1. Οι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας μπορούν να ασκούν τα καθήκοντά τους σε όλη την ελληνική επικράτεια, χωρίς προηγούμενη άδεια των κατά τόπους Ιατρικών Συλλόγων.
2. Καθήκοντα Ιατρού Εργασίας μπορούν να ασκούν οι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας καθώς και όσοι Ιατροί έχουν ασκήσει καθήκοντα Ιατρού Εργασίας μέχρι τις 9 Αυγούστου 2005 και το όνομά τους συμπεριλαμβάνεται σε Ειδικό Κατάλογο Ιατρών που δύνανται να ασκούν τα καθήκοντα Ιατρού Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Για τη διαδικασία σύνταξης του Ειδικού καταλόγου, τις προϋποθέσεις, την υποβολή αιτήσεων, τις προθεσμίες, την τήρησή του, τον έλεγχό του και οτιδήποτε άλλο αφορά σε αυτόν, θα εκδοθεί απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης εντός διμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος. Με όμοια απόφαση δύναται να προβλεφθεί προτεραιότητα των Ειδικών Ιατρών Εργασίας προς τους Ιατρούς που είναι εγγεγραμμένοι στον Ειδικό Κατάλογο Ιατρών του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ως προς την άσκηση των καθηκόντων της ιατρικής της εργασίας.
3. Ιατρός εγγεγραμμένος στον Ειδικό Κατάλογο Ιατρών του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης που ασκεί καθήκοντα ιατρού εργασίας σε επιχείρηση και είναι εγγεγραμμένος στον οικείο με την έδρα της επιχείρησης Ιατρικό Σύλλογο, επιτρέπεται να ασκεί τα ίδια καθήκοντα και στα υποκαταστήματα ή παραρτήματα της ανωτέρω επιχείρησης, όπου και αν βρίσκονται αυτά στην ελληνική επικράτεια, χωρίς προηγούμενη άδεια των Ιατρικών Συλλόγων.
4. Ιατρός εγγεγραμμένος στον Ειδικό Κατάλογο Ιατρών που δύνανται να ασκούν τα καθήκοντα Ιατρού Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης δύναται να ασκεί καθήκοντα ιατρού εργασίας και σε έτερο νομό από αυτό της περιφέρειας του Ιατρικού Συλλόγου στον οποίο είναι εγγεγραμμένος, χωρίς να απαιτείται έγκριση του Ιατρικού Συλλόγου του έτερου αυτού νομού, εφόσον πρόκειται για νομό στον οποίο δεν υπάρχουν εγγεγραμμένοι
α) στον οικείο Ιατρικό Σύλλογο ή σε Ιατρικό Σύλλογο όμορου νομού Ειδικοί Ιατροί Εργασίας και
β) στον οικείο Ιατρικό Σύλλογο Ιατροί από τον Ειδικό Κατάλογο Ιατρών Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
5. Στα κατατιθέμενα στις αρμόδιες υπηρεσίες του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας δικαιολογητικά περιλαμβάνεται σε κάθε περίπτωση απαραιτήτως βεβαίωση του Ιατρικού Συλλόγου στον οποίο είναι εγγεγραμμένοι οι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας και οι Ιατροί του Ειδικού Καταλόγου.
6. Ειδικότερα και όσον αφορά στη μη τήρηση της δηλούμενης στην αρμόδια υπηρεσία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας παρουσίας των συμβούλων Ασφάλειας της Εργασίας και των ιατρών εργασίας οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες προστασίας και πρόληψης, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 7 του π.δ. 17/1996 (παρ. 2 του άρθρου 42 του Ν. 3850/2010) ως άτοµα εκτός της επιχείρησης, μπορεί να κινείται από τις αρμόδιες Επιθεωρήσεις Εργασίας η επιβολή προσωρινής ή και οριστικής παύσης της δυνατότητας παροχής υπηρεσιών προστασίας και πρόληψης. Για την επιβολή της συγκεκριμένης κύρωσης ακολουθείται διαδικασία ανάλογη με αυτή που προβλέπεται για τις διοικητικές κυρώσεις. Η ίδια διαδικασία ασκείται και για τις ΕΞΥΠΠ με τις οποίες συμβάλλονται οι τεχνικοί ασφάλειας και οι ιατροί εργασίας προκειμένου να παρέχουν μέσω των ΕΞΥΠΠ υπηρεσίες σε επιχειρήσεις. Κατά της απόφασης αυτής μπορεί να ασκηθεί προσφυγή μέσα σε είκοσι (20) ηµέρες από την κοινοποίηση της απόφασης ενώπιον του Ειδικού Γραμματέα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας ή του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης αντίστοιχα, ο οποίος και αποφασίζει μετά από αιτιολογημένη γνώμη του Σ.Κ.Ε.Ε.Ε. ή του Σ.Υ.Α.Ε. αντίστοιχα. Τις συγκεκριμένες ημέρες και ώρες τις οποίες υποχρεούνται να παρίστανται σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Πίνακα Προσωπικού της επιχείρησης ο Σύμβουλος Ασφάλειας της Εργασίας και ο Ιατρός Εργασίας θα πρέπει υποχρεωτικά κατόπιν της διενέργειας του ελέγχου στους εργασιακούς χώρους, να καταχωρούν στο ειδικό βιβλίο υποδείξεων του Σύμβουλου Ασφάλειας της Εργασίας και Ιατρού Εργασίας, γραπτά, κατάσταση με τους χώρους εργασίας που έλεγξαν καθώς και τις συγκεκριμένες υποδείξεις τους για τα μέτρα ασφάλειας και υγείας που πρέπει άμεσα να ληφθούν από τον εργοδότη, την εξέταση των εργαζομένων από τους Ιατρούς Εργασίας και τη συμπλήρωση των ατομικών ιατρικών φακέλων τους. Στην συνέχεια θα πρέπει να υπογράφουν την εν λόγω κατάσταση και τα στοιχεία και να συνυπογράφει και ο εργοδότης ότι έλαβε γνώση για τις υποδείξεις του Σύμβουλου Ασφάλειας της Εργασίας και του Ιατρού Εργασίας την συγκεκριμένη μέρα και ώρα.
7. α. i) Όταν σε εργοτάξιο απασχολούνται συνολικά πενήντα (50) και άνω εργαζόμενοι, άσχετα από τον αριθμό υπεργολάβων – εργοδοτών, ο Γενικός Εργολάβος και σε περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοιος ο κύριος του έργου, έχει υποχρέωση απασχόλησης Ιατρού Εργασίας.
ii) Στα εργοτάξια ο Σύμβουλος Ασφάλειας της Εργασίας ορίζεται από τον Γενικό Εργολάβο και εφόσον δεν υπάρχει από τον κύριο του έργου και είναι το ίδιο πρόσωπο με το συντονιστή, για όλο το προσωπικό του εργοταξίου, συμπεριλαμβανομένων και των εργαζομένων όλων των υπεργολάβων και αυτοαπασχολουμένων οι οποίοι κατά την πορεία του έργου θα απασχοληθούν. Το κόστος του επιβαρύνει τους υπεργολάβους, αναλογικά με το προσωπικό τους.
β. i) Όταν πλοίο εισέρχεται για επισκευή σε ναυπηγείο ή στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη (ΝΕΖ) Πειραιώς – Περάματος – Κερατσινίου – Σαλαμίνας – Δραπετσώνας ο Γενικός Εργολάβος ή ο Πλοιοκτήτης του έχει υποχρέωση απασχόλησης Ιατρού Εργασίας, ανεξάρτητα από τον αριθμό των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων και των εργαζομένων όλων των υπεργολάβων & αυτοαπασχολουμένων οι οποίοι κατά την πορεία της επισκευής θα απασχοληθούν.
ii) Στο πλοίο που θα απασχολήσει συνολικά πενήντα (50) και άνω εραζόμενους ο Σύμβουλος Ασφάλειας της Εργασίας ορίζεται από τον Γενικό Εργολάβο ή από τον Πλοιοκτήτη του είναι το ίδιο πρόσωπο με το συντονιστή, για όλο το προσωπικό συμπεριλαμβανομένων και των εργαζομένων όλων των υπεργολάβων και αυτοαπασχολουμένων οι οποίοι κατά την πορεία της επισκευής θα απασχοληθούν. Το κόστος του επιβαρύνει τους υπεργολάβους, αναλογικά με το προσωπικό τους.
8. Οι Ιατροί που έχουν σύμβαση ή άλλη σχέση εργασίας με το ΙΚΑ ή οποιοδήποτε άλλο ασφαλιστικό φορέα και ασκούν καθήκοντα Ιατρού Εργασίας σε επιχείρηση, υποχρεούνται, πλέον των άλλων δικαιολογητικών, να προσκομίζουν στο ΣΕΠΕ έγγραφη άδεια από την Διοίκηση του ΙΚΑ ή του ασφαλιστικού φορέα με τον οποίο έχουν σύμβαση ή άλλη σχέση εργασίας. Ιατρός του ΙΚΑ ή άλλου ασφαλιστικού ταμείου απαγορεύεται να ασκεί καθήκοντα Ιατρού Εργασίας σε επιχειρήσεις που απασχολούν εργαζομένους, οι οποίοι ανήκουν στην τοπική αρμοδιότητα του υποκαταστήματος ή της υπηρεσίας του ΙΚΑ ή του ασφαλιστικού φορέα όπου υπηρετεί ο Ιατρός.
Η Ιατρική της Εργασίας έχει ως μέλημά της την προστασία της υγείας των εργαζομένων αλλά και την πρόληψη των ασθενειών από την έκθεση σε βλαπτικούς παράγοντες στους εργασιακούς χώρους και επιτυγχάνεται μέσω των εξειδικευμένων γνώσεων που έχει ο Ειδικός Ιατρός Εργασίας Ο Ειδικός Ιατρός Εργασίας ασχολείται επιπλέον με τον επαγγελματικό κίνδυνο, την επαγγελματική ασθένεια, το εργατικό ατύχημα, την βελτίωση των συνθηκών εργασίας, ούτως ώστε να μην επιβαρύνουν την υγεία του εργαζόμενου. Οι ουσιαστικοί τρόποι επίβλεψης της υγείας των εργαζομένων δεν αναφέρονται καν σε αυτό το άρθρο, αντίθετα το άρθρο εισηγείται την παροχή υπηρεσιών ιατρικής της εργασίας από ανειδίκευτους σε αυτήν ιατρούς και εστιάζει μόνο στην τυπική τήρηση του ωραρίου. Πουθενά η ουσία της ιατρικής ειδικότητας «Ιατρική της Εργασίας».
Στην παράγραφο 1 αναφέρεται ότι ο Ιατρός Εργασίας μπορεί να ασκεί την ειδικότητά του σε όλη την Ελληνική Επικράτεια, αλλά στην παράγραφο 4 αναφέρεται ότι «μπορεί να ασκεί την Ιατρική της Εργασίας σε έτερο Νομό υπό προϋποθέσεις οι οποίες είναι α)να μην υπάρχει στον οικείο Ιατρικό σύλλογο άλλος Ιατρός Εργασίας, ούτε άλλος «ασκών καθήκοντα Ιατρού Εργασίας Ιατρός». Υπάρχει κάποιος νομός στην Ελληνική Επικράτεια που δεν υπάρχουν εγγεγραμμένοι τουλάχιστον «ασκούντες καθήκοντα ιατρού εργασίας ιατροί»? Εκ των πραγμάτων η παράγραφος 1 αναιρείται από την παράγραφο 4.
Η παρ. 2 αναφέρεται στο ποιοι θα ασκούν μία Ιατρική ειδικότητα. Μέχρι σήμερα η άσκηση οιασδήποτε ιατρικής ειδικότητας καθορίζεται από το Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας και το Υπουργείο Υγείας, ή από τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες και από την ενσωμάτωσή τους στην Ελληνική νομοθεσία. Επίσης σύμφωνα με το Ν. 1579/85 άρθρο 2 παρ 1 «απαγορεύεται η χρησιμοποίηση περισσοτέρων από έναν τίτλων ιατρικών ειδικοτήτων» άρα η βασική έννοια του άρθρου 29 από το ποιους θα ασκείτε η Ιατρική της Εργασίας, όπως περιγράφεται, δεν είναι σύννομη (διότι οι «ασκούντες καθήκοντα ιατρού εργασίας», κατέχουν μία ακόμα ιατρική ειδικότητα). Οι Ν. 3144/2003, 3762/2009 και η ακόλουθη ΚΥΑ Υπ΄αριθ Υ7α/ΓΠ οικ 112498, καθόρισαν επ’ ακριβώς ποιοι ασκούν την Ιατρική της Εργασίας και υπό ποιες προϋποθέσεις, και επιπλέον το ΠΔ 38/2010 ενσωμάτωσε την Ευρωπαϊκή οδηγία 2005/36/ΕΚ που αναφέρεται σε τετραετή εξειδίκευση στην Ιατρική της Εργασίας και όχι σε άσκησή της από ιατρούς άλλων ειδικοτήτων. Επί της ουσίας με το άρθρο 29 του Σ/Ν, εισάγεται «κατάργηση μιας ιατρικής ειδικότητας» αφού μπορούν να την ασκούν και ανειδίκευτοι σε αυτή την ειδικότητα ιατροί. Το κενό περί «μη ύπαρξης ικανού αριθμού ειδικευμένων στην ιατρική της εργασίας ιατρών» δεν συμπληρώνεται με το «να την ασκήσουν ιατροί άλλων ειδικοτήτων». Σε περίπτωση που δεν υπάρχει γαστρεντερολόγος π.χ στην Ρόδο «θα ασκήσει καθήκοντα γαστρεντερολόγου ο ορθοπεδικός?» Ομοίως παραβιάζεται με την παράγραφο αυτή και το άρθρο 3 παρ 2 του Ν. 3418/2005 όπου «ο ιατρός ενεργεί με βάση την εκπαίδευση που του έχει παρασχεθεί κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών του σπουδών, την άσκησή του για την απόκτηση τίτλου ιατρικής ειδικότητας και τη συνεχιζόμενη ιατρική εκπαίδευση». Κατά το παρελθόν η προσπάθεια «απονομής της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας με ειδίκευση 6μήνου» οδήγησε στα Ευρωπαϊκά δικαστήρια την Ελλάδα, και αναγκαστήκαμε να ενσωματώσουμε στην κείμενη Νομοθεσία την τετραετή εξειδίκευση στην Ιατρική της Εργασίας όσων ιατρών επιθυμούν να την αποκτήσουν. Πολύ δε μάλλον τώρα η πρόταση της συνέχισης «άσκησης καθηκόντων ιατρικής της Εργασίας, σε ιατρούς άλλων ειδικοτήτων χωρίς ποτέ να ειδικευθούν», είναι προφανές ότι δεν είναι σύννομη. Επίσης στην παρ. 2 αναφέρεται «με όμοια απόφαση -του Υπουργού Εργασίας- δύναται να προβλεφθεί προτεραιότητα των Ειδικών Ιατρών Εργασίας προς τους ασκούντες καθήκοντα ιατρού εργασίας». Μα αυτή η Υπουργική Απόφαση υπάρχει από το 2009 και είναι η ΚΥΑ Υπ΄αριθ Υ7α/ΓΠ οικ 112498. Προς τι ο λόγος να βγει άλλη απόφαση?
Νομίζω ζωντανό παράδειγμα του γιατί φτάσαμε την ειδικότητα Ιατρικής Εργασίας σε αυτό το επίπεδο συζήτησης είναι το σχόλιο του τεχνικού ασφαλείας – Ναυπηγου- Ανωνυμου. Άγνοια ημιμάθεια και άποψη για εξειδικευμένα θέματα απο μη ειδικούς οδηγούν σε τέτοια συμπεράσματα. Δεν προκαλεί εντύπωση βέβαια διότι ανάλογη είναι και η συμπεριφορά της πολιτείας απο άλλους φορείς αφού το Υπουργείο Υγείας ως αρμόδιο επιτρέπει αυτό το διασυρμό. Αλλά επιχειρήματα ;
Ελεύθερη μετάφραση του παραπάνω άρθρου εις την απλή ελληνική γλώσσα:
εδάφιο 1. Οι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας κάνουν πράγματι καλή δουλειά γι’αυτό ας τους επιτραπεί να διαδώσουν τη γνώση τους σε όλη την επικράτεια της χώρας.
εδάφιο 2. Παρόλα αυτά δυστυχώς είναι λίγοι σε αριθμό. Για το λόγο αυτό βαπτίζω Ιατρό Εργασίας τον κάθε Ιατρό με το εξαιρετικό προσόν ότι πέρασε απ’έξω από κάποια εταιρεία πριν το 2005. Το προσόν αυτό και η εκπαίδευση 4 ετών στη συγκεκριμένη ειδικότητα θεωρούνται ισότιμα, επομένως συντάσσεται Γενικός Καταλογος Ιατρών Εργασίας. Ενας νέος νομοθέτης με άλλο όραμα και ιδέες ας σκεφτεί κάτι καλύτερο για τους Ειδικούς Ιατρούς Εργασίας στο μέλλον..
εδάφια 3 έως 5. Σας επαναλαμβάνω ότι δεν έχει καμμία διαφορά αν είσαι Ειδικός ή όχι, το θέμα είναι να είσαι γραμμένος στον Κατάλογο.
6. Ιατρός του Καταλόγου, Τεχνικός Ασφαλείας και Εργοδότης πιασμένοι χέρι χέρι να εποπτεύουν όλους τους χώρους και να τηρούν παρουσιολόγιο. Και για όσους δεν γνωρίζουν τα καθήκοντα τους σας κάνω μια συνοπτική περιγραφή. Σε επόμενο νομοσχέδιο μπορεί να ακολουθήσουν οδηγίες από το υπουργείο εργασίας και για άλλες ιατρικές ειδικότητες με πρώτη υποψήφια τη Ψυχιατρική.
7. Ιατροί Εργασίας αν δείτε πλοίο στο ναύσταθμο να ξέρετε ότι υπάρχει θέση και για σας. Άν τυχόν ξεκινήσει σας προτείνουμε να παραμείνετε στις θέσεις σας και να απολαύσετε το ταξίδι. Ισως σε κάποια άλλη χώρα να βρείτε και εσείς τη θέση που σας αρμόζει.
Οσο χιούμορ και άν επιστρατεύσει κανείς η ουσία είναι η εξής : το παρόν άρθρο δυστυχώς αποτελεί ένα μεγάλο πισογύρισμα στην πορεία για την εξασφάλιση στοιχειωδών συνθηκών ασφάλειας και υγείας για τους εργαζόμενους. Επομένως θα πρέπει πλήρως να αποσυρθεί και να αναλάβει πρωτοβουλία το Υπουργείο Υγείας για την οριστική διευθέτηση ενός ζητήματος που σέρνεται επί 25 χρόνια.
Ως πότε άραγε θα εφαρμόζεται από την πολιτεία η κλασσική ελληνική μέθοδος του μπαλώματος και της παραπομπής σε μελλόντικές μαγικές λύσεις?
Υ.Γ. Ευχαριστώ για τη φιλοξενία, η διαδικασία του opengov είναι πράγματι ένα βήμα εμπρός, αρκεί βέβαια να λαμβάνονται όντως υπόψη τα κατατιθέμενα σχόλια.
Αθανάσιος Νταβέλος
Ειδικός Ιατρός Εργασίας
Το παρόν νομοσχέδιο προσπαθεί να ‘’διαχειριστεί’’ την υπάρχουσα κατάσταση στην Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία (ΥΑΕ) στη χώρα μας. Όμως τέτοιες επιμέρους ρυθμιστικές προσπάθειες-στην πλειοψηφία τους- φοβάμαι ότι θα αποτύχουν και μάλιστα, θα επιδεινώσουν υπάρχουσα κατάσταση.
Ένα γλαφυρό παράδειγμα αποτελεί η προτεινόμενη ρύθμιση για την ουσιαστική μετατροπή του βιβλίου γραπτών υποδείξεων, που αποτελεί -ή θα έπρεπε να αποτελεί- ουσιώδη παράμετρο της Υγείας και Ασφάλειας στην εργασία σε παρουσιολόγιο των γιατρών εργασίας και τεχνικών ασφαλείας.
Θα ήταν ίσως πιο χρήσιμο αν το Υπουργείο Εργασίας σε συνεργασία με το ΣΕΠΕ και τα ΚΕΠΕΚ, προσπαθούσε να καταγράψει την υπάρχουσα εμπειρία από τη χρήση του βιβλίου αυτού, ώστε να αναδειχθούν τα προβλήματα και να προκύψουν κατευθύνσεις επίλυσης τους.
Είναι ανάγκη να εκτιμηθεί συνολικά το πλαίσιο άσκησης της ιατρικής εργασίας, αλλά και γενικότερα της ΥΑΕ από το 1985 και μετά την ψήφιση του Ν.1568/85.
Ο τομέας της ΥΑΕ χαρακτηρίζεται από μια στρεβλή ανάπτυξη εξαρχής, που νομοτελειακά παρήγαγε τα σημερινά εκφυλιστικά αποτελέσματα.
Ετέθη –ορθά νομίζω- από συναδέλφους το θέμα της αναγνώρισης των επαγγελματικών ασθενειών. Στην Ελλάδα η αναγνώριση της επαγγελματικής νοσηρότητας είναι από συμβολική έως ανύπαρκτη. Που οφείλεται αυτό;
Απλούστατα, η παρούσα κατάσταση πραγμάτων στην ΥΑΕ δεν ευνοεί τη διάγνωση, καταγραφή και αναγνώριση των επαγγελματικών ασθενειών. Θα ήταν ίσως διαφορετικά τα πράγματα αν στην χώρα μας υπήρχε και λειτουργούσε ένας ειδικός κλάδος ασφάλισης του επαγγελματικού κινδύνου με εργοδοτική εισφορά που αυξομειώνεται ανάλογα με την επικινδυνότητα του εργασιακού χώρου όπως συμβαίνει στις περισσότερες χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Μέσα σε ένα τέτοιο σύστημα θα μπορούσαν να αναπτυχθούν και οι δημόσιες υπηρεσίες εκτίμησης και πρόληψης του επαγγελματικού κινδύνου. Αυτά κατά την γνώμη μου είναι τα φλέγοντα ζητήματα και όχι η λήψη αστυνομικών μέτρων που θα επιδεινώσουν την κατάσταση. Το κέντρο βάρους πρέπει να δοθεί αλλού.
Κύριοι Γενικοί και Ειδικοί Γραμματείς, κυρίες και κύριοι των επιτροπών, επιτρέψτε μου να εκφράσω τις απόψεις μου σχετικά με το άρθρο 29 του προς διαβούλευση σχεδίου Νόμου «αναμόρφωση του Σ.ΕΠ.Ε. & άλλες διατάξεις».
Α). Ίση μεταχείριση γιατρών εργασίας και τεχνικών ασφαλείας ως προς τον μέγιστο ετήσιο χρόνο απασχόλησης.
Οι διατάξεις του Π. Δ.: 17/96 (αρ. 4 § 3α ) και Π.Δ.:159/1999 ( αρ. 2 §1 ) κρίθηκαν από το Συμβούλιο της Επικρατείας με την υπ’ αριθ. 2760/2003 απόφασή Του , μη νόμιμες και ακυρωτέες κατά το μέρος που επιβάλλει ανώτατο όριο στον μέγιστο συνολικό ετήσιο χρόνο απασχόλησης των ιατρών εργασίας, επειδή μόνον οι γιατροί το προσέβαλαν δικαστικά.
Στα πλαίσια όμως της αρχής της ίσης μεταχείρισης και της χρηστής διοίκησης και επιείκειας, θα έπρεπε, ό,τι ακριβώς ισχύει για τους ιατρούς εργασίας να εφαρμοστεί και να ισχύσει και για τους τεχνικούς ασφαλείας, εφόσον δεν είναι δίκαιο, η ίδια απαγόρευση να θεωρείται ότι έχει ληφθεί καθ’ υπέρβαση της σχετικής εξουσιοδοτήσεως για μια μόνο επαγγελματική κατηγορία (ιατροί εργασίας) και να μην ισχύει το ίδιο και για την άλλη (τεχνικοί ασφαλείας), η οποία διέπεται όχι από παρόμοια αλλά από την ίδια ακριβώς διάταξη. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί επίσης ότι, με τη διάταξη αυτή ο νομοθέτης έχει θεσπίσει έναν υπέρμετρο περιορισμό που πλήττει ως ένα βαθμό το δικαίωμα στην εργασία των τεχνικών ασφαλείας και ως εκ τούτου τίθεται ζήτημα επίκλησης της αρχής της αναλογικότητας.
Για όλα τα ανωτέρω, αλλά και επειδή πιστεύω ακράδαντα ότι η άρση του ανώτατου ορίου απασχόλησης των έμπειρων Τεχνικών Ασφαλείας, θα συμβάλλει αφενός στην βελτίωση των συνθηκών εργασίας αλλά και αφετέρου στην μείωση των εργατικών ατυχημάτων, παρακαλώ για τις ενέργειές σας στην αποκατάσταση των τεχνικών ασφαλείας.
