Αρχική Δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση για το σχέδιο νόμου:"Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση για τη Νέα Γενιά: εισαγωγή κεφαλαιοποιητικού συστήματος προκαθορισμένων εισφορών στην επικουρική ασφάλιση...ΜΕΡΟΣ Α΄ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 1 ΣκοπόςΣχόλιο του χρήστη Σκίννερ Ανδρέας-Γεώργιος | 9 Ιουλίου 2021, 16:50
Γενικά σχόλια επί του σχεδίου νόμου και της αιτιολογικής έκθεσης: Η εισαγωγή κεφαλαιοποιητικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, εισαγωγικά για την επικουρική ασφάλιση είναι μία πρακτική που καθόλου δε συνάδει με την κατάσταση μίας χώρας που βίωσε μόλις τη μνημονιακή δεκαετία και αλλεπάλληλες περικοπές συντάξεων. Στην πράξη, το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, όπως προδίδει και το όνομά του, μετατρέπει τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων σε κεφάλαιο, με στόχο την επένδυσή του. Αυτό θέτει σε κίνδυνο την κοινωνική ασφάλιση και τις μελλοντικές συντάξεις, καθώς οι επενδύσεις πολύ συχνά καταλήγουν αποτυχημένες, «εξαφανίζοντας» το επενδυμένο ποσό. Εισάγοντας με το ζόρι τους ασφαλισμένους και τις εισφορές τους στο χρηματιστήριο, τίθενται έρμαια της ασταθούς αγοράς, διακινδυνεύοντας το μέλλον τους, ιδίως σε μία εποχή που το κεφάλαιο τείνει προς κορεσμό και ραγδαία σμίκρυνση. Μάλιστα, οι ασφαλισμένοι δεν έχουν τον έλεγχο των επενδύσεων, τις οποίες υποχρεώνονται να κάνουν, παρά μόνο να επιλέξουν ανάμεσα σε έναν αριθμό επενδυτικών προγραμμάτων, σχεδιασμένων από αγνώστους με αγνώστους σκοπούς. Οι ασφαλισμένοι ρίπτονται σε μία τρικυμία, χωρίς να ξέρουν κολύμπι, με τη βοήθεια μόνο ορισμένων «εμπειρογνωμόνων» που ποτέ μεν δεν έχουν βυθιστεί, αλλά είχαν πάντοτε πολύ ακριβό σωσίβιο. Στην ουσία, οι ασφαλιστικές εισφορές γίνονται αντικείμενο τζόγου, αλλά όχι αυτών που τις καταβάλλουν και στους οποίους ανήκει. Η μη ουσιαστική προστασία των εισφορών-κεφαλαίου, ανοίγει τον δρόμο για «ξεπούλημα» των επικουρικών συντάξεων, για τη χρηματοδότηση υπόπτων έργων υπόπτων καπιταλιστών και πάλι με χρήματα του λαού. Όμως, εκτός από τους φόρους, τώρα και οι εισφορές των εργαζομένων θα γίνονται δώρο στο κεφάλαιο. Η διασφάλιση των σημερινών συντάξεων δεν απαιτεί την αλλαγή του μελλοντικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Το κόστος των συντάξεων καλύπτεται από τις εισφορές του e-ΕΦΚΑ και, όταν δεν καλύπτεται, μπορεί κάλλιστα να συμπληρώνεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, όπως ακριβώς αναφέρεται στο άρθρο 59 του προτεινόμενου Σχεδίου Νόμου. Όσον αφορά τις μελλοντικές συντάξεις, αυτές δε θα καλύπτονται από ένα δεδομένο ποσό, το οποίο πιθανώς να χρειάζεται συμπλήρωση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, αλλά από ένα αβέβαιο ποσό που ενίοτε θα καλύπτει ή και θα υπερκαλύπτει το κόστος των συντάξεων, αλλά κυρίως θα υπολείπεται αυτού και μάλιστα δραστικά, αναγκάζοντας τον Κρατικό Προϋπολογισμό και πάλι να συμπληρώσει το κόστος, όχι όμως