Για τον σκοπό του παρόντος νόμου νοούνται ως:
α) «πολίτης τρίτης χώρας», κάθε πρόσωπο που δεν είναι πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 17 παράγραφος 1 της Συνθήκης και στερείται του κοινοτικού δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 του Κώδικα Συνόρων του Σένγκεν. Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται σε πολίτες τρίτων χωρών οι οποίοι βρίσκονται σε κατάσταση καλυπτόμενη από το κοινοτικό δίκαιο.
β) «παράνομα διαμένων πολίτης τρίτης χώρας», ο πολίτης τρίτης χώρας που βρίσκεται στην ελληνική επικράτεια ο οποίος δεν πληροί τις προϋποθέσεις διαμονής σε αυτήν.
γ) «απασχόληση», η άσκηση δραστηριοτήτων που καλύπτουν οποιαδήποτε μορφή εργασίας ρυθμιζόμενη σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή σύμφωνα με καθιερωμένες πρακτικές για λογαριασμό ή υπό τη διεύθυνση ή/και την εποπτεία εργοδότη.
δ) «παράνομη απασχόληση», η απασχόληση παράνομα διαμένοντος πολίτη τρίτης χώρας.
ε) «παράνομα απασχολούμενος», ο παράνομα διαμένων πολίτης τρίτης χώρας ο οποίος απασχολείται σε εργοδότη.
στ) «εργοδότης», κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων προσωρινής απασχόλησης, για λογαριασμό ή υπό τη διεύθυνση ή/και την εποπτεία του οποίου λαμβάνει χώρα η απασχόληση.
ζ) «υπεργολάβος», οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων στο οποίο ανατίθεται η εκτέλεση ενός μέρους ή του συνόλου των υποχρεώσεων προηγούμενης σύμβασης.
η) «νομικό πρόσωπο», κάθε νομική οντότητα που αναγνωρίζεται ως νομικό πρόσωπο βάσει του εφαρμοστέου ελληνικού δικαίου, πλην κρατών ή δημοσίων φορέων κατά την άσκηση της κρατικής εξουσίας καθώς και διεθνών οργανισμών δημοσίου δικαίου.
θ) «επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης», το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, συνάπτει συμβάσεις εργασίας ή σχέσεις εξαρτημένης εργασίας με προσωρινά απασχολουμένους, με σκοπό να τους τοποθετεί σε έμμεσους εργοδότες για να εργασθούν προσωρινά υπό την επίβλεψη και τη διεύθυνσή τους.
ι) «ιδιαίτερα καταχρηστικοί όροι εργασίας», όροι εργασίας, συμπεριλαμβανομένων όσων οφείλονται σε διακρίσεις λόγω φύλου ή άλλες διακρίσεις, οι οποίοι είναι κατάφωρα δυσανάλογοι προς τους όρους εργασίας των νόμιμα απασχολούμενων εργαζομένων, έχοντας επίπτωση, για παράδειγμα, στην υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων και προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ως τέτοιος όρος θεωρείται, μεταξύ άλλων, και η παρακράτηση του πρωτοτύπου της άδειας διαμονής ή του διαβατηρίου του πολίτη τρίτης χώρας από τον εργοδότη.
ια) «αποδοχές πολίτη τρίτης χώρας που διαμένει παράνομα», το ημερομίσθιο ή ο μισθός ή οποιοδήποτε άλλο αντάλλαγμα, σε μετρητά ή σε είδος, που λαμβάνει ο εργαζόμενος άμεσα ή έμμεσα, σε σχέση με την απασχόλησή του, από τον εργοδότη του, που ισοδυναμεί με τις απολαβές εργαζομένων παρόμοιου επιπέδου οι οποίοι εργάζονται με σχέση νόμιμης απασχόλησης.
Ως προς το άρθρο 2: Ο ορισμός του «παράνομα διαμένοντος πολίτη τρίτης χώρας» δεν καλύπτει τον αντίστοιχο της Οδηγίας. Σύμφωνα με την Οδηγία, ως «παράνομα διαμένων πολίτης τρίτης χώρας», εννοείται ο «υπήκοος τρίτης χώρας που βρίσκεται στην επικράτεια κράτους μέλους ο οποίος δεν πληροί ή δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις παρουσίας ή διαμονής στο συγκεκριμένο κράτος μέλος». Το ίδιο αναφέρει και το αγγλικό κείμενο της Οδηγίας: «third-country national present on the territory of a Member State, who does not fulfil, or no longer fulfils, the conditions for stay or residence in that Member State».
Σύμφωνα όμως με το προτεινόμενο Σχέδιο Νόμου θεωρείται ως ««παράνομα διαμένων πολίτης τρίτης χώρας», ο πολίτης τρίτης χώρας που βρίσκεται στην ελληνική επικράτεια ο οποίος δεν πληροί τις προϋποθέσεις διαμονής σε αυτήν».
Ο ορισμός της Οδηγίας είναι πληρέστερος και ευρύτερος εκείνου του Σχεδίου Νόμου, καθόσον καλύπτει όχι μόνο τις περιπτώσεις εκείνες αλλοδαπών που δεν έχουν άδεια διαμονής, αλλά και εκείνες αλλοδαπών που είχαν άδεια διαμονής και έληξε, ή που είχαν άδεια διαμονής και δεν την ανανέωσαν για διάφορους λόγους π.χ. δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις.
Ως εκ τούτου, θα πρέπει στο Σχέδιο Νόμου να προστεθεί η φράση «ή δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις», ούτως ώστε όταν διενεργείται έλεγχος από το Σ.ΕΠ.Ε. να επιβάλλονται οι κυρώσεις του Σχεδίου Νόμου και για την περίπτωση αλλοδαπού του οποίου η άδεια έχει λήξει και δεν έχει ανανεωθεί ή δεν έχει εκδοθεί καινούργια.
Η διατήρηση της προτεινόμενης διατύπωσης αφενός περιορίζει το εύρος του ορισμού του παράνομα διαμένοντος πολίτη τρίτης χώρας μόνο ως προς εκείνους που δεν πληρούν της προϋποθέσεις διαμονής, αφετέρου δεν μεταφέρει πλήρως το περιεχόμενο της Οδηγίας. Ως εκ τούτου, ο εφαρμοστής του Νόμου θα πρέπει να προχωρήσει σε σύμφωνη με την Κοινοτική Οδηγία τελολογική διασταλτική ερμηνεία, προκειμένου να καλύψει το νομικό αυτό κενό και να επεκτείνει την εφαρμογή του και σε όσους πληρούσαν τις προϋποθέσεις και δεν τις πληρούν πλέον.