Β). Άρθρο 29 ( § 6 & §7 β i,ii ) .
Η δεκαπενταετής προϋπηρεσία μου στα μεγαλύτερα Ναυπηγεία της χώρας ως Τεχνικός Ασφαλείας αλλά και η ανάλυση των συχνών πολύνεκρων ατυχημάτων της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης μου επιβάλλει να καταθέσω τις προτάσεις μου , που πιστεύω ότι θα συμβάλλουν στην βελτίωση των συνθηκών εργασίας και την μείωση των εργατικών ατυχημάτων της ζώνης :
• Η πλοιοκτήτρια εταιρεία πρέπει να ορίζει υπεύθυνο επισκευής ( τον αρχιμηχανικό ή τον Α! μηχανικό) και να τον κοινοποιεί με έγγραφό της στο ΚΕΠΕΚ και στο Λιμεναρχείο. Ο υπεύθυνος επισκευής θα υπογράφει μαζί με το πλοίαρχο, στο θεωρημένο βιβλίο, τις υποδείξεις του τεχνικού ασφαλείας. Επιπροσθέτως θα υπογράφει και τις εκδιδόμενες άδειες θερμών και λοιπών εργασιών. Στην σημερινή κατάσταση διώκεται ο καπετάνιος, ο τεχνικός ασφαλείας και ο εργολάβος , για αυθαίρετες και επικίνδυνες εργασίες που προτείνει ο υπεύθυνος επισκευής της πλοιοκτήτριας και τις εκτελεί ο εργολάβος χωρίς ενημέρωση άλλων.
• Το θεωρημένο βιβλίο υποδείξεων για την επισκευή πλοίων προτείνω να είναι τριπλότυπο, όπως τα δελτία ελέγχου των επιθεωρητών του ΚΕΠΕΚ, όπου το πρώτο αντίγραφο, πλήρως υπογεγραμμένο, να παίρνει ο τεχνικός ασφαλείας, το δεύτερο να κατατίθεται στο φάκελο του πλοίο στο οικείο λιμεναρχείο και το τρίτο να παραμένει στο στέλεχος και να φυλάσσεται από τον καπετάνιο στο πλοίο όπου και ανήκει. Σε περίπτωση ατυχήματος θα γνωρίζουν οι αρχές τα πραγματικά αίτια που το προκάλεσαν. Στην σημερινή κατάσταση με την εμφάνιση εργατικού ατυχήματος στη ζώνη το πρώτο έγγραφο που ως δια μαγείας χάνεται είναι το βιβλίο υποδείξεων, με αποτέλεσμα να μη μπορεί ο Τεχνικός Ασφαλείας να υποστηρίξει τη θέση του και να αποδείξει τις αυθαίρετες και μη κοινοποιημένες ενέργειες τρίτων. Οδηγεί βέβαια και στην εξαγωγή εσφαλμένων συμπερασμάτων ως προς τα αίτια που προκάλεσαν το ατύχημα, γι αυτό και έχουμε τις συχνές επαναλήψεις
• Η βελτιωμένη Κ.Υ.Α. 16935/Δ10.104 «Όροι παροχής υπηρεσιών και χρονικά όρια υποχρεωτικής απασχόλησης του τεχνικού ασφάλειας κατά την εκτέλεση ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών σε πλοία » διαχωρίζει σαφώς τα οργανωμένα Ναυπηγεία από τη ζώνη, είναι βελτιωμένη σε σχέση με την Κ.Υ.Α. 130134 που αντικατέστησε, αλλά επιδέχεται περαιτέρω βελτίωση. Συμφωνώ με την αυστηρή τήρηση της δηλούμενης παρουσίας του Συμβούλου Ασφάλειας της Εργασίας ( Τεχνικού Ασφαλείας ) στο επισκευαζόμενο πλοίο, διότι είναι εργασίες Α! κατηγορίας επικινδυνότητας με μεγάλη μεταβολή στις επικρατούμενες συνθήκες ανά ημέρα εργασίας. Συμφωνώ και ως προς την αναγραφή της παρουσίας και ως προς τον πειθαρχικό έλεγχο, διότι είχε εμπορευματοποιηθεί στη ζώνη η παροχή υπηρεσιών τεχνικού ασφαλείας. Η σύμφωνη γνώμη μου είναι μόνο για την επισκευή πλοίων, δεν συμβαίνει το ίδιο στις νέες κατασκευές πλοίων και πολύ δε περισσότερο στις επιχειρήσεις Β! ή Γ! επικινδυνότητας, όπου εκεί η αναγραφή της παρουσίας του Τεχνικού Ασφαλείας κρίνεται και είναι άκρως υποτιμητική. Στατιστικά έχει αποδειχθεί μέχρι σήμερα, ότι κανένα εργατικό ατύχημα σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν οφείλεται στην αυθαίρετα μετατοπιζόμενη επίσκεψη – επιθεώρηση των χώρων εργασίας της επιχείρησης από τον Τεχνικό Ασφαλείας Επίσης ακραία είναι και η υπερβολική δύναμη εξουσίας που επιδιώκεται να δοθεί στους επιθεωρητές.
• Στο Π.Δ. 17/96 Άρθρο 8 « ειδικές υποχρεώσεις εργοδοτών » (§ 1) αναφέρεται επί λέξει : « ο εργοδότης οφείλει να έχει στην διάθεσή του μια γραπτή εκτίμηση των υφισταμένων κατά την εργασία κινδύνων για την ασφάλεια και την υγεία …». Έχει υποτιμηθεί η εκπόνηση της μελέτης επικινδυνότητας , οι επιθεωρητές δεν την αναζητούν για ενημέρωσή τους πριν τον έλεγχο και κατά συνέπεια ο εργοδότης δεν βελτιώνει κανένα ανασφαλή παράγοντα που είναι εν δυνάμει κίνδυνος για πρόκληση ατυχήματος και ως εκ τούτου εξακολουθεί να εκτίθεται απροστάτευτος τόσον ο ίδιος όσο και οι εργαζόμενοι.
Ευχαριστώ.
Η ιατρική της εργασίας είναι ένα αυτοτελές επιστημονικό πεδίο και αποτελεί μία πλήρη ιατρική ειδικότητα. Ο ρόλος του Ειδικού Γιατρού Εργασίας δεν εξαντλείται στην υπογραφή πιστοποιητικών υγείας των εργαζομένων ως «αναγκαίο κακό» της εργοδοσίας για να πληρούνε τα κριτίρια του νόμου, όπως πολύ συχνά συμβαίνει και με τους Τεχνικούς Ασφαλείας. Ο ρόλος τους είναι σύνθετος και αντικειμενικός σκοπός είναι η προώθηση ΄και βελτίωση της υγείας των εργαζομένων στο διηνεκές. Ή ειδικότητα αυτή δεν αγκαλιάστηκε ποτέ απο την Πολιτεία. Προσπαθούν χρόνια τώρα να αποδείξουν το αυτονόητο. Η ερμαφρόδιτη κατάσταση που υπάρχει σήμερα με γιατρούς άλλων ειδικοτήτων να «βαπτίζονται» ως γιατροί εργασίας πρέπει να σταματήσει. Να δοθεί ίσως ένα μεταβατικό χρονικό διάστημα με ταυτόχρονη αύξηση των θέσεων ειδικότητας των γιατρών εργασίας. Η βιομηχανία, οι κατασκευές και όλος ο επιχειρηματικός κόσμος έχει ανάγκη τον εξειδικευμένο γιατρό εργασίας.
Θα απαντήσω στη πραγματικά ενδιαφέρουσα ανώνυμη τοποθέτηση του συναδέλφου κυρίου Τεχνικού Ασφάλειας -Ναυπηγού, και εφόσον παρατηρώ πόσο έχει ανέβει η ποιότητα των τοποθετήσεων που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα, απλά και μόνο χρησιμοποιώντας κι εγώ το τίτλο μου
Είναι να απορεί (τουλάχιστον) κάποιος με τη ποιότητα, ακρίβεια, σαφήνεια και νομιμότητα του αρθρου 7 παράγραφος 7α(i) και (ii). Οι συμβάλλοντες στη συγγραφή έχουν υπόψιν τους την κείμενη νομοθεσία; (Ν1568, ΠΔ305, ΠΔ294, ΠΔ17, Ν3850 – ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΆ). Έχουν έστω ελάχιστη σχέση και εμπειρία με την εργοταξιακή πραγματικότητα; Προφανώς ΟΧΙ. Άλλως δεν θα κατέληγαν στην ανωτέρω σύνταξη, που δυστυχώς δεν αντέχει οποιοδήποτε σχολιασμό.
1. Στο ΣΕΠΕ καθήκοντα Υγειονομικού Επιθεωρητή ασκούν και γιατροί άνευ ειδικότητας (οι οποίοι πληρώνονται με μισθό γιατρού ΕΣΥ παρακαλώ)και απόφοιτοι ΤΕΙ (επισκεπτών υγείας, νοσηλευτικής κτλ).
2. Είναι γνωστό σε όσους ελέγχουν επιχειρήσεις ότι στην συντριπτική πλειοψηφία τους όσοι ασκούν καθήκοντα γιατρού εργασίας δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους. Η παρουσία τους είναι εντελώς τυπική (όπως και πολλών τεχνικών ασφαλείας άλλωστε.
3. Συνήθως γιατρό εργασίας έχουν οι μεγάλες επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών (τράπεζες, ΔΕΚΟ, Super Markets κτλ, όπου η ιατρική της εργασίας είναι μια φάρσα έτσι όπως ασκείται.
4. Ο μεγαλύτερος εργοδότης που δεν χρησιμοποιεί υπηρεσίες γιατρού εργασίας (ενώ υποχρεούται) είναι το Δημόσιο.
Ευχαριστώ
Επίκριση στο σχόλιο (4 Απριλίου 2011, 16:30 | ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ-ΝΑΥΠΗΓΟΣ)
Αγαπητέ Τεχνικέ Ασφαλείας – Ναυπηγέ. Φαντάζομαι ότι οι συνάδελφοί μου διαμαρτύρονται για τον ίδιο λόγο που θα διαμαρτυρόσαστε κι εσείς, αν βάφτιζα «Τεχνικό Ασφαλείας – Ναυπηγό» το μαραγκό που κατασκευάζει βάρκες στον ταρσανά…
Είμαι σίγουρος ότι κάποια στιγμή η πολιτεία θα αντιλαμβανόταν τη συγκριτική ανωτερότητα των προσόντων σας, όμως θα χρειαζόταν καμιά δεκάδα εργατικών ατυχημάτων στο ενδιάμεσο για να λειτουργήσουν τα αντανακλαστικά της…
Και σας υπενθυμίζω ότι μέχρι να συμβεί αυτό, είναι πολύ «φθηνότερο» για τα ναυπηγεία να απασχολούν μαραγκούς αντί για ναυπηγούς αφού μπορούν να «εκτελέσουν καθήκοντα τεχνικού ασφαλείας» και οι δύο με βάση το συλλογισμό σας…
Λυπάμαι που επανέρχομαι στο ίδιο ζήτημα, αλλά με εντυπωσιάζει το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή σχολιάζουν το επιστημονικό περιεχόμενο μιας ιατρικής ειδικότητας άνθρωποι για τους οποίους η Υγεία και Αφσάλεια στο χώρο της Εργασίας αποτελεί συγκρίσιμο μέγεθος με την οδήγηση ταξί…
Κατ’ αρχήν το ΣΝ σε συνδυασμό με το αρ 4 του ΠΔ 294/1988 και το αρ 4 του ΠΔ 17/1996 ουσιαστικά αποκλείει την άσκηση καθηκόντων Συμβούλου Ασφάλειας της Εργασίας από πτυχιούχους των ΤΕΙ, γεγονός που μέχρι στιγμής έχει περάσει απαρατήρητο.
Επίσης το ΣΝ υπονομεύει την άσκηση καθηκόντων τεχνικού ασφαλείας σε μια επιχείρηση, σύμφωνα με το αρ 6 του Ν 1568/1985. Συγκεκριμένα ο τεχνικός ασφαλείας συμβουλεύει τον εργοδότη σε θέματα σχεδιασμού και προγραμματισμού, γεγονός που φυσικά δεν μπορεί να συμβεί σε ένα υπεργολάβο με τον οποίο ο ΣΑΕ έρχεται σε επικοινωνία όταν ο τελευταίος εμφανιστεί στο εργοτάξιο.
Επίσης θέτω υπόψη σας ότι υπάρχουν αρκετές επιχειρήσεις (υπεργολάβοι) που απασχολούν υπαλληλικά μηχανικούς, οι οποίοι αναλαμβάνουν καθήκοντα ΤΑ. Με την εν λόγω τροποποίηση οι επιχειρήσεις θα επωμιστούν το κόστος του ΣΑΕ ενώ ήδη αμοίβουν ένα μηχανικό, ο οποίος μπορεί να αναλάβει τα εν λόγω καθήκοντα.
Επίσης υπάρχουν επιχειρήσεις (υπεργολάβοι), οι οποίοι συνεργάζονται σε μόνιμη βάση με εξωτερικούς συνεργάτες για τα θέματα ΤΑ. Αυτοί οι υπεργολάβοι πρέπει να έχουν το δικαίωμα επιλογής του ΣΑΕ, διότι όταν ο ΣΑΕ κάθε έργου που εμπλέκονται επιλέγεται από τον εκάστοτε Ανάδοχο σαφώς υποβαθμίζεται η ποιότητα των υπηρεσιών που τους παρέχονται από συνεργάτες που σχετίζονται περιστασικά με την επιχείρηση και ενδιαφέρονται μόνο για το εργοτάξιο που έχουν οριστεί.
Τέλος όσον αφορά στους υπεργολάβους, θεωρώ ότι αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα κάθε επιχειρηματία (υπεργολάβου) να επιλέγει τους συνεργάτες του, ως εκ τούτου και τον ΣΑΕ. Επίσης το γεγονός ότι θα επιλέγει ο Ανάδοχος αλλά θα πληρώνει ο εκάστοτε υπεργολάβος δημιουργεί ερωτήματα και φυσικά αμφιβολίες για το αν θα δέχονται στην πράξη οι υπεργολάβοι να πληρώνουν ένα συνεργάτη τον οποίο δεν επιλέγουν (και μάλιστα στην τιμή που θα καθορίζει κάποιος άλλος με τα δικά του κριτήρια).
Αν η εν λόγω τροποποίηση στοχεύει στην εξασφάλιση ύπαρξης ΣΑΕ για κάθε υπεργολάβο θα πρότεινα να προβλεφθούν άλλες πρακτικές (πχ η υπογραφή Ιδιωτικών Συμφωνητικών Αναδόχων με υπεργολάβους μόνο εφόσον έχει οριστεί ο ΣΑΕ από τους τελευταίους).
Εν γένει πιστεύω ότι το ΣΝ δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη του ότι οι υπεργολάβοι αποτελούν αυτόνομες επιχειρήσεις και ως εκ τούτου οι υπηρεσίες που θα τους παρέχονται θα είναι επιδερμικές και θα περιορίζονται στα πλαίσια κάθε έργου, σύμφωνα με τη βούληση του εκάστοτε Αναδόχου, ο οποίος θα επιλέγει τον ΣΑΕ.
Προσωπικά πιστεύω ότι το ΣΝ υπονομεύει την άσκηση καθηκόντων ΤΑ (ΣΑΕ) για τους υπεργολάβους. Η τροποποίηση πρέπει να καταργηθεί ή τουλάχιστον να τροποποιηθεί ώστε όσοι υπεργολάβοι επιθυμούν να ορίζουν αυτοβούλως το δικό τους ΣΑΕ.
κ. Υπουργέ,
αναφερόμενος στο Άρθρο 29, παρ.6 , με την εμπειρία δέκα ετών στην παροχή υπηρεσιών Τεχνικού Ασφάλειας σε επιχειρήσεις όλων των κατηγοριών δραστηριότητας, θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω πως ουσιαστικό έργο για τη βελτίωση της ασφάλειας & υγιεινής δεν μπορεί να παραχθεί θεσπίζοντας στενά χρονικά όρια στην εργασία μας.
Ένας Σύμβουλος Υγιεινής και Ασφάλειας δεν προσφέρει μόνο με τη φυσική του παρουσία στο χώρο μιας επιχείρησης αλλά και εκτός αυτής. Εάν θέλει να είναι ουσιαστικός , οφείλει να βοηθά και να εκπροσωπεί συχνά την επιχείρηση σε δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμούς, να συμμετέχει σε δραστηριότητες, εκπαιδευτικά σεμινάρια και ημερίδες. Πρέπει να έχει την ευχέρεια να επισκέπτεται την επιχείρηση και εκτός τυπικού προγράμματος είτε επιβλέποντας τη διατήρηση των μέτρων ασφάλειας, είτε προσφέροντας πληροφορίες και βελτιώσεις σε πραγματικό χρόνο και όχι περιμένοντας την ημέρα τυπικής παρουσίας του. Φανταστείτε επίσης, ως παράδειγμα, εντός ενός πλήρους εβδομαδιαίου προγράμματος επισκέψεων πελατών του, να πρέπει να ανταποκριθεί στην κλήση για διερεύνηση ενός εργατικού ατυχήματος, τη στιγμή που αυτό απαιτεί δήλωση στο ΚΕΠΕΚ εντός 24 ωρών. Θα αναγκαστεί είτε να παρακάμψει το πρόγραμμά του και να είναι υπόλογος, είτε να διερευνήσει το ατύχημα ΄΄τηλεγραφικά΄΄ για να προλάβει την προθεσμία. Αυτή είναι η ποιότητα υπηρεσιών Υγιεινής και Ασφάλειας που αναζητούμε;
Σε κάθε περίπτωση πιστεύω πως ο χρόνος απασχόλησης σε μία επιχείρηση του συμβούλου Υγιεινής και Ασφάλειας όπως αυτός υπολογίζεται έως σήμερα, πρέπει να τον δεσμεύει σε ετήσια βάση και όχι συγκεκριμένες ημέρες και ώρες. Η ποιότητα των υπηρεσιών του φαίνεται ξεκάθαρα από τον έμπειρο Επιθεωρητή Εργασίας με το που θα περάσει το κατώφλι της επιχείρησης και ρίχνοντας μια ματιά στο Βιβλίο Υποδείξεων και γενικότερα το αρχείο του Τεχνικού Ασφάλειας.
Μην μας αναγκάσετε να μειώσουμε την ποιότητα των υπηρεσιών μας, μην μας αγκυλώσετε σε τυπολατρίες και προς θεού μη μας δημιουργήσετε πελατειακές σχέσεις με τους Επιθεωρητές εργασίας που τους θέλουμε δίπλα μας και όχι απέναντί μας.
Καλαθάκης Νικόλαος, Τεχνικός Ασφάλειας.
α) Στην παράγραφο 6 αναφέρεται ότι ο Σύμβουλος
Ασφάλειας και ο ΙΕ, καταχωρούν τις υποδείξεις τους
γραπτά στο Βιβλίο Υποδείξεων. Αυτό ΑΝΤΙΚΡΟΥΕΙ το
άρθρο 6 του Ν.1568/85, στο οποίο αναφέρεται ότι οι
υποδείξεις/συμβουλές είναι γραπτές ή προφορικές.
Εκτιμώ ότι καλώς στο Νόμο δίνεται έως τώρα η
δυνατότητα επιλογής.
β) Εδάφιο (7.α.i): Το όριο των 50 και άνω εργαζομένων
για απασχόληση του ΙΕ, θα πρέπει να απαλειφθεί
(όπως ορθώς έγινε με τον Τεχνικό Ασφάλειας με
το ΠΔ 17/96).
Στην πράξη έχουμε δει πως σε εργοτάξια με συνολικό
αριθμό μικρότερο των 50, ή υγεία των εργαζομένων
ουσιαστικά ΔΕΝ ΕΛΕΓΧΕΤΑΙ(πχ δεν τηρούνται ιατρικοί
φάκελοι, δεν υπάρχουν ιατρικά ιστορικά).
Εννοείται πως σε κανένα εργοτάξιο στο οποίο δεν
υπάρχει υποχρέωση απασχόλησης ΙΕ, ΔΕΝ απασχολείται
νοσηλευτικό προσωπικό (αφού η ισχύουσα νομοθεσία
δεν το απαιτεί), με αποτέλεσμα την αδυναμία
παροχής Α’ Βοηθειών από εξειδικευμένο προσωπικό, με
ότι αυτό συνεπάγεται…
γ) Εδάφιο (7.α.ii): Αναφέρεται ότι, ο Σύμβουλος
Ασφάλειας Εργασίας είναι το ίδιο πρόσωπο με τον
Συντονιστή. Αυτό ΑΝΤΙΚΡΟΥΕΙ το άρθρο 6 του ΠΔ
305/96, στο οποίο αναφέρεται ότι «Στους συντονιστές
ασφάλειας και υγείας είναι δυνατόν να ανατεθούν το
έργο και οι αρμοδιότητες του τεχνικού ασφάλειας
σύμφωνα με το ν.1568/85». Θεωρώ ότι καλώς υπάρχει
έως τώρα η δυνατότητα απασχόλησης διαφορετικών
προσώπων, σύμφωνα με το ανωτέρω ΠΔ.
δ) Εδάφιο (7.α.ii): Αναφέρεται ότι, ο Σύμβουλος
Ασφάλειας ορίζεται για ΟΛΟ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ του
εργοταξίου συμπεριλαμβανομένων και των υπεργολάβων
και αυτοαπασχολούμενων. Αυτό θα μπορούσε να είναι
αποδεκτό, ΜΟΝΟ εάν ο Σύμβουλος Ασφάλειας
απασχολείται από το Γενικό Εργολάβο και με κάθε
έναν από τους Υπεργολάβους με ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ
ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ (Ν.1568/85 άρθρο4.4), αφού κάθε
ένας από αυτούς είναι ΞΕΧΩΡΙΣΤΟΣ ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ και άρα
θα πρέπει να ορίσει ο ΙΔΙΟΣ τον ΤΑ.
Στην πράξη το Σύστημα αυτό ΔΕΝ έχει δουλέψει σε
ΚΑΝΕΝΑ ΕΡΓΟΤΑΞΙΟ, όπου η συνήθης πρακτική είναι ο
ορισμός ενός ή περισσοτέρων Συντονιστών Ασφάλειας
από τον Γενικό Εργολάβο, όπως και του Συμβούλου
Ασφάλειας, ενώ οι Υπεργολάβοι -ως εργοδότες-
ορίζουν τους δικούς τους Συμβούλους.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει επαρκής αριθμός ειδικών ιατρών εργασίας στην Ελλάδα. Σε κάποιες περιοχές δεν υπάρχουν καθόλου. Οι λίγοι ειδικοί ιατροί εργασίας υπεραπασχολούνται με υποβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών και σύντμηση του χρόνου απασχόλησης τους. Είναι ορθό να παρέχονται υπηρεσίες από ειδικούς ιατρούς και όχι από ιατρούς άλλων ειδικοτήτων. Αλλά όταν αυτοί δεν επαρκούν αριθμητικά πώς θα καλυφθούν οι ανάγκες;. Στο παρελθόν όταν δεν υπήρχε επαρκής αριθμός ειδικών ιατρών μιας ειδικότητας, πολλές ειδικές ιατρικές πράξεις έκαναν άλλες ειδικότητες π.χ. καρδιολογία οι παθολόγοι, γυναικολογική χειρουργική οι γενικοί χειρουργοί, μαιευτική οι γενικοί ιατροί κλπ. Σήμερα υπάρχει μια απλούστερη λύση, σε ΕΣΥΠΠ ή ΕΞΥΠΠ, όπου υποχρεωτικά απασχολούνται ειδικοί ιατροί εργασίας, ως επιστημονικά υπεύθυνοι, να επιτρέπεται η ανάθεση καθηκόντων ιατρού εργασίας και σε ιατρούς άλλων ειδικοτήτων. Μήπως σε όλες τις κλινικές του ΕΣΥ δεν παρέχουν υπηρεσίες ειδικευόμενοι ιατροί υπό την επίβλεψη και ευθύνη του ειδικού επιστημονικού διευθυντή; Μήπως στα ιδιωτικά θεραπευτήρια δεν απασχολούνται ιατροί χωρίς ειδικότητα σε κάθε κλινική και μάλιστα εφημερεύουν;
Ο νομοθέτης προσπαθεί να διορθώσει ένα πρόβλημα χωρίς να διαθέτει την πολιτική γενναιότητα να αντιμετωπίσει τα συντεχνιακά συμφέροντα των ολίγων ειδικών ιατρών εργασίας. Ο νομοθέτης όμως έχει υποχρέωση να διασφαλίσει την παροχή υπηρεσιών υγείας και ασφάλειας σε όλους τους εργαζόμενους σε όλη την Ελλάδα. Οι ολίγοι ειδικοί ιατροί εργασίας και οι λίγοι άλλων ειδικοτήτων που θα ενταχθούν στον ειδικό κατάλογο δεν επαρκούν, ο δε ρυθμός παραγωγής νέων ειδικών δεν αναπληρώνει τον ρυθμό απόσυρσης των παλαιών.
