1.Η παράγραφος 4 του άρθρου 4 ν. 1569/1985 (ΦΕΚ 183 A’) αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν για οποιονδήποτε λόγο λήξει ή λυθεί η πρακτοριακή σύμβαση, η ασφαλιστική επιχείρηση καταβάλλει στον πράκτορα κάθε έτος και για χρονικό διάστημα τριών ετών για τις συμβάσεις ασφάλισης ζημιών την ετήσια προμήθεια που αναλογεί στην παραγωγή του, η οποία εξακολουθεί αυτό το διάστημα να παραμένει στην επιχείρηση στο μέτρο που θα την δικαιούταν αν δεν είχε λυθεί η σύμβαση. Για τις συμβάσεις ασφάλισης ζωής η ασφαλιστική επιχείρηση καταβάλλει κάθε έτος και για χρονικό διάστημα δέκα ετών στον πράκτορα το εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της ετήσιας προμήθειας που του αναλογεί σύμφωνα με τον τελευταίο όρο του προηγούμενου εδαφίου. Τα δικαιώματα επί των παραπάνω προμηθειών μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ειδικής ή καθολικής διαδοχής. Σε περίπτωση θανάτου του ασφαλιστικού πράκτορα, η ασφαλιστική επιχείρηση καταβάλλει την προμήθεια στα πρόσωπα που ο πράκτορας όρισε ειδικά ως δικαιούχους ή αν δεν όρισε δικαιούχους στους κληρονόμους του. Δεν οφείλεται προμήθεια αν η σύμβαση λύθηκε με καταγγελία εκ μέρους του ασφαλιστή που οφείλεται σε σοβαρό παράπτωμα του πράκτορα που τελέστηκε με δόλο και συνεπάγεται αστική ευθύνη του. Η εταιρεία υποχρεούται να παρέχει στον πράκτορα ή τον δικαιούχο που αυτός όρισε ή τον καθολικό ή ειδικό διάδοχο των απαιτήσεών του κάθε έτος αναλυτική κατάσταση με τα εισπραχθέντα ασφάλιστρα από συμβάσεις ασφαλίσεων της παραγωγής του και την προμήθεια που σύμφωνα με τα παραπάνω του αναλογεί».
2. Το δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 4 ν. 1569/1985 (ΦΕΚ 183 A’) ισχύουν για τις ασφαλίσεις ζωής που συνάπτονται από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου.