1. Το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε) παρεμβαίνει συμφιλιωτικά, εφόσον ζητηθεί, για την επίλυση αναφυομένων συλλογικών ή ατομικών εκ της σχέσεως εργασίας διαφορών, που αφορούν στην τήρηση της κείμενης νομοθεσίας και των όρων των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
2. Για την επίλυση και διευθέτηση συλλογικών και ατομικών εργατικών διαφορών, ο εργαζόμενος ή περισσότεροι εργαζόμενοι που επικαλούνται κοινό συμφέρον, ο εργοδότης, μονομερώς ή από κοινού, καθώς και οι οικείες συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων ή των εργοδοτών έχουν δικαίωμα να ζητήσουν την παρέμβαση Συμφιλιωτή Συλλογικών και Ατομικών Εργατικών Διαφορών.
3. α) Η συμφιλίωση συλλογικών εργατικών διαφορών διεξάγεται α) σε τοπικό επίπεδο για την επίλυση συλλογικών διαφορών εργασίας που ανακύπτουν σε επιχειρήσεις που απασχολούν έως είκοσι (20) εργαζομένους β) σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο κατ΄ επιλογήν του αιτούντος, για την επίλυση συλλογικών διαφορών εργασίας που ανακύπτουν σε επιχειρήσεις που απασχολούν από είκοσι έναν (21) έως πενήντα (50) εργαζομένους και γ) σε τοπικό, περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο κατ΄ επιλογήν του αιτούντος για την επίλυση συλλογικών διαφορών εργασίας που ανακύπτουν στις υπόλοιπες επιχειρήσεις.
β) Η διαδικασία επίλυσης και συμφιλίωσης των ατομικών εργατικών διαφορών διεξάγεται πάντοτε σε τοπικό επίπεδο Τμήματος.
4. Σε τοπικό επίπεδο, η συμφιλιωτική διαδικασία διεξάγεται ενώπιον του Συμφιλιωτή που ορίζεται από τον αρμόδιο κατά τόπο Προϊστάμενο Τμήματος ή από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Περιφερειακής Διεύθυνσης, σε περιφερειακό επίπεδο αντίστοιχα ενώπιον του Συμφιλιωτή που ορίζεται από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Περιφερειακής Διεύθυνσης και σε εθνικό επίπεδο σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.
5. Η αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης επιλαμβάνεται πάντοτε περιπτώσεων συμφιλίωσης συλλογικών εργατικών διαφορών εθνικού επιπέδου, ιδίως όταν το αντικείμενο της διαφοράς έχει επιπτώσεις στην τοπική ή εθνική οικονομία και αφορά σε κλάδο της οικονομίας σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο ή όταν είναι ορατό το ενδεχόμενο διατάραξης της εργασιακής ειρήνης σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο αντίστοιχα, με συνέπεια την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και σοβαρές επιπτώσεις στην εθνική οικονομία. Στις περιπτώσεις αυτές είναι δυνατό να καλείται στη συμφιλιωτική διαδικασία και ένας εκπρόσωπος από το Υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ή από άλλο συναρμόδιο Υπουργείο.
6. Ο Συμφιλιωτής έχει ως στόχο την προσέγγιση των απόψεων των μερών προς την εξεύρεση λύσης από τα διαφωνούντα μέρη για το περιεχόμενο και τον τρόπο ικανοποίησης των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που πηγάζουν από τη σχέση εργασίας, προς τη διασφάλιση της εργασιακής ειρήνης, το συμφέρον εργαζομένων και εργοδοτών, την εφαρμογή και τήρηση της κείμενης νομοθεσίας. Οι υπηρεσίες συμφιλίωσης μπορεί να ζητηθούν και για θέματα αποκατάστασης παραβιάσεων της εργατικής νομοθεσίας μέσα σε προθεσμία που συμφωνούν τα μέρη ή τάσσει ο Συμφιλιωτής.