Υπουργέ,
Υπάρχουν προβλήματα και σημαντικά ελλείμματα στην κοινωνία της υγείας και ασφάλειας της εργασίας. Θεωρώ ότι είναι δικαιολογημένη μια προσπάθεια για αναμόρφωση του πλαισίου λειτουργίας του επίσημου πολιτειακού οργάνου στα θέματα αυτά. Δυστυχώς όμως, το νομοσχέδιο δεν φαίνεται να επιχειρεί τον επαναπροσδιορισμό στρατηγικών, ρόλων και προϋποθέσεων για την αναβάθμιση των συνθηκών εργασίας. Συνάμα δεν υιοθετούνται παραγωγικές «αναμορφώσεις» όπως θα μπορούσε να είναι η συνένωση διευθύνσεων με κοινό προσανατολισμό (Σ.ΕΠ.Ε, Γ.Δ.Σ.Υ.Ε και Γενική Διεύθυνση Εργασίας) ή η προώθηση συνεργικών δράσεων συναφών φορέων και δομών ενώ αντιθέτως προτείνονται νέες διευθυντικές θέσεις. Παραγόμενα, προγραμματισμός, τεκμήρια αποτελεσματικότητας, διαδικασία αποτίμησης: αυτά που έπρεπε κυρίως να καθορισθούν, απουσιάζουν.
Θα περίμενα να διαβάσω, μετά από την πολυετή διαδρομή του ΣΕΠΕ, να διατυπώνονται μετρήσιμοι στόχοι και μεθοδολογία που θα ενσάρκωναν την αποστολή του. Θα περίμενα να διαβάσω προτεραιότητες και κυρίως το πώς (με βάση ποια στοιχεία και διαδικασίες) θα τίθενται. Δανείζομαι απλά βήματα από την επιστημονική μεθοδολογία: 1) Σύνθεση υπάρχουσας γνώσης, εμπειρίας και αναγκών. Ιεράρχηση προτεραιοτήτων. 2) Προγραμματισμός συνεκτιμώντας τους διαθέσιμους πόρους 3) Υλοποίηση, αξιολόγηση, επανεκτίμηση και «αναμόρφωση». Υποθέτω ότι υπάρχουν έμπειροι συνάδελφοι επιθεωρητές που θα τα φώτιζαν και θα τα διατύπωναν σε ικανή έκταση και βάθος ώστε να επενδυθούν θεσμικά.
Όσον αφορά στην άσκηση της ιατρικής της εργασίας, θεωρώ ότι η παρούσα κατάσταση, δεν είναι ακόμη ώριμη για τις αυτονόητες και αναγκαίες τομές. Γι’ αυτό θα συμφωνήσω, υπό δύο αναγκαίες και απόλυτες προϋποθέσεις, με τη φιλοσοφία των παραγράφων 1 έως 4. Άλλωστε λόγω της φύσης των υπηρεσιών μας, οι γεωγραφικοί περιορισμοί έδρας για την άσκηση της ιατρικής που ισχύουν σε άλλες ειδικότητες είναι αμφισβητήσιμοι. Για τα νομικά κωλύματα θα πρέπει να ζητηθεί η συναίνεση του πανελλήνιου ιατρικού συλλόγου. Όμως αυτό το «άνοιγμα» που παρέχεται στο νομοσχέδιο θα προκαλέσει περαιτέρω υποβάθμιση και έδαφος για νομικές εμπλοκές αν δεν προβλεφθεί ταυτόχρονα η απόλυτη και κλιμακούμενη, αναλόγως του επαγγελματικού κινδύνου, προτεραιότητα των ειδικών ιατρών εργασίας έναντι των μη ειδικών. Αυτή η προτεραιότητα θα πρέπει να είναι άμεσα επιβαλλόμενη στις επιχειρήσεις κατηγορίας Α και να προσδιοριστεί σε έναν εύλογο χρονικό ορίζοντα και για τις επιχειρήσεις κατηγορίας Β. Η δεύτερη εξίσου αναγκαία προϋπόθεση που θα πρέπει να προβλεφθεί στο νόμο και να εξειδικευθεί στην υπουργική απόφαση αφορά την αναγκαιότητα πιστοποιημένης συνεχιζόμενης εκπαίδευσης των μη ειδικών ιατρών εργασίας, η οποία θα πρέπει να αποτελεί και προϋπόθεση άσκησης των καθηκόντων τους.
Ως ιατρός εργασίας προσδοκώ μία θεσμικά κατοχυρωμένη συνεργασία με το ΣΕΠΕ και ανατροφοδότηση στο έργο μου, όπως όλοι φαντάζομαι οι συνάδελφοι μου. Θα περίμενα να επιβάλλεται από το ΣΕΠΕ, η απόλυτη προτεραιότητα των ειδικών ιατρών εργασίας εφόσον αυτό παρέχει καλύτερες προϋποθέσεις συνεργασίας και προωθεί την ανάγκη για αναβάθμιση των ελεγκτικών δράσεων, αμφότερα χρήσιμα στην αποστολή του.
Για την παράγραφο 6, θεωρώ ότι είναι «εκκωφαντικά» ανούσια και θα έπρεπε να μην είχε συνταχθεί. Υποτιμά καταρχήν το επιστημονικό προσωπικό του ΣΕΠΕ. Αναρωτιέμαι, αν με αυτό τον τρόπο θεωρείται ότι θα αναβαθμισθεί το ελεγκτικό έργο Τεχνικών και Υγειονομικών Επιθεωρητών; αυτές είναι οι ανάγκες που υπαγορεύουν την ανάγκη στελέχωσης του με επιστημονικό προσωπικό και μάλιστα αυξημένων προσόντων; Μην παραγνωρίζετε τη βοήθεια που μπορεί να προσφερθεί στο ΣΕΠΕ από έμπειρους και εξειδικευμένους επαγγελματίες του χώρου. Οι γιατροί εργασίας ανήκουν σε αυτούς. Όλοι άλλωστε έχουμε στρατευθεί σε ένα κοινό όραμα. Δράσεις συνεργασίας και ανατροφοδότησης απαιτούνται κατά προτεραιότητα, χωρίς βεβαίως να υποτιμούνται οι ελεγκτικές δράσεις αλλά όχι στο επίπεδο που τις προσδιορίζετε στο νομοσχέδιο. Για παράδειγμα, δράσεις όπως η εφαρμογή σύγχρονης τεχνογνωσίας τεκμηριωμένου ελέγχου στα θέματα υγείας στην εργασία, προϋποθέτει συνεργασία με τους ειδικούς ιατρούς εργασίας. Αντίστοιχη υποστήριξη θα έπρεπε να προβλέπεται και στα θέματα ασφάλειας. Ο νόμος θα έπρεπε να κατοχυρώνει την πρόθεση και τις διαδικασίες υλοποίησης τέτοιων συνεργασιών αμοιβαίας ανατροφοδότησης, οι οποίες θα επέτρεπαν τόσο στους επιθεωρητές να αναβαθμίζουν το έργο τους όσο και στους ιατρούς εργασίας / τεχνικούς ασφάλειας να ενισχύουν το ρόλο τους.
Ευάγγελος Αλεξόπουλος
Γιατί διαμαρτύρονται οι ειδικοί γιατροί εργασίας περί κλειστού επαγγέλματος? Μήπως κάνουν πως δεν γνωρίζουν ότι υπηρεσίες γιατρού εργασίας , μπορεί να αναλάβει και κάποιος ΠΑΘΟΛΟΓΟΣ, αρκεί να έχει προλάβει να μπει στο Κλειστό Μητρώο των Γιατρών Εργασίας , που τηρούν οι υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας?
Κάτι σαν το κλειστό κύκλωμα των ταξιτζήδων, δηλαδή. Οι νέοι παθολόγοι, γιατί να μην μπορούν να εργαστούν στον ιδιωτικό τομέα , ως Γιατροί Εργασίας?
Παρακαλώ ανοίξτε το επάγγελμα και μην φέρεστε σαν ΤΑΞΙΤΖΗΔΕΣ. Όποιος είναι άξιος και παρέχει τις καλύτερες υπηρεσίες στους εργαζόμενους θα επικρατήσει στην αγορά εργασίας. Οι υπόλοιποι ,ας ασχοληθούν με την ομοιοπαθητική.
Τα πράγματα ειναι πολύ απλά. Οι νέοι με την ειδικότητα της Ιατρικης της Εργασίας θα είναι οι νέοι Ιατροί Εργασίας. Οι παλαιοί πρέπει να αποσυρθούν πιά. Καλύπταν ένα κενό το οποίο τώρα καλύπτεται απο την ειδικότητα.
ΕΙΝΑΙ ΝΤΡΟΠΙΑΣΤΙΚΟ (ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΟΝΟ)ΤΟ 2011 (!!!)O EΛΛΗΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ ΝΑ ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΕΙ ΤΙΣ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΜΕΝΕΣ ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΚΑΘΕ ΙΑΤΡΙΚΗ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ- ΚΑΤΑ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ- ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ:(ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΟΣ,ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ,ΟΓΚΟΛΟΓΟΣ,ΠΑΘΟΛΟΓΟΣ,ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΟΣ Κ.ΛΠ.), ΑΛΛΑ ΟΧΙ Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΚΥΡΙΩΣ ΑΠΕΥΘΥΝΟΝΤΑΣ ΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ.
ΘΑ ΗΤΑΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΅ΕΝΤΙΜΟ΅ ΑΠΟ ΜΕΡΟΥΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΝΑ ΑΝΑΛΑΒΕΙ ΤΗΝ ΅ΕΥΘΥΝΗ΅ (;;;) ΤΗΣ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗΣ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑΣ ΑΝΤΙ ΝΑ ΕΜΠΑΙΖΕΙ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΅…ΠΟΥΛΩΝΤΑΣ ΦΥΚΙΑ ΓΙΑ ΜΕΤΑΞΩΤΕΣ ΚΟΡΔΕΛΕΣ…΅ -ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΛΕΥΣΗ 26 ΕΤΩΝ΅ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΩΝ΅ ΣΤΑΔΙΩΝ-ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑΣ- Ο.Ε.Δ.
ΤΕΛΟΣ Ο ΙΑΤΡΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΛΛΑ ΑΣΚΕΙ ΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΜΑ ΤΟΥ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΙΒΛΕΨΗ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΟΣ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΣ ΙΑΤΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΗΝ ΕΓΚΑΙΡΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΗΣ ΣΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΝΟΣΗΡΟΤΗΤΑΣ. ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΑΠΛΑ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ.
Ο ειδικός ιατρός εργασίας παρέχει υπηρεσίες ιατρικής της εργασίας προς τους εργαζόμενους, τους εργοδότες, την πολιτεία και το κοινωνικό σύνολο. Ρόλος και έργο του ιατρού εργασίας είναι, η εκτίμηση του επαγγελματικού κινδύνου από ιατρικής πλευράς, ο προληπτικός και περιοδικός έλεγχος της υγείας, ο κλινικο-εργαστηριακός έλεγχος, η διαβούλευση και ενημέρωση των εργαζομένων, η διάγνωση και αναγνώριση των επαγγελματικών ασθενειών, η θεραπεία αυτών, τα προτεινόμενα μέτρα πρόληψης, η ενημέρωση των εργοδοτών και της πολιτείας επιδημιολογικές μελέτες, στατιστικές αναλύσεις κ.λπ.
Η ταυτόχρονη άσκηση της ειδικότητας του κάθε ιατρού εργασίας σε όλη την επικράτεια, όπως προτείνεται από το σχέδιο νόμου, είναι αδύνατον να επιφέρει ουσιαστικά αποτελέσματα στην πραγματοποίηση του έργου του και την ανάδειξη του ρόλου του.
Λαμβάνοντας υπόψη τον ελάχιστο χρόνο απασχόλησης όπως ορίζεται από την κείμενη νομοθεσία (Π.Δ. 294/88 ν.3850/10 αρθρ.21) ειδικότερα για επιχειρήσεις – βιοτεχνίες, που απασχολούν από 20 εργαζόμενους ή και λιγότερους, καθώς και την Ελληνική πραγματικότητα για τους απασχολούμενους στο χώρο της βιοτεχνίας, αγροτικής παραγωγής, μεταποίησης, δευτερογενής και τριτογενής παραγωγικός κύκλος κ.λπ., η παρουσία του ιατρού εργασίας θα είναι απλά και μόνο τυπική – προς συμμόρφωση τήρησης του νόμου από τον εργοδότη – αλλά με ταυτόχρονη υποβάθμιση της άσκησης της ιατρικής της εργασίας καθιστώντας την άσκηση της ιατρικής της εργασίας πλανόδια και περιηγητική. Τουλάχιστον μέχρι σήμερα στις κλινικο– εργαστηριακές ειδικότητες η παροχή ιατρικών πράξεων δεν παρέχεται σε καθοριζόμενο χρονικό διάστημα από τον ιατρό και τον εξεταζόμενο και δεν του το επιβάλλει η πολιτεία ή η ιατρική δεοντολογία, όπως δυστυχώς συμβαίνει με την παροχή της ιατρικής της εργασίας.
Η πολιτεία με νομοθετικές ρυθμίσεις (Π.Δ. 213/86, Π.Δ.132/87, Π.Δ. 415/94) καθορίζει σαφώς τον χρόνο ειδίκευσης ιατρών εργασίας και άλλων ειδικοτήτων για την απόκτηση της ειδικότητας. Συγκεκριμένα, ο χρόνος ειδίκευσης για την ιατρική της εργασίας ορίζεται σε 4 έτη βάσει και των Οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέχρι και της πρόσφατης 2005/36/ΕΚ, σύμφωνα με την οποία εναρμονίστηκε η χώρας μας με το Π.Δ. 38/2010.
Συνάδελφοι, οι οποίοι δεν κατέχουν τον τίτλο της ειδικότητας, δεν μπορούν να ασκήσουν την ειδικότητα με την υπογραφή του ειδικού ιατρού εργασίας, όπως αυτός έχει αναγνωρισθεί από την πολιτεία.
Για 25 ολόκληρα χρόνια μέχρι και πρότινος (ν. 3144/03, ν.3762/09), η πολιτεία προφασιζόμενη την έλλειψη ιατρών εργασίας, με νομοθετικά διατάγματα καθόριζε μεταβατικά στάδια για την άσκηση των καθηκόντων του ιατρού εργασίας με ανάθεση σε ιατρούς άλλων ειδικοτήτων ή και άνευ ειδικότητος. Όλη η εν λόγω διαδικασία, που συντηρείται μέχρι και σήμερα, γίνεται με την ανοχή και τη συμμετοχή αρμοδίων φορέων της πολιτείας, ιατρών, ιατρικών συλλόγων και του Υπουργείου Υγείας. Το αποτέλεσμα; Θα αναφερθώ μόνο στο Ελληνικό φαινόμενο της αναγνώρισης των επαγγελματικών ασθενειών στη χώρα μας. Το 2009 υπήρξαν 7 αναγνωρισμένες επαγγελματικές ασθένειες στην Ελλάδα (ΙΚΑ), 45 στο Λουξεμβούργο στοιχεία EURO STAT, EURO GIP. Δεν είναι ανάγκη να αναφερθώ σε άλλα κράτη στο θέμα, που αφορά τις τηρούμενες διαδικασίες για τις επαγγελματικές ασθένειες, όπως Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Πολωνία, Δανία, Σουηδία, Λιθουανία κ.λπ., γιατί η εικόνα γίνεται όλο και πιο θλιβερή για τη χώρα μας. Η εν λόγω κατάσταση σίγουρα ωφελεί ορισμένους και βλάπτει άλλους, που δεν είναι της παρούσης να αναφερθώ. Θα ήθελα να επισημάνω όμως, ότι στην εν λόγω διαδικασία εις βάρος μη διάγνωσης ή μη αναγνώρισης επαγγελματικής ασθένειας στη χώρα μας, έχουν μερίδιο ευθύνης επίσης, η δικαιοσύνη, οι ιατροί, οι συνδικαλιστικοί φορείς, οι ασφαλιστικοί φορείς και οι εργοδότες. Ταυτόχρονα, θα ήθελα να επισημάνω, ότι ο ισχύων κατάλογος αναγνώρισης των επαγγελματικών ασθενειών στην Ελλάδα είναι του έτους 1979 (άρθρο 40 του ΙΚΑ). Ο κοινός Ευρωπαϊκός κατάλογος δεν έχει γίνει ακόμη νόμος του κράτους. Εντελώς τυχαία (!) νομίζω, ότι είμαστε, τουλάχιστον 30 έτη πίσω από τα άλλα κράτη της Ε.Ε.
Τη δεδομένη στιγμή, ο αριθμός των ειδικών ιατρών εργασίας, συνιστά μια επαρκή ομάδα επιστημόνων, που μπορούν να ανταποκριθούν σε ένα μεγάλο ποσοστό στις ανάγκες της πολιτείας. Εφόσον υπάρχουν ελλείψεις, στις ανάγκες της πολιτείας, κανένας δεν διαφωνεί να παρέχουν υπηρεσίες ιατρού εργασίας, ιατροί, οι οποίοι θα εκπαιδευτούν ανάλογα για την απόκτηση τίτλου ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας, όπως έχει αποφασίσει το Υπουργείο Υγείας μετά από εισήγηση του ΚΕΣΥ.
Η παραχώρηση άσκησης οποιασδήποτε ιατρικής ειδικότητας στη χώρα μας, αλλά και παγκοσμίως, είναι αρμοδιότητα του Υπουργείου Υγείας κατόπιν συγκεκριμένης και ειδικής εκπαίδευσης στα Πανεπιστημιακά και Νοσοκομειακά ιδρύματα και στις ιατρικές σχολές.
Είναι εντελώς αδιανόητο να παραχωρείται άδεια άσκησης ιατρικής ειδικότητας και εκτέλεσης ιατρικών πράξεων από άλλο μη αρμόδιο φορέα και μάλιστα από το Υπουργείο Εργασίας σχετικά με θέματα, που αφορούν την σωματική και ψυχική υγεία και ευεξία των εργαζομένων της χώρας. Είναι και αυτό, μια άλλη παγκόσμια πρωτοτυπία αυτής της χώρας υπέρ του κοινωνικού συνόλου και της υγείας των πολιτών.
Σκοπός της πολιτείας και των αρμόδιων ειδικών φορέων της, για την διασφάλιση της υγείας των εργαζομένων, είναι η επίβλεψη της υγείας των και η τήρηση κανόνων για την πρόληψη της υγείας τους κατά την απασχόλησή τους.
Λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές της ιατρικής της εργασίας και τα ευρωπαϊκά και διεθνή δεδομένα, η υλοποίηση των σκοπών γίνεται με βάση τον ποιοτικό έλεγχο των πεπραγμένων των ιατρών εργασίας και όχι με την ενυπόγραφη παρουσία των ιατρών στους χώρους εργασίας.
Ο ποιοτικός έλεγχος των πεπραγμένων των ιατρών εργασίας, δύναται να γίνει με την καθιέρωση εκ μέρους της πολιτείας του υποχρεωτικού περιοδικού κλινικο–εργαστηριακού ελέγχου για όλους τους εργαζομένους, ανάλογα με την έκθεση τους σε συγκεκριμένους βλαπτικούς παράγοντες στον εργασιακό χώρο και την ετήσια ή περιοδική έκθεση του ιατρού εργασίας, όπως μας υποδεικνύει και η ευρωπαϊκή εμπειρία.
Η πολιτεία, αρμόδιοι φορείς, ειδικοί επιστήμονες – ιατροί εργασίας και άλλοι -, διαμέσου και της διεθνούς βιβλιογραφίας, μπορούν να καθορίζουν την περιοδικότητα του κλινικο–εργαστηριακού ελέγχου βάσει των βλαπτικών παραγόντων και των συντελεστών κινδύνου. Ο πίνακας ή οι πίνακες του κλινικο – εργαστηριακού ελέγχου και της περιοδικότητας, θα αναμορφώνονται τουλάχιστον ανά πέντε έτη, διότι ως γνωστό οι βλαπτικοί παράγοντες είναι δυνατόν να αλλάζουν ή να μεταβάλλονται. Η περιοδικότητα, αναλόγως τους συντελεστές κινδύνου, μπορεί να καθορίζεται είτε ανά μήνες, είτε ανά έτος, είτε ανά έτη, λαμβάνοντας υπόψη και τις υποχρεωτικές εκθέσεις του ιατρού εργασίας, σχετικά με τον πραγματοποιηθέντα περιοδικό κλινικο-εργαστηριακό έλεγχο και περιβαλλοντικό έλεγχο, ανά έτος ή περιοδικά, όπως αυτό καθορισθεί, που θα τις υποβάλλει προς τους αρμόδιους ειδικούς φορείς της πολιτείας.
Ο ειδικός ιατρός εργασίας βάσει των στοιχείων που διαθέτει, των διεθνών δεδομένων για την ιατρική της εργασίας και της εκτίμησης του επαγγελματικού κινδύνου, που έχει πραγματοποιήσει, δύναται να μεταβάλλει ή να προσαρμόζει την περιοδικότητα και τον κλινικό-εργαστηριακό κατά την κρίση του.
Σε κάθε περίπτωση η περιοδικότητα θα καθορίζεται και από τον ανάλογο περιβαλλοντικό έλεγχο, που θα πραγματοποιείται κατ’ αρχήν, σε περιπτώσεις αλλαγής της παραγωγικής διαδικασίας ή της αλλαγής οργάνωσης εργασίας.
Κατά τον ίδιο τρόπο θα εκδίδεται και η βεβαίωση καταλληλότητας προς εργασία για κάθε εργαζόμενο ανάλογα της περιοδικότητας, αν δεν συντρέχουν άλλοι λόγοι να εκδοθεί πιο πριν.
Τηρώντας αυτή τη διαδικασία επιτυγχάνεται η επίβλεψη της υγείας και η ουσιαστική συμμετοχή του ιατρού εργασίας και της πολιτείας στην επίβλεψη της υγείας των εργαζομένων, καθιστώντας περιττή τη γραφειοκρατία και οποιαδήποτε ενυπόγραφη παρουσία του ιατρού στο χώρο εργασίας, που είναι απλώς τυπική και χωρίς κανένα ουσιώδες αποτέλεσμα σχετικά με την πρόληψη και την επίβλεψη της υγείας.
Η τηρούμενη θέση της πολιτείας, με νομοθετικά τερτίπια και μεταβατικές διατάξεις δεν έλυσε, ούτε λύνει, ούτε θα λύσει το υπαρκτό πρόβλημα της διασφάλισης της υγείας των εργαζομένων κατά την απασχόληση τους.
Εσκεμμένα ή λόγω άγνοιας;
Ως εκ τούτων το εν λόγω άρθρο πρέπει να αποσυρθεί και να δημιουργηθεί από την πολιτεία, και από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς (εργαζόμενους, εργοδότες, ασφαλιστικά ταμεία, Υπουργεία) και ειδικούς επιστήμονες, ιατρούς εργασίας και άλλους επιστήμονες, ομάδα εργασίας για τη ριζική αναδιαμόρφωση ή και κατάργηση άρθρων του ν.1568/85 των Π.Δ. 17/96, 16/96, 294/88 ή των επιμέρους άρθρων του ν.3850/10 που αφορούν την επίβλεψη της υγείας των εργαζομένων. Η κείμενη νομοθεσία και όλη η κατά καιρούς εφευρετική και κατά φαντασία θεραπεία, που αφορά την υγεία των εργαζομένων με νομοθετήματα, μετά από 26 έτη, δεν επέφερε κανένα ουσιώδες αποτέλεσμα προς όφελος της υγείας αυτών.
Χαράλαμπος Αλεξόπουλος
Ειδικός ιατρός εργασίας
Τομεάρχης Ιατρικής της Εργασίας ΔΕΗ Α.Ε.
ΑΞΙΟΤΙΜΟΙ ΚΎΡΙΟΙ
ΔΕ ΚΑΤΑΛΑΒΑΊΝΩ ΓΙΑ ΠΙΟ ΛΟΓΟ Η ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΠΕΡΙΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΜΟΝΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙ ΤΑ 3 ΕΤΗ ΜΠΑΙΝΕΙ ΣΕ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ.
ΕΝΝΟΕΙΤΕ ΟΤΙ ΑΥΤΑ ΤΑ 3 ΕΤΗ ΠΟΥ ΗΜΟΥΝΑ ΣΤΗΝ ΑΝΕΡΓΙΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΝΑ ΑΠΑΣΧΟΛΗΘΩ ΩΣ ΙΑΤΡΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΕΧΩ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΤΕΙ;
ΜΗΠΩΣ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΝΑ ΕΡΓΑΣΘΩ ΚΑΙ ΩΣ ΠΑΙΔΙΑΤΡΟΣ,ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΟΓΟΣ ΚΛΠ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΤΙΤΛΟ ΕΙΔΙΚΌΤΗΤΑΣ;
ΓΙΑ ΠΙΟ ΛΟΓΟ ΤΗΝ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΚΤΗΣΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΗ ΜΟΙΡΑΖΟΜΑΙ ΜΕ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΥΣ,ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΟΥΣ ΚΛΠ;ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ,ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΒΑΡΥΚΟΙΕΣ ΤΟ ΙΔΙΟ ΜΕ ΕΜΕΝΑ;
ΑΡΑΓΕ ΚΑΙ ΕΓΩ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΚΑΝΩ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ,ΕΞΩΣΩΜΑΤΙΚΕΣ ΕΦΟΣΟΝ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΙΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΕΣ;
Παρατηρήσεις επί του άρθρου 30 «Ρυθμίσεις για Ιατρούς Εργασίας και Σύμβουλους Ασφάλειας της Εργασίας» του Σχεδίου Νόμου για την αναμόρφωση του Σώματος Επιθεωρητών.
