Αρχική ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΨΗΦΙΑΚΟΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (e-Ε.Φ.Κ.Α.)Άρθρο 29Σχόλιο του χρήστη ΚΟΦΦΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ | 6 Φεβρουαρίου 2020, 14:12
Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για τη βελτίωση της λειτουργικότητάς του και για την ανάλυση της επισκεψιμότητάς του (Google Analytics).ΣυμφωνώΑποκλεισμός cookies τρίτωνΠολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies
|
ΑΡΘΡΟ 29 Στο άρθρο 29 του σχεδίου νόμου, σχετικά με τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους των καταβαλλόμενων έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νέου υπό ψήφιση νομοσχεδίου, επισημαίνεται ότι, "στο συντάξιμο μισθό επί του οποίου υπολογίστηκε η ήδη χορηγηθείσα σύνταξη" θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και να συμπεριληφθούν και δύο ακόμη κρίσιμα μισθολογικά στοιχεία, επί των οποίων καταβλήθηκαν οι προβλεπόμενες εισφορές, ήτοι: α) τα Επιδόματα (Δώρα) Εορτών Χριστουγέννων-Πάσχα και το Επίδομα Κανονικής άδειας και β) το οικογενειακό επίδομα (ή επίδομα γάμου ή με οποιαδήποτε ονομασία χορηγούνταν αυτό). Οι εν λόγω μισθολογικές παροχές υποβαλλόταν σε κρατήσεις εισφορών για τον Κλάδο Κύριας Σύνταξης και Επικουρικής Ασφάλισης, καθ' όλη τη διάρκεια (ή μέρους) του εργασιακού βίου πολλών εργαζομένων και νυν συνταξιούχων και δεν είναι δυνατόν να εξαιρούνται οι παροχές αυτές από το συντάξιμο μισθό, γιατί άλλως δημιουργείται αίσθημα αδικίας, παραβιάζονται οι βασικές συνταγματικές αρχές περί ισότητας και ίσης μεταχείρισης με τους νέους ασφαλισμένους, δεν παρέχεται στους συνταξιούχους η απαιτούμενη ασφάλεια δικαίου και τέλος ανατρέπεται όλη η φιλοσοφία του νομοσχεδίου που εδράζεται στο γεγονός του υπολογισμού του συντάξιμου μισθού για τον προσδιορισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης επί του συνόλου των αποδοχών του εργασιακού βίου του εργαζομένου επί των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές. Επομένως είναι αναγκαίο να περιληφθεί στις διατάξεις του άρθρου αυτού διευκρίνιση ή προσθήκη, ούτως ώστε να συμπεριληφθούν και οι εν λόγω μισθολογικές παροχές στον προσδιορισμό του συντάξιμου μισθού, καθότι πολλά Ασφαλιστικά Ταμεία, πέραν του ότι δεν λάμβαναν υπόψη την αναλογία των Επιδομάτων Εορτών Χριστουγέννων-Πάσχα και αδείας στον προσδιορισμό του συντάξιμου μισθού και κατ΄ επέκταση στον υπολογισμό της κύριας σύνταξης υπό το προϊσχύον καθεστώς (πριν την 13.5.2016), υπολόγιζαν το οικογενειακό επίδομα ως ποσοστό 10%, 15% κλπ επί της προκύπτουσας κύριας σύνταξης μόνο, η χορήγηση του οποίου καταργήθηκε με το ν.4093/2012, με αποτέλεσμα το οικογενειακό επίδομα να μην εμφανίζεται πουθενά στο συντάξιμο μισθό αν και έχουν καταβληθεί προς τούτο οι σχετικές εισφορές. Για το λόγο αυτό προτείνεται να προστεθεί εδάφιο στο άρθρο 29 του σχεδίου νόμου (΄"Άρθρο 33, παράγρ. 2), ως εξής: "Στο άρθρο 33 του ν. 4387/2016 προστίθεται νέα παράγραφος 3, η παράγραφος 3 του άρθρου 33 του ν. 4387/2016 αναριθμείται σε 4. Το άρθρο 33 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής: «Άρθρο 33 Αναπροσαρμογή συντάξεων- προστασία καταβαλλόμενων συντάξεων 1. ………………………………………………………. 2. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους των καταβαλλόμενων, έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, συντάξεων, ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός επί του οποίου υπολογίστηκε η ήδη χορηγηθείσα σύνταξη, στον οποίο προστίθεται και η αναλογία των καταβληθέντων επιδομάτων (Δώρων) Εορτών Χριστουγέννων-Πάσχα και του επιδόματος κανονικής άδειας σε ποσοστό 16,67%, καθώς επίσης και το οικογενειακό επίδομα ή το επίδομα γάμου ή με οποιαδήποτε άλλη ονομασία χορηγούταν αυτό και με την προϋπόθεση καταβολής της εκάστοτε προβλεπόμενης εισφοράς για τον Κλάδο Κύριας Σύνταξης και επί των παροχών αυτών." Διαζευκτικά θα μπορούσαν να εφαρμοστούν για τον υπολογισμό της αναλογίας των Επιδομάτων (Δώρων) Εορτών και κανονικής άδειας στο συντάξιμο μισθό και οι διατάξεις του άρθρου 30 του ν.4387/2016, σύμφωνα με τις οποίες στην περίπτωση καταβολής εισφορών ανώτερων από αυτές του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά θα υπολογίζεται με ετήσιο συντελεστή αναπλήρωσης 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα (1%) επί πλέον εισφοράς και στις σχετικές διατάξεις του άρθρου αυτού θα πρέπει να προστεθεί η φράση: « Στο τέλος της πρώτης περιόδου της παρ. 1 του άρθρου 30 προστίθεται η φράση. Στην περίπτωση αυτή υπάγεται και η αναλογία επιδομάτων (Δώρων) Εορτών Χριστουγέννων-Πάσχα και κανονικής αδείας» και το άρθρο 30, παρ.1 θα διαμορφωνόταν ως εξής: «1. Στην περίπτωση ασφαλισμένων οι οποίοι, υπό την ισχύ του προϊσχύοντος νομοθετικού καθεστώτος κατέβαλλαν εισφορές ανώτερες από αυτές του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά, θα υπολογίζεται με ετήσιο συντελεστή αναπλήρωσης 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα (1%) επιπλέον εισφοράς. Στην περίπτωση αυτή υπάγεται και η αναλογία επιδομάτων (Δώρων) Εορτών Χριστουγέννων-Πάσχα και κανονικής αδείας» Επιπλέον στις περιπτώσεις που, από τον επανϋπολογισμό των κύριων συντάξεων από 1.10.2019 προκύπτει διαφορά μεταξύ της νέας προκύπτουσας σύνταξης βάσει του επανϋπολογισμού αυτού και της καταβαλλόμενης κύριας σύνταξης, η διαφορά αυτή θα πρέπει να καταβληθεί σε πέντε ετήσιες δόσεις, έως και την 31.12.2024. Η διάταξη αυτή προϋπήρχε σχεδόν όμοια και στις διατάξεις του άρθρου 8 του ν.4387/2016, όπου η αντίστοιχη διαφορά θα έπρεπε να καταβληθεί σε 5 ετήσιες δόσεις έως και την 31.12.2023. Νομίζω ότι αυτές οι διατάξεις, παρότι είναι κατανοητές για λόγους δημοσιονομικούς από ότι φαίνεται, είναι προφανώς αντισυνταγματικές σε σχέση με όσους συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του υπό ψήφιση νόμου, και του ν.4387/2016, οι οποίοι λαμβάνουν άμεσα ολόκληρο το ποσό της σύνταξης που προκύπτει με βάση τις διατάξεις αυτές, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται δύο διακριτές κατηγορίες συνταξιούχων, οι πριν και οι μετά την 13-5-2016, για τους οποίους όμως κατά τα άλλα ισχύουν οι ίδιες γενικές διατάξεις (ποσοστά αναπλήρωσης κλπ). Το θέμα αυτό είναι γενικής φύσης και θα πρέπει να επανεξεταστεί συνολικά για να μην δημιουργηθούν περαιτέρω δικαστικές διεκδικήσεις.