Αρχική Δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση για το νομοσχέδιο για την προστασία της εργασίαςΆρθρο 65 Προστασία από τις απολύσειςΣχόλιο του χρήστη Αναστάσιος Κυριακίδης, Εργατολόγος | 16 Μαΐου 2021, 12:00
Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για τη βελτίωση της λειτουργικότητάς του και για την ανάλυση της επισκεψιμότητάς του (Google Analytics).ΣυμφωνώΑποκλεισμός cookies τρίτωνΠολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies
|
Η διάταξη κατά το 90% της περιλαμβάνει ρυθμίσεις που ήδη ισχύουν και εφαρμόζονται ΗΔΗ από τα δικαστήρια από το 1920, με ερμηνεία (πλουσιότατη από τον Άρειο Πάγο μέχρι σήμερα) της διάταξης του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα. Το υπόλοιπο όμως 10% αυτής περιπλέκει, αν όχι περιορίζει, το φάσμα των ακυρωτέων απολύσεων. Και εξηγούμαι: όταν λέμε ότι κατά την παρ. 1γ άκυρη είναι η απόλυση που αντίκειται σε οποιαδήποτε άλλη "ειδική" διαταξη νόμου, είναι προφανές ότι στην πραγματικότητα θέλουμε να εξαιρέσουμε τη γενική διάταξη περί καταχρηστικής ασκήσεως (ενάντια στο άρθρο 281 ΑΚ) του δικαιώματος του εργοδότη στην επιλογή του απολυτέου εργαζομένου κατ' εφαρμογή κοινωνικοοικονομικών κριτηρίων, στις περιπτώσεις των απολύσεων για (επικαλούμενους) οικονομοτεχνικούς λόγους. Μέχρι σήμερα στις οικονομοτεχνικές απολύσεις που παραβιάζεται η "γενική" διάταξη νόμου (το άρθρο 281 ΑΚ), αν απολυθεί κάποιος μεγαλυτερος σε ηλικία, με αυξημένες προσωπικές/οικογενειακές ανάγκες, έχουμε μια "κλασική" άκυρη απόλυση, στην οποία ο απολυθείς ζητάει μισθούς υπερημερίας, όπως γίνεται μέχρι σήμερα. Αν όμως, όπως φαίνεται ότι είναι ο στόχος της διάταξης, θέλουμε να εξαιρέσουμε (ΚΑΚΩΣ, ΚΑΚΙΣΤΑ κατά τη γνώμη μου) τις απολύσεις για οικονομοτεχνικούς λόγους από τις περιπτώσεις των κλασικών άκυρων απολύσεων, τότε (πέραν του ότι πράττουμε έγκλημα κατά των αδύναμων και βεβαρημένων με υποχρεώσεις απολυομένων υπαλλήλων) περιορίζουμε υπέρμετρα το δικαίωμα δικαστικής προστασίας των εν λόγω θιγομένων απολυομένων. Σε καμία περίπτωση μια "αστική ποινή" δεν μπορεί να εξισορροπήσει τις ανάγκες του εξηντάρη που μένει άνεργος και δεν μπορεί, ακόμα και με την αποδοχή της αγωγής του για αναγνώριση της ακυρότητας της απόλυσής του, να αναζητήσει ΚΑΙ ένσημα για να φθάσει τις απαιτούμενες ημέρες εργασίας ώστε να πάρει σύνταξη: διότι αν ο εργοδότης ασκούσε σύμφωνα με το νόμο (άρα σύμφωνα με τη "γενική" διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ) το δικαίωμά του να απολύσει τον υπάλληλο, τότε δεν θα προέκυπτε και η δύσκολη θέση του εν λόγω "εξηντάρη" να μείνει χωρίς ασφάλιση και ένσημα ελάχιστα χρόνια πριν τη σύνταξή του. Τουλάχιστον πρέπει να επαναφερθεί η κατ' ελάχιστον ισχύσασα διάταξη για υποχρεωτική ασφάλιση των απολυομένων άνω των 55 από τις επιχειρήσεις. Αυτό ίσως να είναι μια πινελιά ισορροπίας στην άνω ρύθμιση, με την οποία - ξαναλέω - διαφωνώ. Τέλος η "αντιστροφή" του βάρους απόδειξης, επί της ουσίας δεν είναι αντιστροφή, αφού και πάλι ο απολυθείς βαρύνεται με το να αποδείξει πραγματικά περιστατικά. Συμπερασματικά θεωρώ ότι η άνω διάταξη δεν προσφέρει κάτι καινούργιο. Θα ήταν προτιμότερο και ίσως πιο τίμιο να πούμε ότι αν μια επιχείρηση εμφανίζει αποδεδειγμένα οικονομικά προβλήματα (βάσει, έστω, των ισολογισμών της, όσο αμφιλεγόμενοι κι αν είναι), δικαιούται να προβαίνει, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, σε "ανέλεγκτες" απολύσεις, δίδοντας συγκεκριμένα αντισταθμίσματα στους απολυόμενους, παρά να περιπλέκουμε μια ξεκάθαρη νομοθεσία που ερμηνεύεται έως σήμερα κατά τρόπο άρτιο από τα Δικαστήρια και εφαρμόζεται γενικώς με επιτυχία από αυτά. Το επιχείρημα περί "απαρχαιωμένης" νομοθεσίας είναι ανεδαφικό: Νόμος που υπάρχει τόσα χρόνια και συνεχίζει να ερμηνεύεται από θεωρία και νομολογία σημαίνει ότι είναι σωστός και "ζωντανός".