Η παράγραφος 1 που ορίζει πως «Οι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας μπορούν να ασκούν τα καθήκοντά τους σε όλη την ελληνική επικράτεια, χωρίς προηγούμενη άδεια των κατά τόπους Ιατρικών Συλλόγων» είναι σύμφωνη με το Νόμο 3418/2005 «Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας»;
Γιατί στις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 7 του εν λόγω νόμου αναφέρεται πως:
1.Ο ιατρός ασκεί τα καθήκοντά του στην περιφέρεια του Ιατρικού Συλλόγου, στον οποίο έχει εγγραφεί και στη διεύθυνση, που έχει δηλώσει. Απαγορεύεται στον ιατρό να διατηρεί περισσότερα του ενός ιατρεία ή εργαστήρια είτε ατομικά είτε σε συνεργασία με άλλο συνάδελφό του ή με τη μορφή ιατρικής εταιρείας.
3. Απαγορεύεται η πλανοδιακή άσκηση της ιατρικής. Επιτρέπονται οι τακτικές επισκέψεις για την παροχή ιατρικής συνδρομής στο πλαίσιο εφαρμογής εγκεκριμένων προγραμμάτων υγείας ή όταν αυτό επιβάλλεται από τις ιδιαίτερες τοπικές συνθήκες και μετά από άδεια του Διοικητικού Συμβουλίου του κατά τόπο αρμόδιου Ιατρικού Συλλόγου.
Η παράγραφος 2 που ορίζει πως «Καθήκοντα Ιατρού Εργασίας μπορούν να ασκούν οι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας καθώς και όσοι Ιατροί έχουν ασκήσει καθήκοντα Ιατρού Εργασίας μέχρι τις 9 Αυγούστου 2005….» είναι σύμφωνη με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο; Συγκεκριμένα με:
Α) το άρθρο 9 «Συμπλήρωση διατάξεων του Ν. 1568/1985 «Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων» του Νόμου 3144/2003 «Κοινωνικός διάλογος για την προώθηση της απασχόλησης και την κοινωνική προστασία και άλλες διατάξεις.»
1. Η παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α’) «Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων» αντικαθίσταται ως ακολούθως:
» 1. Ο ιατρός εργασίας πρέπει να κατέχει και να ασκεί την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας, όπως πιστοποιείται από τον οικείο ιατρικό σύλλογο. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο όρος «ιατρός εργασίας» νοείται εφεξής ο ιατρός που διαθέτει την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας.»
2. Κατ’ εξαίρεση, τα καθήκοντα του ιατρού εργασίας, όπως αυτά προβλέπονται στο Ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α’) «Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων» έχουν δικαίωμα να ασκούν:
α) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχουν συνάψει συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ιατρού εργασίας με επιχειρήσεις και αποδεικνύουν την άσκηση των καθηκόντων αυτών συνεχώς επί επτά τουλάχιστον έτη.
β) Οι ιατροί οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου εκτελούν καθήκοντα ιατρού εργασίας χωρίς να κατέχουν ή να ασκούν τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας, αλλά τίτλο άλλης ειδικότητας.
Οι ιατροί των περιπτώσεων α’ και β’ θα πρέπει μέσα σε πέντε (5) έτη από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου να αποκτήσουν τον τίτλο ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας αφού ολοκληρώσουν τον κύκλο της εκπαίδευσης τους με βάση τις διατάξεις του Π.Δ. 415/1994 «Περί του χρόνου ειδίκευσης ιατρών για απόκτηση ειδικότητας» (ΦΕΚ 236 Α’) και του Π .Δ. 213/1986 «Καθιέρωση της ιατρικής ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας» (ΦΕΚ 87 Α’) για την απόκτηση του τίτλου της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕ.Σ.Υ.), καθορίζονται για τους ιατρούς της περίπτωσης β’ οι όροι και οι προϋποθέσεις για την απόκτηση της ειδικότητας, τα αντικείμενα και ο τρόπος εκπαίδευσης ανάλογα με την ειδικότητα την οποία ήδη κατέχουν και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Οι ιατροί των περιπτώσεων α’ και β’ υποχρεούνται να καταθέσουν αίτηση για εκπαίδευση προς απόκτηση της ειδικότητας μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Μετά την πάροδο της πενταετίας δεν επιτρέπεται σε ιατρό που δεν κατέχει τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας και δεν την ασκεί να εργάζεται και να προσφέρει υπηρεσίες ως ιατρός εργασίας.
Β) το άρθρο 12 «Δικαίωμα άσκησης καθηκόντων ιατρού εργασίας» του Νόμου 3762/2009 «Αναδιοργάνωση Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.), ρύθμιση θεμάτων Οργανισμών εποπτευόμενων από το Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και άλλες διατάξεις.»
Η παράγραφος 2 του άρθρου 9 του ν. 3144/2003 (ΦΕΚ 111 Α΄), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 29 του ν. 3227/2004 (ΦΕΚ 31 Α΄) και το άρθρο 5 του ν. 3667/2008 (ΦΕΚ 114 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Κατ’ εξαίρεση, τα καθήκοντα του ιατρού εργασίας, όπως αυτά προβλέπονται στο ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α΄) «Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων» έχουν δικαίωμα να ασκούν:
α) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχουν συνάψει συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ιατρού εργασίας με επιχειρήσεις και αποδεικνύουν την άσκηση των καθηκόντων αυτών συνεχώς επί επτά (7) τουλάχιστον έτη.
β) Οι ιατροί, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος εκτελούν καθήκοντα ιατρού εργασίας χωρίς να κατέχουν ή να ασκούν τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας, αλλά τίτλο άλλης ειδικότητας.
γ) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και Οικονομίας και Οικονομικών, η οποία εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, ο χρόνος και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εκπαίδευση και την πιστοποίηση των αναγκαίων προσόντων για την απόκτηση του τίτλου της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας από ιατρούς των περιπτώσεων των εδαφίων α΄ και β΄ της παρούσας, καθώς και για την άσκηση αυτής έως την ολοκλήρωση της διαδικασίας για την απόκτηση του ως άνω τίτλου της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας.»
Γ) την Υ.Α. με Αριθμ. Υ7α/ΓΠ. οικ. 112498 (6) «Ιατροί Εργασίας − Όροι και προϋποθέσεις για την απόκτηση της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας από ιατρούς άλλων ειδικοτήτων».
1. Καθήκοντα Ιατρού Εργασίας εκτελούν:
α) Οι ιατροί που έχουν την ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας.
β) Οι ιατροί, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του ν. 3762/2009 (Φ.Ε.Κ.75/Α΄/15.5.2009) εκτελούν καθήκοντα ιατρού εργασίας χωρίς να κατέχουν ή να ασκούν τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας, αλλά τίτλο άλλης ειδικότητας.
γ) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του ν. 3762/2009 (Φ.Ε.Κ. 75/Α΄/15.5.2009) έχουν συνάψει συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ιατρού εργασίας με επιχειρήσεις και αποδεικνύουν την άσκηση των καθηκόντων αυτών συνεχώς επί επτά (7) τουλάχιστον έτη.
Οι επιχειρήσεις πρέπει να αναζητούν Ειδικούς Ιατρούς Εργασίας. Σε Νομούς στους οποίους δεν υπάρχουν εγγεγραμμένοι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας στους Ιατρικούς Συλλόγους, οι επιχειρήσεις απευθύνονται στους όμορους Νομούς. Σε περίπτωση που δεν εκδηλωθεί ενδιαφέρον από τους όμορους Νομούς, μετά από βεβαίωση των οικείων Ιατρικών Συλλόγων, αναλαμβάνουν καθήκοντα ιατρού Εργασίας με ετήσιες συμβάσεις ιατροί των περιπτώσεων (β) και (γ). Με την εγγραφή ειδικευμένων Ιατρών Εργασίας στους αντίστοιχους Ιατρικούς συλλόγους, οι ειδικευμένοι Ιατροί Εργασίας αναλαμβάνουν τις θέσεις αυτές.
2. Οι ιατροί της παραγράφου 1 περίπτωση (β) που υποβάλλουν αίτηση προς απόκτηση της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας στο Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης οφείλουν να συμπληρώσουν άμεσα τα τμήματα που λείπουν από τη βασική τους ειδικότητα – ως υπεράριθμοι – και να δώσουν εξετάσεις για την απόκτηση του τίτλου της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας.
Οι αιτούντες ιατροί αναλόγως της ειδικότητας που κατέχουν, οφείλουν να συμπληρώσουν τα γνωστικά αντικείμενα της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας, τα οποία δεν είναι κοινά με τη βασική τους ειδικότητα. Οι ανωτέρω ιατροί οφείλουν να συμπληρώσουν τα τμήματα που λείπουν από τη βασική τους ειδικότητα και να δώσουν εξετάσεις για την απόκτηση της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας εντός των επομένων οκτώ (8) ετών. Όσοι εξ’ αυτών δεν αποκτήσουν, εντός της προαναφερόμενης προθεσμίας, την ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας, δεν θα έχουν δικαίωμα άσκησης καθηκόντων Ιατρού Εργασίας.
Δ) το άρθρο 16 «Προσόντα ιατρού εργασίας και βοηθητικού προσωπικού» του πρόσφατα ψηφισθέντα Νόμου 3850/2010 για την «Κύρωση του Κώδικα νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων.»
1. Ο ιατρός εργασίας πρέπει να κατέχει και να ασκεί την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας, όπως πιστοποιείται από τον οικείο ιατρικό σύλλογο.
2. Κατ’ εξαίρεση, τα καθήκοντα του ιατρού εργασίας, όπως αυτά προβλέπονται στον παρόντα κώδικα, έχουν δικαίωμα να ασκούν:
α) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα, οι οποίοι στις 15.5.2009 είχαν συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ιατρού εργασίας με επιχειρήσεις και αποδεικνύουν την άσκηση των καθηκόντων αυτών συνεχώς επί επτά τουλάχιστον έτη.
β) Οι ιατροί οι οποίοι στις 15.5.2009 εκτελούσαν καθήκοντα ιατρού εργασίας χωρίς να κατέχουν ή να ασκούν τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας, αλλά τίτλο άλλης ειδικότητας.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, ο χρόνος και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εκπαίδευση και την πιστοποίηση των αναγκαίων προσόντων για την απόκτηση του τίτλου της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας από ιατρούς των περιπτώσεων α΄ και β΄ της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και για την άσκηση αυτής έως την ολοκλήρωση της διαδικασίας για την απόκτηση του ως άνω τίτλου της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας.
Το μέχρι σήμερα νομοθετικό πλαίσιο για την «άσκηση καθηκόντων γιατρού εργασίας» έδινε προτεραιότητα στους ειδικούς γιατρούς εργασίας και κατ΄ εξαίρεση το δικαίωμα αυτό σε ανειδίκευτους ή γιατρούς άλλων ειδικοτήτων, με την προϋπόθεση όμως και αυτοί, εντός ενός εύλογου χρονικού διαστήματος (8 ετών) να εκπαιδευθούν και να δώσουν εξετάσεις για την απόκτηση της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας. Διαφορετικά θα έχαναν το δικαίωμα άσκησης καθηκόντων γιατρού εργασίας.
Το άρθρο 2 του Σχεδίου Νόμου καταργεί στο σύνολό του το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο για τις προϋποθέσεις άσκησης καθηκόντων γιατρού εργασίας;
Μήπως διευκολύνει και νομιμοποιεί την άσκηση καθηκόντων μιας ιατρικής ειδικότητας από γιατρούς χωρίς καμία ειδίκευση σ΄αυτήν, καταργώντας την υποχρέωση εκπαίδευσης και λήψης της ειδικότητας που απαιτεί η μέχρι σήμερα νομοθεσία;
Μήπως με την κατάργηση της προτεραιότητας των ειδικών γιατρών εργασίας τους καταργεί την ειδικότητα που κατέχουν, αφού πλέον η κατοχή της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας δεν θα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση καθηκόντων γιατρού εργασίας;
Υπάρχει ασυμφωνία μεταξύ της δυνατότητας, που παρέχει η παράγραφος 2 του άρθρου 29 του Σχεδίου Νόμου άσκησης, καθηκόντων γιατρού εργασίας από παντελώς ανειδίκευτους γιατρούς σ’ αυτή την ειδικότητα, με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες και την Ελληνική Νομοθεσία που δεν επιτρέπουν την άσκηση ιατρικής ειδικότητας χωρίς την συμπλήρωση του ελάχιστου χρόνου εκπαίδευσης; Συγκεκριμένα με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 93/16, που εισάγει ελάχιστες ουσιαστικές προϋποθέσεις απόκτησης και άσκησης της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας και με το πρόσφατο Π.Δ. 38/2010 «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων» όπου σαφέστατα αναφέρεται πως για την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων για την παροχή υπηρεσιών γιατρού εργασίας απαιτείται ελάχιστη διάρκεια εκπαίδευσης 4 ετών;
Επιπλέον σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (Ν.Δ. 3366/1956, Ν. 3418/2005, Α.Ν.1565/1939, Π.Δ. 38/2004) απαγορεύεται η χρήση κατά την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος τίτλων δύο ιατρικών ειδικοτήτων. Συγκεκριμένα:
Άρθρο 2. Ν. (1579/85) Κύριες και συναφείς ιατρικές ειδικότητες
1. Η απαγόρευση χρησιμοποίησης περισσοτέρων από έναν (1) τίτλων ιατρικών ειδικοτήτων, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 12 του Ν.Δ. 2266/1955 (ΦΕΚ Α’ 258/1955), ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και για τις τέως συναφείς ειδικότητες. Οι γιατροί που έχουν δύο (2) ειδικότητες μπορούν να αξιοποιήσουν το δεύτερο τίτλο τους μόνο σε επιστημονικές ανακοινώσεις και σε συνέδρια.
Άρθρο 12. 1. Απαγορεύεται η χρησιμοποίηση τίτλου περισσοτέρων από μια ειδικότητες.
2. Γιατροί που έχουν άδεια για να χρησιμοποιήσουν τίτλους για περισσότερες από μια ειδικότητες, μπορούν, αφού παραιτηθούν από την άδεια της ειδικότητας που ασκούν, να χρησιμοποιήσουν τον τίτλο άλλης ειδικότητας μόνο εφόσον έχει παρέλθει πενταετία από τότε που τους απονεμήθηκε η ειδικότητα αυτή. H παραίτηση υποβάλλεται εγγράφως προς τον οικείο Ιατρικό Σύλλογο και συντάσσεται απόδειξη στην οποία σημειώνεται η αναγκαία μεταβολή στα μητρώα, αλλιώς η χρησιμοποίηση του τίτλου της νέας ειδικότητας θεωρείται παράνομη.
3. Γιατροί που δεν χρησιμοποίησαν επί πενταετία το τίτλο της ειδικότητας που τους απονεμήθηκε, χάνουν το δικαίωμα να τον χρησιμοποιούν. Για την ανάκτηση του τίτλου απαιτείται νέα επιτυχής εξέταση ενώπιον της αρμόδιας Εξεταστικής Επιτροπής, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 10 του παρόντος.
Άρθρο 13. H χρησιμοποίηση τίτλου ιατρικής ειδικότητας κατά παράβαση του παρόντος N.Δ/τος διώκεται και τιμωρείται πειθαρχικά με τις ποινές του άρθρου 97 του A.N. 1565/39.
Υπάρχει ασυμφωνία της παραπάνω νομοθεσίας με την άσκηση δυο ιατρικών ειδικοτήτων των γιατρών που «έχουν ασκήσει καθήκοντα Ιατρού Εργασίας μέχρι τις 9 Αυγούστου 2005» και σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 29 του Σχεδίου Νόμου μπορούν να συνεχίσουν να ασκούν καθήκοντα γιατρού εργασίας παράλληλα με την κύρια ειδικότητά τους;
Σε περίπτωση θετικής απάντησης στην παραπάνω ερώτηση θα υπάρξει πρόβλεψη στο Σχέδιο Νόμου για την έγγραφη παραίτηση στους οικείους Ιατρικούς Συλλόγους -των γιατρών που ασκούν καθήκοντα γιατρού εργασίας- από την ειδικότητα που ασκούσαν μέχρι σήμερα;
Η ιατρική δεν είναι κλειστό επάγγελμα. Όλοι έχουν τη δυνατότητα, μέσα από μια σειρά ποικίλης δυσκολίας εξετάσεων, να πάρουν πτυχίο ιατρικής.
Ο κάθε ιατρός με δικά του κριτήρια, προσωπικά-κοινωνικά-οικονομικά, επιλέγει την ειδικότητα στην οποία επιθυμεί να ειδικευθεί. Απαιτείται μακροχρόνια προσπάθεια, αναμονή, μόχθος και ατομικές θυσίες μέσα στο ελληνικό σύστημα ειδίκευσης, ώστε να αποκτήσει τη γνώση που απαιτείται για να καταστεί συνεπής στην άσκηση της εκάστοτε ειδικότητας κι ανταγωνιστικός ελεύθερος επαγγελματίας.
Το παρόν νομοσχέδιο αποτελεί την απαρχή της κατάργησης των ιατρικών ειδικοτήτων. Άγνωστο ποια συμφέροντα ή σκοπιμότητες προωθούν την άσκηση της ιατρικής εργασίας από μη ειδικούς.Είναι όμως εφιαλτικό το σενάριο πιθανής γενίκευσης της αντίληψης αυτής, που θα καθιστά τους ιατρούς πολυεπιστήμονες-πολυειδικούς χωρίς βέβαια την ανάλογη εκπαίδευση. Δεν είναι καθόλου δύσκολο να αντιληφθούμε την υποβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας που θα επέλθει. Μπορώ να φανταστώ ότι αυτό ήδη συμβαίνει στην ιατρική της εργασίας, αφού νομοθετικά παράθυρα ετών επιτρέπουν σε επιτήδειους να λυμαίνονται το χώρο και να ασκούν την συγκεκριμένη ειδικότητα ως πάρεργο.
Σημείωση: ο υπογράφων δεν είναι ιατρός εργασίας, αλλά ιατρός -σύντομα ειδικός- άλλης ειδικότητας, που συνεχίζει να θεωρεί την ιατρική λειτούργημα το οποίο ακολουθεί κανόνες δεοντολογίας κι επιστήμη που απαιτεί συνεχή επιμόρφωση. Απαιτεί δε από την πολιτεία στήριξη, όχι οικονομική, του έργου αυτού.
Σχετικά με το αρ.29, παράγραφος 6:
-Ας μας απαντήσουν οι συντάκτες του άρθρου 29, σε ποια χώρα του κόσμου είναι υποχρεωτικός ο έλεγχος του ωραρίου του Γιατρού Εργασίας και του Μηχανικού ασφάλειας, από τους Τεχνικούς και Υγ/κους Επιθεωρητές Εργασίας του ΣΕΠΕ?
Το ετήσιο ωράριο απασχόλησης του ΓΕ και ΤΑ (εξωτερικών συνεργατών), και της ΕΞΥΠΠ θα πρέπει να αποτελεί εσωτερική συμφωνία του εργοδότη με το επιχειρησιακό σωματείο της εταιρείας καθώς και με την επιτροπή ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων, με βάση τις ετήσιες ώρες που ήδη προβλέπονται ορθά στο π.δ 294/88 και δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να κοινοποιείται στην επιθεώρηση εργασίας. Θα πρέπει όμως να αναρτάται με βεβαιότητα στον πίνακα ανακοινώσεων της εταιρείας.
Παρουσιολόγοι των ιδιωτικών ΕΞΥΠΠ είναι οι επιθεωρητές? Αυτό που πρέπει να κάνουν οι επιθεωρητές είναι, ο έλεγχος εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας και μόνο αυτός. Αν θέλει το κράτος, μπορεί να προσλάβει απόφοιτους δημοτικού για κάνουν τους παρουσιολόγους των ΕΞΥΠΠ και των συμβούλων υγείας των επιχειρήσεων..
Και το άλλο μαργαριτάρι του σ/ν…… θα αφαιρούν τις άδειες μηχανικών και γιατρών (επιστημόνων, δηλαδή) που δεν τηρούν το ωράριο τους? Καλά στο νηπιαγωγείο είμαστε? Λίγη σοβαρότητα, παρακαλώ, στους συντάκτες !
-Το βιβλίο υποδείξεων του Γιατρού και Τεχνικού, σαφώς και πρέπει να συμπληρώνεται συστηματικά σε τακτά χρονικά διαστήματα από τους υπευθύνους. Είναι μέρος της ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ασφάλειας και υγείας της επιχείρησης και των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η ίδια η επιχείρηση στη Γραπτή Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου.
Προτείνουν, κάποιοι αεριτζήδες , στα σχόλιά τους, να καταργηθεί το ΒΙΒΛΙΟ ή να το συμπληρώνουν όποτε τους καπνίσει……… ..μα είναι σοβαρά πράγματα αυτά? ούτε σε χώρες ΜΠΑΝΑΝΙΕΣ δε γίνονται αυτά!
-Παρακαλούμε θερμά την κυρία Υπουργό, να μην περάσουν οι διατάξεις τέτοιου είδους (αρ. 29, παρ.6), που σπιλώνουν το κύρος του ΣΕΠΕ.
Η ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ (Ν/Σ ΠΕΡΙ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΟΥ ΣΕΠΕ ,ΑΡΘΡΟ29 ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΙΕ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ) ΑΠΟ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ ΕΙΔΙΚΟΥΣ ΙΕ ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΕΙ ΤΑ ΠΟΙΚΙΛΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΘΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΕΝΟΣ ΤΕΤΟΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΠΟΥ ΜΕ ΤΡΟΠΟ ΠΡΟΧΕΙΡΟ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΝΑ ΘΕΣΕΙ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΜΙΑΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑΣ ( ΕΠΙ 26 ΕΤΗ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΘΕΣΜΙΚΑ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ).
ΕΙΝΑΙ ΣΙΓΟΥΡΟ ΟΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΗ ΚΑΜΙΑ ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ,ΟΤΑΝ ΟΙ ΕΙΔΙΚΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ ΠΟΥ ΑΠΟΚΤΟΥΝΤΑΙ ΜΕΤΑ ΑΠΟ 4 ΕΤΗ ΑΣΚΗΣΗΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑΣ ΑΠΟ ΙΑΤΡΟΥΣ ,ΟΠΩΣ Ο ΝΟΜΟΣ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΑΣ ΜΗΝ ΤΟ ΞΕΧΝΑΜΕ, ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΕΚΧΩΡΟΥΝΤΑΙ ΣΕ ΙΑΤΡΟΥΣ ΑΛΛΩΝ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΩΝ ΧΩΡΙΣ ΚΑΝΕΝΑ ΕΛΕΓΧΟ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΧΗΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΙΔΙΚΩΝ .
ΑΝ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ ΙΚΑΝΟ ΑΡΙΘΜΟ ΕΙΔΙΚΩΝ ΝΑ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΓΟΥΜΕ ΑΜΕΣΑ :
1)ΟΔΗΓΩΝΤΑΣ ΤΟΥΣ, ΑΠΟ ΤΟ 2005, ΟΜΟΙΡΟΥΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ ΙΑΤΡΟΥΣ ΠΟΥ ΔΕΧΘΗΚΑΝ ΝΑ ΑΠΟΧΤΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΜΕ ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΝΟΜΙΜΟ ΤΡΟΠΟ. ΠΡΟΤΑΣΗ ΗΔΗ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΤΕΘΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΕΙΕΠ ΕΠΙΣΗΜΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΚΕΣΥ.
ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΑΣ ΥΠΑΡΞΕΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ.
ΕΧΟΥΝ ΗΔΗ ΠΕΡΑΣΕΙ 6 ΕΤΗ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΟΔΗΓΗΘΕΙ ΠΟΥΘΕΝΑ.
ΦΥΣΙΚΑ ΑΥΤΟΙ ΘΑ ΕΙΝΑ ΙΕ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΛΛΗΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑΣ.ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ Ή ΟΧΙ;;;;;
2)AΥΞΑΝΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΕΙΔΙΚΕΥΟΜΕΝΩΝ ΙΕ ,ΠΕΡΙΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΑΝΑΜΟΝΗΣ ΟΠΟΤΕ ΟΔΗΓΟΥΜΕ ΙΑΤΡΟΥΣ ΑΜΕΣΑ ΘΑ ΒΡΟΥΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΒΑΣΗ ΤΩΝ ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑΓΕΓΡΑΜΕΝΩ ΑΝΑΓΚΩΝ . ΕΤΣΙ ΣΤΑΜΑΤΑ Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ ΑΝΕΡΓΩΝ ΙΑΤΡΩΝ ΣΕ ΚΟΡΕΣΜΕΝΕΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΕΣ ΜΕ ΟΤΙ ΑΥΤΟ ΣΥΝΕΠΑΓΕΤΑΙ.