7. Η διαδικασία της Συμφιλίωσης και επίλυσης συλλογικών και ατομικών εργατικών διαφορών αρχίζει με την κατάθεση σχετικής αίτησης από τα ενδιαφερόμενα μέρη και υποβάλλεται από κοινού ή χωριστά. Όταν η αίτηση υποβάλλεται χωριστά, γνωστοποιείται με κάθε πρόσφορο μέσο και στο άλλο μέρος με μέριμνα του Συμφιλιωτή, εντός προθεσμίας τριών (3) ημερών. Στην αίτηση αναφέρονται τα στοιχεία των μερών και των οριζομένων εκπροσώπων τους, τα αιτήματα, οι λόγοι που τα δικαιολογούν ή οι λόγοι που καθιστούν αδύνατη την ικανοποίηση τους, οι απόψεις των μερών σχετικά με την υπάρχουσα μεταξύ τους διαφωνία και γενικά κάθε στοιχείο που διευκολύνει τις διαπραγματεύσεις ενώπιον του Συμφιλιωτή. Ο αρμόδιος Προϊστάμενος Τμήματος ή Περιφερειακής Διεύθυνσης κατά περίπτωση, εντός τριών εργασίμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης αναθέτει την παροχή υπηρεσιών συμφιλίωσης σε Συμφιλιωτή. Όταν η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης επιλαμβάνεται της διεξαγωγής της συμφιλιωτικής διαδικασίας, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης δύναται σε εξαιρετικές περιπτώσεις να συγκροτήσει με απόφασή του Επιτροπή Συμφιλίωσης, με την οποία ορίζει αρμόδιο εισηγητή για τη συγκέντρωση των αναγκαίων στοιχείων.
8. Ο Συμφιλιωτής καλεί τα μέρη σε ενώπιόν του συζήτηση, στην οποία αυτά υποχρεούνται να παρασταθούν αυτοπροσώπως είτε με νόμιμο εκπρόσωπο είτε με άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο, προβαίνει σε ακρόαση αυτών, εκτιμά όλα τα αποδεικτικά μέσα που τίθενται ενώπιόν του, υποβάλλει προτάσεις, εφόσον κρίνει ότι με τον τρόπο αυτό είναι δυνατόν να επιλυθεί η διαφορά, δύναται να ζητά οιοδήποτε στοιχείο κρίνει απαραίτητο για την επίλυση της διαφοράς και τη διαμόρφωση της κρίσης του, ερευνά τους όρους εργασίας και την οικονομική κατάσταση της επιχείρησης, προβαίνει σε εξέταση προσώπων, ζητά τη συνδρομή εμπειρογνωμόνων, άλλων Συμφιλιωτών ή Επιθεωρητών Εργασίας και υπηρεσιακών παραγόντων συναρμόδιων φορέων και γενικά πράττει καθετί που θεωρεί αναγκαίο για τη διατύπωση της πρότασής του. Ο Συμφιλιωτής προσπαθεί να επιτύχει την προσέγγιση των απόψεων των μερών το συντομότερο δυνατό για τον τερματισμό της διένεξης, προτείνοντας λύσεις για την επίτευξη συμφωνίας, τις οποίες δύνανται να αποδεχτούν τα μέρη και να επιλύσουν τις διαφορές.
Σε περίπτωση απουσίας ενός εκ των μερών, ο Συμφιλιωτής καταγράφει τις απόψεις του παριστάμενου μέρους και δύναται συγχρόνως να επιβάλει στο απόν μέρος τις προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 24 μετά από παροχή εγγράφων εξηγήσεων. Υπέρ των θέσεων του παριστάμενου μέρους θεσπίζεται νόμιμο τεκμήριο και ο Συμφιλιωτής διατυπώνει αιτιολογημένη άποψη επί αυτών.
