1. Οι ασφαλιστικοί φορείς κύριας ασφάλισης, αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, του Δημοσίου και του ΝΑΤ, υποχρεούνται, εφόσον έχει εκδοθεί βεβαίωση χρόνου ασφάλισης, να εκδίδουν την οριστική απόφαση συνταξιοδότησης το αργότερο μέσα σε τρεις μήνες από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης, των δικαιολογητικών που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις. Σε περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης, το παραπάνω χρονικό διάστημα επιμηκύνεται σε έξι (6) μήνες.
2. Για τη συνταξιοδότηση ασφαλισμένων λόγω αναπηρίας, η προθεσμία που αναφέρεται στην ανωτέρω παράγραφο αρχίζει από την κοινοποίηση στο φορέα ή την υποβολή από τον ενδιαφερόμενο της οριστικής γνωμάτευσης της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής.
3. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή για οποιονδήποτε λόγο η έκδοση της οριστικής συνταξιοδοτικής απόφασης εντός των αναφερομένων στην παράγραφο 1 προθεσμιών, ο ασφαλιστικός φορέας υποχρεούται σε έκδοση απόφασης για προσωρινή σύνταξη μέσα σε χρονικό διάστημα σαράντα πέντε (45) ημερών από την υποβολή της αίτησης που συνοδεύεται από Υπεύθυνη Δήλωση του άρθρου 8 του ν 1599/1986 (ΦΕΚ Α΄75) σχετικά το χρόνο ασφάλισης στα οικεία ασφαλιστικά ταμεία και την υποβολή των δικαιολογητικών που απαιτούνται και εβδομήντα πέντε (75) ημερών, σε περίπτωση συνταξιοδότησης με διαδοχική ασφάλιση.
Το ύψος του ποσού της προσωρινής σύνταξης αντιστοιχεί τουλάχιστον με το 80% της σύνταξης που προκύπτει από το χρόνο ασφάλισης και τις εισφορές ή τις αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη κατά περίπτωση για τον υπολογισμό της σύνταξης και προκειμένου για το ΙΚΑ – ΕΤΑΜ με τις μεικτές αποδοχές που έλαβε ο ασφαλισμένος το μήνα Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης ή σε περίπτωση προγενέστερης διακοπής της ασφάλισής του, τον τελευταίο μήνα απασχόλησής του, όπως οι αποδοχές αυτές προκύπτουν από τα προσκομιζόμενα ασφαλιστικά βιβλιάρια. Σε κάθε περίπτωση το ποσό της προσωρινής σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται του 90% του εκάστοτε ισχύοντος κατά κατηγορία σύνταξης Κατωτάτου Ορίου.
Το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται στον ασφαλισμένο με την προσωρινή σύνταξη θα συμψηφίζεται σε κάθε περίπτωση με το ποσό της σύνταξης που θα προκύψει μετά την έκδοση της οριστικής πράξης απονομής της σύνταξης.
Εάν μετά τον έλεγχο των δικαιολογητικών για την έκδοση της οριστικής πράξης απονομής της σύνταξης, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης ή ότι τα στοιχεία που αναφέρονται στην Υπεύθυνη Δήλωση του ασφαλισμένου δεν είναι ακριβή, θα αναζητηθούν τα ποσά συντάξεων που εισπράχθηκαν ως αχρεωστήτως καταβληθέντα. Αν δεν προκύπτει υπαιτιότητα του ασφαλισμένου, η επιστροφή των ποσών θα γίνεται άτοκα.
Σε κάθε περίπτωση μέσα σε δύο μήνες από την υποβολή της αίτησης πρέπει να εκδοθεί αιτιολογημένη πράξη απόρριψης της αίτησης για προσωρινή σύνταξη ή πράξη συνταξιοδότησης.
4. Η διάταξη για την έκδοση της προσωρινής σύνταξης δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α. Όταν ο ασφαλισμένος με δήλωσή του, δεν επιθυμεί την έκδοση προσωρινής σύνταξης.