ΕΤΣΙ ΘΑ ΕΧΟΥΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΗ ΙΕ ΚΑΙ ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΚΑΘΕ ΛΙΓΟ ΝΑ ΒΡΙΣΚΟΥΜΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ.
ΠΑΝΤΩΣ ΑΣ ΜΗΝ ΠΡΟΤΡΕΠΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΡΓΟΔΟΤΕΣ ΝΑ ΒΡΟΥΝ ΕΝΑ ΓΙΑΤΡΟ ΓΙΑ ΜΙΑ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΜΕ ΟΤΙ ΚΑΙ ΑΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΑΥΤΟ .
Ο ΚΩΔΙΚΑΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ ΙΕ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΟΥΝΤΩΝ ΤΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΠΑΡΚHΣ ΛΥΣΗ ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΥΣΤΗΡΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΠΟΙΟΙ ΘΑ ΠΕΡΙΕΧΟΝΤΑΙ ΣΕ ΑΥΤΟ.
ΔΙΟΤΙ ΚΑΙ Ο ΙΕ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΤΟΥ ΕΧΕΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΘΕΙ ΣΕ ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ,ΠΝΕΥΜΟΝΟΛΟΓΙΑ ,ΩΡΛ ,ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ Κ.Α ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΟΝΟΜΑΖΕΤΑΙ ΩΣ ΕΙΔΙΚΟΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΑΛΛΗΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑΣ ΠΛΗΝ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΤΟΝ ΤΙΤΛΟ ΦΕΡΕΙ .
ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΚΑΙ Ο ΙΣΑ ΕΧΕΙ ΕΚΦΡΑΣΕΙ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΤΟΥ ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΤΟ ΘΕΜΑ ΠΟΥ ΘΗΓΕΙ ΤΗΝ ΙΑΤΡΙΚΗ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑ.
ΑΛΙΜΟΝΟ ΑΝ ΤΟ 2011 ΑΚΟΜΑ ΑΝΑΡΩΤΙΩΜΑΣΤΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΑΝ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΙΑΤΡΙΚΗ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ !!!!!
ΑΣΚΕΙΤΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ ΙΑΤΡΙΚΗ ΑΝΤΙ ΑΥΤΟΥ;;;;
ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΠΑΡ6 ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΝΑ ΜΑΣ ΥΠΟΔΕΙΧΘΕΙ ΣΕ ΠΟΙΑ ΑΛΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΠΙΣΗΜΑ ΑΝΑΡΤΗΜΕΝΟΣ ΣΕ ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΟΥ ΝΑ ΑΦΟΡΑ ΕΤΗΣΙΑ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΠΛΗΝ ΗΜΩΝ
ΚΑΙ ΒΑΣΗ ΠΟΙΟΥ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ ΘΑ ΜΑΣ ΑΦΑΙΡΕΙΤΑΙ Η ΑΔΕΙΑ ΑΣΚΗΣΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΔΙΑΠΡΑΞΕΙ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ Ή ΠΟΙΝΙΚΟ ΑΔΙΚΗΜΑ ΧΩΡΙΣ ΔΕ ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΝΑ ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΕΚΑΣΤΟΤΕ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ.
ΜΗΠΩΣ ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ ΝΑ ΠΟΙΝΙΚΟΠΟΙΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΧΡΟΝΙΚΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΤΥΧΑΙΟ ΓΕΓΟΝΟΣ (ΑΣΘΕΝΕΙΑ ,ΤΡΟΧΑΙΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ,ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗ ΣΥΜΦΟΡΗΣΗ ΚΛΠ) ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΑΔΥΝΑΜΙΑΣ ΝΑ ΑΣΚΗΣΟΥΜΕ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΙΣ ΠΑΘΟΓΕΝΕΙΕΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΩΣΤΕ ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΝΑ ΒΡΟΥΜΕ ΛΥΣΗ ΣΤΟ ΑΔΙΕΞΟΔΟ;;
YΠΑΡΧΕΙ ΑΡΑΓΕ ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΘΑ ΚΑΤΗΓΓΕΙΛΕ ΤΟΝ ΚΑΚΟ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗ;
Ή ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΟΒΑΡΑ Η ΑΠΟΨΗ ΟΤΙ ΕΑΝ ΓΡΑΦΕΤΑΙ ΟΠΩΣ ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΥΠΟΔΕΙΞΕΩΝ ΦΡΑΣΗ ΟΠΩΣ «ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΟΥΔΕΝ » ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΟΛΥΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΡΚΟΥΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ .
ΑΥΤΟ ΘΑ ΙΚΑΝΟΠΟIOΥΣΕ ΕΝΑΝ ΕΙΔΙΚΟ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗ ;
AYTΗ Η ΔΙΑΤΥΠΩΣΗ ΘΑ ΕΞΑΣΦΑΛΙΖΕ ΕΝΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ Ή ΕΝΑ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΥΧΗΜΑ Ή ΤΗΝ ΝΟΣO;
ΜΗΠΩΣ ΘΑ ΗΤΑΝ ΠΡΟΤΙΜΟΤΕΡΟ KAI ΣΚΟΠΙΜΟ ΝΑ ΕΛΕXΘΕΙ Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΙΑΤΡΙΚΩΝ ΑΡΧΕΙΩΝ ,ΜΕΤΡΗΣΕΩΝ , ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ,ΑΡΧΕΙΟΥ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΩΝ, ΒΕΒΑΙΩΣΕΩΝ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ, ΜΕΛΕΤΗΣ ΑΠΟΥΣΙΑΣΜΟΥ ,ΔΡΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΑΓΩΓΗ ΥΓΕΙΑΣ Κ.Λ.Π ΠPΙΝ ΟΔΗΓΗΘΕΙ ΣΤΗΝ ΠΥΡΑ «Ο ΚΑΚΟΣ» ΙΕ;
ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΠΟΛΥ ΘΑ ΗΘΕΛΑ ΩΣ ΠΟΛΙΤΗΣ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΟΥ ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΕΙ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΝΑ ΜΟΥ ΕΞΗΓΗΘΕΙ ΓΙΑΤΙ ΕΝΩ ΕΧΩ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙ ΜΙΑ ΙΑΤΡΙΚΗ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΜΕ ΝΟΜΙΜΟ ΤΡΟΠΟ, ΔΕΝ ΕΧΩ ΚΑΜΙΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ;
ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΛΑΒΕΙ ΑΚΟΜΑ ΘΕΣΗ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΣΥ ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΙΕ ,ΤΟ ΘΕΜΑ ΙΑΤΡΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΙΕ ΚΑΙ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΑ ΤΑΜΕΙΑ ΠΑΡΑ ΤΟ ΟΤΙ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΤΕΘΕΙ ΜΕΛΕΤΗ ΑΠΟ ΤΗ ΕΕΙΕΠ ΕΠΙΣΗΜΑ ΑΠΟ ΤΟ 2004 ΄;
ΠΟΣΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΠΡΕΠΕΙ ΑΚΟΜΑ ΝΑ ΣΤΕΙΛΟΥΜΕ ΩΣΤΕ ΚΑΠΟΙΟΣ ΝΑ ΜΑΣ ΔΩΣΕΙ ΣΗΜΑΣΙΑ;
ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΑΝΑΡΩΤΙΕΤΑΙ ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ ΕΝΑΣ ΙΑΤΡΟΣ ΑΛΛΗΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑΣ ΝΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΟ ΙΑΤΡΕΙΟ, ΝΑ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΟ ΤΑΜΕΙΟ ΚΑΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΕΣ ΕΤΑΙΡΙΕΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΒΛΕΨΗ ΤΟΥ;
ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΝΕΝΑΣ ΠΕΡΙΟPΙΣΜΟΣ;
ΠΟΣΕΣ ΚΥΑ ΚΑΙ ΝΟΜΟΙ ΘΑ ΥΠΑΡΞΟΥΝ AKOMA ΓΙΑ ΝΑ ΡΥΘΜΙΣΟΥΝ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΥΤΑ ;
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ ΕΙΝΑΙ ΣΑΦΕΣ ΟΤΙ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΜΙΑΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠEΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΙΜΟ ΣΤΗΝ ΟΥΣΙΑ .
ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΣΤΙΓΜΗ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΤΕΙ Η ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΙΑΤΡΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΡΤΙΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ,ΝΑ ΕΦΑΡΜΟΣΤΟΥΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΟΥΝ ΤΟ ΑΔΙΑΒΛΗΤΟ ΤΟΥ ΡΟΛΟΥ ΤΟΥΣ ΣΕ ΕΝΑ ΠΕΔΙΟ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΚΡΙΣΙΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΗΝ ΥΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ ΩΣΤΕ ΝΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΟΥΝ ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ,ΝΑ ΚΑΛΥΦΘΟΥΝ ΟΙ ΑΝΑΓΚΕΣ ΜΕ ΝΟΜΙΜΟ ΚΑΙ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΟ ΤΡΟΠΟ ΚΑΙ ΟΧΙ ΟΠΩΣ ΤΟ ΕΠΙΘΥΜΟΥΝ ΚΑΠΟΙΟΙ , ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΘΟΥΝ ΟΙ ΙΕ ΩΣ ΙΑΤΡΟΙ ΙΣΟΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΥΠΟΛΟΙΠΟΥΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΩΣ ΙΣΧΝΗ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΣΥΡΕΤΑΙ.AΣ ΕΞΕΤΑΣΘΟΥΝ ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ ΜΑΣ ΔΙΟΤΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΙΔΙΚΟΙ ΕΠΙ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ .
ΤΟ MOTO ‘YΓΙΕΙΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΥΓΙΕΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ’ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟ ΘΥΜΟΜΑΣΤΕ ΜΟΝΟ ΣΤΙΣ ΗΜΕΡΙΔΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΑΛΛΑ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΟΥΜΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΠΡΑΞΗ.
ΟΙ ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΕΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΑΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΠΛΟ ΛΟΓΟ ΟΤΙ ΚΑΘΕ ΓΙΑΤΡΟΣ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΣΚΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ. ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΟΦΘΑΛΜΙΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ ΩΡΛ. ΑΠΟΨΕΙΣ ΟΤΙ Η ΙΑΤΡΙΚΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΚΛΕΙΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΟΤΙ ΚΑΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΑΔΑΕΙΣ. Η ΙΑΤΡΙΚΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΙΑΤΡΙΚΗ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΜΕ 4 ΧΡΟΝΙΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΜΕ 5 ΧΡΟΝΙΑ. ΑΡΑ ΑΣΚΕΙΤΑΙ ΜΟΝΟ ΑΠΟ ΟΣΟΥΣ ΕΧΟΥΝ ΕΙΔΙΚΕΥΤΕΙ. Η ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΑΣΚΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΠΑΙΔΙΑΤΡΟΥΣ? Η ΟΦΘΑΛΜΟΛΟΓΙΑ ΑΣΚΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΥΣ? ΓΙΑΤΙ Η ΙΑΤΡΙΚΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΝΑ ΑΣΚΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΙΑΤΡΟΥΣ ΑΛΛΩΝ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΩΝ»
Απόψεις ότι η Ιατρική Εργασίας είναι κλειστό επάγγελμα φανερώνουν ότι κάποιοι είναι, ή θέλουν να φαίνονται, τουλάχιστον αδαείς.
Η Ιατρική Εργασίας είναι ιατρική ειδικότητα με τέσσερα χρόνια παρακολούθησης και σαφές και ιδιαίτερο επιστημονικό αντικείμενο.
Πέρα λοιπόν από τη νομική διάσταση του θέματος (σύννομη-??- άσκηση παράλληλα δύο ειδικοτήτων ή άσκηση ιατρικής ανά την Ελλάδα), η Ιατρική Εργασίας πρέπει να ασκείται από τους ειδικούς σε αυτήν ιατρούς, όπως και όλες οι λοιπές ειδικότητες (γνωρίζεται π.χ. κάποιον γυναικολόγο να ασκεί την καρδιολογία ή ακόμα χειρότερα κάποιον ανειδίκευτο ιατρό να ασκεί είτε να παρέχει υπηρεσίες χειρουργού- παιδιάτρου κτλ?).
Οι ειδικευμένοι ιατροί -όλων των ειδικοτήτων- γνωρίζουν ποια είναι τα τυπικά καθήκοντά τους, οφείλουν και φροντίζουν να διατηρούν και να προάγουν τη γνώση τους στο επιστημονικό τους πεδίο και ασκούν την ιατρική σύμφωνα πάντα με την Ιατρική Δεοντολογία. Αυτά θεωρούνται υποχρεωτικά, αυτονόητα κι όχι διαπραγματεύσιμα.
Αν σκοπός είναι η προάσπιση της υγείας του εργατικού δυναμικού κι η επίτευξη ασφαλών συνθηκών εργασίας, υπάρχουν υγιή και δοκιμασμένα πρότυπα που εφαρμόζονται εδώ και δεκαετίες στο εξωτερικό για τα οποία μπορεί να σας ενημερώσει η Επιστημονική Εταιρεία των ιατρών εργασίας.
Κ. Πολυχρονάκη συμφωνω απόλυτα και για να τονίσω τα λεγόμενά σας δηλώνω:
Πιστεύω ότι καθήκοντα Καδριοχειρουργού μπορεί να ασκεί ιατρός οποιασδήποτε ειδικότητας.
Δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται η Καρδιοχειρουργική ως κλειστό επάγγελμα.
Νομίζω έγινα σαφής.
Πιστεύω οτι όλοι οι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας συμφωνούν με τους συναδέλφους που σχολίασαν παραπάνω,όπως ο Κος Κωνσταντινίδης, Ψαρράς, Τζίμας Μακρόπουλος, Πανταζή Θανασίας και άλλοι. Αγωνιζόμαστε για κάτι αυτονόητο, μια ειδικότητα αναγνωρισμένη στην Ελλαδα και συζητάμε σε αυτό τον χώρο αν θα πρέπει να ειναι κλειστή ή όχι!και ένα Υπουργείο Υγείας δεν πέρνει θέση τόσα χρόνια για μια ειδικότητα που εκπαιδεύει Ιατρούς για 4 έτη!Προσωπικά θα προτιμούσα να μας δώσουν τίτλο άλλης ειδικότητας όπως Παθολογίας ή Πνευμονολογίας και παράλληλα να ασκούμε και εμείς καθήκοντα Ιατρού Εργασίας μιας και εχουμε αποκτήσει εμπειρία.Ετσι και μόνον έτσι θα δεχόμουν να ασκήσει καθήκοντα ιατρου εργασιας και ο συνάδελφος άλλης ειδικότητας.Γιατί δεν ασχολούμαστε και με εναν χειρουργό που θα ήθελε να πάρει θέση Επικουρικού σε παθολογική κλινική?Σας υπενθυμίζω ότι η Ιατρική της Εργασίας είναι ιατρική ειδικότητα η οποία καθιερώθηκε επίσημα στη χώρα μας με Προεδρικό Διάταγμα που καθορίζει επακριβώς το αντικείμενο, τις προδιαγραφές και τις προαπαιτούμενες πιστοποιήσεις για να τοποθετηθεί κάποιος σε μια τόσο υπεύθυνη θέση.Ας αναλάβουν όλοι λοιπόν τις ευθύνες των όσων αναγράφουν διοτι μας απομένει μόνο η νομική οδός μιας που ακόμα και η πολιτεία αδυνατεί να νομοθετήσει ή έστω να αντιγράψει τις κοινωτικές οδηγίες.
Η ιατρική της εργασίας ως ιατρική ειδικότητα εντάσσεται στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας ,συμβάλλοντας στην πρόληψη της νοσηρότητας στους χώρους εργασίας,στην εξάλειψη του επαγγελματικού κινδύνου με αποτέλεσμα την προαγωγή της δημόσιας υγείας.Η ορθή επιστημονική εφαρμογή της από ειδικούς ιατρούς εργασίας πέρα από τα οφέλη που προσφέρει στους εργαζομένους στηρίζει την οικονομία της υγείας υπηρετώντας το δημόσιο συμφέρον.
Η πρόληψη οδηγεί σε διατήρηση της υγείας ,μηδενίζει το κόστος για το σύστημα υγείας καθώς οι εργαζόμενοι παραμένουν υγιείς και δεν οδηγούνται σε πολυέξοδες,κατασταλτικές -θεραπευτικές δράσεις που μέσω των ασφαλιστικών ταμείων επωμίζεται το δημόσιο.Εξ’άλλου το μικρό αναλογικά κόστος για την παροχή των υπηρεσιών ιατρικής της εργασίας επιβαρύνει αποκλειστικά την εργοδοσία δηλαδή αποτελεί δαπάνη ιδιωτών.
Γίνεται λοιπόν σαφές ότι η ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας με τη δράση της ταυτίζει την ηθική διάσταση της ιατρικής ,την προαγωγή της υγείας (όλα τα μεγάλα άλματα στον τομέα της υγείας σε επίπεδο πληθυσμού στην ανθρώπινη ιστορία έγιναν μέσω της εφαρμογής της πρόληψης) με το δημόσιο συμφέρον(εδώ ας σημειωθεί και η συμβολή της αύξησης της παραγωγικότητας μέσω των υγιών εργαζομένων).
Στη σημερινή Ελλάδα ο αριθμός των ειδικών ιατρών εργασίας ,είναι πολύ μικρός.Το δημόσιο αντί να οδηγηθεί σε δράσεις προαγωγής της κλείνει το μάτι στην υποκατάστασή της και συνεπώς στην υποβάθμισή της.Κατά καιρούς έχουν προωθηθεί λύσεις που επιτρέπουν την υπό προϋποθέσεις ευκαιριακή εξάσκησή της,από ιατρούς άλλων ειδικοτήτων.Και πρόκειται για μια εξάσκηση τόσο ευκαιριακή που οι όποιες προσπάθειες για την εκπαίδευση των συναδέλφων άλλων ειδικοτήτων επί των θεμάτων της ιατρικής της εργασίας έχουν πέσει στο κενό μια και το κίνητρο είναι καθαρά κερδοσκοπικό.Έτσι δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις στις οποίες στη συνείδηση των εργαζομένων ο ιατρός εργασίας ή καλύτερα ο μη ειδικός εκτελών χρέη ιατρού εργασίας ταυτίζεται με έναν ευκαιριακό επισκέπτη που παρίσταται κυρίως διά της υπογραφής του λύνοντας όχι προβλήματα δημόσιας υγείας και επαγγελματικής υγιεινής αλλά τεχνικά ζητήματα νομιμότητας της επιχείρησης μια και η νομοθεσία την υποχρεώνει να διαθέτει ιατρό εργασίας.
Την ίδια στιγμή που επιτρέπεται η υποκατάσταση των ιατρών εργασίας απαγορεύεται ρητά σε αυτούς η δυνατότητα κατοχής ιδιωτικού ιατρείου στο οποίο μπορεί να προσέλθει ο εργαζόμενος που πιστεύει ότι το πλήγμα στην υγεία του οφείλεται σε επαγγελματική έκθεση.Τέτοιοι είναι οι εργαζόμενοι που μένουν ακάλυπτοι μια και οι ιατροί εργασίας προβλέπεται να υπάρχουν σε επιχειρήσεις ,που πλην των ειδικών εξαιρέσεων, απασχολούν πάνω από πενήντα εργαζομένους .Και εδώ τα κριτήρια είναι αριθμητικά και όχι ουσιαστικά.
Πολλοί αποδίδουν την διατήρηση της ύπαρξης αυτής της στρέβλωσης στα μεγαλύτερα πολιτικά οφέλη που θα καρπωθεί όποιος τη διατηρεί μια και οι ιατροί που επωφελούνται είναι αριθμητικά περισσότεροι από αυτούς που θίγονται.Εδώ όμως πρέπει να συνυπολογιστεί και το πολιτικό κόστος που προέρχεται από την πλευρά των εγαζομένων οι οποίοι είναι αυτοί που πλήττονται περισσότερο .Τα αναγνωρισμένα επαγγελματικά νοσήματα στην Ελλάδα είναι συντριπτικά λιγότερα ενώ τα επαγγελματικά ατυχήματα συντριπτικά περισσότερα από τα αντιστοιχα ευρωπαικά.Ακόμη οι δημόσιες παρεμβάσεις για την διατήρησή της αποτελούν κυρίως προσωπικές μεθοδεύσεις και όχι δράσεις που αποσκοπούν σε γενικά πολιτικά οφέλη.
Αν η ανωτέρω περιγραφείσα κατάσταση ήταν με τους όρους του χθες προβληματική με τους όρους του σήμερα γίνεται τραγική μια και βάση των εξελίξεων στα εργασιακά παρατείνεται ο εργασιακός βίος ,αυξάνεται η ελαστικότητα και η επικινδυνότητα.Τον εικοστό αιώνα από πλευράς εργασιακών σχέσεων με βάση τις τελευταίες εξελίξεις φαίνεται να διαδέχεται όχι ο εικοστός πρώτος αλλά ο δέκατος ένατος.
Εδώ λοιπόν είναι που η πολιτεία οφείλει να παρέμβει θεσμοθετώντας επίσημα αυτό που είναι πολιτικά πρωτοποριακό,επιστημονικά τεκμηριωμένο και κοινωνικά ηθικό.Το ότι δηλαδή αποτελεί όνειδος η υγεία των εγαζομένων να αποτιμάται να <> ελαφρύτερα από την αντιεπιστημονική,ευκαιριακή οικονομική ωφέλεια κάποιων γιατρών.(πρόκειται σαν να υποκαθιστά τον νευρολόγο ένας γυναικολόγος και αυτό να νομοθετείται επειδή ο δεύτερος έχει προσβάσεις στην άσκηση της εξουσίας).
Μια διαπίστωση με την οποία σίγουρα θα συμφωνούσαν πολλοί είναι το ότι για να διαφύγει η χώρα από την σημερινή εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία στην οποία έχει περιέλθει πρέπει αφ’ενός να εξοστρακίσει στρεβλώσεις και μικροσυμφέροντα και αφ’ετέρου να επενδύσει στην υγεία και την παραγωγικότητα των ανθρώπων της.Η ουσιαστική προαγωγή της ιατρικής της εργασίας υπηρετεί απολύτως το φιλόδοξο αυτό εγχείρημα.
Για να γίνει η ποιοτική αναβάθμιση του θεσμικού πλαισίου της Ασφάλειας Υγιεινής Εργασίας (Α.Υ.Ε.), πρέπει πρώτα να εξετασθεί η σημερινή κατάσταση της στη χώρα μας.
Διαπιστώσεις.
α) Το 80% των εργαζομένων απασχολούνται σε Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις (Μ.Μ.Επ.)
β) Υπηρεσίες του Τεχνικού Ασφάλειας (Τ/Α) στις επιχειρήσεις αυτές, μπορεί να τις παρέχει ο εργοδότης, αφού περάσει το σεμινάριο των 35 ωρών, μια μόνο φορά και πιστοποιείται για πάντα ως Τ/Α.
γ) Οι επιχειρήσεις (ακόμη και οι μεγάλες), που δεν έχουν ακόμη υπηρεσία Τ/Α, ή Ιατρού Εργασίας, (Ι/Ε) ή δεν είχαν ποτέ, δεν έχουν καμία επίπτωση από τα ΚΕΠΕΚ, πέραν των συστάσεων (άρα ο θεσμός είναι στη πράξη σε εθελοντική βάση).
δ) Επιχειρήσεις που διακόπτουν την παροχή υπηρεσιών Α/Υ στους εργαζόμενούς τους, που κάνουν ψευδή δήλωση Τ/Α στη κατάσταση εργαζομένων, που αλλάζουν Τ/Α ή Ι.Ε. διότι έχουν βρει κάποιον άλλον που τους κάνει τα χατίρια, παρόλο που γνωστοποιούνται στα ΚΕΠΕΚ, μένουν στο απυρόβλητο.
Άρα για ποια εφαρμογή Ασφάλειας Υγιεινής Εργασίας μιλάμε όταν αυτή δεν φτάνει στον τελικό αποδέκτη, τον εργαζόμενο (χωρίς να θέλω να υποβαθμίσω τις προσπάθειες, αλλά να τονίσω το ελλιπές αποτέλεσμα).
Προτάσεις:
α) Για τους εργοδότες Τ/Α στις επιχειρήσεις τους, να γίνεται μία φορά ανά έτος επιθεώρηση (ίσως και αξιολόγηση) του συστήματος Α/Υ από εξωτερικό Τ/Α, ενημέρωση για τις αλλαγές στην Α.Υ.Ε, επικαιροποίηση της εκτίμησης επαγγελματικού κινδύνου και παράδοση γραπτών υποδείξεων.