9. Στο τέλος της συμφιλιωτικής διαδικασίας, η οποία δεν μπορεί να διαρκέσει για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των είκοσι (20) ημερολογιακών ημερών για τις συλλογικές και των δέκα (10) ημερολογιακών ημερών για τις ατομικές διαφορές από την ημερομηνία της συζήτησης, συντάσσεται πρακτικό που υπογράφεται από τα ενδιαφερόμενα μέρη και το Συμφιλιωτή. Στο πρακτικό αναγράφονται οι απόψεις των μερών, οι προτάσεις που διατυπώθηκαν από τα μέρη, η πρόταση του Συμφιλιωτή, οι τυχόν επιβαλλόμενες διοικητικές κυρώσεις της παραγράφου 12 του παρόντος άρθρου σε περίπτωση αθέτησης ή παραβίασης της συμφωνίας, οι λόγοι για τους οποίους οι προτάσεις του Συμφιλιωτή δεν έγιναν αποδεκτές από τα μέρη και στο τέλος βεβαιώνεται και αποτυπώνεται η συμφωνία ή η διαφωνία τους. Σε περίπτωση εύρεσης κοινώς αποδεκτής λύσης για την επίλυση της διαφοράς, περιγράφονται με σαφήνεια οι όροι και οι επιμέρους συμφωνίες. Το υπογεγραμμένο πρακτικό έχει δεσμευτική ισχύ για τα μέρη και παράγει έννομες συνέπειες. Σε καμία περίπτωση ο συμβιβασμός αυτός δεν μπορεί να οδηγήσει σε παραίτηση από δικαιώματα, τα οποία πηγάζουν από κανόνες δημοσίας τάξεως. Σε περίπτωση που ζητηθεί, το πρακτικό χορηγείται και σε γραφή Braille ή άλλες προσβάσιμες από άτομα με αναπηρία μορφές.
10. Ο Συμφιλιωτής υποχρεούται σε διατύπωση αιτιολογημένης άποψης και πρότασης, όπου αυτό καθίσταται εφικτό. Σε περίπτωση κατά την οποία ο Συμφιλιωτής αδυνατεί να μορφώσει άποψη ή πρόταση, λόγω της ασάφειας των παρατιθέμενων πραγματικών περιστατικών ή της ελλείψεως των αναγκαίων αποδεικτικών μέσων, τότε αρκείται στη διατύπωση πλήρους και επαρκώς αιτιολογημένης γνώμης περί της αδυναμίας του αυτής. Στις περιπτώσεις παραβιάσεων που επισύρουν ποινική κύρωση κατά την κείμενη νομοθεσία, ο Συμφιλιωτής υποβάλλει μήνυση ή μηνυτήρια αναφορά προς τον αρμόδιο Εισαγγελέα.
11. Κατά τη διάρκεια της συμφιλιωτικής διαδικασίας μπορούν να παρίστανται συνολικά μέχρι πέντε (5) εκπρόσωποι από κάθε ενδιαφερόμενο μέρος ενώ σε κάθε περίπτωση έχουν δικαίωμα παράστασης οι νομικοί σύμβουλοι του κάθε μέρους. Στο στάδιο αυτό και ανάλογα με το επίπεδο στο οποίο διενεργείται η Συμφιλίωση, μπορούν να παρίστανται κατ΄ επιλογήν του κάθε μέρους εκπρόσωποι της Πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης ή της δευτεροβάθμιας ή ομοιοεπαγγελματικής τοιαύτης ή του Εργατικού Κέντρου της περιοχής ή της ΓΣΕΕ εκ μέρους των εργαζομένων καθώς και εκπρόσωποι της συνδικαλιστικής οργάνωσής εκ μέρους του εργοδότη ή των εργοδοτών. Κατά τη διάρκεια της συμφιλιωτικής διαδικασίας μπορεί επιπλέον να παρίσταται διερμηνέας νοηματικής γλώσσας από το Μητρώο Διερμηνέων Νοηματικής Γλώσσας της Ομοσπονδίας Κωφών Ελλάδος, για την υποστήριξη κωφού ή βαρήκοου ατόμου, καθώς και μεταφραστής για την υποστήριξη αλλοδαπού.
12. Σε περίπτωση που κάποιο από τα μέρη παραβιάσει ή δεν τηρήσει όρο της αποτυπωθείσας στο Πρακτικό συμφωνίας, τότε ο Συμφιλιωτής επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις, λαμβάνοντας υπ΄ όψιν τα κριτήρια, τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 24 του παρόντος νόμου.
13. Κατά της πράξης επιβολής διοικητικών κυρώσεων μπορεί να ασκηθεί προσφυγή σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 24 του παρόντος Νόμου. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκηση της προσφυγής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης του Συμφιλιωτή περί επιβολής διοικητικών κυρώσεων. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 24 του παρόντος νόμου.
14. Η ως άνω διαδικασία ενώπιον του Συμφιλιωτή ακολουθείται και σε περίπτωση που τα συμβαλλόμενα μέρη προσφύγουν σε εθνικό επίπεδο στην αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 5.