1. Υπάλληλος, κατά την έννοια του άρθρου 13 ΠΚ, που με οποιαδήποτε σχέση υπάγεται στο στενό ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και με πράξη ή παράλειψη συνετέλεσε στην παράνομη χορήγηση επιδόματος, σύνταξης ή οποιασδήποτε άλλης οικονομικής παροχής με αποτέλεσμα την πρόκληση ζημίας σε βάρος του ασφαλιστικού φορέα τιμωρείται με διοικητική ποινή προσωρινής παύσης ή προσωρινού αποκλεισμού από την παροχή υπηρεσιών του από 6 μέχρι 12 μήνες ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, ή το μέγεθος της απειλούμενης βλάβης.
2.Σε περίπτωση κατ΄ εξακολούθηση τέλεσης των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 πράξεων, σε περίπτωση υποτροπής καθώς και σε περίπτωση πρόκλησης οικονομικής βλάβης άνω των 150.000 Ευρώ, επιβάλλεται η ποινή της οριστικής παύσης, άλλως αποκλεισμού από την παροχή των υπηρεσιών τους ή καταγγελίας της σύμβασης τους με τον φορέα στον οποίο ανήκουν.
3. Αν από την πράξη των παραγράφων 1 και 2 προκλήθηκε οικονομική ζημία στους ανωτέρω φορείς επιβάλλεται ισόποσο πρόστιμο στον υπάλληλο που την προκάλεσε εφαρμοζομένων των διατάξεων του Κώδικα Είσπραξης Διοικητικών Εσόδων. Το πρόστιμο του προηγούμενου εδαφίου επιβάλλεται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του οικείου φορέα.
4. Το αρμόδιο ιεραρχικά προϊστάμενο του παραβάτη υπαλλήλου όργανο διατάσσει ένορκη διοικητική εξέταση εντός δύο ημερών από την με οποιοδήποτε τρόπο γνώση της παράνομης πράξης ή παράλειψης των παραγράφων 1 και 2, η οποία ολοκληρώνεται υποχρεωτικά σε 15 ημέρες. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις είναι δυνατή με απόφαση του ιδίου η παράταση της προθεσμίας μέχρι 15 ημέρες.
5. Οι διοικητικές ποινές των παραγράφων 1 και 2 επιβάλλονται κατά παρέκκλιση, από κάθε άλλη διάταξη με απόφαση του αρμοδίου οργάνου στο οποίο υπάγεται πειθαρχικά ο υπαίτιος υπάλληλος. Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου εκδίδεται υποχρεωτικά εντός 7 εργασίμων ημερών από τη διαβίβαση στο αρμόδιο όργανο είτε πορίσματος ενεργηθείσας ένορκης διοικητικής εξέτασης της παραγράφου 4 με το οποίο καταλογίζονται ευθύνες σε συγκεκριμένο υπάλληλο είτε καταδικαστικής απόφασης ποινικού δικαστηρίου ακόμα και πρώτου βαθμού. Το πόρισμα της ένορκης διοικητικής εξέτασης καθώς και η τυχόν καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου ακόμα και πρώτου βαθμού κοινοποιούνται αμελλητί από το αρμόδιο όργανο στον Υπουργό Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και στον Υπουργό, που τυχόν εποπτεύει τον φορέα στον οποίο υπάγεται ο υπαίτιος υπάλληλος. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία των 7 εργασίμων ημερών οι διοικητικές ποινές των παραγράφων 1 και 2 δύναται να επιβληθούν με απόφαση του Υπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και του τυχόν εποπτεύοντος την υπηρεσία του υπαλλήλου Υπουργού. 5.
6. Για την επιβολή των διοικητικών ποινών των παραγράφων 1 και 2 θα πρέπει από την ένορκη διοικητική εξέταση της παραγράφου 4 να προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής.
