1. Κάθε εργοδότης, που παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας τις σχετικές με τους όρους και τις συνθήκες εργασίας και συγκεκριμένα τα χρονικά όρια εργασίας, την καταβολή δεδουλευμένων, την αμοιβή, την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ή την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών ή με χρηματική ποινή τουλάχιστον εννιακοσίων (900) ευρώ ή και με τις δύο αυτές ποινές.
2. Ειδικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας που προβλέπουν βαρύτερη ποινική μεταχείριση εξακολουθούν να ισχύουν.
Είναι σημαντικό στην παράγραφο 1 να διευκρινιστεί το είδος της «νόμιμης αποζημίωσης» ώστε να γίνει πιο σαφής η διάταξη (π.χ. αποζημίωση απόλυσης, αποζημίωση για εκτός έδρας, αποζημίωση αδείας κ.τ.λ.)
Η εκδίκαση των ποινικών κυρώσεων (μηνύσεις), αλλά και η εκδίκαση των εργατικών ατυχημάτων αποτελούν δίχως άλλο μια απίστευτα χρονοβόρα διαδικασία (μεγάλο χρονικό διάστημα ορισμού της δικάσιμου, αναβολές και εφέσεις) και οδηγούν κατά βάση σε εκφυλισμό των επιπτώσεων στον παραβάτη – εργοδότη και απασχόληση (αναμονή) των Επιθεωρητών στα Δικαστήρια.
Το πρόβλημα θα μπορούσε να λυθεί με τη δημιουργία από το Υπουργείο Δικαιοσύνης εξειδικευμένων δικαστηρίων υποθέσεων εργατικών ατυχημάτων και εργατικών υποθέσεων.
Καλό θα είναι στην παράγραφο 1 να διευκρινιστεί σε ποιά αποζημίωση αναφέρεται ο νομοθέτης(αποζημίωση απόλυσης ή αποζημίωση αδείας.