στο ύψος που θα ανταποκρίνεται στις εισφορές που κατέβαλλαν οι ασφαλισμένοι, αλλά στο ύψος μίας ελάχιστης σύνταξης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 60 του παρόντος. Στην ουσία το υφιστάμενο σύστημα προβάλλεται ως «πληρώνουν όλοι σαν ένα σύνολο και πληρώνονται όλοι σαν ένα σύνολο», στο οποίο όσοι πληρώνουν είναι πλέον πολύ λιγότεροι των όσων πληρώνονται, και προτείνεται αντ' αυτού το σύστημα «ο καθένας πληρώνει μόνος του και πληρώνεται μόνος του». Αυτός ο ατομικισμός δεν ανταποκρίνεται σε ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, αποτελεί ατομική ασφάλιση και δε θα έπρεπε να εισάγεται στις επικουρικές συντάξεις. Το δόγμα της ατομικής ευθύνης στην ασφάλιση και συνταξιοδότηση εκθέτει τους αδύναμους και τους καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτους, ιδίως όταν έρχονται αντιμέτωποι με την τύχη του χρηματιστηρίου, στο οποίο παίζουν οι συντάξεις τους. Σε κάθε περίπτωση, όταν το το ποσό που που «πληρώνει» είτε ο καθένας είτε το σύνολο υπολείπεται του ποσού που αυτοί «πληρώνονται», ο Κρατικός Προϋπολογισμός θα καλείται να καλύψει το έλλειμμα, συνεπώς δεν θα υπάρξει κάποια ουσιαστική διαφορά στον τρόπο κάλυψη του κόστους των συντάξεων. Επηρεάζονται προς το χειρότερο, οι μελλοντικές επικουρικές συντάξεις, συγκεκριμένα το εύρος των καλύψεων που απολαμβάνουν οι μελλοντικοί συνταξιούχοι. Αν οι επενδύσεις αποδόσουν, θα απολαμβάνουν περισσότερη άνεση μετά την συνταξιοδότησή τους, αλλά, όταν αυτές δεν αποδόσουν, θα βιώνουν μεγαλύτερη δυσκολία στη ζωή τους, μολονότι θα έχουν καταβάλει τις ίδιες ακριβώς εισφορές. Με το ΤΕΚΑ να αποτελεί ΝΠΔΔ, οι επικουρικές συντάξεις διατηρούν τον δημόσιο χαρακτήρα τους, αλλά κατά πόσο διατηρεί το δημόσιο τον δημόσιο χαρακτήρα του όταν φέρεται σαν ιδιώτης και εισέρχεται στη λοτταρία της αγοράς; Δημόσιος χαρακτήρας των επικουρικών συντάξεων δεν είναι η παρακολουθηματική και συμπληρωματική φύση τους, αλλά η παροχή τους και εγγύησή τους από το Δημόσιο, η οποία διαβάλλεται με το προτεινόμενο Σχέδιο Νόμου. Ποιος είναι ο λόγος που εισάγεται το κεφαλαιοποιητικό σύστημα; Ποια είναι τα πλεονεκτήματά του; Ποιες ανάγκες καλύπτει; Σε κάθε περίπτωση, το κράτος θα καλείται να καλύψει το έλλειμμα των εισφορών στην κάλυψη των συντάξεων. Η λύση του προβλήματος αυτού θα πρέπει να είναι η κάλυψη του ελλείμματος, η οποία προέρχεται με αύξηση των εσόδων του ταμείου επικουρικής ασφάλισης, η οποία προέρχεται από αύξηση των μισθών και μείωση του ωραρίου εργασίας, ώστε να αυξηθεί η απασχόληση. Οι δημογραφικές αλλαγές ασκούν πίεση στην κοινωνική ασφάλιση, με τα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων να μειώνονται, όσο τα έξοδα αυξάνονται. Η συνεχόμενη μείωση εξόδων με τις περικοπές των συντάξεων κατά τη μνημονιακή δεκαετία, δεν επιτρέπουν να ισορροπήσει το ταμείο με περαιτέρω μείωση αυτών, συνεπώς η λύση είναι η αύξηση των εσόδων. Αυτή θα επιτυγχανόταν πολύ καλύτερα με δεδομένη, μόνιμη αύξηση των εσόδων, χάρη σε αύξηση των μισθών