Αρχική Εξορθολογισμός ασφαλιστικής και συνταξιοδοτικής νομοθεσίας, ενίσχυση ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και άλλες διατάξειςΆρθρο 2 ΑντικείμενοΣχόλιο του χρήστη Σύλλογος Συνταξιούχων Εθνικής Τράπεζας «Συνδικαλιστική Παράταξη «Α.Ε.Σ. Σαρρής-Τζούλης » | 20 Οκτωβρίου 2022, 09:20
Κεφάλαιο Α΄ - ΕΠΑΝΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ Επειδή στο αντικείμενο του παρόντος νόμου , ο οποίος βρίσκεται σε διαβούλευση , περιλαμβάνεται και η ρύθμιση συνταξιοδοτικών ζητημάτων, θεωρούμε δίκαιο να συμπεριληφθούν αναγκαίες και απαραίτητες τροποποιήσεις για την αποκατάσταση των συνταξιούχων της Εθνικής Τράπεζας, οι οποίοι έχουν υποστεί εντελώς άδικα με το νόμο 4387/16 (Κατρούγκαλου) και του επανυπολογισμού των συντάξεων τους, σημαντική περικοπή των αποδοχών τους . Πιο συγκεκριμένα , καταπατήθηκε κάθε έννοια δικαιοσύνης , ισονομίας και συνταγματικής λογικής για τους πιο πάνω συνταξιούχους , αφού εντελώς αυθαίρετα και ξαφνικά και με πρόσχημα ότι δεν υπήρχαν τα στοιχεία (τελείως αναληθές και ψευδές) , κατηγοριοποίησε τους συνταξιούχους αυτούς που είχαν τις ίδιες ασφαλιστικές εισφορές, σε προ και μετά την ημερομηνία του νόμου (12/5/16). Το τραγικό, άδικο και παράλογο αποτέλεσμα που προκύπτει από τον υπολογισμό αυτόν είναι ότι δύο συνταξιούχοι , (με ίδια χρόνια υπηρεσίας , βαθμούς, επιδόματα , παιδιά κ.λ.π.) έχοντας καταβάλει ακριβώς τις ίδιες εισφορές , δεν παίρνουν την ίδια σύνταξη . Με τον τρόπο αυτό, έχει ουσιαστικά μεταβληθεί το συνταξιοδοτικό καθεστώς αφού η οριστική συνταξιοδοτική απόφαση μπορεί να εκδοθεί σε χρόνο ακαθόριστο, λόγω αντικειμενικών υπηρεσιακών αδυναμιών. Π.χ. Αν έχουν υποβάλει αίτηση δυο ασφαλιστικά ισοδύναμοι συνταξιούχοι , δηλ. με ίδιες αποδοχές, ίδιες ασφαλιστικές εισφορές και ίδιο ασφαλιστικό χρόνο , πριν την 13/5/16 και οι συνταξιοδοτικές αποφάσεις έχουν βγει η μία στις 12/5 για τον ένα και η άλλη στις 14/5/16, για διάφορους λόγους (υπηρεσιακή γραφειοκρατία, φόρτος εργασίας, καθυστέρηση λόγω έλλειψης ασφαλιστικών στοιχείων ή ακόμη και του χρόνου υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, θα έχουν διαφορετική σύνταξη με σημαντικά μειωμένη τη σύνταξη του πρώτου, η οποία έχει υπολογισθεί με το προ του νόμου 4387/16 ισχύον καθεστώς. Ο εντελώς παράλογος υπολογισμός που νομοθετήθηκε με τον νόμο Κατρούγκαλου στηρίζεται στο άρθρο 33 παρ. 2 του 4387/16 , που προβλέπει το ανταποδοτικό μέρος των καταβαλλόμενων μέχρι την 13/5/16 συντάξεων να θεωρεί ως συντάξιμες αποδοχές τον συντάξιμο μισθό επί του οποίου υπολογίσθηκε η χορηγηθείσα σύνταξη, ενώ μετά την 13/5/16 υπολογίζει ως συντάξιμες αποδοχές , το σύνολο των πάσης φύσεως τακτικών και έκτακτων αποδοχών εκάστου ασφαλισμένου , καθ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου , επί των οποίων καταβάλλονταν ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη (άρθρο 