β. Όταν οι ασφαλισμένοι δεν πληρούν τις νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης.
γ. Όταν για τη συνταξιοδότηση των ασφαλισμένων πρέπει να εφαρμοστούν οι Κοινοτικοί Κανονισμοί 883/2004 και 987/2009 καθώς και οι Διμερείς Συμβάσεις Κοινωνικής Ασφάλειας εκτός των περιπτώσεων που θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με το χρόνο ασφάλισης σε Ελληνικό Ασφαλιστικό Φορέα.
δ. Όταν οι ασφαλισμένοι δεν έχουν καταθέσει τα απαραίτητα δικαιολογητικά.
ε. Όταν ζητείται σύνταξη λόγω θανάτου ασφαλισμένου/-ης από τους γονείς του.
στ. Όταν λαμβάνεται ταυτόχρονα και άλλη σύνταξη.
ζ. Όταν δεν έχει διακοπεί η εργασία κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
η. Όταν είναι απαραίτητη η προηγούμενη αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων.
θ. Όταν υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές ποσού που υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις ποσά.
5. Για την επιτάχυνση των διαδικασιών έκδοσης συνταξιοδοτικών αποφάσεων συγκροτούνται κλιμάκια από υπαλλήλους των Ασφαλιστικών Οργανισμών που υπηρετούν ή έχουν υπηρετήσει δύο (2) τουλάχιστον χρόνια σε υπηρεσίες ανακεφαλαίωσης χρόνου ασφάλισης ή απονομής ή πληρωμής συντάξεων και διαθέτουν την ανάλογη εμπειρία.
Τα ανωτέρω κλιμάκια, με βάση τις αρμοδιότητες εκάστου, διακρίνονται σε δύο (2) κατηγορίες, ως ακολούθως: α) Κλιμάκιο Ανακεφαλαίωσης Χρόνου Ασφάλισης και β) Κλιμάκιο Απονομής και Πληρωμής Προσωρινών και Οριστικών Συντάξεων
Η συμμετοχή στα κλιμάκια είναι προαιρετική, η δε σχετική βούληση εκδηλώνεται με υποβολή αίτησης προς το Διοικητή ή Πρόεδρο του οικείου ασφαλιστικού φορέα, ο οποίος και εκδίδει την απόφαση ορισμού τους ως πιστοποιημένων εισηγητών, μετά την επιτυχή συμμετοχή τους σε εκπαιδευτικό πρόγραμμα, σχετικό με την αρμοδιότητα του κλιμακίου, στο οποίο θα ενταχθούν.
Με την ίδια απόφαση ορίζεται και ο συντονιστής ανά κλιμάκιο.
Οι πιστοποιημένοι εισηγητές υποχρεούνται να παρέχουν υπηρεσίες ενημέρωσης πολιτών από τα Κέντρα Ενημέρωσης Ασφαλισμένων και Συνταξιούχων (Κ.Π.Α.Σ.) για δύο (2) ημέρες κάθε μήνα.
Τα κλιμάκια των πιστοποιημένων εισηγητών λειτουργούν εκτός ωραρίου εργασίας, για την απασχόλησή τους δε αυτή και με βάση το παραγόμενο έργο, καταβάλλεται μηνιαία αποζημίωση κατά παρέκκλιση των περιορισμών της παραγράφου 4 του άρθρου 7 του ν. 3833/2010 ΦΕΚ Α’ 40).
6. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης έπειτα από πρόταση του Δ.Σ. του οικείου ασφαλιστικού φορέα καθορίζεται κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετικά με την εκπαίδευση των συμμετεχόντων, τη λειτουργία των κλιμακίων και τη μέτρηση του παραγόμενου έργου, τόσο κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας όσο και εκτός αυτού.
Το ύψος της αποζημίωσης καθώς και ο τρόπος και οι προϋποθέσεις καταβολής της καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά από πρόταση των Δ.Σ. των Ασφαλιστικών Οργανισμών.