β) Να δοθεί (κατά παρέκκλιση του νόμου εδώ που φθάσαμε) περίοδος χάριτος 2-3 μηνών στις επιχειρήσεις που δεν έχουν υπηρεσία Α/Υ να προσαρμοσθούν με ταυτόχρονη υπενθύμιση των επιπτώσεων.
γ) Να γίνεται έλεγχος μέσω του ενοποιημένου πληροφορικού συστήματος συνεργασίας(του άρθ.30) Σ.Ε.Π.Ε. ΙΚΑ, ΕΤΑΜ για την αληθινή δήλωση Τ/Α, Ι/Ε στην κατάσταση εργαζομένων.
δ) Να γίνεται ποιοτικός έλεγχος των παραγόμενων υπηρεσιών Α.Υ.Ε του Τ/Α και Ι.Ε.
Ο έλεγχος τύπου παρουσιολογίου πιστεύω ότι δεν έχει να αποδώσει κάτι θετικό, γιατί ποτέ σε παροχή υπηρεσίας (ιατρού, μηχανικού, δικηγόρου, λογιστή κ.λπ.) δεν ενδιαφέρει πόσο ασχολήθηκε, αλλά τι έργο έχει παράγει.
Ειναι τουλαχιστον απαραδεκτο να θεωρουμε πως η ειδικοτητα του Ιατρου Εργασιας ειναι κλειστο επαγγελμα!Καθε ειδικοτητα ειναι ξεχωριστη,εξ ου και εκπαιδευεται ο καθενας μας σε αυτην που ο ιδιος επελεξε..θα μπορουσα μηπως να κανω τον παιδιατρο σε οποιαδηποτε περιοχη της χωρας επιλεξω και δεν το ξερω;;ή εστω παραλληλα με την ιατρικη της εργασιας να ασκω και καποια αλλη;;ως Ιατρος Εργασιας φυσικα και οχι..γιατι λοιπον να νομιμοποιειται το αντιθετο;;Με το ΣΝ που προτεινετε το βιβλιο υποδειξεων μετατρεπεται σε απουσιολογιο και ουσιαστικα υποβαθμιζεται ο ρολος του..
1. Οι ρυθμίσεις για τους Ιατρούς Εργασίας είναι στη σωστή κατεύθυνση και χρήσιμες για να λειτουργήσει το σημερινό πλαίσιο. Δεν είναι δυνατόν να απαιτούμε απο μια επιχείρηση (π.χ. εμπόριο ρούχων ή φαρμάκων), με υποκατάστημα σε 30-40 νομούς της χώρας (ίσως με 1-2 εργαζόμενους στο καθένα), να αναζητεί γιατρό σε κάθε νομό και μετά στους όμορους νομούς, και αφού διαπραγματευτεί και συμφωνήσει, να καταθέτει δικαιολογητικά και πρόγραμμα σε κάθε τοπική υπηρεσία, να θεωρεί βιβλίο υποδείξεων κλπ. και όταν απολύσει ή προσλάβει 1 εργαζόμενο να ξεκινά την διαδικασία απο την αρχή για να κατανήμει εκ νέου το ωράριο εργασίας του γιατρού ή του τεχνικού. Στην ουσία μόνο οι ΕΞΥΠΠ μπορούν να εξυπηρετήσουν επιχειρήσεις με αρκετά υποκαταστήματα.
2. Σε διαφορετική περίπτωση πρέπει να αλλάξει τελείως φιλοσοφία και τρόπο άσκησης η Ιατρική της Εργασίας, δηλαδή η ατομική σύμβαση γιατρού – επιχείρησης. Ένα παράδειγμα για διαβούλευση: Σε κάθε νομό ιδρύονται 1 ή παραπάνω κέντρα Ιατρικής Εργασίας, Διευθύνονται απο Ιατρούς Εργασίας και υπηρετούν ή/και συνεπικουρούν ιατροί εργασίας και άλλων ειδικοτήτων ή και άλλοι υγειονομικόί. Καλύπτουν όλες τις επιχειρήσεις-εγκαταστάσεις και όλες τους εργαζόμενους ανεξάρτητα μεγέθους επιχείρησης (τι γελοίο και υποκριτικό το ανω των 50, οι εργαζόμενοι μικρότερων επιχειρήσεων δεν ειναι άνθρωποι;). Χρηματοδοτούνται απο όλες τις επιχειρήσεις αναλογα με τον αριθμό των εργαζομένων και την κατηγορία επικινδυνότητας. Φυσικά εξακολουθεί να υπάρχει δικαίωμα σε όποια επιχείρηση θέλει να έχει τον δικό της Ιατρό ΕΡΓΑΣΙΑΣ.
3. Η παράγραφος 6 πρέπει να φύγει. Είναι γελοία. Είναι αδόκιμο, άκομψο, άχρηστο να καταντήσουμε το βιβλίο υποδείξεων παρουσιολόγιο και τους επιθεωρητές απουσιολόγους. ΚΑΘΕ ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ ΕΠΙΛΕΓΕΙ ΤΟΥΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΛΗΡΩΝΕΙ ΟΠΩΣ ΚΡΙΝΕΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΤΟΥ ΠΑΡΕΧΕΙ, ειναι δικό του θέμα. Να καταργηθεί και η κατάθεση προγράμματος ωρών εργασίας για τους ΙΕ και ΤΑ, ακόμη και η θεώρηση βιβλίου υποδείξεων. Επαγγελματίες επιστήμονες είναι, να βρουν το πιο πρόσφορο τρόπο αν ασκήσουν τα καθήκοντά τους. Οι επιθεωρητές εργασίας θα πρέπει να επικεντρώνονται στον έλεγχο των πραγματικών συνθηκών εργασίας και την αυστηρή τιμωρία των παραβατών ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ, ώστε να έχουν κίνητρο να αναζητούν τους καλύτερους επαγγελματίες. Δηλαδή η εφορία ελέγχει την φυσική παρουσία του λογιστή;
Μια μικρή παρατήρηση για τον administrator: Η διαδικασία της θετικής ή αρνητικής ψήφου επί το σχολίων στη ιστοσελίδα της δημόσιας διαβούλευσης θεωρώ ότι ευτελίζει την αξία της σελίδας. Όπως καταλαβαίνετε, μόνο εντυπώσεις μπορούν να δημιουργηθούν από ένα σύστημα ψηφοφορίας που ο καθένας μπορεί να έχει την δυνατότητα περισσότερων από μια ψήφων για κάποιο θέμα, απλά αλλάζοντας την IP του ή λέγοντας και στους γνωστούς του να ψηφίσουν. Το να ακούγονται επώνυμα απόψεις είναι καλό, το να υπερθεματίζονται όμως ή να αποδοκιμάζονται με ένα τόσο διαβλητό σύστημα ανώνυμης ψηφοφορίας υποβιβάζει κατά πολύ τη ποιότητα της ιστοσελίδας και μόνο τη δημοκρατία δε προάγει. Καλό θα ήταν λοιπόν να είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί και σοβαροί αν πραγματικά θέλουμε ο νομοθέτης να έχει μια ρεαλιστική ανατροφοδότηση σε αυτά που προωθεί για ψήφιση από τον πολίτη.
Υ.Γ. Δεν έχω κανένα πρόβλημα να δημοσιευτεί το σχόλιό μου
Σχετικά με αναρτημένο σχόλιο του χρήστη Μ.Δημητρίου (31 Μαρτίου 2011, 17:25).
Φυσικά και κάθε ιατρός μπορεί να ασκήσει «καθήκοντα ιατρού εργασίας» ώστε το επάγγελμα να μη θεωρηθεί κλειστό…
Θα ήθελα όμως να μου δώσετε έστω και ένα επιχείρημα που να μπορεί να αντέξει σε κριτική, με το οποίο να μου εξηγείτε γιατί δεν θα μπορούσε να ισχύει το ίδιο και για οποιαδήποτε από τις υπόλοιπες νομικά κατοχυρωμένες ειδικότητες που ασκούνται στην ελληνική επικράτεια…
Θα ήθελα αν δεν θέλετε να επεκταθείτε στο υφιστάμενο πλαίσιο που ισχύει για άλλες ειδικότητες, να μου δώσετε ένα πειστικό επιχείρημα βάσει του οποίου δεν δύναμαι εγώ να ασκήσω τη δική σας ειδικότητα (εφόσον είστε συνάδελφος)…
Τέλος, διερωτόμαι αν βάσει του ίδιου σκεπτικού είναι δυνατό να εκχωρηθεί η δυνατότητα σε τρίτους μη σχετιζόμενους με την ιατρική να ασκήσουν «καθήκοντα ιατρού» αλλά χωρίς να είναι ιατροί. Είναι σίγουρο ότι παρόμοια κίνηση «ανοίγματος του επαγγέλματος» θα βοηθούσε στην άμεση πτώση των τιμών ιατρικών επισκέψεων όλων των ειδικοτήτων, με μόνο τίμημα ότι θα μας παρείχαν «ιατρικές υπηρεσίες» μη ιατροί.
Δεν ξέρω αν οι όροι «προδιαγραφές», «πιστοποίηση», «curriculum» ή «προαπαιτούμενα» άσκησης μιας ιατρικής ειδικότητας λένε σε κάποιους κάτι, αλλά αν η λογική «ανοίγματος» επαγγελμάτων συνεχίσει να κινείται σε αυτή τη βάση, θα αντιμετωπίσουμε πολύ ενδιαφέρουσες καταστάσεις στο άμεσο μέλλον…
To συγκεκριμένο άρθρο πρέπει πάραυτα να αποσυρθεί και να σταματήσει άπαξ και δια παντός οιαδήποτε εμπλοκή του Υπουργείου Απασχόλησης με ζητήματα που αφορούν την άσκηση μιας αναγνωρισμένης από δεκαετίες ιατρικής ειδικότητας, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, αρμόδιο για τα οποία είναι μόνο το Υπουργείο Υγείας. Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι ο νομοθέτης έχει άγνοια των νόμων ή αν συμβαίνει κάτι άλλο.
Παράγραφος 1. Η παράγραφος αυτή, καθώς και κάθε άλλο σημείο που αφορά άσκηση ιατρικής έξω από τα όρια του ιατρικού συλλόγου που έχει εγγραφεί ο ιατρός, είναι αντίθετη με τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (Ν. 3418/2005, άρθρο 7, παρ. 1-3), ο οποίος σαφώς το απαγορεύει. Καμία από τις εξαιρέσεις της παρ. 2 του άρθρου 7 δε συντρέχουν στην άσκηση της Ιατρικής της Εργασίας.
Παράγραφος 2. Οποιαδήποτε συζήτηση, διάταξη ή διαδικασία που αφορά τη χρησιμοποίηση τίτλου άλλης ιατρικής ειδικότητας είναι άκυρη και παράνομη, και ως τέτοια θα επιφέρει έννομες συνέπειες και αστικές αποζημιώσεις (Β.Δ. 2266/1955, άρθρο 12, παρ.1 όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 1579/85, άρθρο 2, παρ. 1). Η εφεύρεση του όρου «άσκηση καθηκόντων» δεν θα έχει καμία διαφορά στην εκδίκαση των υποθέσεων, αφού στην ουσία πρόκειται για «χρησιμοποίηση τίτλου» και μάλιστα ΧΩΡΙΣ ΑΥΤΟΣ ΝΑ ΈΧΕΙ ΝΟΜΙΜΑ ΑΠΟΝΕΜΗΘΕΙ! Δηλαδή ενώ ο νόμος απαγορεύει σε γιατρό που κατέχει νόμιμα την Παιδιατρική και την Καρδιολογία να ασκήσει μία από τις δύο, έρχεται το Υπουργείο Εργασίας και του επιτρέπει να ασκήσει την Ιατρική της Εργασίας, την οποία όχι μόνο δεν κατέχει, αλλά δεν διδάχτηκε ποτέ!
Παράγραφος 6. Η προσωρινή ή οριστική παύση της δυνατότητας παροχής υπηρεσιών προστασίας και πρόληψης για έναν ειδικό ιατρό εργασίας ισοδυναμεί με αναστολή άδειας άσκησης ιατρικού επαγγέλματος, ποινή που μόνο το Πειθαρχικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου μπορεί να επιβάλλει. Για να καταλάβετε τη φαιδρότητα του εγχειρήματος, φανταστείτε υπάλληλο του ΣΕΠΕ να κάνει έφοδο στον Ευαγγελισμό, να μη βρίσκει τον Καρδιολόγο στο ωράριό του και να του επιβάλλει «προσωρινή ή οριστική παύση παροχής υπηρεσιών Καρδιολογίας». Προσωπικά λυπάμαι τον πρώτο που θα το επιχειρήσει.
Παράγραφος 8. Πρόκειται για μία παρέμβαση, τη μοναδική με σωστή κατεύθυνση σε ολόκληρο το άρθρο, που προσπαθεί να διορθώσει στρεβλώσεις, που το ίδιο το Υπουργείο Εργασίας δημιούργησε δίνοντας την άδεια σε ιατρούς άλλων ειδικοτήτων να ασκούν καθήκοντα. Όσοι από αυτούς λοιπόν είχαν συμβάσεις με ταμεία, πήγαιναν στις επιχειρήσεις με τα συνταγολόγια και τα μπλοκ των παραπεμπτικών και φόρτωναν τα ταμεία, ενώ δημιουργούσαν και αθέμιτο ανταγωνισμό στους ειδικούς ιατρούς εργασίας που δεν έχουν τέτοια δυνατότητα. Φυσικά ξέχασε να εξαιρέσει τους Ειδικούς Ιατρούς Εργασίας από την απαγόρευση (ναι, υπάρχουν και τέτοιοι!), οι οποίοι δεν διατηρούν ιδιωτικά ιατρεία ούτε συνταγολόγια και άρα δυνατότητα συναλλαγής.
Αν όμως το Υπουργείο Εργασίας ενδιαφέρεται τόσο για την ποιότητα των παρεχόμενων ιατρικών υπηρεσιών στη χώρα και την πάταξη της συναλλαγής, προτείνω στην παράγραφο αυτή να προστεθεί η φράση: «απαγορεύεται οι ιατροί να διατηρούν το ιδιωτικό τους ιατρείο στην περιφέρεια του υποκαταστήματος του ασφαλιστικού φορέα που υπηρετούν».
Η αντίληψη για την παροχή υπηρεσιών υγιεινής και ασφάλειας στην Ελλάδα εξαντλείται στην υποχρέωση των επιχειρήσεων να απασχολούν ιατρό εργασίας και τεχνικό ασφαλείας συγκεκριμένο χρόνο ετησίως. Εκφυλίζεται σε μια τυπική υποχρέωση που ξεπερνά και αγνοεί την ανάγκη για την οποία έγινε το θεσμικό πλαίσιο στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Το πλαίσιο αυτό στην Ελλάδα αντί να εξυπηρετεί την προστασία της υγείας και την ασφάλεια των εργαζομένων δημιουργεί μια νέα ιδιωτική και κρατική γραφειοκρατία.
Η κρατική γραφειοκρατία είναι η «Τεχνική και Υγειονομική Επιθεώρηση» η οποία δεν έχει πείσει όλα αυτά τα χρόνια ότι μπορεί να συμβουλεύσει τις επιχειρήσεις προκειμένου αυτές ουσιαστικά να βελτιώσουν τις συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας, ούτε να ελέγξει αυτές επί της ουσίας για το πόσο προσπαθούν στον τομέα αυτό. Αντίθετα οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΣΕΠΕ αναλώνονται, με τα λίγα στελέχη τους, στον τυπικό έλεγχο της νομιμότητας των υποβαλλόμενων δικαιολογητικών ανάθεσης καθηκόντων ιατρού εργασίας ή τεχνικού ασφαλείας, με τον έλεγχο της τυπικής παρουσίας του ιατρού ή του τεχνικού, ή της τυπικής ύπαρξης μελέτης επαγγελματικού κινδύνου.
Η «ιδιωτική γραφειοκρατία» είναι οι ιατροί εργασίας, οι τεχνικοί ασφαλείας, οι ΕΣΥΠΠ, οι ΕΞΥΠΠ, που αντί να ασχολούνται με την ουσία του έργου για το οποίο υπάρχουν, αναλώνονται στην εξυπηρέτηση των επιχειρήσεων να υποβάλλουν τις ετήσιες καταστάσεις και να είναι τυπικά εντάξει σε ενδεχόμενο έλεγχο του ΣΕΠΕ.
Προφανώς η κατάσταση είναι λάθος διότι έχει λάθος κατεύθυνση η μέχρι τώρα πολιτική. Το λάθος αυτό δεν μπορεί να διορθώσει αυτό το νομοσχέδιο, που είναι στην ίδια αδιέξοδη κατεύθυνση. Θεσπίζει νέα αυστηρότερα διοικητικά μέτρα που θα ενισχύσουν την κρατική και ιδιωτική γραφειοκρατία και καθόλου δεν θα συμβάλλουν στην ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Αλλά αυτό είναι το μόνιμο πρόβλημα όταν νομοθετεί η ίδια η γραφειοκρατία, δηλαδή αυτοί που υπάρχουν, από μια προβληματική κατάσταση την οποία αναπαράγουν και νομοθετώντας διογκώνουν. Η πολιτική ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου, θα έπρεπε να σκεφτεί πολύ απλά ότι στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής ‘Ένωσης, που υποχρεωτικά εφαρμόζουν ένα ελάχιστο θεσμικό πλαίσιο προστασίας της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία, η προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας δεν διέπεται από «διοικητική λογική», αλλά στηρίζεται στην αυστηρή σχετική εργοδοτική υποχρέωση, στην ουσιαστική συμμόρφωση, και στη θωράκιση της Επιθεώρησης Εργασίας για ουσιαστικό συμβουλευτικό και ελεγκτικό ρόλο.
Η διάταξη σχετικά με το ασυμβίβαστο άσκησης της ιατρικής της εργασίας από ιατρούς συμβεβλημένους με το ΙΚΑ ή άλλα ταμεία, δεν είναι σαφές τι εξυπηρετεί. Αν βασίζεται στο ότι ο ιατρός εργασίας δεν έχει ως ρόλο να συνταγογραφεί ούτε να χορηγεί αναρρωτική άδεια, θα αρκούσε να διευκρινιστεί με μια πιο σαφή διατύπωση, αν και κάτι τέτοιο ήδη ορίζεται από προϋπάρχοντες νόμους. Αν εξυπηρετεί την ανάγκη των ειδικών ιατρών εργασίας να διασφαλιστούν έναντι αθέμιτου ανταγωνισμού ιατρών άλλων ειδικοτήτων συμβεβλημένων με το ΙΚΑ, η διάταξη είναι ήδη ξεπερασμένη, διότι η σχετική διάταξη αγνοεί ότι το Υπουργείο Υγείας αυτή τη στιγμή αναμορφώνει το πλαίσιο πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και ήδη νομοθετικά προώθησε τη δημιουργία ενός ενιαίου φορέα πρωτοβάθμιας φροντίδας. Όπως φαίνεται όλοι οι νομίμως ασκούντες την ιατρική θα θεωρούνται ως συμβεβλημένοι με τον ενιαίο φορέα. Οι ιατροί εργασίας είναι ιατροί πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, ακόμη και οι ΕΣΥΠΠ ή ΕΞΥΠΠ παρέχουν στην πραγματικότητα προληπτικές υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, αν και δεν έχουν αναγνωριστεί ως τέτοιοι φορείς επίσημα. Ποιος θα είναι ο ρόλος της ιατρικής της εργασίας και των πιο πάνω παρόχων στο νέο θεσμικό πλαίσιο πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας; Μπορεί το Υπουργείο Εργασίας να νομοθετεί για ένα τέτοιο θέμα χωρίς να λαμβάνει υπόψη το σχεδιασμό για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας;
Κύριε Υπουργέ,
Είμαστε δύο ειδικευόμενοι Ιατροί Εργασίας σε μεγάλα νοσοκομεία των Αθηνών και της επαρχίας, πνευματικά τέκνα και οι δύο του ελληνικού συστήματος εκπαίδευσης και υγείας, που έχουμε ολοκληρώσει όλα τα διαθέσιμα έως σήμερα στη χώρα μας αντικείμενα εκπαίδευσης στο πεδίο της Ιατρικής της Εργασίας με τίτλους μεταπτυχιακών σπουδών και εκπόνηση διδακτορικών διατριβών στο συγκεκριμένο αντικείμενο, αλλά και συνεχή παρουσία σε οποιαδήποτε επιστημονική δραστηριότητα αφορά το χώρο μας τα τελευταία έτη.
Με απόφαση του Υπουργείου Υγείας και μετά από τη θετική εισήγηση του ΚΕ.Σ.Υ. βρισκόμαστε στο Bochum της Γερμανίας για να ολοκληρώσουμε τμήμα της ειδίκευσής μας στην ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας σε ένα από τα πλέον πρωτοποριακά στον τομέα αυτό ιδρύματα με διεθνή απήχηση και παρουσία στην έρευνα και την ανάπτυξη τεχνογνωσίας στο συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο, την Υπηρεσία Ιατρικής της εργασίας του IPA, που είναι το ερευνητικό ινστιτούτο Ιατρικής της Εργασίας και Πρόληψης του Γερμανικού ασφαλιστικού συστήματος ατυχημάτων του Ruhr University Bochum (BGFA).
Παρά την πλήρη έως σήμερα συμμετοχή μας στο κλινικό έργο των νοσοκομείων όπου υπαγόμαστε, καθώς ένας Ιατρός Εργασίας παραμένει πρώτα από όλα κλινικός ιατρός και στη συνέχεια ερευνητής, αναζητήσαμε τη βέλτιση δυνατή κατάρτισή μας στο επιστημονικό μας πεδίο σε χώρα του εξωτερικού αναγνωρίζοντας την υστέρηση του ελληνικού υγειονομικού συστήματος σε αντίστοιχη τεχνογνωσία για να μας εκπαιδεύσει επαρκώς ώστε να ανταποκριθούμε στο ιδιαίτερα απαιτητικό έργο ενός ειδικού Ιατρού Εργασίας.
Η έως σήμερα συνεργασία μας με τους Γερμανούς συναδέλφους, μας έχει δημιουργήσει ανάμεικτα συναισθήματα σχετικά με την άσκηση της συγκεκριμένης ειδικότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενθουσιασμό από τη μια πλευρά για τα όσα μπορεί να προσφέρει ως ιατρική ειδικότητα σε ερευνητικό και κλινικό επίπεδο στη δημόσιο υγεία, και στον αντίποδα ένα αίσθημα βαθύτατης μελαγχολίας για την υφιστάμενη απαξίωση της Ιατρικής της Εργασίας στη χώρα μας. Παρά το γεγονός ότι ο Έλληνας ιατρός φαίνεται να μην υστερεί καθόλου σε κατάρτιση και επαγγελματισμό, η σύγκριση με τους συναδέλφους μας σε ένα οργανωμένο σύστημα υγείας χώρας της Ε.Ε. είναι τουλάχιστο θλιβερή καθώς αναδεικνύει καταφανέστατα το μακρύ δρόμο που έχει να διανύσει ακόμη η χώρα μας για να αποκτήσει ένα πραγματικό «σύστημα» υγείας ευρωπαϊκών προδιαγραφών, με οργανωμένες δομές πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας περίθαλψης.
Οι αναξιοποίητες δυνατότητες που διαπιστώνουμε για τη χώρα μας στο επιστημονικό πεδίο όπου ειδικευόμαστε, αποτελούν ήδη μια δυσάρεστη πραγματικότητα στην οποία έρχεται να προστεθεί πλέον και η θλίψη αφού τα νέα που λαμβάνουμε από την Ελλάδα σε σχέση με την «πρόοδο» της Ιατρικής της Εργασίας μόνο ως θλιβερά μπορούν πλέον να εκληφθούν.
Έχουν περάσει ήδη 25 χρόνια μετά την καθιέρωση σε νομικό επίπεδο της Ιατρικής της Εργασίας στη χώρα μας. Ένα τέταρτο του αιώνα έχει πλέον κυλήσει μέσα σε αναποφασιστικότητα, παλινωδίες, μικροκομματικές σκοπιμότητες και πολιτική ατολμία για να υιοθετηθεί ένα υγιές πλαίσιο που θα εξασφαλίζει την προστασία της υγείας των εργαζόμενων στη χώρα μας.
Η προσεκτικότερη ανάγνωση των νομικών διατάξεων που υιοθέτησε κατά το διάστημα αυτό η χώρα μας στο συγκεκριμένο τομέα καταδεικνύει τη «στεγνή» αντιγραφή του αντίστοιχου νομικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η «επιφανειακή» εφαρμογή των αντίστοιχων νομοθετημάτων που αγνοούν την ουσία του σκεπτικού των Ευρωπαίων νομοθετών, με μόνο γνώμονα την εξασφάλιση «νομιμοφάνειας» σε ότι αφορά τη συμμόρφωσή μας προς της επιταγές της Ε.Ε. είναι ίσως ενδεικτικά της έλλειψης στη χώρα μας «κουλτούρας» που αφορά την Υγεία και την Αφάλεια στην εργασία. Θα μπορούσε ίσως κάποιος να δικαιολογήσει απρόσωπα στο κοινωνικό σύνολο την έλλειψη αντίστοιχης κουλτούρας, αλλά όχι και στα πρόσωπα που ηγούνται του συτήματος υγείας και κοινωνικής ασφάλισης της χώρας.