28) . Γίνεται λοιπόν άμεσα αντιληπτό , ότι επειδή στους πριν την 13/5/16 συνταξιούχους , ως συντάξιμος μισθός δεν ελήφθη το σύνολο αλλά μέρος αυτού (50-75% , ανάλογα με το βαθμό και τη θέση του συνταξιούχου) , η σύνταξη δεν επανυπολογίσθηκε σωστά, για αυτό είναι αναγκαίο και απαραίτητο να διορθωθεί η κατάφωρη αυτή αδικία και να αποκατασταθεί η ισονομία βάσει της συνταγματικής λογικής και προσταγής , ότι όλοι είναι ίσοι απέναντι στους νόμους. Συνηγορεί στην υποστήριξη αυτής της διόρθωσης και η σχετική αιτιολογική έκθεση του Ν. 4387/16 που αναφέρει εμφαντικά ότι πρέπει να κατισχύσουν οι κανόνες της Αναλογικότητας και Ανταποδοτικότητας στον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων , τονίζοντας μάλιστα ότι πρέπει να υπάρξει ενιαίος τρόπος υπολογισμού της ανταποδοτικής σύνταξης για τους « παλαιούς και τους νέους συνταξιούχους» , αναφέροντας σαφέστατα ότι η βάση υπολογισμού είναι οι αποδοχές επί των οποίων έχουν καταβληθεί οι ασφαλιστικές εισφορές. Το ψευδές επιχείρημα περί ανυπαρξίας των στοιχείων είναι παντελώς έωλο και αποτελεί ατυχές εφεύρημα , αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και σοβαρό λόγο ακυρότητας του στηριζόμενου σε νομική πλάνη νόμου. Καταλήγοντας , έχουμε την πεποίθηση ή ακόμη και την ελπίδα ότι ο αρμόδιος υπουργός εργασίας σε μια στιγμή μάλιστα που γίνεται από τη κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό μία εξαιρετικά μεγάλη προσπάθεια για κάποια αύξηση της σύνταξης τους, για να μπορέσουν να στηριχθούν και να ανταπεξέλθουν στη δύσκολη συγκυρία των καιρών μας, θα τροποποιήσει τα σχετικά άρθρα των νόμων 4387/16 και 4670/20 και θα τα επαναδιατυπώσει με σαφήνεια, εξαλείφοντας την αδικία σε βάρος των παλαιών συνταξιούχων , καθιερώνοντας τον ίδιο τρόπο υπολογισμού με αυτόν που ισχύει σήμερα για τους νέους συνταξιούχους. Κεφάλαιο Β΄ - ΕΠΙΚΟΥΡΗΣΗ Είναι ήδη γεγενημένο γεγονός ότι οι συνταξιούχοι της Εθνικής Τράπεζας, οι ανήκοντες για 70 ολόκληρα χρόνια στον ΛΕΠΕΤΕ και λαμβάνοντας από τον λογαριασμό αυτόν την επικουρική τους σύνταξη , με την τροπολογία του άρθρου 24 του Νόμου 4618/19, εντάχθηκαν από 1.3.18 στο ΕΤΕΑΕΠ και σήμερα e-ΕΦΚΑ χάνοντας ένα μεγάλο ποσοστό του επικουρικού τους βοηθήματος. Λόγω των εξαιρετικά δυσμενών οικονομικών συνθηκών που υφίστανται σήμερα όλοι βέβαια οι συνταξιούχοι, αλλά κυρίως οι συνταξιούχοι της Εθνικής Τράπεζας, οι οποίοι έχουν απολέσει το μεγαλύτερο μέρος της επικούρησης τους, μετά την υπαγωγή τους στο δημόσιο σύστημα επικουρικής ασφάλισης του ε-εφκα , θέλοντας να αποφύγουν την από 1.1.25 παραπέρα μείωση της κατά 33%, επιζητούν να εξασφαλίσουν τη συνέχιση της καταβολής της και πέραν της ήδη νομοθετημένης ημερομηνίας περικοπής της που είναι η 1.1.25 . Λόγοι που συνηγορούν υπέρ της συνέχισης της καταβολής ως έχει είναι ο σταδιακά μειούμενος αριθμός των συνταξιούχων λόγω θανάτου που μειώνει και το ποσό.