφάλισης και δεν συνάδει με τη θεμελιώδη συνταγματική αρχή της ισότητας στα δημόσια βάρη και με την αρχή της ανταποδοτικότητας. Για την εναρμόνιση της μεθόδου υπολογισμού της σύνταξης των προ της ισχύος του ν. 4387/2016 συνταξιούχων Συμβολαιογράφων, με τις αρχές της ισότητας στα δημόσια βάρη και της ανταποδοτικότητας και για την άμβλυνση της διαφοροποίησης που υπάρχει σε σχέση με τους Συμβολαιογράφους που υπέβαλαν αίτηση συνταξιοδότησης μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016, εκτιμώ ότι είναι επιβεβλημένη από το Σύνταγμα η προσθήκη στο άρθρο 29 του Νομοσχεδίου και μετά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 33 του ν. 4387/2016, διάταξης που να προβλέπει ότι : “Ειδικά για την περίπτωση των συνταξιούχων Συμβολαιογράφων, οι οποίοι κατέβαλαν εισφορές που υπολογίστηκαν επί συντάξιμου μισθού (εισοδήματος) ανώτερου από τον ως άνω οριζόμενο, για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός (εισόδημα), επί του οποίου υπολογίστηκαν οι πραγματικά καταβληθείσες εισφορές κατά το χρονικό διάστημα της παραγράφου 7 του άρθρου 28 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει”. Με εκτίμηση Στυλιανή Αντωνάτου.