Εικοσιπέντε έτη μετά την αναγνώριση από το επίσημο ελληνικό κράτος της «εξωτικής» τότε ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας, που βρίσκουν τη χώρα μας να προσπαθεί ακόμη να εξευρωπαϊστεί στους ευαίσθητους τομείς της Υγείας, της Πρόληψης και της Ασφάλειας.
Η Ελλάδα έχει πλέον ως κράτος εξαντλήσει κάθε περιθώριο ανοχής από τους Ευρωπαίους εταίρους μας για να συγκρατήσει τα κόστη ασφάλισης και υγειονομικής περίθαλψης και λαμβάνει διαδοχικά «παρηγορητικά» μέτρα για να αποφύγει μια προαναγγελθείσα δημοσιονομική κατάρρευση. Κι όμως, ενώ όλοι έχουν στρέψει την προσοχή τους στον τομέα των εσόδων της οικονομίας, κανείς δεν έχει λάβει τα απαραίτητα μέτρα για να συγκρατήσει την οικονομική αιμορραγία του συστήματος ασφάλισης μέσω της εισφοροδιαφυγής, όχι μόνο από την αδήλωτη εργασία αλλά και από την εργασία που λαμβάνει χώρα μέσα σε ανθυγιεινές συνθήκες, για να επιβαρύνει σε βάθος χρόνου το κοινωνικό σύνολο με το κόστος περίθαλψης, αποκατάστασης και χρόνιας παρακολούθησης επαγγελματικών ασθενειών που στη χώρα μας ούτε καν καταγράφονται στην πραγματική τους έκταση.
Η υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων αναδεικνύονται πλέον σε μείζον κοινωνικό ζήτημα που είναι συνδεδεμένο άμεσα με ένα τεράστιο ηθικό και οικονομικό κόστος, εμπλέκοντας το σύνολο του κοινωνικού συνόλου. Σε μια περίοδο όπου η εντατικοποίηση της εργασίας, οι ευέλικτες μορφές εργασίας, το άγχος, η ανασφάλεια λόγω του κινδύνου ανεργίας, η κακή εκπαίδευση των εργαζόμενων σε θέματα υγείας και ασφάλειας, η αύξηση του ηλικιακού ορίου συνταξιοδότησης συνθέτουν ένα περιβάλλον ιδιαίτερα ασταθές, ανθρωποφθόρο και επικίνδυνο επιβάλλονται αυξημένα μέτρα πρόληψης των ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών, επαγρύπνηση και κοινωνική ευαισθησία.
Η επίσημη πολιτεία από την πλευρά της αντί να εξοπλίσει με συνεχιζόμενη δια βιου εκπαίδευση και κατάρτιση με βάση τα νεότερα επιστημονικά δεδομένα τους επιστήμονες που τοποθετεί σε μια τόσο ευαίσθητη και απαιτητική θέση, αντί να καλύψει τα κενά και τις ανάγκες που υπάρχουν σε «ευαίσθητους» τομείς της οικονομίας, αντί να προχωρήσει στην ίδρυση πανεπιστημιακών κλινικών που να εξειδικεύονται στο συγκεκριμένο αντικείμενο, αντί να αναβαθμίσει των ρόλο των επίσημων υπαρχόντων φορέων (Ελληνική Εταιρία Ιατρικής της Εργασίας και Περιβάλλοντος, Ιατρικές σχολές, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας) στο έργο της διαρκούς εκπαίδευσης και κατάρτισης των ειδικευμένων Ιατρών Εργασίας, αναβαθμίζει την επίπεδο υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων δίνοντας πρακτικά το «δικαίωμα άσκησης καθηκόντων ιατρού εργασίας» σε όποιον…το θέλει!
Σας υπενθυμίζουμε κ. Υπουργέ ότι η Ιατρική της Εργασίας είναι ιατρική ειδικότητα η οποία καθιερώθηκε επίσημα στη χώρα μας με Προεδρικό Διάταγμα που καθορίζει επακριβώς το αντικείμενο, τις προδιαγραφές και τις προαπαιτούμενες πιστοποιήσεις (χρόνος άσκησης στην ειδικότητα, εξειδίκευση σε συγκεκριμένες κλινικές) για να τοποθετηθεί κάποιος σε μια τόσο υπεύθυνη σε ότι αφορά τη δημόσια υγεία θέση. Είναι δεδομένο εξάλλου ότι όπως ορίζεται στα πλαίσια της αμοιβαίας αναγνώρισης των ιατρικών ειδικοτήτων μεταξύ των κρατών μελών της Ε.Ε. για να ασκήσει κάποιος Ιατρός προερχόμενος από την Ευρωπαϊκή Ένωση τη συγκεκριμένη ειδικότητα στη χώρα μας, θεωρείται προαπαιτούμενη πλήρης 4ετής εκπαίδευση στο συγκεκριμένο αντικείμενο. Συνεπώς, από νομική σκοπιά η εκχώρηση αρμοδιοτήτων που άπτονται στο πλαίσιο αρμοδιοτήτων της συγκεκριμένης ιατρικής ειδικότητας ενδεχομένως αποτελεί παραβίαση αμοιβαίων συμφωνιών με κράτη της Ε.Ε. γεγονός που ενδεχομένως επισύρει και ποινή για τη χώρα μας με βάση το Ευρωπαϊκό δίκαιο.
Κλείνουμε την επιστολή μας επισημαίνοντας ότι θεωρούμε ως επιστήμονες πως το υπό διαβούλευση άρθρο 29 του σχεδίου νόμου περί «Αναμόρφωσης του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας και λοιπών διατάξεων» που εκχωρεί σε κάθε «εμπειρικό» και ανειδίκευτο ιατρό τη δυνατότητα να εκτελέσει ιατρικές πράξεις που εμπίπτουν στην ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας καταλύει κάθε έννοια προστασίας της υγείας των εργαζόμενων και πρόληψης της υγείας, αφού αντί να ενδυναμώνει το ρόλο του ειδικού Ιατρού Εργασίας ως λειτουργού πρωτοβάθμιας υγείας τον απαξιώνει πλήρως.
Ανήκοντας στη νέα γενιά επιστημόνων της Ελλάδας που καλείται πλέον να άρει το βάρος από λάθος επιλογές δεκαετιών πριν ακόμη γεννηθούμε, θέλουμε να ελπίζουμε πως ενδεχομένως κάποια πράγματα μπορούν να βελτιωθούν μελλοντικά σε αυτή την χώρα. Αντιμετωπίζουμε με βαθειά θλίψη την απαξίωση ενός ολόκληρου επιστημονικού κλάδου και ευχόμαστε κάποια στιγμή να σταματήσει η μίζερη διαπραγμάτευση πραγμάτων που στην υπόλοιπη Ευρώπη θεωρούνται δεδομένα για να αφοσιωθούμε επιτέλους απερίσπαστοι στο επιστημονικό μας έργο.
Είμαστε πρόθυμοι να συνεχίσουμε να παλεύουμε για τη χώρα μας, αρκεί οι επίσημοι φορείς τους οποίους εκπροσωπείτε να μας αποδείξουν κάποια στιγμή ότι μας αντιμετωπίζουν με σοβαρότητα. Σε άλλη περίπτωση είμαστε διατεθειμένοι να προσφέρουμε το έργο μας σε οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης μας αντιμετωπίζει σαν πραγματικούς επιστήμονες. Και κρίνοντας από τα όσα βλέπουμε σε αυτή τη χώρα, οι Ιατροί Εργασίας αντιμετωπίζονται ως ειδικευμένοι ιατροί παντού εκτός από την Ελλάδα…
Bochum, Γερμανία 1-4-2011
Ιωάννης Πολυχρονάκης, Ευθύμιος Θανασιάς. .
Το βιβλίο υποδείξεων του γιατρού εργασίας, έχει θεσμοθετηθεί από το 1985 και δεν είναι απουσιολόγιο, όπως υποτιμητικά θεωρεί ο κ. Κωνσταντινίδης και γενικά όλοι οι άτυποι εκπρόσωποι των περιφερόμενων εικονικών Γιατρών Εργασίας και ΕΞΥΠΠ. Στο βιβλίο αυτό μπορεί να έχουν πρόσβαση ακόμα και οι ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ για τα θέματα υγείας που τους αφορούν. Θα προτείναμε λοιπόν στον κ. Κων/δη , εφόσον δεν επιθυμεί να συμπληρώνει το ειδικό αυτό θεωρημένο βιβλίο, να κάνει τις υποδείξεις του στον εργοδότη, όχι προφορικά άλλα με το πρόγραμμα τηλεδιάσκεψης skype. Η τεχνολογία έχει προχωρήσει πολύ κ. Κων/δη. Για το κατέβασμα του προγράμματος, γράφτε http://www.skype.com , στον internet explorer και συνδεθείτε άμεσα και χωρίς μεγάλο κόστος με τον εργοδότη, στον οποία παρέχετε υπηρεσίες γιατρού εργασίας.
Πιστεύω ότι καθήκοντα Ιατρού Εργασίας μπορεί να ασκεί ιατρός οποιασδήποτε ειδικότητας. Δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται η Ιατρική Εργασίας ως κλειστό επάγγελμα.
Θεωρώ οτι το αρθρο 30 παρ. 6 που σχετίζεται με τους Ιατρούς Εργασίας(ΙΕ), όχι μόνο δεν αναβαθμίζει τις παρεχόμενες υπηρεσίες πρόληψης και προαγωγής της υγείας στους εργασιακούς χώρους, αλλά τις υποβαθμίζει. Επιπλέον αυξάνει τη γραφειοκρατία, διαστρεβλώνει τον επιστημονικό ρόλο της ιατρικής της εργασίας και δεν παρέχει ουσιαστικά εργαλεία στο ΣΕΠΕ για να εκτελέσει το ρόλο του. Κυριότεροι λόγοι είναι οι εξείς:
1)η μετατροπή του ΄΄βιβλίου υποδείξεων΄΄ των ΙΕ από εργαλείο άσκησης των καθηκόντων τους σε παρουσιολόγιο, που μάλιστα θα ΄΄συγχωρεί και θα δίνει άφεση΄΄ για βασικότερες παραλείψεις ή απουσία έργου.
2)η διατήρηση της γραφειοκρατικής προσέγγισης στην άσκησή των καθηκόντων των ΙΕ με την εξάντληση του ελέγχου από το ΣΕΠΕ στην παρουσία τους και την υπογραφή τους, αντί του έργου τους και των αποτελεσμάτων του.
3)η κατάργηση με τη συγκεκριμένη διατύπωση του πρωταρχικού ρόλου και της σαφούς προτεραιότητας των ειδικών ΙΕ, που γνωρίζουν και ασχολούνται αποκλειστικά με αυτό το αντικείμενο και το επιστημονικό πεδίο, έναντι άλλων ιατρών.
4)η προαγωγή, έστω και τυπικά, της πλανόδιας ιατρικής με το γεωγραφικό ξεχείλωμα των ορίων άσκησης του επαγγέλματος των ΙΕ.
5)η καθοδήγηση με νομικές παραγράφους – στην ουσία ευνουχισμός, στον τρόπο άσκησης της ιατρικής ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας! Ανάλογα, θα μπορούσε η εξέταση από τον καρδιολόγο να γινόταν με νομικές οδηγίες…
6)η επιδεικτική αγνόηση της χρήσης στοιχείων όπως οι δείκτες καταγραφής εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών, οι οποίοι θα βοηθούσαν στον προσδιορισμό και την εξειδίκευση των παρεχόμενων υπηρεσιών των ΙΕ ανά κλάδο δραστηριότητας ή ακόμη και ανά επιχείρηση.
7)η απουσία προτάσεων ουσιαστικού ελέγχου του έργου των ΙΕ στις επιχειρήσεις από το ΣΕΠΕ διαμέσου θεσπισμένων και αναγνωρισμένων για το συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο συντελεστών της δουλειάς τους, όπως συμβαίνει και σε άλλες δυτικές χώρες. Τέτοιοι συντελεστές είναι τα ΄΄ιατρικά πρωτόκολλα΄΄ του περιοδικού ελέγχου υγείας των εργαζομένων, η εκτέλεση αυτών σύμφωνα με τις υποδείξεις, η έκδοση των ΄΄βεβαιώσεων καταλληλότητας για εργασία΄΄, κ.α..
Η παράγραφος 1 του άρθρου 29 του Σ/Ν αναιρείται αυτόματα από την παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου. Διότι στην παράγραφο 1 αναφέρετε ότι ο Ιατρός Εργασίας μπορεί να ασκεί την ειδικότητά του σε όλη την Ελληνική Επικράτεια, αλλά στην παράγραφο 4 αναφέρετε ότι «μπορεί να ασκεί την Ιατρική της Εργασίας σε έτερο Νομό υπο προυποθέσεις οι οποίες είναι α)να μην υπάρχει στον οικείο Ιατρικό σύλλογο άλλος Ιατρός Εργασία,ς ούτε άλλος «ασκών καθήκοντα Ιατρού Εργασίας Ιατρός». Υπάρχει κάποιος νομός στην Ελληνική Επικράτεια που δεν υπάρχουν εγγεγραμμένοι τουλάχιστον «ασκώντες καθήκοντα ιατρού εργασίας ιατροί»? Εκ των πραγμάτων το άρθρο 1 αναιρείτε από το άρθρο 4.
Η παρ. 2 αναφέρετε στον ποιοι θα ασκούν μία Ιατρική ειδικότητα. Μέχρι σήμερα η άσκηση οιασδήποτε ιατρικής ειδικότητας καθορίζεται από το Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας και το Υπουργείο Υγείας, ή από τις Ευρωπαικές Οδηγίες και από την ενσωμάτωσή τους στην Ελληνική νομοθεσία. Η παράγραφος αυτή προτείνει «να ασκείται μια ιατρική ειδικότητα απο ανειδίκευτους σε αυτή ιατρούς» κάτι που καθίσταται επικίνδυνο για την υγεία των εργαζομένων (είναι συγκρίσιμα μεγέθη να εξετάζεται ο εργαζόμενος από Ειδικευμένο στην Ιατρική της Εργασίας Ιατρό, σε σχέση με κάποιον «ασκώντα καθήκοντα ιατρού εργασίας, ιατρό άλλης ειδικότητας?). Οι Ν. 3144/2003, 3762/2009 και η ακόλουθη ΚΥΑ Υπ΄αριθ Υ7α/ΓΠ οικ 112498, καθόρισαν επ’ ακριβώς ποιοι ασκούν την Ιατρική της Εργασίας και υπό ποιες προυποθέσεις, και επιπλέον το ΠΔ 38/2010 ενσωμάτωσε την Ευρωπαική οδηγία 2005/36/ΕΚ που αναφέρεται σε τετραετή εξειδίκευση στην Ιατρική της Εργασίας και όχι σε άσκησή της από ιατρούς άλλων ειδικοτήτων. Επί της ουσίας με το άρθρο 29 του Σ/Ν, εισάγεται «κατάργηση μιας ιατρικής ειδικότητας» αφού μπορούν να την ασκούν και ανειδίκευτοι σε αυτή την ειδικότητα ιατροί. Το αίτημα περί «μη ύπαρξης ικανού αριθμού ειδικευμένων στην ιατρική της εργασίας ιατρών» δεν απαντάται με το «να την ασκήσουν ιατροί άλλων ειδικοτήτων». Σε περίπτωση που δεν υπάρχει γαστρεντερολόγος π.χ στην Ρόδο «θα ασκήσει καθήκοντα γαστρεντερολόγου ο ορθοπεδικός?» Ομοίως ποαραβιάζεται με την παράγραφο αυτή και το άρθρο 3 παρ 2 του Ν. 3418/2005 όπου «ο ιατρός ενεργεί με βάση την εκπαίδευση που του έχει παρασχεθεί κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών του σπουδών, την άσκησή του για την απόκτηση τίτλου ιατρικής ειδικότητας και τη συνεχιζόμενη ιατρική κπαίδευση». Κατά το παρελθόν η προσπάθεια «απονομής της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας με ειδίκευση 6μήνου» οδήγησε στα Ευρωπαικά δικαστήρια την Ελλάδα, και αναγκαστήκαμε να εσνωματώσουμε στην κείμενη Νομοθεσία την τετραετή εξειδίκευση στην Ιατρική της Εργασίας όσων ιατρών επιθυμούν να την αποκτήσουν. Πολύ δε μάλλον τώρα η πρόταση της συνέχισης «άσκησης καθηκόντων ιατρικής της Εργασίας, σε ιατρούς άλλων ειδικοτήτων χωρίς ποτέ να ειδικευθούν», είναι προφανές ότι δεν είναι σύννομη. Επίσης στην παρ. 2 αναφέρεται «με όμοια απόφαση -του Υπουργού Εργασίας- δύναται να προβλεφθεί προτεραιότητα των Ειδικών Ιατρών Εργασίας προς τους ασκώντες καθήκοντα ιατρού εργασίας». Μα αυτή η Υπουργική Απόφαση υπάρχει από το 2009 και είναι η ΚΥΑ Υπ΄αριθ Υ7α/ΓΠ οικ 112498. Προς τι ο λόγος να βγει άλλη απόφαση?
Το άρθρο 6 του υπό συζήτηση Σ/Ν επί της ουσίας ποινικοποιεί την άσκηση της Ιατρικής της Εργασίας αφού προτείνετε «προσωρινή ή οριστική παύση της δυνατότητας παροχής υπηρεσιών προστασίας και πρόληψης», προτείνεται δηλαδή η «αφαίρεση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος». Η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος δίδεται από την Νομαρχία, η οιαδήποτε δε ιατρική ειδικότητα ανήκει στο Υπουργείο Υγείας και στο Υπουργείο Παιδείας. Η «αφαίρεση άδειας ασκήσεως της Ιατρικής της Εργασίας» που προτείνεται, δεν στηρίζεται στην κείμενη ελληνική νομοθεσία και δεν είναι απότοκος κάποιων ευρωπαικών οδηγιών.
Επίσης σύμφωνα με το Ν. 1579/85 άρθρο 2 παρ 1 «απαγορεύεται η χρησιμοποίηση περισσοτέρων από έναν τίτλων ιατρικών ειδικοτήτων» άρα η βασική έννοια του άρθρου 29 από το ποιους θα ασκείτε η Ιατρική της Εργασίας, όπως περιγράφεται, δεν είναι σύννομη (διότι οι «ασκώντες καθήκοντα ιατρού εργασίας», κατέχουν μία ακόμα ιατρική ειδικότητα).
Η Ιατρική της Εργασίας έχει ως μέλημά της την προστασία της υγείας των εργαζομένων, που επιτυγχάνεται μέσω των εξειδικευμένων γνώσεων που έχει ο Ειδικός Ιατρός Εργασίας. Ο οποίος προσφέρει προς τον εργαζόμενο, τον εργοδότη, την κοινωνία και το Κράτος μέσω της κλινικής εξέτασης και των εργαστηριακών ελέγχων, ιατρικό λειτούργημα και όχι απλά και μόνο προστασία και πρόληψη. Ο Ειδικός Ιατρός Εργασίας ασχολείται επιπλέον με τον επαγγελματικό κίνδυνο, την επαγγελματική ασθένεια,το εργατικό ατύχημα, την βελτίωση των συνθηκών εργασίας, ούτως ώστε να μην επιβαρύνουν την υγεία του εργαζόμενου. Οι ουσιαστικοί τρόποι επίβλεψης της υγείας των εργαζομένων δεν αναφέρονται καν σε αυτό το άρθρο, αντίθετα το άρθρο εισηγείται την παροχή υπηρεσιών ιατρικής της εργασίας από ανειδίκευτους σε αυτήν ιατρούς και εστιάζει μόνο στην τυπική τήρηση του ωραρίου. Πουθενά η ουσία της ιατρικής ειδικότητας του Ιατρού Εργασίας.
Το βιβλίο υποδείξεων Τεχνικού Ασφάλειας +Γιατρού Εργασίας προβλέπεται στο Ν.1568/85. Οι υποδείξεις εως και σήμερα των Τεχνικών Ασφάλειας και των Γιατρών Εργασίας προς τον εργοδότη, μπορεί να είναι είτε γραπτές είτε προφορικές.
Τι λέει τώρα το Σ/Ν?
Πολύ σωστά αναφέρει ότι θα πρέπει κατόπιν των ελέγχων, των εξωτερικών συνεργατών ΤΑ+ΓΕ, να καταγράφονται ΓΡΑΠΤΑ οι συστάσεις τους, για όλους τους χώρους που έλεγξαν, στο ειδικό βιβλίο που θεωρείται από τα ΚΕΠΕΚ. Το βιβλίο αυτό δεν είναι σε καμία περίπτωση απουσιολόγιο, αλλά αποτυπώνει τις ενέργειες που έχουν κάνει οι εξωτερικές υπηρεσίες προστασίας της Ασφάλειας και Υγείας των εργαζομένων (εξυππ, ΤΑ +ΓΕ κλπ), στους χώρους εργασίας. Με το βιβλίο αυτό αξιολογείται αρχικώς από τους υγειονομικούς και τεχνικούς επιθεωρητές εργασίας , η ποιότητα των υπηρεσιών του ΤΑ + ΓΕ. Ένα ασυμπλήρωτο βιβλίο για μεγάλο χρονικά διάστημα, ένα κακογραμμένο βιβλίο, φανερώνει την ύπαρξη εικονικών ΤΑ+ΓΕ, οι οποίοι απλά περνάνε από την επιχείρηση, για να εισπράξουν το μισθό τους και δεν ενδιαφέρονται καθόλου για τους εργαζόμενους, τις συνθήκες εργασίας τους και την ασφάλειά τους.
Είναι τραγικό για επαγγελματίες να μην θέλουν γραπτά να καταγράψουν τις ενέργειες που έκαναν για να βελτιώσουν τις συνθήκες εργασίας των εργατών. Φανερώνει την ηθική κατάπτωση ανθρώπων με πτυχία, που ενδιαφέρονται μόνο για τα χρήματα. Οι καλοί επαγγελματίες δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα.
Ο θεσμικός νόμος πλαίσιο ν.1568/85 αναφέρει ότι οι υπάλληλοι του ΣΕΠΕ, μπορούν να κάνουν προφορικές και γραπτές υποδείξεις στους εργοδότες. Αν ενεργούσαν οι επιθεωρητές εργασίας, με την ίδια μέθοδο που προτείνει ο κάθε κ. Κωνσταντινίδης, τότε είναι νομότυπο , να μην παραδίδονται ΔΕΛΤΙΑ ΕΛΕΓΧΟΥ , με γραπτές υποδείξεις στους εργοδότες, αλλά να αρκούνται αποκλειστικά σε προφορικές συστάσεις. ΑΝΗΘΙΚΗ πραγματικά πρακτική, εναντίων των εργαζομένων.
Το εδάφιο 1 είναι απαξιωτικό για την ειδικότητα της ιατρικής εργασίας γιατί την υποβιβάζει σε μια πλανόδια ιατρική, χωρίς ουσιαστική προσφορά. Μπορώ να κατανοήσω για παράδειγμα ένας ιατρός εργασίας στη Κρήτη να προσφέρει τις «υπηρεσίες του» στη Θράκη μέσα σε ρεαλιστικά οικονομικά πλαίσια μόνο στη περίπτωση που έχει βάλει ενοικιαστήριο στη σφραγίδα του και όχι δια της φυσικής του παρουσίας. Εάν ο νομοθέτης επιθυμεί κάτι τέτοιο παρακαλούμε ας το ξεκαθαρίσει σαφώς. Πιο πραγματική ίσως θα έβλεπα τη χορήγηση δικαιώματος στους ειδικούς και μόνον ιατρούς εργασίας να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όμορους νομούς, εφόσον δεν υπάρχουν στους ιατρικούς συλλόγους εγγεγραμμένοι ειδικοί ιατροί εργασίας που να επιθυμούν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους.
Όσον αφορά στο εδάφιο 2 του σχέδιου νόμου έχω να σχολιάσω τα εξής: Είναι τουλάχιστον φαιδρό 20 και πλέον χρόνια μετά τη θέσπιση της ιατρικής εργασίας ως ξεχωριστή ειδικότητα στη χώρα μας να συζητάμε για δημιουργία καταλόγου με τα ονόματα των ειδικών και μη ιατρών που δικαιούνται να ασκούν την ιατρική της εργασίας. Το γεγονός αυτό δείχνει αν μη τι άλλο αδράνεια (σκόπιμη;) από πλευράς κεντρικού σχεδιασμού και έλλειψη ενδιαφέροντος για αναβάθμιση επιτέλους των υπηρεσιών υγείας και ασφάλειας στη χώρα μας. Η ελληνική εταιρία ιατρικής εργασίας πρότεινε ανέκαθεν την αύξηση των θέσεων της ειδικότητας και μόλις φέτος εισακούστηκε απ’ όσο μπορώ να γνωρίζω. Στη παρούσα φάση λοιπόν, επειδή χρειάζεται και η πρόταση λύσεων αναγκαίο κακό είναι να δημιουργηθεί ένας τέτοιος κατάλογος, με τις εξής όμως προυποθέσεις:
α)Να γίνει υπολογισμός ενός ελάχιστου πλαφόν ειδικών ιατρών εργασίας ανά νομό με βάση κριτήρια που θα καθοριστούν μετά από δαβούλευση των εμπλεκόμενων φορέων (υπουργείο, ΕΕΙΕ, σωματεία).
β)Να καθοριστεί επιτέλους ένα μίνιμουμ πλαίσιο εκπαίδευσης των ιατρών χωρίς ειδικότητα που εμπίπτουν στις διατάξεις του νόμου 3850/2010 με τη χορήγηση προσωρινού πιστοποιητικού και όχι τίτλου ειδικότητας, το οποίο θα ανανεώνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Να αφαιρείται το δικαίωμα άσκησης της ιατρική της εργασίας στους ιατρούς αυτούς, εφόσον ο αριθμός των ιατρών με ειδικότητα που ανοίκουν στον οικείο ιατρικό σύλλογο φτάσει το ελάχιστο πλαφόν.
γ)Να δίνεται σαφής προτεραιότητα εκ του νόμου (και όχι η απόφαση να επαφίεται σε μετέπειτα υπουργικές αποφάσεις των εκάστοτε κυβερνήσεων) στους ειδικούς ιατρούς εργασίας.
δ) Ο κατάλογος αυτός να έχει ισχύ ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (πχ διετία) και να ανανεώνεται. Για κάθε όνομα ειδικού ιατρού εργασίας που προστίθεται να αφαιρείται ένα όνομα ιατρού που δεν κατέχει την ειδικότητα. Ο δε κατάλογος να κοινοποιείται και στους κατά τόπους ιατρικούς συλλόγους κάθε φορά που θα ανανεώνεται.
ε) Να σταματήσει πλέον αυτή υποκρισία της άσκησης δύο ουσιαστικά ειδικοτήτων, η οποία αντίκειται και στο νόμο περί ειδικοτήτων, υποβαθμίζει τη ποιότητα των υπηρεσιών υγείας στις επιχειρήσεις και θεωρώ ότι, στη περίπτωση ψήσισης του σχεδίου νόμου ως έχει, θα αποτελέσει ένα από τα αίτια προσφυγής της ΕΕΙΕ στα δικαστήρια. Οι ιατροί άλλων ειδικοτήτων που θα είναι εγγεγραμμένοι στο κατάλογο και θα επιθυμούν να ασκήσουν την ιατρική της εργασίας να δηλώνονται στους ιατρικούς συλλόγους με αυτή και μόνο την ειδικότητα και να μην δικαιούνται να ασκήσουν άλλη ειδικότητα.
Στο εδάφιο 4 οι παράγραφος β θα πρέπει να εξαλειφθεί. Είναι άδικο και επιστημονικά αντιδεοντολογικό ένας ιατρός εργασίας με ειδικότητα να μη μπορεί να ασκήσει την ειδικότητά του σε όμορο νομό μόνο και μόνο επειδή υπάρχει εκεί ιατρός άλλης ειδικότητας εγγεγραμμένος στο κατάλογο.
Συμπερασματικά πιστεύω ότι το σχέδιο νόμου κρύβει αρκετές ασάφειες και είναι σαφώς αντίθετο με άλλα νομοθετήματα που έχουν να κάνουν με τα πλαίσια λειτουργίας των ιατρικών ειδικοτήτων καθώς και με την ιατρική δεοντολογία. Στη περίπτωση που κατατεθεί ως έχει υποβαθμίζει για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας μια ιατρική ειδικότητα σε ένα επίπεδου ερασιτεχνισμού και θα απασχολήσει όχι μόνο την ελληνική εταιρία ιατρικής εργασίας αλλά και ολόκληρη την ιατρική κοινότητα.
ο προτεινόμενο ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΣΩΜΑΤΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ οδηγεί σε σίγουρη υποβάθμιση των υπηρεσιών αυτών προς τους εργαζόμενους, σε αντίθεση με τις προθέσεις του προτεινόμενου σχεδίου νόμου, την πλήρη απαξίωση τους μετατρέποντάς τες σε γραφειοκρατικό νομοτυπικό σύστημα.
Ειδικότερα στο Αρθ. 30 Παρ. 6 η καταχώρηση παρουσιών στο ειδικό βιβλίο υποδείξεων μόνο ως γραφειοκρατική διαδικασία μπορεί να εκληφθεί και αφορά όσους ασκούν τα καθήκοντα Α/Υ της εργασίας με τουριστική και marketing προσέγγιση. Το βιβλίο υποδείξεων είναι ένα «δημόσια έγγραφο» και ότι γράφεται σε αυτό έχει ως στόχο την προαγωγή της Α/Υ των εργαζομένων (εξ ου και ο θεσμοθετημένος τίτλος του). Δεν είναι ένα απουσιολόγιο του γιατρού εργασίας και του τεχνικού ασφαλείας (σε αντίθετη περίπτωση να ονομασθεί βιβλίο Απουσιολόγιο και υποδείξεων Συμβούλου Α/Υ) ενώ ακυρώνει την ευελιξία της επικοινωνίας μέσω των προφορικών υποδείξεων που προβλέπονται και νομοθετικά.
Ο Σύμβουλος Α/Υ πρέπει να είναι ανα πάσα στιγμή έτοιμος για οτιδήποτε συμβαίνει στην επιχείρηση, να δίνει τις συμβουλές του και εκτάκτως όταν απαιτείτε, να επισκέπτεται και αιφνιδίως την επιχείρηση όταν συντρέχουν λόγοι (πχ παραλαβή επικίνδυνων χημικών υγρών, κατεδάφιση κτιριακών εγκαταστάσεων, ειδικές ανυψωτικές εργασίες κλπ)
Γι αυτό πρέπει να γίνει αντικατάσταση του Αρθ. 30 Παρ. 6 με αξιολόγηση του παραγόμενου έργου της Υπηρεσίας Α/Υ το στήσιμο του Συστήματος διαχείρισης Α/Υ εργασίας καθώς και την πληρότητα εφαρμογής του και όχι αν τυπικά είναι εκεί ο Σύμβουλος και χωρίς να κάνει τίποτα. Στις επιχειρήσεις Β κατηγορίας που είναι Τ/Α ο εργοδότης να γίνεται μία φορά ανα έτος επιθεώρηση, ανασκόπηση του συστήματος από Τ/Α και επικαιροποίηση της Μελέτης Επικινδυνότητας.
Επίσης οι υπηρεσίες Ι.Κ.Α, Σ.ΕΠ.Ε και Ο.Α.Ε.Δ θα διασυνδέονται ηλεκτρονικά μέσω κοινής ηλεκτρονικής πλατφόρμας να ελέγχουν την ύπαρξη Συμβ Α/Υ και Ιατρού Εργ. Στην επιχείρηση Αρθ. 3 (κατά την θεώρηση της κατάστασης εργαζομένων να είναι υποχρεωτική η σφράγιση της από τον Τ/Α η και τον Ι/Ε και όχι όπως γίνετε σήμερα κατά δήλωση μόνο του εργοδότη)
Οι επιχειρήσεις που δεν έχουν ακόμη υπηρεσία Τ/Α η Ι/Α να εμπίπτουν επιπλέον στις κυρώσεις του Αρθ. 4 Παρ.2 (και να γίνετε εφαρμογή της νομοθεσίας)
Υπαγωγή των επιχειρήσεων Α κατηγορίας επικινδυνότητας στο Αρθ. 7
Κοινός στόχος όλων μας είναι η αναβάθμιση των παροχών Α/Υ στους εργαζόμενους. Ας προσπαθήσουμε όλοι από την θέση του ο καθένας, πάντα μέσω της συνεργασίας και της ανταλλαγής απόψεων στην καλύτερη παροχή υπηρεσιών Α/Υ ειδικά στην περίοδο που διάγουμε για να μην απαξιωθεί ο θεσμός.
Οι παράγραφοι 1 και 4 δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία, καθώς οικονομικά δεν είναι λογικό να απασχολείσαι μακράν της έδρας σου.
Η παραγραφος 6 ορίζει παρουσιολόγιο ουσιαστικά και αναγραφή των ενεργειών ελέγχου του ιατρού, χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψιν ότι τα κύρια καθήκοντα του ιατρού εργασίας είναι ο ιατρικός έλεγχος των εργαζομένων και εν γένει η προληπτική ιατρική.
Τέλος ο όρος «δύναται» όσον αφορά την προτεραιότητα των ειδικών ιατρών εργασίας για την ανάληψη των σχετικών καθηκόντων στις επιχειρήσεις όπου προβλέπεται ακυρώνει την ειδικότητα. Θεωρώ ότι πρέπει να επιβάλεται, όχι να «δύναται», η προτεραιότητα, στα πλαίσια της ισονομίας των ιατρικών ειδικοτήτων, αλλιώς θα ήταν εξ ίσου λογικό να αιτηθούμε και οι ειδικοί ιατροί εργασίας να ασκήσουμε κάποια από τις ειδικότητες στις οποίες εκπαιδευτήκαμε κατά τη διάρκεια απόκτησης της ειδικότητας.
Αυτό που ενδιαφέρει πρωτίστως είναι η διασφάλιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών Ιατρικής της Εργασίας προς τους εργαζόμενους, που δεν κατοχυρώνεται με τυπολατρείες μέσω βιβλίων παρουσίας, αλλά μόνο με ουσιαστικές ιατρικές δράσεις στο πεδίο της Ιατρικής Επιστήμης από εξειδικευμένους στο αντικείμενο της σχέτισης της νόσου και του ατυχήματος με την εργασία. Ο κρατικός μηχανισμός διαθέτει μόνο μη Ειδικούς Ιατρούς Εργασίας που αυτοεκπαιδεύονται μέσω των ελέγχων σε όσους ασκούν «καθήκοντα Ιατρικής Εργασίας», η πλειονότητα των οποίων δεν κατέχει την κατάρτιση και τον τίτλο της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας. Οι προσβλητικές διαδικασίες της αστυνόμευσης της παρουσίας του ιατρικού προσωπικού για το άν έχουν επιθεωρήσει χώρους εργασίας, που υποβιβάζει το ρόλο μιάς ιατρικής ειδικότητας, σε επόπτη χώρων εργασίας, δεν αφορούν διόλου τους Ειδικούς Ιατρούς Εργασίας, αντικείμενο των οποίων (σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία και πρακτική) είναι κυρίαρχα η επιστημονική διερεύνηση της σύνδεσης του νοσήματος και του ατυχήματος με τις χωροβιονομικές συνθήκες της εργασίας. Ο Ειδικός Ιατρός Εργασίας, χρησιμοποιώντας ως μεθοδολογικά εργαλεία την κλινική εξέταση των εργαζομένων και την επιδημιολογική διερεύνηση ασκεί το ιατρικό λειτούργημα, επομένως παρέχει ιατρικές υπηρεσίες και όχι «υπηρεσίες προστασίας και πρόληψης» (όπως γενικόλογα αναφέρεται στο εδάφιο 6, με έκφραση που είναι εμφανώς προσαρμοσμένη στις τρέχουσες καταστάσεις). Ο κάθε ειδικός ιατρός την κατάρτισή του και τον τίτλο του, έχει αποκτήσει όχι μέσω του Υπουργείου Εργασίας, αλλά μέσω του Υπουργείου Υγείας και του Υπουργείου Παιδείας (Ιατρικές Σχολές) και ο μόνος φορέας που μπορεί να του επιβάλει στέρηση της άδειας επαγγέλματος είναι ο Ιατρικός Σύλλογος (ως φορέας της Πολιτείας). Η εμπλοκή (ακόμα και άσχετων με την Ιατρική) υπαλλήλων του Υπουργείου Εργασίας σε ζητήματα άσκησης της Ιατρικής είναι εμφανώς αντιεπιστημονική, αλλά και παράνομη, αφού δεν έχει καταργηθεί η Νομοθεσία που αφορά την Ιατρική Δεοντολογία και τους Ιατρικούς Συλλόγους. Αναμφίβολα είναι παράνομη και η διαδικασία που προβλέπεται στο ίδιο εδάφιο για «την εξέταση των εργαζομένων από τους Ιατρούς Εργασίας και τη συμπλήρωση των ατομικών ιατρικών φακέλων τους», αφού αντίκειται στα ζητήματα ιατρικού απορρήτου, που επίσης είναι νομοθετικά κατοχυρωμένα. Τα θέματα αυτά, ασφαλώς θα αποτελέσουν αντικείμενα νομικών προσφυγών των Ειδικών Ιατρών Εργασίας έναντι της Πολιτείας στην περίπτωση που ψηφισθεί με τη συγκεκριμένη μορφή το υπό διαβούλευση Σχέδιο Νόμου. Η ευχέρεια που παρέχεται για άσκηση καθηκόντων από τους Ειδικούς Ιατρούς Εργασίας σε ολόκληρη την επικράτεια έχει πρακτικά ισχνή σημασία, δεδομένου του κόστους των μετακινήσεων. Μόνο τα Παραρτήματα επιχειρήσεων θα είχε νόημα να καλύπτονται, για λόγους που εξυπηρετούν τη λειτουργία και δομή των επιχειρήσεων. Είναι επίσης αντιεπιστημονικό και δεν διασφαλίζει διόλου την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών το γεγονός ότι το Σχέδιο Νόμου στο εδάφιο 2 παραπέμπει στο μέλλον και στη διακριτική ευχέρεια της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Εργασίας το να «προβλεφθεί προτεραιότητα των Ειδικών Ιατρών Εργασίας προς τους Ιατρούς που είναι εγγεγραμμένοι στον Ειδικό Κατάλογο Ιατρών του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ως προς την άσκηση των καθηκόντων της ιατρικής της εργασίας». Με πόση θυμηδία θα αντιμετωπιζόταν μια αντίστοιχη φράση, όπου αντί για τον όρο Ιατρική Εργασίας υπήρχε ο όρος Καρδιοχειρουργική! Πέραν της αντιεπιστημονικότητας του ζητήματος δεν είναι και επικίνδυνο κάτι τέτοιο; Από τους Ειδικούς Ιατρούς Εργασίας, όλα τα παραπάνω θέματα έχουν τεθεί επαλειμμένα σε δημόσια συζήτηση ήδη από τον περασμένο Ιούλιο με πλειάδα παρεμβάσεων, όπως φαίνεται στην ιστοσελίδα και την ενημερωτική έκδοση της Ελληνικής Εταιρείας Ιατρικής της Εργασίας και Περιβάλλοντος (www.iatrikiergasias.gr).
Πολύ σωστά το εδάφιο 6 αναφέρει οτι οι Ιατροι Εργασίας & Τεχνικοί Ασφαλείας πρέπει να υπογράφουν στο αντίστοιχο βιβλιο ωστε να φαίνεται η παρουσία τους αλλα και οι » προφορικές» υποδείξεις τους να εχουν πια σημασια. Μεχρι τωρα οι Ιατροί Εργασιας και οι Τεχνικοι Ασφαλειας τοποθετούν ωράρια επισκέψεων τα οποια ουδέποτε αποδεικνύονται. Σε επιχειρήσεις ( τουλάχιστον 5 ) που ξερω εμφανίζονται πάντα δια τηλεφώνου. Ειναι καιρός και αυτοί σαν «εργαζόμενοι» να αποδεικνύουν την ύπαρξη τους.Οποιοι είναι επαγγελματίες δεν έχουν φοβηθούν τίποτα.
Με το εδάφιο 6 του άρθρου 29, το βιβλίο υποδείξεων του Ν. 1568/1985 και 3850/2010 μετατρέπεται σε παρουσιολόγιο και τετράδιο λογοδοσίας. Προφανώς ο συντάκτης δεν έχει ασκήσει την ιατρική της εργασίας στην πράξη, δεδομένου ότι τα προτεινόμενα στο εδάφιο 6 είναι χρονοβόρα και το μόνο που εγγυώνται είναι η γραφειοκρατική τήρηση του «ωρολογίου προγράμματος», ενώ δεν διασφαλίζεται καθόλου η καλή πρακτική. Προτείνω την απαλοιφή όλου του τελευταίου τμήματος του εδαφίου 6 που αφορά στην καταχώρηση του ωραρίου και των πεπραγμένων κάθε επίσκεψης. Επίσης, γενικότερα για τη νομοθεσία και την εφαρμογή της σχετικά με την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία, μήπως καλό θα ήτανε να λάβουμε υπ΄ όψη και το τι γίνεται σε άλλες χώρες (κυρίως Γαλλία και Ιταλία) πιο προχωρημένες από εμάς σε αυτό τον τομέα? Επί τη ευκαιρία, πότε θα εκσυχρονισθεί επιτέλους το απαρχαιωμένο Π.Δ. 294/88, που προβλέπει για τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων συνολική απασχόληση ιατρού εργασίας 20΄ λεπτών ΕΤΗΣΙΩΣ ανά εργαζόμενο?
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ
ΑΡΘΡΟ 30 παράγραφος 6.
Η προτεινόμενη από την παράγραφο 6 του άρθρου 30 διάταξη παρουσιάζει τα εξής προβλήματα:
1. Παρέχεται στους επιθεωρητές εργασίας εξουσία απονομής δικαίου με εξοντωτικές ποινές, χωρίς να προβλέπει τα κριτήρια ελέγχου ή να κλιμακώνει τις ποινές ανάλογα με το μέγεθος και τη συχνότητα της παράβασης ή την εκτίμηση τυχόν ανωτέρας βίας. Δεν υπάρχει η αρχή της αναλογικότητας, ενώ εν διασφαλίζεται η αμεροληψία των επιθεωρήσεων εργασίας, η οποία ειδικότερα στις μικρές κοινωνίες της περιφέρειας δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη.
2. Παρέχει τη δυνατότητα κυρώσεων κατά των Εξωτερικών Υπηρεσιών Προστασίας Πρόληψης, πέρα από τους ιατρούς εργασίας και τους συμβούλους ασφαλείας. Δηλαδή μπορεί να διαταχθεί η αναστολή λειτουργίας μιας ΕΞΥΠΠ, ενώ η πραγματική ευθύνη αφορά σε ασυνέπεια κάποιου συνεργάτη της. Αυτό προφανώς αποτελεί κατάχρηση εφαρμογής διοικητικών κυρώσεων.
3. Η προσφυγή στον Υπουργό ή στον Γενικό Γραμματέα δεν αποτελεί στην πραγματικότητα δευτεροβάθμια προσφυγή, αφού πρόκειται για τον ίδιο φορέα που επέβαλλε πρωτοβάθμια την κύρωση. Η μόνη εναπομένουσα δυνατότητα είναι η προσφυγή σε Διοικητικά Δικαστήρια, οπότε σε περίπτωση δικαίωσης του προσφεύγοντος οι υποχρεώσεις αποζημίωσης σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου θα είναι δυσθεώρατες. Η προσφυγή για τούτο, αφού αφορά σε αναστολή λειτουργίας και όχι σε πρόστιμο, πρέπει να έχει ανασταλτικό χαρακτήρα.
4. Η καταληκτήρια πρόβλεψη για υποχρεωτική αποτύπωση του πραγματοποιηθέντος κατά την επίσκεψη έργου από τον ιατρό εργασίας και τον σύμβουλο ασφάλειας στο προβλεπόμενο βιβλίο υποδείξεων αποτελεί μια γραφειοκρατική εκφύλιση του έργου ειδικών επιστημόνων και δεν αποδεικνύει την ουσιαστική παροχή υπηρεσιών. Η διάταξη αυτή στην πραγματικότητα επιδιώκει να ελέγξει την τήρηση του ωρολογίου προγράμματος επισκέψεων και όχι την ουσία του εκτελουμένου έργου που έτσι δεν πιστοποιείται.
Η αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου Εργασίας θα έπρεπε να θέσει ως προτεραιότητα την υιοθέτηση προτύπων για την άσκηση των καθηκόντων των ιατρών εργασίας και τεχνικών ασφαλείας με βάση το είδος δραστηριότητας και τη μελέτη επαγγελματικού κινδύνου, ακολουθώντας την επιστήμη και την καλή πρακτική. Για τα πρότυπα αυτά θα μπορούσε να συνδράμει το ΕΛΙΝΥΑΕ και βέβαια οι επιστημονικοί φορείς των ιατρών εργασίας και τεχνικών ασφαλείας. Με τον τρόπο αυτό θα ήταν δυνατή η αξιολόγηση του έργου των παρεχόντων υπηρεσίες υγιεινής και ασφάλειας και ο ουσιαστικός και όχι γραφειοκρατικός έλεγχος από το ΣΕΠΕ.
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ
Προτείνεται η ακόλουθη επαναδιατύπωση :
Ειδικότερα και όσον αφορά στη μη τήρηση της δηλούμενης στην αρμόδια υπηρεσία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας παρουσίας των συμβούλων Ασφάλειας της Εργασίας και των Ιατρών Εργασίας οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες προστασίας και πρόληψης, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 7 του π.δ. 17/1996 (παρ. 2 του άρθρου 42 του Ν. 3850/2010) ως άτομα εκτός της επιχείρησης, μπορεί να κινείται από τις αρμόδιες Επιθεωρήσεις Εργασίας η επιβολή προσωρινής ή και οριστικής παύσης της δυνατότητας παροχής υπηρεσιών προστασίας και πρόληψης. Για την επιβολή της συγκεκριμένης κύρωσης ακολουθείται διαδικασία ανάλογη με αυτή που προβλέπεται για τις διοικητικές κυρώσεις.
«Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ορίζονται τα κριτήρια άσκησης ελέγχου και επιβολής των ως άνω διοικητικών κυρώσεων από τις αρμόδιες Επιθεωρήσεις Εργασίας, με βάση την αρχή αναλογικότητας».
Εφόσον τεκμηριωμένα για τις ως άνω παραλείψεις των συμβούλων ασφάλειας ή των ιατρών εργασίας προκύπτει ευθύνη της ΕΞΥΠΠ, μέσω της οποίας συμβάλλονται για παροχή υπηρεσιών, εφαρμόζονται ανάλογες διοικητικές κυρώσεις κατά της ΕΞΥΠΠ.»
Κατά της απόφασης αυτής μπορεί να ασκηθεί προσφυγή μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την κοινοποίηση της απόφασης ενώπιον του Ειδικού Γραμματέα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας ή του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης αντίστοιχα, ο οποίος και αποφασίζει μετά από αιτιολογημένη γνώμη του Σ.Κ.Ε.Ε.Ε. ή του Σ.Υ.Α.Ε. αντίστοιχα. Αν ακολούθως ασκηθεί προσφυγή ενώπιον των αρμοδίων διοικητικών δικαστηρίων, η εφαρμογή των κυρώσεων αναστέλλεται μέχρι τελεσιδικίας.
Με Υπουργική Απόφαση είναι η δυνατή η θέσπιση προτύπων καλής πρακτικής για την παροχή υπηρεσιών ιατρού εργασίας και τεχνικού ασφαλείας. Τα πρότυπα αυτά, τα οποία εξειδικεύουν το περιεχόμενο των παρεχόμενων υπηρεσιών με βάση το είδος απασχόλησης και την επικινδυνότητα αυτής, εφαρμόζονται υποχρεωτικά και αποτελούν τη βάση αξιολόγησης των παρεχόμενων υπηρεσιών και ελέγχου συμμόρφωσης των εργοδοτών προς αυτά.
ΔΙΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ
Τις συγκεκριμένες ημέρες και ώρες τις οποίες υποχρεούνται να παρίστανται σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Πίνακα Προσωπικού της επιχείρησης ο Σύμβουλος Ασφάλειας της Εργασίας και ο Ιατρός Εργασίας θα πρέπει υποχρεωτικά κατόπιν της διενέργειας του ελέγχου στους εργασιακούς χώρους, να καταχωρούν στο ειδικό βιβλίο υποδείξεων του Σύμβουλου
Ασφάλειας της Εργασίας και Ιατρού Εργασίας, γραπτά, κατάσταση με τους χώρους εργασίας που έλεγξαν καθώς και τις συγκεκριμένες υποδείξεις τους για τα μέτρα ασφάλειας και υγείας που πρέπει άμεσα να ληφθούν από τον εργοδότη, την εξέταση των εργαζομένων από τους Ιατρούς Εργασίας και τη συμπλήρωση των ατομικών ιατρικών φακέλων τους. Στην συνέχεια θα πρέπει να υπογράφουν την εν λόγω κατάσταση και τα στοιχεία και να συνυπογράφει και ο εργοδότης ότι έλαβε γνώση για τις υποδείξεις του Σύμβουλου Ασφάλειας της Εργασίας και του Ιατρού Εργασίας την συγκεκριμένη μέρα και ώρα.