και της απασχόλησης γενικότερα, όπως δείχνει ο κάτωθι πίνακας, η εισφορά επικουρικής ασφάλισης, 3,25% για τον εργαζόμενο και 3,25% για τον εργοδότη, υπολογίζεται ως εξής: Για τον κατώτατο μισθό, ως υφίσταται, €650: €21,125 + €21,125 = €42,25 Για τον κατώτατο μισθό, όπως θα υφίστατο, σύμφωνα με την κατατεθείσα Πρόταση Νόμου της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, €751: €24,4075 + €24,4075 = €48,941 Για τον κατώτατο μισθό, όπως θα υφίστατο, κατόπιν υλοποίησης της προγραμματικής δέσμευσης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, €800: €26 + €26 = €52 Με άλλα λόγια, για κάθε μισθωτό αμοιβόμενο με κατώτατο μισθό, η αύξηση αυτού, έστω στα €800, θα αύξανε το ύψος της εισφοράς επικουρικής ασφάλισης κατά 10 ευρώ. Αν όλοι οι απασχολούμενοι στη χώρα ήταν μισθωτοί, αμοιβόμενοι με κατώτατο μισθό, η συνολική αύξηση θα ήταν €35.875.417,50 ανά μήνα, με βάση τα στοιχεία απασχόλησης της ΕΛΣΤΑΤ για τον Μάρτιο 2021. Μάλιστα, σε συνδυασμό με την αύξηση της απασχόλησης, η αύξηση των εσόδων του e-ΕΦΚΑ θα ήταν ραγδαία, με €52 ευρώ επιπλέον για κάθε νέο εργαζόμενο. Στο θεωρητικό σενάριο, όπου όλοι οι άνεργοι έβρισκαν αν δουλειά ως μισθωτοί, αμειβόμενοι με τον αυξημένο κατώτατο μισθό €800, τα έσοδα θα αυξάνονταν κατά €37.168.508. Η συνολική αύξηση θα ήταν €73.043.925,50, και οι εισφορές επικουρικής ασφάλισης θα είχαν συνολικό ύψος €228.504.068 κάθε μήνα. Σαφώς τα νούμερα αυτά είναι εντελώς υποθετικά, αλλά δείχνουν τα οφέλη που θα προσέφερε στο ασφαλιστικό σύστημα η αύξηση του κατωτάτου μισθού και η μείωση της ανεργίας, αντί για τη μετάβαση σε κεφαλαιοποιητικό σύστημα, το οποίο δεν εγγυάται αύξηση εσόδων για τα ασφαλιστικά ταμεία, αλλά μείωση των εσόδων του e-ΕΦΚΑ και τζόγο, είτε αύξηση είτε εξαφάνιση, όσον αφορά τα έσοδα του ΤΕΚΑ. Από εκεί και πέρα, το υψηλό δημόσιο χρέος δεν μπορεί να χρεωθεί στην αμιγώς διανεμητική κοινωνική ασφάλιση και δεν υπαγορεύει καμία ανάγκη για εφαρμογή μεταρρυθμίσεων. Η δημογραφικές αλλαγές παρουσιάζουν τάσεις, αλλά καμία τάση ποτέ δεν ήταν μόνιμη και η αύξηση των συνταξιούχων κάποτε θα παύσει, ενώ η μείωση των εργαζομένων μπορεί να αντιστραφεί στο μακροπρόθεσμο με ουσιαστική στήριξη της οικογένειας, η οποία πάλι ανάγεται σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση των μισθών, και στο βραχυπρόθεσμο με την ενθάρρυνση της μετανάστευσης προς την Ελλάδα. Όλα αυτά, βεβαίως, προϋποθέτουν ανθρώπινους όρους εργασίας. Η διαγενεακή αλληλεγγύη δε διαρρήγνυται από την αλλαγή των όρων με τους οποίους αυτή ασκείται, και σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει αλληλεγγυόμετρο. Συν αυτώ, ο εργαζόμενος δε βλέπει τις εισφορές του ως τις συντάξεις του σήμερα, αλλά ως τις δικές τους συντάξεις, του αύριο. Η εισαγωγή κεφαλαιοποιητικού συστήματος θα εισαγάγει τους διαφόρους κινδύνους που σχετίζονται με την αστάθεια της αγοράς, χωρίς όμως να ξεπερνά τον δημογραφικό και τον δημοσιονομικό κίνδυνο, καθιστώντας την κοινωνική ασφάλιση ακόμα πιο ευάλωτη.