7. Αν οι διοικητικές ποινές των παραγράφων 1 και 2 επιβάλλονται σε ιατρούς, ο αρμόδιος Πρόεδρος ή Διοικητής του φορέα διαβιβάζει αντίγραφο της σχετικής απόφασης στον ιατρικό σύλλογο στον οποίο υπάγεται ο ιατρός και καταχωρίζεται στο μητρώο του.
8. Από τη δημοσίευση του νόμου αυτού για την πρόσληψη ιατρού ή την κατάρτιση οποιασδήποτε μορφής σύμβασης με ιατρό, οι περιγραφόμενοι στην παράγραφο 1 φορείς πρέπει να ζητούν από τον ενδιαφερόμενο να προσκομίσει σχετική βεβαίωση από τον ιατρικό σύλλογο στον οποίο υπάγεται, σχετικά με το ότι δεν εκκρεμεί σε βάρος του καταδίκη ή διοικητική ποινή από τις αναφερόμενες στις παραγράφους 1 και 2.
9.Για την παραδεκτή άσκηση προσφυγής κατά των διοικητικών ποινών των παραγράφων 1 και 2 απαιτείται η προηγούμενη καταβολή δικαστικού παραβόλου ποσού ίσου με το 20% της ζημίας του ασφαλιστικού φορέα, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει κατ΄ ανώτατο όριο το ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ. Προκειμένου να υπολογιστεί το ποσοστό του προηγούμενου εδαφίου η οικονομική υπηρεσία του θιγόμενου φορέα εκτιμά τη ζημία έστω και κατά προσέγγιση, με τη ρητή όμως επιφύλαξη παντός άλλου δικαιώματος ή αξίωσης. Η σχετική εκτίμηση αναγράφεται υποχρεωτικά στο σώμα της διοικητικής πράξης επιβολής ποινής. Για την παραδεκτή άσκηση ενδίκου μέσου κατά της απορριπτικής απόφασης επί της προσφυγής του πρώτου εδαφίου ο υπάλληλος υποχρεούται να καταβάλλει στον θιγόμενο ασφαλιστικό φορέα ποσό ίσο με το 50 % της ζημίας αυτού.
10. Η προθεσμία άσκησης αίτησης αναστολής εκτέλεσης ή προσφυγής κατά της απόφασης με την οποία επιβλήθηκε η διοικητική ποινή ή η άσκηση οποιουδήποτε άλλου ένδικου μέσου δεν έχει ανασταλτική δύναμη.
11.Για τη χορήγηση δικαστικής αναστολής εκτέλεσης των ποινών του άρθρου αυτού απαιτείται εκτός των προβλεπομένων προϋποθέσεων και ειδικά αιτιολογημένη κρίση ότι αποκλείεται η επανάληψη τέλεσης των περιγραφόμενων στις παραγράφους 1 και 2 πράξεων ή παραλείψεων.
12.Σε περίπτωση χορήγησης δικαστικής αναστολής ο αρμόδιος φορέας δύναται σε κάθε περίπτωση να αφαιρέσει από το πρόσωπο στο οποίο επιβλήθηκε η ανασταλείσα ποινή, συγκεκριμένες αρμοδιότητες, που αναφέρονται σε βεβαιώσεις, πιστοποιήσεις, εγκρίσεις και άλλες πράξεις από τις οποίες προκύπτει ή δύναται να προκύψει δαπάνη.
13. Η διαδικασία επιβολής διοικητικών ποινών του παρόντος άρθρου είναι ανεξάρτητη από κάθε άλλη ποινική ή πειθαρχική διαδικασία, η δε αρξαμένη ποινική ή πειθαρχική διαδικασία δεν αποτελεί προϋπόθεση για την επιβολή και εκτέλεση των ποινών του παρόντος άρθρου ούτε λόγο αναβολής της σχετικής διοικητικής διαδικασίας
14.Σε περίπτωση που εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική απόφαση, ο αρμόδιος φορέας αποκαθιστά πλήρως αυτόν στον οποίο επιβλήθηκε η ποινή των παραγράφων 1 και 2.